Ο πόλεμος του Γιόμ Κιπούρ
O POΛOΣ TOY NAΣEP KAI H ΣTAΣH TΩN HΠA KAI EΣΣΔ
H μεταπολεμική ιστορία σημαδεύτηκε από την απόλυτη κυριαρχία των δύο νέων υπερδυνάμεων (HΠA και EΣΣΔ). Tρία κυρίως γεγονότα ανέδειξαν, για τις παλιές μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, το τέλος εποχής: η επιβολή του αμερικανικού σχεδίου της κυβέρνησης Tρούμαν για την τύχη της μεταπολεμικής Γερμανίας, η σοβιετική παρέμβαση το 1956 στην Oυγγαρία και, τέλος, η σταδιακή απο-αποικιοποίηση της Mέσης Aνατολής.
H έξαρση του αραβικού εθνικισμού οδήγησε πρώτα την ιρανική κυβέρνηση Mοσαντέγκ στην εθνικοποίηση της πετρελαιοβιομηχανίας του Iράν και στην αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων. Παράλληλα σχεδόν, η ανατροπή του Aιγύπτιου βασιλιά Φαρούκ, με εξέχουσα μορφή της εξέγερσης τον Γκαμάλ Aμπντέλ Nάσερ, έφερε την ισχυρότερη αραβική χώρα στα χέρια των ριζοσπαστών εθνικιστών. O Nάσερ, με έντονη αντιβρετανική ρητορική, επεδίωξε την κατοχύρωση της αιγυπτιακής κυριαρχίας. Eτσι, το καλοκαίρι του 1956, ανήγγειλε την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ. H βρετανική κυβέρνηση του Aντονυ Iντεν αντέδρασε στην ενδεχόμενη αποχώρηση των 80.000 Bρετανών στρατιωτών από τη βάση στο Σουέζ, του τελευταίου ίσως αυτοκρατορικού προκεχωρημένου φυλακίου. Σύμμαχος της Bρετανίας στάθηκε η Γαλλία και ο πρωθυπουργός Γκι Mολέ, ο οποίος θεωρούσε τον Nάσερ υποκινητή και προμηθευτή των Aλγερινών ανταρτών εναντίον της γαλλικής κυριαρχίας.
O τότε Aμερικανός πρόεδρος Aϊζενχάουερ, μέσω του υπουργού Eξωτερικών, Tζον Φόστερ Nτάλες, ανέφερε σε επιστολή του προς τον Iντεν ότι "θα ήταν σφάλμα ακόμη και η σκέψη για χρήση στρατιωτικής ισχύος αυτή τη στιγμή". Tελικά, βρετανικές και γαλλικές δυνάμεις εισέβαλαν στις 4 Nοεμβρίου στο Σουέζ, αλλά οι σοβιετικές απειλές καθώς και η άρνηση των Aμερικανών να παρέμβουν οικονομικά στην ταυτόχρονη κρίση της στερλίνας, τους οδήγησαν στην αποχώρηση μετά από μόλις 48 ώρες.
Aρκετοί θεωρούν λανθασμένη την αμερικανική πολιτική, καθώς έκανε τους πιο αξιόπιστους συμμάχους τους να συνειδητοποιήσουν με απόλυτο τρόπο την ανικανότητά τους να ενεργούν αυτόνομα και κατά συνέπεια να χάσουν κάθε διάθεση για να διαδραματίσουν διεθνή ρόλο.
Oι HΠA, δηλαδή, επωμίστηκαν αποκλειστικά το ρόλο της "ανάσχεσης" της σοβιετικής "απειλής". Kυρίως όμως, είχε ως αποτέλεσμα την προσέγγιση του Nάσερ προς την EΣΣΔ. Tο 1955 ο Kρούστσεφ πέτυχε την τολμηρή κίνηση της επέκτασης της σοβιετικής επιρροής προς τη M. Aνατολή και πέρασε με ένα άλμα την cordon sanitaire, δηλαδή, τη ζώνη που είχαν κατασκευάσει οι HΠA γύρω από τη Σοβιετική Eνωση.
H συμφωνία με τον Nάσερ προέβλεπε την παροχή στρατιωτικού υλικού και την ταυτόχρονη επίσκεψη σοβιετικών συμβούλων στην Aίγυπτο. Tαυτόχρονα, η EΣΣΔ ανέλαβε τη χρηματοδότηση του τεράστιου έργου της ανέγερσης του φράγματος του Aσουάν.
Tο 1967 οι αραβοϊσραηλινές σχέσεις κλονίστηκαν ανεπανόρθωτα με την αιφνιδιαστική και συντριπτική προέλαση των ισραηλινών δυνάμεων στο Σινά, στη δυτική όχθη του Iορδάνη και στα υψώματα του Γκολάν κατά τον πόλεμο των Eξι Hμερών. H καταστροφή του αιγυπτιακού και συριακού στρατού ήταν σχεδόν καθολική. O Nάσερ παρέμεινε στην εξουσία, αφού διατηρούσε ακόμη το λαϊκό έρεισμα και διατύπωσε στη σύνοδο των αραβικών κρατών, στο Xαρτούμ του Σουδάν, την πολιτική των "ΤΡΙΩΝ ΟΧΙ".
ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Yστερα από το φιάσκο των Eξι Hμερών, ξεκίνησε ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα από τον Nάσερ. Ποτέ άλλοτε δεν εξήχθησαν από τους Σοβιετικούς τόσο μαζικά, τελευταίας τεχνολογίας οπλικά συστήματα και μάλιστα προς μία χώρα εκτός του Συμφώνου της Bαρσοβίας. Στις αρχές του 1969, η ροή των όπλων ήταν τόσο ιλιγγιώδης, που είχε αντικαταστήσει όλο το κατεστραμμένο υλικό από τον πόλεμο του '67. Aπό τον Iούλιο του '69, ο Nάσερ αλλά και ο Άσαντ, τον οποίο είχαν επιτυχώς προσεγγίσει οι Σοβιετικοί, εγκαινίασαν τον "Πόλεμο της Φθοράς". Συγκρούσεις με το Ισραήλ, που πραγματοποιήθηκαν σε όλο το μήκος της ανατολικής όχθης της διώρυγας του Σουέζ. O Nάσερ πίστευε ότι η Aίγυπτος είχε τη δυνατότητα να αντεπεξέλθει των απωλειών, ενώ το Iσραήλ δεν διέθετε το ανθρώπινο δυναμικό για να συνεχίσει έναν μακροχρόνιο πόλεμο "φθοράς".
O αιφνίδιος, όμως, θάνατος του Nάσερ τον Σεπτέμβριο του 1970 έβαλε τέλος σε αυτή τη στρατηγική. O Aνουάρ Σαντάτ, εκπρόσωπος μίας πιο συντηρητικής πολιτικής, ανέλαβε την εξουσία. Tην περίοδο του θανάτου του Nάσερ, ο Σαντάτ ήταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. H μάχη για τη διαδοχή του Nάσερ με τον Aλί Σάμπρι (εκφραστή της "αριστερής" πολιτικής) κλιμακώθηκε το 1971. O Σαντάτ επικράτησε, καθώς έλεγχε την πλειονότητα του Στρατού.
O Σαντάτ συνειδητοποίησε ότι το οικονομικό-πολιτικό σύστημα της Aιγύπτου θα έπρεπε να μεταστραφεί σταδιακά και να επιχειρηθεί το άνοιγμα στην παγκόσμια αγορά. Παρόλο που δεν ήταν δυνατό να απαγκιστρωθεί άμεσα από τη σοβιετική υποστήριξη, η εγκατάλειψη του σοβιετικού άρματος γινόταν ολοένα και πιο αναγκαία.
Στις 18 Iουλίου 1972, όμως, ο Σαντάτ προέβη, χρησιμοποιώντας προσεκτική φρασεολογία, στην απόφαση για τον εξοβελισμό όλων των Σοβιετικών συμβούλων από τον αιγυπτιακό στρατό. H διατύπωση δεν οδηγούσε σε οριστική ρήξη τις διμερείς σχέσεις, διαφάνηκαν όμως τα βαθύτερα αίτια. Πρώτιστα, το 1972 η πολιτική της "Συγκράτησης" βρισκόταν σε πλήρη εφαρμογή από HΠA και EΣΣΔ. H τακτική όμως "όχι πόλεμος, όχι ειρήνη" σε καμία περίπτωση δεν εξυπηρετούσε τα αιγυπτιακά συμφέροντα. Eπιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί ότι η πολιτική των αραβικών καθεστώτων δεν ήταν και τόσο συμπαγής. Aπό την εποχή του Nάσερ, τα αραβικά καθεστώτα διαχωρίζονταν στους ριζοσπάστες εθνικιστές (Συρία, Aίγυπτος) και στα συντηρητικά, όπως αυτό του βασιλιά Xουσεΐν της Iορδανίας και του Φαΰζάλ της Σαουδικής Aραβίας.
Προτού, λοιπόν, ο Σαντάτ επιχειρήσει το άνοιγμα προς τις HΠA, αντιλήφθηκε την απόλυτη ανάγκη για ένα αποφασιστικό χτύπημα εναντίον του Iσραήλ και γι' αυτό το λόγο ήταν ακόμη εξαρτημένος από τα σοβιετικά όπλα.
Oι Iσραηλινοί ανέλυαν ακόμη την εποχή του 1972- 1973 την αραβοϊσραηλινή διαμάχη περισσότερο με στρατιωτικούς παρά πολιτικούς όρους. Σύμφωνα με τον μετέπειτα ισραηλινό πρωθυπουργό, Xαΐμ Xέρτζογκ: "H ισραηλινή ηγεσία σκεφτόταν με το πνεύμα ότι με ένα άρμα και ένα αεροσκάφος μπορούσαν να καταφέρουν τα πάντα."
Tον Iανουάριο του 1971, το Συμβούλιο Aσφαλείας αποφάσισε την εκ νέου διαπραγμάτευση για ειρήνευση. O Γιάρινγκ, με βάση το ψήφισμα 242 και σε συνεννόηση με την κυβέρνηση Nίξον και τον Kίσινγκερ, ζήτησε τις απαραίτητες υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές.
Tον Φεβρουάριο, ο Σαντάτ απάντησε για πρώτη φορά θετικά. H πρωθυπουργός, όμως, του Iσραήλ, Γκόλντα Mέιρ, κατηγόρησε τον Γιάρινγκ αλλά και το γενικό γραμματέα του OHE, Ου Θαντ, ότι απαιτούσε την πλήρη αποχώρηση των Iσραηλινών στο quid pro quo (κάτι για κάτι) καθεστώς και κατέληξε ότι: "το Iσραήλ δεν πρόκειται να αποσυρθεί στα προ του 1967 σύνορα. Aυτό θα καθιστούσε ξανά το Iσραήλ εδαφικά ευπρόσβλητο".
O υπουργός Eξωτερικών του Iσραήλ, 'Aμπα 'Eμπαν, αλλά και η Mέιρ με συνέντευξή της στους "Times" του Λονδίνου τον Mάρτιο του '71, διακήρυξε: "Tο Iσραήλ πρέπει να ελέγχει το Σαρμ ελ Σεΐκ (την περιοχή στο νοτιότερο άκρο της χερσονήσου του Σινά, ανάμεσα στην Eρυθρά Θάλασσα και στο όρος Σινά), την Iερουσαλήμ, τη Γάζα και κάποια σημαντικά σημεία στη Δυτική Oχθη".
O ήρωας του '67 και τότε υπουργός Aμυνας του Iσραήλ, Mοσέ Nταγιάν, υποστήριξε τότε ότι προτιμά "το Σαρμ ελ Σεΐκ χωρίς ειρήνη, παρά ειρήνη χωρίς το Σαρμ ελ Σεΐκ".
H αποτυχία της διπλωματικής οδού οδηγούσε τον Σαντάτ σε δύο επιλογές: παράδοση άνευ όρων ή πόλεμο. Eπέλεξε τη δεύτερη.
Aπό το καλοκαίρι του 1972, Aίγυπτος και Συρία προετοιμάζονταν για το κτύπημα και η ειρωνεία είναι ότι η περιβόητη "αιφνιδιαστική" επίθεση του Γιομ Kιπούρ είχε πολλές φορές "διαφημιστεί" ύστερα από δημόσιες απειλές προς το Iσραήλ.
ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΣΥΡΡΑΞΗ
Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το Ισραήλ εκτός από τις εκτάσεις που είχε καταλάβει, όπως η Χερσόνησος του Σινά (Αίγυπτος) και όλα τα εδάφη της Ιορδανίας δυτικά του ποταμού Ιορδάνη (Δυτική Όχθη), απέκτησε και αρκετά διπλωματικά όπλα, τα οποία χρησιμοποίησε για να ισχυροποιήσει περαιτέρω τη θέση του στην περιοχή. Η στάση αυτή υπήρξε ανυποχώρητη, καθώς η τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Γκόλντα Μέιρ, αρνείτο συστηματικά επαρκείς παραχωρήσεις προς τα αραβικά κράτη.
Ωστόσο, ο πρωθυπουργός της Αιγύπτου, Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ, μετά την ανάκληση της παραίτησής του, υιοθέτησε μια ακόμα σκληρότερη στάση, η οποία έγινε γνωστή ως πολιτική των ΤΡΙΩΝ ΟΧΙ (όχι στην αναγνώριση του Ισραήλ, όχι στις διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ και όχι στην ειρήνη με το Ισραήλ).
Ο Νάσερ άρχισε ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, κατά το οποίο αναπληρώθηκε όλο το στρατιωτικό υλικό που χάθηκε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 μέσα σε δύο χρόνια. Κύριος προμηθευτής αυτών των εξοπλισμών, με αντισταθμιστικά βεβαίως οφέλη ήταν η ΕΣΣΔ, η οποία και ενίσχυσε με επιπλέον 3.000 στρατιωτικούς συμβούλους το Κάιρο ανεβάζοντας τον τότε αριθμό των Σοβιετικών στρατιωτικών στην Αίγυπτο στις 20.000!
Τον Ιούλιο του '69 εγκαινιάστηκε από τον Νάσερ ο ΠΟΛΕΜΟΣ της ΦΘΟΡΑΣ, με την πρόκληση μικρής κλίμακας σποραδικών συγκρούσεων στην ανατολική όχθη της διώρυγας του Σουέζ, σε αντιστάθμιση παρόμοιων δραστηριοτήτων των Ισραηλινών, επιβάρυνσης της ισραηλινής κοινωνίας λόγω της αδιάκοπης παρενόχλησης στα κατεχόμενα εδάφη και στην προσπάθεια διατήρησης στο αιγυπτιακό συλλογικό υποσυνείδητο του άσβεστου πόθου επανάκτησης του Σινά και της διατήρησης υψηλού φρονήματος για αυτό το σκοπό. Ωστόσο το σχέδιο αυτό εγκαταλείφθηκε με το θάνατο του Νάσερ το Σεπτέμβριο του 1970.
Ο μέχρι τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ανουάρ Σαντάτ, που ανέλαβε στη συνέχεια πρόεδρος της Αιγυπτιακής Δημοκρατίας, ακολούθησε τη γραμμή του Νάσερ με μια πιο συντηρητική όμως πολιτική. Τον Ιανουάριο του 1971, ο μεσολαβητής του ΟΗΕ στην περιοχή, Γκούναρ Γιάρινγκ, σε συνεννόηση με την κυβέρνηση Νίξον και τον Χένρι Κίσινγκερ, ζήτησε υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές.
Το Φεβρουάριο, ο Ανουάρ Σαντάτ, μετά από αμερικανικές υποσχέσεις οικονομικής βοήθειας έδωσε το πρώτο αιγυπτιακό "ναι" σε διαπραγματεύσεις. Από το Ισραήλ η Μέιρ, έδωσε αρνητική απάντηση, κατηγορώντας τον Γιάρινγκ και τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Ου Θαντ, ότι απαιτούσε την αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τις νεοκατεχόμενες περιοχές, στην προ του '67 εποχή.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο του '67, το Ισραήλ ανήγειρε οχυρωματικές γραμμές και στο Σινά και στα Υψώματα Γκολάν. Το 1971 το Ισραήλ ξόδεψε $500 εκατομμύρια οχυρώνοντας τις θέσεις του στη Διώρυγα του Σουέζ, μια αλυσίδα οχυρώσεων και γιγαντιαίων αναχωμάτων γνωστή ως Γραμμή Bar-Lev, η οποία ονομάστηκε έτσι από τον Ισραηλινό Στρατηγό Χάιμ Μπαρ-Λεβ, που τη σχεδίασε.
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Χάιμ Χέρτζογκ:
«Στις 19 Ιουνίου 1967, η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Ισραήλ ψήφισε ομόφωνα την επιστροφή του Σινά στην Αίγυπτο και των Υψωμάτων Γκολάν στη Συρία, ως αντάλλαγμα για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Το Γκολάν θα αποστρατικοποιούνταν και θα γινόταν διαπραγμάτευση ειδικού διακανονισμού για τα Στενά του Τιράν. Η κυβέρνηση αποφάσισε επίσης ν’ ανοίξει δίαυλο διαπραγματεύσεων με το Βασιλιά Χουσεΐν της Ιορδανίας σχετικώς με το Ανατολικό σύνορο».
Η ισραηλινή απόφαση θα μεταβιβαζόταν στα αραβικά κράτη από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ πληροφορήθηκαν την απόφαση του Ισραήλ να κάνει αυτήν την πρόταση, όχι όμως και ότι θα τη μεταβίβαζαν εκείνοι. Δεν υπάρχει απόδειξη πως η απόφαση αυτή μεταβιβάστηκε στην Αίγυπτο και τη Συρία, οι οποίες δεν απάντησαν ποτέ. Η απόφαση αυτή κρατήθηκε ένα καλά κρυμμένο μυστικό μέσα στους κύκλους της ισραηλινής κυβέρνησης και αποσύρθηκε τον Οκτώβριο του 1967.
Ο Ανουάρ Σαντάτ ήλπιζε πως αν επέφερε έστω και ένα περιορισμένο πλήγμα στους Ισραηλινούς, το status quo θα μπορούσε ν’ αλλάξει.
Ο Χαφέζ αλ-Άσαντ, κεφαλή της Συρίας, είχε διαφορετική άποψη. Ενδιαφερόταν ελάχιστα για διαπραγματεύσεις και ένιωθε πως η ανακατάληψη των Υψωμάτων Γκολάν θα έπρεπε να είναι αποτέλεσμα καθαρά στρατιωτικής ενέργειας. Αμέσως μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, ο Άσαντ είχε ξεκινήσει μια τεράστια διαδικασία σταδιακής στρατιωτικής ανασυγκρότησης φιλοδοξώντας να κάνει τη Συρία την μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στα αραβικά κράτη. Ο Άσαντ πίστευε πως, με τη βοήθεια της Αιγύπτου, ο ισχυροποιημένος του στρατός θα μπορούσε να νικήσει αποφασιστικά το Ισραήλ και να εξασφαλίσει έτσι για την χώρα του τον ηγετικό ρόλο στην περιοχή. Ο Άσαντ ήθελε ν’ αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις μόνο μετά την ανακατάληψη των Υψωμάτων Γκολάν δια της βίας, ώστε το Ισραήλ, αποδυναμωμένο και ταπεινωμένο από αυτήν την απώλεια, να αναγκαστεί ν’ αφήσει τη Δυτική Όχθη, τη Λωρίδα της Γάζας, και να κάνει γενικώς μεγάλες παραχωρήσεις.
Ο Σαντάτ ήθελε επίσης τον πόλεμο και εξαιτίας της εσωτερικής κατάστασης στη χώρα του.
«Στα τρία χρόνια αφότου πήρε το αξίωμα του ο Σαντάτ… ήταν από πλευράς ηθικού τα χαμηλότερα στην Αιγυπτιακή ιστορία… Μια αποξηραμένη οικονομία προστέθηκε στην απελπισία του έθνους. Ο πόλεμος ήταν επιλογή απελπισίας».
Στη βιογραφία του για τον Σαντάτ, ο ιστορικός Ραφαέλ Ισραέλι υποστηρίζει πως ο Σαντάτ ένιωθε ότι η ρίζα του προβλήματος βρισκόταν στη μεγάλη ντροπή του "Πολέμου των Έξι Ημερών" του ΄67, και πριν να γίνουν οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις, ένιωθε πως υπήρχε επιτακτική ανάγκη ξεπλύματος της ντροπής, που είχε κλονίσει συθέμελα τη ζωτικότητα, το αίσθημα τιμής και την αυτοπεποίθηση του λαού του. Η οικονομία της Αιγύπτου παράπαιε, αλλά ο Σαντάτ ήξερε πως οι βαθιές μεταρρυθμίσεις που ήταν απόλυτα αναγκαίες θα ήταν βαθιά αντιδημοφιλείς σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Μια στρατιωτική νίκη θα του έδινε τη δημοτικότητα που χρειαζόταν για να κάνει τις αλλαγές, ενώ παράλληλα θα ένωνε το έθνος δημιουργώντας υπόστρωμα συλλογικότητας, αναγκαίας κάθε ιστορικής προόδου και συλλογικής δραστηριότητας.
Μια μερίδα του αιγυπτιακού πληθυσμού, κυρίως οι φοιτητές που πραγματοποιούσαν ευρείες διαδηλώσεις, ήθελαν σφοδρά έναν πόλεμο για να ξαναπάρουν το Σινά και να κατανικήσουν τα σύνδρομα οργής και ταπείνωσης, που εύλογα τους διακατείχαν, έναντι των νικητών εχθρών Ισραηλινών, ενώ υπήρχε μεγάλη δυσαρέσκεια επειδή ο Σαντάτ δεν τον πραγματοποίησε στα πρώτα τρία του χρόνια ως Πρόεδρος.
Τα άλλα αραβικά κράτη ήταν πολύ πιο απρόθυμα για να δεσμευτούν απόλυτα σε ένα νέο πόλεμο.
-Ο Βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας φοβόταν ακόμα μια μεγάλη απώλεια της επικράτειάς του, όπως έγινε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, στον οποίο η Ιορδανία έχασε το μισό της πληθυσμό, που κατοικούσε στην απολεσθείσα Δυτική Όχθη του Ιορδάνη.
-Ο Σαντάτ επίσης υποστήριζε τις εδαφικές διεκδικήσεις της ΟΑΠ (Δυτική Όχθη και Γάζα) και υποσχέθηκε στον αρχηγό της, τον Γιάσερ Αραφάτ, πως θα έδινε τις περιοχές αυτές στην οργάνωση του σε περίπτωση νικηφόρου πολέμου.
-Ο Χουσεΐν έβλεπε ακόμα τη Δυτική Όχθη ως μέρος της Ιορδανίας, και την ήθελε για να αποκατασταθεί το βασίλειό του. Ακόμα περισσότερο, στη διάρκεια της κρίσης του "Μαύρου Σεπτέμβρη" το 1970, παραλίγο να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος μεταξύ της ΟΑΠ και της ιορδανικής κυβέρνησης.
Σ' εκείνον τον πόλεμο, η Συρία είχε παρέμβει στρατιωτικά στο πλευρό της ΟΑΠ, και οι σχέσεις Άσαντ και Χουσεΐν σχεδόν τερματίστηκαν.
Το Ιράκ και η Συρία επίσης είχαν τεταμένες σχέσεις, και οι Ιρακινοί αρνήθηκαν να ενταχθούν στην αρχική επίθεση. Ο Λίβανος, που είχε στα νότια κοινά σύνορα με το Ισραήλ, δεν ήταν αναμενόμενο να ενταχθεί στην αραβική πολεμική προσπάθεια, εξαιτίας του μικρού του στρατού και της ήδη φανερής αστάθειας του στο εσωτερικό της χώρας, λόγω της πολυφυλετικότητας και πολυθρησκευτικότητάς του.
Τους μήνες πριν τον πόλεμο, ο Σαντάτ ανέλαβε μια διπλωματική επίθεση σε μια προσπάθεια να κερδίσει υποστήριξη για την επερχόμενη σύγκρουση. Ως το φθινόπωρο του 1973, διεκδίκησε την υποστήριξη περισσότερων από εκατό κρατών. Αυτά ήταν κυρίως από τις χώρες του Αραβικού Συνδέσμου, του Κινήματος των Αδεσμεύτων, και του Οργανισμού της Αφρικανικής Ενότητας.
Ο Σαντάτ είχε δουλέψει επίσης για να κερδίσει εύνοια στην Ευρώπη και είχε κάποια επιτυχία πριν από τον πόλεμο. Η Βρετανία και η Γαλλία για πρώτη φορά πήραν το μέρος των αραβικών δυνάμεων εναντίον του Ισραήλ, στο Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ.
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
Ο Ανουάρ Σαντάτ το 1972 δήλωσε δημόσια πως, η Αίγυπτος ήταν δεσμευμένη να πάει σε πόλεμο με το Ισραήλ, και πως ήταν προετοιμασμένος να «θυσιάσει ένα εκατομμύριο Αιγυπτίους στρατιώτες».
Από το τέλος του 1972, η Αίγυπτος ξεκίνησε μια μεθοδική προσπάθεια να επαυξήσει σταδιακά τις δυνάμεις της, παραλαμβάνοντας αεριωθούμενα μαχητικά MiG-21, σοβιετικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους SA-2, SA-3, SA-6 και SA-7, σοβιετικά τεθωρακισμένα άρματα μάχης T-55 και T-62, αντιαρματικά RPG-7, καθώς και τους αντιαρματικούς κατευθυνόμενους πυραύλους AT-3 Sagger από τη Σοβιετική Ένωση, βελτιώνοντας και τις στρατιωτικές της τακτικές, βασισμένες σε σοβιετικά δόγματα για το πεδίο της μάχης. Οι στρατηγοί, που είχαν μεγάλο μέρος της ευθύνης για την πανωλεθρία του 1967, αντικαταστάθηκαν με ικανότερους.
Ο ρόλος των υπερδυνάμεων επίσης, ήταν ένας βασικός παράγοντας στην έκβαση των δύο πολέμων.
Η πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μια από τις αιτίες της στρατιωτικής αδυναμίας της Αιγύπτου. Ο Νάσερ μπορούσε να πάρει το υλικό για αντιαεροπορική πυραυλική άμυνα μόνο αφότου πήγαινε στη Μόσχα και ''παρακαλούσε'' τους ηγέτες του Κρεμλίνου.
Ο Σαντάτ τούς είπε πως αν δεν του δίνονταν οι προμήθειες και τελευταίας τεχνολογίας πολεμικό υλικό, έπρεπε να γυρίσει στην Αίγυπτο και να πει στον αιγυπτιακό λαό πως η Μόσχα τον εγκατέλειψε, και μετά έπρεπε να παραδώσει την εξουσία σε έναν από τους ισότιμους του, που θα μπορούσε να συνδιαλλαχτεί με τους Αμερικανούς. Οι Αμερικάνοι μετά απ’ αυτό θα είχαν το πάνω χέρι στην περιοχή, κάτι που η Μόσχα δε μπορούσε να επιτρέψει.
Ένας από τους κρυφούς στόχους της Αιγύπτου στον "Πόλεμο της Φθοράς" ήταν ν’ αναγκάσει τη Σοβιετική Ένωση να προμηθεύσει την Αίγυπτο με πιο εξελιγμένα όπλα και πολεμικό υλικό. Η Αίγυπτος ένιωθε πως ο μόνος τρόπος για να πείσει τους Σοβιετικούς ηγέτες για την ανεπάρκεια σχεδόν του συνόλου του αεροπορικού και αντιαεροπορικού οπλικού υλικού που της είχαν δώσει μετά το 1967, ήταν να δοκιμάσει τα σοβιετικά όπλα εναντίον του αναπτυγμένου οπλικού συνόλου των ΗΠΑ, τον οποίο κατείχε το Ισραήλ.
Η πολιτική του Νάσερ μετά την ήττα του 1967 συγκρούστηκε μ’ αυτήν της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Σοβιετικοί ήθελαν ν’ αποφύγουν μια νέα σύγκρουση μεταξύ των Αράβων και των Ισραηλινών, έτσι ώστε να μη συρθούν σε αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η πραγματικότητα της κατάστασης έγινε προφανής όταν οι υπερδυνάμεις συναντήθηκαν στο Όσλο και συμφώνησαν στη διατήρηση του status quo.
Αυτό ήταν απαράδεκτο για τους Αιγύπτιους ηγέτες, και όταν ανακαλύφθηκε πως οι αιγυπτιακές προετοιμασίες για το πέρασμα της Διώρυγας του Σουέζ διέρρευσαν, έγινε επιβεβλημένη η απομάκρυνση των Σοβιετικών από την Αίγυπτο. Τον Ιούλιο του 1972, ο Σαντάτ έδιωξε σχεδόν όλους εκ του συνόλου των 20.000 Σοβιετικών στρατιωτικούς συμβούλους στη χώρα και αναπροσανατόλισε την εξωτερική πολιτική με πιο ευνοϊκή στάση έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι Σύριοι παραταύτα έμειναν κοντά στη Σοβιετική Ένωση.
Οι Σοβιετικοί είχαν την πίστη πως οι πιθανότητες του Σαντάτ σε έναν πόλεμο θα ήταν λίγες. Προειδοποίησαν πως κάθε προσπάθεια να περάσουν τη βαριά οχυρωμένη και φρουρούμενη Διώρυγα του Σουέζ, θα προκαλούσε τεράστιες απώλειες. Οι Σοβιετικοί, που επιζητούσαν τη διπλωματική αποκλιμάκωση, δεν είχαν συμφέρον να δουν αποσταθεροποιημένη τη Μέση Ανατολή. Σε μια συνάντηση του τον Ιούνιο του 1973 με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, ο Σοβιετικός ηγέτης Λεονίντ Μπρέζνιεφ είχε προτείνει την υποχώρηση του Ισραήλ στα σύνορα του 1967 (πριν τον τότε πόλεμο). Ο Μπρέζνιεφ είπε πως αν δεν το έκανε το Ισραήλ, «θα δυσκολευτούμε να κρατήσουμε την ανάφλεξη της στρατιωτικής κατάστασης» - μια ένδειξη πως η Σοβιετική Ένωση δε μπορούσε να συγκρατήσει τον Σαντάτ ν΄ανασχέσει τα σχέδιά του.
Σε μια συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Νιούζγουικ" (9 Απριλίου 1973), ο Πρόεδρος Σαντάτ απείλησε ξανά με πόλεμο το Ισραήλ. Πολλές φορές κατά το 1973, οι αραβικές δυνάμεις πραγματοποιούσαν μεγάλης κλίμακας ασκήσεις που αυτομάτως έθεταν το στρατό του Ισραήλ στο υψηλότερο επίπεδο συναγερμού, μόνο και μόνο για ν' ανακληθούν λίγες μέρες αργότερα.
Η ισραηλινή ηγεσία πίστευε τότε πως αν γινόταν μια επίθεση, η Ισραηλινή Αεροπορία θα μπορούσε να την αποκρούσει, καταστρέφοντας τόσο τα εναέρια όσο και στη συνέχεια τα επίγεια μέσα του εχθρού.
Σχεδόν ένα ολόκληρο χρόνο πριν τον πόλεμο, σε σύσκεψη στις 24 Οκτωβρίου 1972 με το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Σαντάτ διακήρυξε την πρόθεσή του να πάει σε πόλεμο με το Ισραήλ, ακόμα και χωρίς την κατάλληλη σοβιετική υποστήριξη.
Ο σχεδιασμός είχε ήδη αρχίσει από το 1971 και ολοκληρώθηκε σε απόλυτη μυστικότητα - ακόμα και οι ανώτεροι αξιωματικοί δε γνώριζαν τα πολεμικά σχέδια, σχεδόν ώς την τελευταία εβδομάδα πριν την επίθεση, ενώ οι στρατιώτες έμαθαν για την επίθεση ελάχιστες ώρες πριν γίνει.
Το σχέδιο διπλής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ, από κοινού με τη Συρία, πήρε το κωδικό όνομα "Επιχείρηση Badr" (Μπαντρ, η αραβική λέξη για την "πανσέληνο").
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΦΝΙΔΙΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
Το Τμήμα Ερευνών της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Αντικατασκοπίας των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων (εν συντομία “Aman”) ήταν υπεύθυνο για την σχηματοποίηση της ισραηλινής αντικατασκοπευτικής αποτίμησης. Οι αποτιμήσεις τους στην πιθανότητα της εισβολής ήταν βασισμένες σε διάφορες υποθέσεις.
Αρχικώς έγινε, σωστά όπως αποδείχθηκε αργότερα, η υπόθεση πως η Συρία δεν έμπαινε σε πόλεμο αν δεν έμπαινε και η Αίγυπτος.
Δεύτερον, το τμήμα έμαθε από υψηλόβαθμο Αιγύπτιο πληροφοριοδότη, πως η Αίγυπτος ήθελε να ξαναπάρει όλο το Σινά, αλλά δε θα έμπαινε σε πόλεμο ώσπου να παραλάβει τα μαχητικά-βομβαρδιστικά MiG-23 για να εξουδετερώσει την Ισραηλινή Αεροπορία, και πυραύλους Scud για να χρησιμοποιηθούν εναντίον των ισραηλινών πόλεων, ώστε να εμποδίσουν ισραηλινές επιθέσεις εναντίον των αιγυπτιακών υποδομών.
Από τη στιγμή που δεν πήραν τα MiG-23, και οι πύραυλοι Scud είχαν φτάσει στην Αίγυπτο μόνο από τη Βουλγαρία στα τέλη Αυγούστου και η εκπαίδευση των αιγυπτιακών επίγειων πληρωμάτων θα έπαιρνε τέσσερις μήνες, η Aman προέβλεψε πως ο πόλεμος με την Αίγυπτο δεν ήταν άμεσος. Αυτή η υπόθεση σχετικώς με τα στρατηγικά σχέδια της Αιγύπτου, γνωστή ως «το concept», προκαταλάμβανε σε μεγάλο βαθμό τη σκέψη του τμήματος και το οδήγησε να απορρίπτει άλλες πολεμικές προειδοποιήσεις.
Αργότερα αποκαλύφθηκε σ’ ένα βιβλίο που εκδόθηκε από τον Ισραηλινό ιστορικό Roni Bregman, με έδρα το Λονδίνο, πως ο πληροφοριοδότης (ή πιθανώς και διπλός πράκτορας) δεν ήταν άλλος από τον επιχειρηματία Ασράφ Μαρουάν, ισχυρό Αιγύπτιο οικονομικό και πολιτικό παράγοντα (όταν ο επιχειρηματίας πέθανε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες το 2007 στο Λονδίνο, παρασημοφορήθηκε και από την αιγυπτιακή, και από την ισραηλινή κυβέρνηση, που αμφότερες δήλωσαν πως πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες στις χώρες τους, οι οποίες όμως, για «ειδικούς λόγους», έπρεπε να μείνουν απόρρητες).
Οι Αιγύπτιοι έκαναν πάρα πολλά για να προάγουν αυτή την παρανόηση. Και οι Ισραηλινοί και οι Αμερικανοί πίστευαν πως η έξωση των Σοβιετικών στρατιωτικών παρατηρητών είχε μειώσει σοβαρά την αποτελεσματικότητα του Αιγυπτιακού Στρατού. Οι Αιγύπτιοι εξασφάλιζαν την ύπαρξη ενός συνεχούς κύματος ψευδών πληροφοριών, πως υπήρχαν προβλήματα συντήρησης και έλλειψη προσωπικού για να λειτουργήσει τον πιο εξελιγμένο εξοπλισμό. Οι Αιγύπτιοι έκαναν επαναλαμβανόμενες παραπλανητικές αναφορές για έλλειψη ανταλλακτικών, οι οποίες έφτασαν στους Ισραηλινούς. Ο Σαντάτ είχε μπει σε μια πολιτική των άκρων εδώ και τόσο καιρό, που οι συνεχείς πολεμικές του απειλές είχαν κουράσει όλο τον κόσμο σε τέτοιο βαθμό, ώστε τις αγνοούσε. Το Μάιο και τον Αύγουστο του 1973, ο αιγυπτιακός στρατός είχε ξεκινήσει ασκήσεις στα σύνορα και το αποτέλεσμα ήταν οι δύο επιστρατεύσεις που πραγματοποίησε ως απάντηση το Ισραήλ, να του στοιχίσουν περίπου $10 εκατομμύρια.
Την εβδομάδα πριν το Γιομ Κιπούρ, ο αιγυπτιακός στρατός πραγματοποίησε εκπαιδευτική άσκηση διάρκειας μιας εβδομάδας δίπλα από τη Διώρυγα του Σουέζ. Η Ισραηλινή Αντικατασκοπία, ανιχνεύοντας μεγάλες κινήσεις στρατευμάτων προς τη διώρυγα, τις εξέλαβε ως απλές εκπαιδευτικές ασκήσεις. Κινήσεις των συριακών στρατευμάτων προς τα σύνορα ήταν αινιγματικές, αλλά δε συνιστούσαν απειλή, επειδή η Aman πίστευε πως δε μπορούσαν να επιτεθούν χωρίς την Αίγυπτο και η Αίγυπτος δε θα έκανε επίθεση χωρίς να φτάσει το οπλικό υλικό που περίμενε.
Στις 27 και στις 30 Σεπτεμβρίου, κλήθηκαν στον αιγυπτιακό στρατό δύο κλάσεις εφέδρων για να συμμετέχουν σ’ αυτές τις ασκήσεις. Δύο μέρες πριν την έκρηξη του πολέμου, στις 4 Οκτωβρίου, η αιγυπτιακή κυβέρνηση ανακοίνωσε δημόσια την αποστράτευση μέρους των εφέδρων που κλήθηκαν στις 27 Σεπτεμβρίου, για ν’ αποκοιμίσουν τις ισραηλινές υποψίες. Αποστρατεύθηκαν 20.000 άνδρες, και ακολούθως κάποιοι απ’ αυτούς έφυγαν απευθείας για να πραγματοποιήσουν το ετήσιο προσκύνημα στη Μέκκα.
Ο προφανής λόγος για τον οποίο επιλέχθηκε η εβραϊκή γιορτή του "Γιομ Κιπούρ" («Εξιλασμός» στα Ελληνικά), για την εκδήλωση της αιφνιδιαστικής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ, ήταν πως εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα, σε αντίθεση με κάθε άλλη εβραϊκή εορτή, τα πάντα στο Ισραήλ "νεκρώνουν".
Στο Γιομ Κιπούρ, την ιερότερη μέρα των Εβραίων, όχι μόνο οι θρησκευόμενοι, αλλά το σύνολο των Εβραίων νηστεύουν, αποφεύγουν κάθε χρήση φωτιάς, ηλεκτρικού, μηχανών, επικοινωνιών κτλ, και οι οδικές μεταφορές και γενικότερη κυκλοφορία σταματούν. Πολλοί στρατιώτες έπαιρναν άδεια για να γιορτάσουν στο σπίτι τους και το Ισραήλ ήταν σε μεγάλο βαθμό ευάλωτο, ειδικά με μεγάλο μέρος του στρατού ανενεργό.
Ο πόλεμος επίσης συνέπιπτε με το μουσουλμανικό μήνα του Ραμαζανίου, που σήμαινε πως οι περισσότεροι μουσουλμάνοι στρατιώτες νήστευαν κι αυτοί. Ωστόσο, η συγκεκριμένη ημέρα, βοήθησε το Ισραήλ να κινητοποιήσει τους εφέδρους του από τα σπίτια και τις συναγωγές τους, επειδή η φύση της εορτής σήμαινε πως οι δρόμοι και οι επικοινωνίες ήταν ολάνοιχτες, και βοηθήθηκε η οργάνωση, επιστράτευση και άμεση προώθηση των στρατιωτών.
Παρά την άρνησή του να συμμετάσχει στην επίθεση, ο βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας «είχε συναντηθεί με τον Σαντάτ και τον Άσαντ στην Αλεξάνδρεια, δύο εβδομάδες προηγουμένως. Έχοντας υπόψη την αμοιβαία καχυποψία που επικρατούσε ανάμεσα στους Άραβες ηγέτες, μάλλον δεν του ειπώθηκαν συγκεκριμένα πολεμικά σχέδια. Είναι όμως πιθανόν πως ο Σαντάτ και ο Άσαντ είχαν εκφράσει την προοπτική τους για πόλεμο εναντίον του Ισραήλ με γενικούς όρους, για να εκμαιεύσουν την πιθανότητα να τους ακολουθήσει η Ιορδανία».
Τη νύχτα της 25ης Σεπτεμβρίου, ο Χουσεΐν πήγε μυστικά στο Τελ Αβίβ για να προειδοποιήσει την Ισραηλινή Πρωθυπουργό Γκόλντα Μέιρ, πως επίκειται άμεση επίθεση από τη Συρία.
«“Θα πάνε σε πόλεμο χωρίς τους Αιγυπτίους;”, ρώτησε η κυρία Μέιρ.
Ο βασιλιάς είπε πως δεν το πιστεύει αυτό.
“Πιστεύω πως εκείνοι (οι Αιγύπτιοι), θα συνεργαστούν”».
Προς έκπληξη, αυτή η προειδοποίηση έπεσε στο κενό.
Η Aman κατέληξε πως ο Ιορδανός βασιλιάς δεν τους είπε κάτι που δεν το ήξεραν ήδη.
«Έντεκα προειδοποιήσεις για πόλεμο πήρε το Ισραήλ το Σεπτέμβριο από καλά πληροφορημένες πηγές. Αλλά ο Ζβι Ζαμίρ (ο αρχηγός της Μοσάντ) συνέχισε να επιμένει πως ο πόλεμος δεν ήταν στις επιλογές των Αράβων. Ακόμα και οι προειδοποιήσεις του Χουσεΐν δεν πέτυχαν να τον συνταράξουν».
Αργότερα δήλωσε πως «Απλώς δε νιώθαμε πως ήταν ικανοί (για πόλεμο)».
Αποδείχτηκε πως αυτό, ήταν το μεγαλύτερο φιάσκο των περιβόητων για την υψηλή αποτελεσματικότητά τους, Ισραηλινών Μυστικών Υπηρεσιών.
Τελικά, ο Ζβι Ζαμίρ μετέβη προσωπικά στην Ευρώπη για να συναντηθεί με τον Ασράφ Μαρουάν, τα μεσάνυχτα της 5ης-6ης Οκτωβρίου 1973. Ο Μαρουάν τον πληροφόρησε πως επίκειται άμεσα, από κοινού επίθεση Συρίας-Αιγύπτου, εναντίον του Ισραήλ. Αυτή η συγκεκριμένη προειδοποίηση, συνδυασμένη μ΄ ένα μεγάλο αριθμό άλλων προειδοποιήσεων, ώθησαν τελικά την ισραηλινή ανώτατη στρατιωτική διοίκηση να αναλάβει δράση. Λίγες ώρες πριν ν’ αρχίσει η επίθεση, βγήκαν διαταγές για μερική κατάταξη των Ισραηλινών εφέδρων.
Ειρωνικά, η κλήση των εφέδρων αποδείχτηκε ευκολότερη από το κανονικό, αφού σχεδόν όλοι οι στρατιώτες ήταν στις συναγωγές ή στα σπίτια τους για τη γιορτή.
ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΙ ΔΕΝ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
-ΟΙ ΛΟΓΟΙ-
Η ισραηλινή στρατηγική ήταν, για το μεγαλύτερο της μέρος, βασισμένη στη γενική αρχή πως αν ο πόλεμος ήταν άμεσα επικείμενος, το Ισραήλ θα εξαπέλυε ένα προληπτικό χτύπημα. Είχε υπολογιστεί πως οι υπηρεσίες αντικατασκοπίας του Ισραήλ θα έδιναν, στη χειρότερη περίπτωση, προειδοποίηση περίπου 48 ωρών πριν μια αραβική επίθεση.
Η Γκόλντα Μέιρ, ο Μοσέ Νταγιάν, και ο Ισραηλινός στρατηγός Νταβίντ Ελάζαρ, συναντήθηκαν στις 8:05 το πρωινό του Γιομ Κιπούρ, έξι ώρες πριν ν’ αρχίσει ο πόλεμος. Ο Νταγιάν άνοιξε την συνάντηση υποστηρίζοντας πως ο πόλεμος δεν ήταν μια βεβαιότητα. Ο Ελάζαρ ακολούθως παρουσίασε την διαφωνία του, υπερθεματίζοντας για προληπτική επίθεση εναντίον των συριακών αεροδρομίων νωρίς το μεσημέρι, εναντίον των συριακών πυραύλων στις 15:00, και εναντίον των συριακών κυρίως ενόπλων δυνάμεων στις 17:00.
«Όταν ολοκληρώθηκαν οι παρουσιάσεις, η πρωθυπουργός το σκέφτηκε για λίγα λεπτά αλλά μετά κατέληξε σε καθαρή απόφαση. Δεν θα γινόταν προληπτική επίθεση. Το Ισραήλ ίσως να χρειαζόταν αμερικανική βοήθεια σύντομα και θα ήταν επιβεβλημένο να μην κατηγορηθεί πως άρχισε τον πόλεμο.
“Αν χτυπήσουμε πρώτοι, δεν θα πάρουμε βοήθεια από κανέναν”, είπε».
Τα ευρωπαϊκά κράτη, υπό την απειλή εμπορικού μποϋκοτάζ και ενός αραβικού πετρελαϊκού εμπάργκο που θα εκτίναζε στα ύψη τις τιμές του πετρελαίου, είχαν σταματήσει να τροφοδοτούν το Ισραήλ με πολεμοφόδια. Συνεπώς, το Ισραήλ ΕΞΑΡΤΙΟΤΑΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από τις Ηνωμένες Πολιτείες για το στρατιωτικό του επανεφοδιασμό, και είχε καταστεί ιδιαιτέρως ευαίσθητο σε οτιδήποτε μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο αυτή τη σχέση. Αφότου η Μέιρ πήρε την απόφαση της, πληροφόρησε τις Ηνωμένες Πολιτείες πως το Ισραήλ δεν σκόπευε να ενεργήσει πρώτο και ζήτησε όπως οι προσπάθειες των ΗΠΑ να κατευθυνθούν στην αποτροπή του πολέμου.
Αργότερα έφτασε ένα μήνυμα από τον τότε Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ (εβραϊκής καταγωγής) , το οποίο έλεγε: «Μην ενεργήσετε πρώτοι». Την ίδια ώρα, ο Κίσινγκερ προέτρεψε τους Σοβιετικούς να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για ν’ αποτρέψουν τον πόλεμο, ήλθε σε επικοινωνία με την Αίγυπτο και της ανέφερε το μήνυμα του Ισραήλ πως δε θα ενεργούσε πρώτο, και έστειλε μηνύματα σε άλλες αραβικές κυβερνήσεις για να στρατολογήσει τη βοήθειά τους στο σκοπό του μετριοπαθούς χειρισμού της καταστάσεως. Αυτές οι προσπάθειες έγιναν την τελευταία στιγμή και ήταν μάταιες. Σύμφωνα με τον Χένρι Κίσινγκερ, αν το Ισραήλ χτυπούσε πρώτο, δε θα είχαν πάρει “ούτε νύχι”.
Ο Νταβίντ Ελάζαρ πρότεινε την κινητοποίηση ολόκληρης της Αεροπορίας και τεσσάρων τεθωρακισμένων μεραρχιών, συνολικά 100.000 με 120.000 άντρες, ενώ ο Νταγιάν ήταν υπέρ την κινητοποίησης της Αεροπορίας και δύο τεθωρακισμένων μεραρχιών, συνολικά περίπου 70.000 άντρες. Η Μέιρ τάχθηκε υπέρ της πρότασης του Ελάζαρ, και ξεκίνησε η επιστράτευση.
ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ
Ισραήλ
-απέναντι του-
Αίγυπτος
Συρία
Ιράκ
Άλλες ενισχύσεις
Κούβα
Σαουδική Αραβία
Μαρόκο
Βόρεια Κορέα
Αλγερία
Παλαιστίνη
Σοβιετική Ένωση
Ιορδανία
Ηγετικά πρόσωπα
Ισραήλ :
Μοσέ Νταγιάν
Νταβίντ Ελάζαρ
Ίσραελ Ταλ
Χαΐμ Μπάρ Λεβ
Αίγυπτος-Συρία-Ιράκ
Σαάντ Ελ Σάζλι
Μουσταφά Τλας
Ανουάρ Σαντάτ
Χαφέζ Αλ Άσαντ
Αχμέντ Ισμαήλ Αλί
Δυνάμεις
Ισραήλ :
415.000 στρατιώτες
2.300 άρματα μάχης
3.000 ΤΟΜΠ
(Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού)
945 πυροβόλα
561 μαχητικά αεροσκάφη
84 ελικόπτερα
38 πλοία
Αίγυπτος :
800.000 στρατιώτες
1.700 άρματα μάχης
2.400 ΤΟΜΠ
1.120 πυροβόλα
400 μαχητικά αεροσκάφη
140 ελικόπτερα
104 πλοία
Συρία :
150.000 στρατιώτες
1.400 άρματα μάχης
800-900 ΤΟΜΠ
600 πυροβόλα
350 αεροπλάνα
36 ελικόπτερα
21 πλοία
Ιράκ :
30.000 στρατιώτες
250-500 άρματα μάχης
500 ΤΟΜΠ
200 πυροβόλα
73 μαχητικά αεροσκάφη
H μεταπολεμική ιστορία σημαδεύτηκε από την απόλυτη κυριαρχία των δύο νέων υπερδυνάμεων (HΠA και EΣΣΔ). Tρία κυρίως γεγονότα ανέδειξαν, για τις παλιές μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, το τέλος εποχής: η επιβολή του αμερικανικού σχεδίου της κυβέρνησης Tρούμαν για την τύχη της μεταπολεμικής Γερμανίας, η σοβιετική παρέμβαση το 1956 στην Oυγγαρία και, τέλος, η σταδιακή απο-αποικιοποίηση της Mέσης Aνατολής.
H έξαρση του αραβικού εθνικισμού οδήγησε πρώτα την ιρανική κυβέρνηση Mοσαντέγκ στην εθνικοποίηση της πετρελαιοβιομηχανίας του Iράν και στην αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων. Παράλληλα σχεδόν, η ανατροπή του Aιγύπτιου βασιλιά Φαρούκ, με εξέχουσα μορφή της εξέγερσης τον Γκαμάλ Aμπντέλ Nάσερ, έφερε την ισχυρότερη αραβική χώρα στα χέρια των ριζοσπαστών εθνικιστών. O Nάσερ, με έντονη αντιβρετανική ρητορική, επεδίωξε την κατοχύρωση της αιγυπτιακής κυριαρχίας. Eτσι, το καλοκαίρι του 1956, ανήγγειλε την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ. H βρετανική κυβέρνηση του Aντονυ Iντεν αντέδρασε στην ενδεχόμενη αποχώρηση των 80.000 Bρετανών στρατιωτών από τη βάση στο Σουέζ, του τελευταίου ίσως αυτοκρατορικού προκεχωρημένου φυλακίου. Σύμμαχος της Bρετανίας στάθηκε η Γαλλία και ο πρωθυπουργός Γκι Mολέ, ο οποίος θεωρούσε τον Nάσερ υποκινητή και προμηθευτή των Aλγερινών ανταρτών εναντίον της γαλλικής κυριαρχίας.
O τότε Aμερικανός πρόεδρος Aϊζενχάουερ, μέσω του υπουργού Eξωτερικών, Tζον Φόστερ Nτάλες, ανέφερε σε επιστολή του προς τον Iντεν ότι "θα ήταν σφάλμα ακόμη και η σκέψη για χρήση στρατιωτικής ισχύος αυτή τη στιγμή". Tελικά, βρετανικές και γαλλικές δυνάμεις εισέβαλαν στις 4 Nοεμβρίου στο Σουέζ, αλλά οι σοβιετικές απειλές καθώς και η άρνηση των Aμερικανών να παρέμβουν οικονομικά στην ταυτόχρονη κρίση της στερλίνας, τους οδήγησαν στην αποχώρηση μετά από μόλις 48 ώρες.
Aρκετοί θεωρούν λανθασμένη την αμερικανική πολιτική, καθώς έκανε τους πιο αξιόπιστους συμμάχους τους να συνειδητοποιήσουν με απόλυτο τρόπο την ανικανότητά τους να ενεργούν αυτόνομα και κατά συνέπεια να χάσουν κάθε διάθεση για να διαδραματίσουν διεθνή ρόλο.
Oι HΠA, δηλαδή, επωμίστηκαν αποκλειστικά το ρόλο της "ανάσχεσης" της σοβιετικής "απειλής". Kυρίως όμως, είχε ως αποτέλεσμα την προσέγγιση του Nάσερ προς την EΣΣΔ. Tο 1955 ο Kρούστσεφ πέτυχε την τολμηρή κίνηση της επέκτασης της σοβιετικής επιρροής προς τη M. Aνατολή και πέρασε με ένα άλμα την cordon sanitaire, δηλαδή, τη ζώνη που είχαν κατασκευάσει οι HΠA γύρω από τη Σοβιετική Eνωση.
H συμφωνία με τον Nάσερ προέβλεπε την παροχή στρατιωτικού υλικού και την ταυτόχρονη επίσκεψη σοβιετικών συμβούλων στην Aίγυπτο. Tαυτόχρονα, η EΣΣΔ ανέλαβε τη χρηματοδότηση του τεράστιου έργου της ανέγερσης του φράγματος του Aσουάν.
Tο 1967 οι αραβοϊσραηλινές σχέσεις κλονίστηκαν ανεπανόρθωτα με την αιφνιδιαστική και συντριπτική προέλαση των ισραηλινών δυνάμεων στο Σινά, στη δυτική όχθη του Iορδάνη και στα υψώματα του Γκολάν κατά τον πόλεμο των Eξι Hμερών. H καταστροφή του αιγυπτιακού και συριακού στρατού ήταν σχεδόν καθολική. O Nάσερ παρέμεινε στην εξουσία, αφού διατηρούσε ακόμη το λαϊκό έρεισμα και διατύπωσε στη σύνοδο των αραβικών κρατών, στο Xαρτούμ του Σουδάν, την πολιτική των "ΤΡΙΩΝ ΟΧΙ".
ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Yστερα από το φιάσκο των Eξι Hμερών, ξεκίνησε ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα από τον Nάσερ. Ποτέ άλλοτε δεν εξήχθησαν από τους Σοβιετικούς τόσο μαζικά, τελευταίας τεχνολογίας οπλικά συστήματα και μάλιστα προς μία χώρα εκτός του Συμφώνου της Bαρσοβίας. Στις αρχές του 1969, η ροή των όπλων ήταν τόσο ιλιγγιώδης, που είχε αντικαταστήσει όλο το κατεστραμμένο υλικό από τον πόλεμο του '67. Aπό τον Iούλιο του '69, ο Nάσερ αλλά και ο Άσαντ, τον οποίο είχαν επιτυχώς προσεγγίσει οι Σοβιετικοί, εγκαινίασαν τον "Πόλεμο της Φθοράς". Συγκρούσεις με το Ισραήλ, που πραγματοποιήθηκαν σε όλο το μήκος της ανατολικής όχθης της διώρυγας του Σουέζ. O Nάσερ πίστευε ότι η Aίγυπτος είχε τη δυνατότητα να αντεπεξέλθει των απωλειών, ενώ το Iσραήλ δεν διέθετε το ανθρώπινο δυναμικό για να συνεχίσει έναν μακροχρόνιο πόλεμο "φθοράς".
O αιφνίδιος, όμως, θάνατος του Nάσερ τον Σεπτέμβριο του 1970 έβαλε τέλος σε αυτή τη στρατηγική. O Aνουάρ Σαντάτ, εκπρόσωπος μίας πιο συντηρητικής πολιτικής, ανέλαβε την εξουσία. Tην περίοδο του θανάτου του Nάσερ, ο Σαντάτ ήταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. H μάχη για τη διαδοχή του Nάσερ με τον Aλί Σάμπρι (εκφραστή της "αριστερής" πολιτικής) κλιμακώθηκε το 1971. O Σαντάτ επικράτησε, καθώς έλεγχε την πλειονότητα του Στρατού.
O Σαντάτ συνειδητοποίησε ότι το οικονομικό-πολιτικό σύστημα της Aιγύπτου θα έπρεπε να μεταστραφεί σταδιακά και να επιχειρηθεί το άνοιγμα στην παγκόσμια αγορά. Παρόλο που δεν ήταν δυνατό να απαγκιστρωθεί άμεσα από τη σοβιετική υποστήριξη, η εγκατάλειψη του σοβιετικού άρματος γινόταν ολοένα και πιο αναγκαία.
Στις 18 Iουλίου 1972, όμως, ο Σαντάτ προέβη, χρησιμοποιώντας προσεκτική φρασεολογία, στην απόφαση για τον εξοβελισμό όλων των Σοβιετικών συμβούλων από τον αιγυπτιακό στρατό. H διατύπωση δεν οδηγούσε σε οριστική ρήξη τις διμερείς σχέσεις, διαφάνηκαν όμως τα βαθύτερα αίτια. Πρώτιστα, το 1972 η πολιτική της "Συγκράτησης" βρισκόταν σε πλήρη εφαρμογή από HΠA και EΣΣΔ. H τακτική όμως "όχι πόλεμος, όχι ειρήνη" σε καμία περίπτωση δεν εξυπηρετούσε τα αιγυπτιακά συμφέροντα. Eπιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί ότι η πολιτική των αραβικών καθεστώτων δεν ήταν και τόσο συμπαγής. Aπό την εποχή του Nάσερ, τα αραβικά καθεστώτα διαχωρίζονταν στους ριζοσπάστες εθνικιστές (Συρία, Aίγυπτος) και στα συντηρητικά, όπως αυτό του βασιλιά Xουσεΐν της Iορδανίας και του Φαΰζάλ της Σαουδικής Aραβίας.
Προτού, λοιπόν, ο Σαντάτ επιχειρήσει το άνοιγμα προς τις HΠA, αντιλήφθηκε την απόλυτη ανάγκη για ένα αποφασιστικό χτύπημα εναντίον του Iσραήλ και γι' αυτό το λόγο ήταν ακόμη εξαρτημένος από τα σοβιετικά όπλα.
Oι Iσραηλινοί ανέλυαν ακόμη την εποχή του 1972- 1973 την αραβοϊσραηλινή διαμάχη περισσότερο με στρατιωτικούς παρά πολιτικούς όρους. Σύμφωνα με τον μετέπειτα ισραηλινό πρωθυπουργό, Xαΐμ Xέρτζογκ: "H ισραηλινή ηγεσία σκεφτόταν με το πνεύμα ότι με ένα άρμα και ένα αεροσκάφος μπορούσαν να καταφέρουν τα πάντα."
Tον Iανουάριο του 1971, το Συμβούλιο Aσφαλείας αποφάσισε την εκ νέου διαπραγμάτευση για ειρήνευση. O Γιάρινγκ, με βάση το ψήφισμα 242 και σε συνεννόηση με την κυβέρνηση Nίξον και τον Kίσινγκερ, ζήτησε τις απαραίτητες υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές.
Tον Φεβρουάριο, ο Σαντάτ απάντησε για πρώτη φορά θετικά. H πρωθυπουργός, όμως, του Iσραήλ, Γκόλντα Mέιρ, κατηγόρησε τον Γιάρινγκ αλλά και το γενικό γραμματέα του OHE, Ου Θαντ, ότι απαιτούσε την πλήρη αποχώρηση των Iσραηλινών στο quid pro quo (κάτι για κάτι) καθεστώς και κατέληξε ότι: "το Iσραήλ δεν πρόκειται να αποσυρθεί στα προ του 1967 σύνορα. Aυτό θα καθιστούσε ξανά το Iσραήλ εδαφικά ευπρόσβλητο".
O υπουργός Eξωτερικών του Iσραήλ, 'Aμπα 'Eμπαν, αλλά και η Mέιρ με συνέντευξή της στους "Times" του Λονδίνου τον Mάρτιο του '71, διακήρυξε: "Tο Iσραήλ πρέπει να ελέγχει το Σαρμ ελ Σεΐκ (την περιοχή στο νοτιότερο άκρο της χερσονήσου του Σινά, ανάμεσα στην Eρυθρά Θάλασσα και στο όρος Σινά), την Iερουσαλήμ, τη Γάζα και κάποια σημαντικά σημεία στη Δυτική Oχθη".
O ήρωας του '67 και τότε υπουργός Aμυνας του Iσραήλ, Mοσέ Nταγιάν, υποστήριξε τότε ότι προτιμά "το Σαρμ ελ Σεΐκ χωρίς ειρήνη, παρά ειρήνη χωρίς το Σαρμ ελ Σεΐκ".
H αποτυχία της διπλωματικής οδού οδηγούσε τον Σαντάτ σε δύο επιλογές: παράδοση άνευ όρων ή πόλεμο. Eπέλεξε τη δεύτερη.
Aπό το καλοκαίρι του 1972, Aίγυπτος και Συρία προετοιμάζονταν για το κτύπημα και η ειρωνεία είναι ότι η περιβόητη "αιφνιδιαστική" επίθεση του Γιομ Kιπούρ είχε πολλές φορές "διαφημιστεί" ύστερα από δημόσιες απειλές προς το Iσραήλ.
ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΣΥΡΡΑΞΗ
Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το Ισραήλ εκτός από τις εκτάσεις που είχε καταλάβει, όπως η Χερσόνησος του Σινά (Αίγυπτος) και όλα τα εδάφη της Ιορδανίας δυτικά του ποταμού Ιορδάνη (Δυτική Όχθη), απέκτησε και αρκετά διπλωματικά όπλα, τα οποία χρησιμοποίησε για να ισχυροποιήσει περαιτέρω τη θέση του στην περιοχή. Η στάση αυτή υπήρξε ανυποχώρητη, καθώς η τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Γκόλντα Μέιρ, αρνείτο συστηματικά επαρκείς παραχωρήσεις προς τα αραβικά κράτη.
Ωστόσο, ο πρωθυπουργός της Αιγύπτου, Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ, μετά την ανάκληση της παραίτησής του, υιοθέτησε μια ακόμα σκληρότερη στάση, η οποία έγινε γνωστή ως πολιτική των ΤΡΙΩΝ ΟΧΙ (όχι στην αναγνώριση του Ισραήλ, όχι στις διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ και όχι στην ειρήνη με το Ισραήλ).
Ο Νάσερ άρχισε ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, κατά το οποίο αναπληρώθηκε όλο το στρατιωτικό υλικό που χάθηκε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 μέσα σε δύο χρόνια. Κύριος προμηθευτής αυτών των εξοπλισμών, με αντισταθμιστικά βεβαίως οφέλη ήταν η ΕΣΣΔ, η οποία και ενίσχυσε με επιπλέον 3.000 στρατιωτικούς συμβούλους το Κάιρο ανεβάζοντας τον τότε αριθμό των Σοβιετικών στρατιωτικών στην Αίγυπτο στις 20.000!
Τον Ιούλιο του '69 εγκαινιάστηκε από τον Νάσερ ο ΠΟΛΕΜΟΣ της ΦΘΟΡΑΣ, με την πρόκληση μικρής κλίμακας σποραδικών συγκρούσεων στην ανατολική όχθη της διώρυγας του Σουέζ, σε αντιστάθμιση παρόμοιων δραστηριοτήτων των Ισραηλινών, επιβάρυνσης της ισραηλινής κοινωνίας λόγω της αδιάκοπης παρενόχλησης στα κατεχόμενα εδάφη και στην προσπάθεια διατήρησης στο αιγυπτιακό συλλογικό υποσυνείδητο του άσβεστου πόθου επανάκτησης του Σινά και της διατήρησης υψηλού φρονήματος για αυτό το σκοπό. Ωστόσο το σχέδιο αυτό εγκαταλείφθηκε με το θάνατο του Νάσερ το Σεπτέμβριο του 1970.
Ο μέχρι τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ανουάρ Σαντάτ, που ανέλαβε στη συνέχεια πρόεδρος της Αιγυπτιακής Δημοκρατίας, ακολούθησε τη γραμμή του Νάσερ με μια πιο συντηρητική όμως πολιτική. Τον Ιανουάριο του 1971, ο μεσολαβητής του ΟΗΕ στην περιοχή, Γκούναρ Γιάρινγκ, σε συνεννόηση με την κυβέρνηση Νίξον και τον Χένρι Κίσινγκερ, ζήτησε υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές.
Το Φεβρουάριο, ο Ανουάρ Σαντάτ, μετά από αμερικανικές υποσχέσεις οικονομικής βοήθειας έδωσε το πρώτο αιγυπτιακό "ναι" σε διαπραγματεύσεις. Από το Ισραήλ η Μέιρ, έδωσε αρνητική απάντηση, κατηγορώντας τον Γιάρινγκ και τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Ου Θαντ, ότι απαιτούσε την αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τις νεοκατεχόμενες περιοχές, στην προ του '67 εποχή.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο του '67, το Ισραήλ ανήγειρε οχυρωματικές γραμμές και στο Σινά και στα Υψώματα Γκολάν. Το 1971 το Ισραήλ ξόδεψε $500 εκατομμύρια οχυρώνοντας τις θέσεις του στη Διώρυγα του Σουέζ, μια αλυσίδα οχυρώσεων και γιγαντιαίων αναχωμάτων γνωστή ως Γραμμή Bar-Lev, η οποία ονομάστηκε έτσι από τον Ισραηλινό Στρατηγό Χάιμ Μπαρ-Λεβ, που τη σχεδίασε.
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Χάιμ Χέρτζογκ:
«Στις 19 Ιουνίου 1967, η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Ισραήλ ψήφισε ομόφωνα την επιστροφή του Σινά στην Αίγυπτο και των Υψωμάτων Γκολάν στη Συρία, ως αντάλλαγμα για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Το Γκολάν θα αποστρατικοποιούνταν και θα γινόταν διαπραγμάτευση ειδικού διακανονισμού για τα Στενά του Τιράν. Η κυβέρνηση αποφάσισε επίσης ν’ ανοίξει δίαυλο διαπραγματεύσεων με το Βασιλιά Χουσεΐν της Ιορδανίας σχετικώς με το Ανατολικό σύνορο».
Η ισραηλινή απόφαση θα μεταβιβαζόταν στα αραβικά κράτη από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ πληροφορήθηκαν την απόφαση του Ισραήλ να κάνει αυτήν την πρόταση, όχι όμως και ότι θα τη μεταβίβαζαν εκείνοι. Δεν υπάρχει απόδειξη πως η απόφαση αυτή μεταβιβάστηκε στην Αίγυπτο και τη Συρία, οι οποίες δεν απάντησαν ποτέ. Η απόφαση αυτή κρατήθηκε ένα καλά κρυμμένο μυστικό μέσα στους κύκλους της ισραηλινής κυβέρνησης και αποσύρθηκε τον Οκτώβριο του 1967.
Ο Ανουάρ Σαντάτ ήλπιζε πως αν επέφερε έστω και ένα περιορισμένο πλήγμα στους Ισραηλινούς, το status quo θα μπορούσε ν’ αλλάξει.
Ο Χαφέζ αλ-Άσαντ, κεφαλή της Συρίας, είχε διαφορετική άποψη. Ενδιαφερόταν ελάχιστα για διαπραγματεύσεις και ένιωθε πως η ανακατάληψη των Υψωμάτων Γκολάν θα έπρεπε να είναι αποτέλεσμα καθαρά στρατιωτικής ενέργειας. Αμέσως μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, ο Άσαντ είχε ξεκινήσει μια τεράστια διαδικασία σταδιακής στρατιωτικής ανασυγκρότησης φιλοδοξώντας να κάνει τη Συρία την μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στα αραβικά κράτη. Ο Άσαντ πίστευε πως, με τη βοήθεια της Αιγύπτου, ο ισχυροποιημένος του στρατός θα μπορούσε να νικήσει αποφασιστικά το Ισραήλ και να εξασφαλίσει έτσι για την χώρα του τον ηγετικό ρόλο στην περιοχή. Ο Άσαντ ήθελε ν’ αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις μόνο μετά την ανακατάληψη των Υψωμάτων Γκολάν δια της βίας, ώστε το Ισραήλ, αποδυναμωμένο και ταπεινωμένο από αυτήν την απώλεια, να αναγκαστεί ν’ αφήσει τη Δυτική Όχθη, τη Λωρίδα της Γάζας, και να κάνει γενικώς μεγάλες παραχωρήσεις.
Ο Σαντάτ ήθελε επίσης τον πόλεμο και εξαιτίας της εσωτερικής κατάστασης στη χώρα του.
«Στα τρία χρόνια αφότου πήρε το αξίωμα του ο Σαντάτ… ήταν από πλευράς ηθικού τα χαμηλότερα στην Αιγυπτιακή ιστορία… Μια αποξηραμένη οικονομία προστέθηκε στην απελπισία του έθνους. Ο πόλεμος ήταν επιλογή απελπισίας».
Στη βιογραφία του για τον Σαντάτ, ο ιστορικός Ραφαέλ Ισραέλι υποστηρίζει πως ο Σαντάτ ένιωθε ότι η ρίζα του προβλήματος βρισκόταν στη μεγάλη ντροπή του "Πολέμου των Έξι Ημερών" του ΄67, και πριν να γίνουν οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις, ένιωθε πως υπήρχε επιτακτική ανάγκη ξεπλύματος της ντροπής, που είχε κλονίσει συθέμελα τη ζωτικότητα, το αίσθημα τιμής και την αυτοπεποίθηση του λαού του. Η οικονομία της Αιγύπτου παράπαιε, αλλά ο Σαντάτ ήξερε πως οι βαθιές μεταρρυθμίσεις που ήταν απόλυτα αναγκαίες θα ήταν βαθιά αντιδημοφιλείς σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Μια στρατιωτική νίκη θα του έδινε τη δημοτικότητα που χρειαζόταν για να κάνει τις αλλαγές, ενώ παράλληλα θα ένωνε το έθνος δημιουργώντας υπόστρωμα συλλογικότητας, αναγκαίας κάθε ιστορικής προόδου και συλλογικής δραστηριότητας.
Μια μερίδα του αιγυπτιακού πληθυσμού, κυρίως οι φοιτητές που πραγματοποιούσαν ευρείες διαδηλώσεις, ήθελαν σφοδρά έναν πόλεμο για να ξαναπάρουν το Σινά και να κατανικήσουν τα σύνδρομα οργής και ταπείνωσης, που εύλογα τους διακατείχαν, έναντι των νικητών εχθρών Ισραηλινών, ενώ υπήρχε μεγάλη δυσαρέσκεια επειδή ο Σαντάτ δεν τον πραγματοποίησε στα πρώτα τρία του χρόνια ως Πρόεδρος.
Τα άλλα αραβικά κράτη ήταν πολύ πιο απρόθυμα για να δεσμευτούν απόλυτα σε ένα νέο πόλεμο.
-Ο Βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας φοβόταν ακόμα μια μεγάλη απώλεια της επικράτειάς του, όπως έγινε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, στον οποίο η Ιορδανία έχασε το μισό της πληθυσμό, που κατοικούσε στην απολεσθείσα Δυτική Όχθη του Ιορδάνη.
-Ο Σαντάτ επίσης υποστήριζε τις εδαφικές διεκδικήσεις της ΟΑΠ (Δυτική Όχθη και Γάζα) και υποσχέθηκε στον αρχηγό της, τον Γιάσερ Αραφάτ, πως θα έδινε τις περιοχές αυτές στην οργάνωση του σε περίπτωση νικηφόρου πολέμου.
-Ο Χουσεΐν έβλεπε ακόμα τη Δυτική Όχθη ως μέρος της Ιορδανίας, και την ήθελε για να αποκατασταθεί το βασίλειό του. Ακόμα περισσότερο, στη διάρκεια της κρίσης του "Μαύρου Σεπτέμβρη" το 1970, παραλίγο να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος μεταξύ της ΟΑΠ και της ιορδανικής κυβέρνησης.
Σ' εκείνον τον πόλεμο, η Συρία είχε παρέμβει στρατιωτικά στο πλευρό της ΟΑΠ, και οι σχέσεις Άσαντ και Χουσεΐν σχεδόν τερματίστηκαν.
Το Ιράκ και η Συρία επίσης είχαν τεταμένες σχέσεις, και οι Ιρακινοί αρνήθηκαν να ενταχθούν στην αρχική επίθεση. Ο Λίβανος, που είχε στα νότια κοινά σύνορα με το Ισραήλ, δεν ήταν αναμενόμενο να ενταχθεί στην αραβική πολεμική προσπάθεια, εξαιτίας του μικρού του στρατού και της ήδη φανερής αστάθειας του στο εσωτερικό της χώρας, λόγω της πολυφυλετικότητας και πολυθρησκευτικότητάς του.
Τους μήνες πριν τον πόλεμο, ο Σαντάτ ανέλαβε μια διπλωματική επίθεση σε μια προσπάθεια να κερδίσει υποστήριξη για την επερχόμενη σύγκρουση. Ως το φθινόπωρο του 1973, διεκδίκησε την υποστήριξη περισσότερων από εκατό κρατών. Αυτά ήταν κυρίως από τις χώρες του Αραβικού Συνδέσμου, του Κινήματος των Αδεσμεύτων, και του Οργανισμού της Αφρικανικής Ενότητας.
Ο Σαντάτ είχε δουλέψει επίσης για να κερδίσει εύνοια στην Ευρώπη και είχε κάποια επιτυχία πριν από τον πόλεμο. Η Βρετανία και η Γαλλία για πρώτη φορά πήραν το μέρος των αραβικών δυνάμεων εναντίον του Ισραήλ, στο Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ.
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
Ο Ανουάρ Σαντάτ το 1972 δήλωσε δημόσια πως, η Αίγυπτος ήταν δεσμευμένη να πάει σε πόλεμο με το Ισραήλ, και πως ήταν προετοιμασμένος να «θυσιάσει ένα εκατομμύριο Αιγυπτίους στρατιώτες».
Από το τέλος του 1972, η Αίγυπτος ξεκίνησε μια μεθοδική προσπάθεια να επαυξήσει σταδιακά τις δυνάμεις της, παραλαμβάνοντας αεριωθούμενα μαχητικά MiG-21, σοβιετικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους SA-2, SA-3, SA-6 και SA-7, σοβιετικά τεθωρακισμένα άρματα μάχης T-55 και T-62, αντιαρματικά RPG-7, καθώς και τους αντιαρματικούς κατευθυνόμενους πυραύλους AT-3 Sagger από τη Σοβιετική Ένωση, βελτιώνοντας και τις στρατιωτικές της τακτικές, βασισμένες σε σοβιετικά δόγματα για το πεδίο της μάχης. Οι στρατηγοί, που είχαν μεγάλο μέρος της ευθύνης για την πανωλεθρία του 1967, αντικαταστάθηκαν με ικανότερους.
Ο ρόλος των υπερδυνάμεων επίσης, ήταν ένας βασικός παράγοντας στην έκβαση των δύο πολέμων.
Η πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μια από τις αιτίες της στρατιωτικής αδυναμίας της Αιγύπτου. Ο Νάσερ μπορούσε να πάρει το υλικό για αντιαεροπορική πυραυλική άμυνα μόνο αφότου πήγαινε στη Μόσχα και ''παρακαλούσε'' τους ηγέτες του Κρεμλίνου.
Ο Σαντάτ τούς είπε πως αν δεν του δίνονταν οι προμήθειες και τελευταίας τεχνολογίας πολεμικό υλικό, έπρεπε να γυρίσει στην Αίγυπτο και να πει στον αιγυπτιακό λαό πως η Μόσχα τον εγκατέλειψε, και μετά έπρεπε να παραδώσει την εξουσία σε έναν από τους ισότιμους του, που θα μπορούσε να συνδιαλλαχτεί με τους Αμερικανούς. Οι Αμερικάνοι μετά απ’ αυτό θα είχαν το πάνω χέρι στην περιοχή, κάτι που η Μόσχα δε μπορούσε να επιτρέψει.
Ένας από τους κρυφούς στόχους της Αιγύπτου στον "Πόλεμο της Φθοράς" ήταν ν’ αναγκάσει τη Σοβιετική Ένωση να προμηθεύσει την Αίγυπτο με πιο εξελιγμένα όπλα και πολεμικό υλικό. Η Αίγυπτος ένιωθε πως ο μόνος τρόπος για να πείσει τους Σοβιετικούς ηγέτες για την ανεπάρκεια σχεδόν του συνόλου του αεροπορικού και αντιαεροπορικού οπλικού υλικού που της είχαν δώσει μετά το 1967, ήταν να δοκιμάσει τα σοβιετικά όπλα εναντίον του αναπτυγμένου οπλικού συνόλου των ΗΠΑ, τον οποίο κατείχε το Ισραήλ.
Η πολιτική του Νάσερ μετά την ήττα του 1967 συγκρούστηκε μ’ αυτήν της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Σοβιετικοί ήθελαν ν’ αποφύγουν μια νέα σύγκρουση μεταξύ των Αράβων και των Ισραηλινών, έτσι ώστε να μη συρθούν σε αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η πραγματικότητα της κατάστασης έγινε προφανής όταν οι υπερδυνάμεις συναντήθηκαν στο Όσλο και συμφώνησαν στη διατήρηση του status quo.
Αυτό ήταν απαράδεκτο για τους Αιγύπτιους ηγέτες, και όταν ανακαλύφθηκε πως οι αιγυπτιακές προετοιμασίες για το πέρασμα της Διώρυγας του Σουέζ διέρρευσαν, έγινε επιβεβλημένη η απομάκρυνση των Σοβιετικών από την Αίγυπτο. Τον Ιούλιο του 1972, ο Σαντάτ έδιωξε σχεδόν όλους εκ του συνόλου των 20.000 Σοβιετικών στρατιωτικούς συμβούλους στη χώρα και αναπροσανατόλισε την εξωτερική πολιτική με πιο ευνοϊκή στάση έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι Σύριοι παραταύτα έμειναν κοντά στη Σοβιετική Ένωση.
Οι Σοβιετικοί είχαν την πίστη πως οι πιθανότητες του Σαντάτ σε έναν πόλεμο θα ήταν λίγες. Προειδοποίησαν πως κάθε προσπάθεια να περάσουν τη βαριά οχυρωμένη και φρουρούμενη Διώρυγα του Σουέζ, θα προκαλούσε τεράστιες απώλειες. Οι Σοβιετικοί, που επιζητούσαν τη διπλωματική αποκλιμάκωση, δεν είχαν συμφέρον να δουν αποσταθεροποιημένη τη Μέση Ανατολή. Σε μια συνάντηση του τον Ιούνιο του 1973 με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, ο Σοβιετικός ηγέτης Λεονίντ Μπρέζνιεφ είχε προτείνει την υποχώρηση του Ισραήλ στα σύνορα του 1967 (πριν τον τότε πόλεμο). Ο Μπρέζνιεφ είπε πως αν δεν το έκανε το Ισραήλ, «θα δυσκολευτούμε να κρατήσουμε την ανάφλεξη της στρατιωτικής κατάστασης» - μια ένδειξη πως η Σοβιετική Ένωση δε μπορούσε να συγκρατήσει τον Σαντάτ ν΄ανασχέσει τα σχέδιά του.
Σε μια συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Νιούζγουικ" (9 Απριλίου 1973), ο Πρόεδρος Σαντάτ απείλησε ξανά με πόλεμο το Ισραήλ. Πολλές φορές κατά το 1973, οι αραβικές δυνάμεις πραγματοποιούσαν μεγάλης κλίμακας ασκήσεις που αυτομάτως έθεταν το στρατό του Ισραήλ στο υψηλότερο επίπεδο συναγερμού, μόνο και μόνο για ν' ανακληθούν λίγες μέρες αργότερα.
Η ισραηλινή ηγεσία πίστευε τότε πως αν γινόταν μια επίθεση, η Ισραηλινή Αεροπορία θα μπορούσε να την αποκρούσει, καταστρέφοντας τόσο τα εναέρια όσο και στη συνέχεια τα επίγεια μέσα του εχθρού.
Σχεδόν ένα ολόκληρο χρόνο πριν τον πόλεμο, σε σύσκεψη στις 24 Οκτωβρίου 1972 με το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Σαντάτ διακήρυξε την πρόθεσή του να πάει σε πόλεμο με το Ισραήλ, ακόμα και χωρίς την κατάλληλη σοβιετική υποστήριξη.
Ο σχεδιασμός είχε ήδη αρχίσει από το 1971 και ολοκληρώθηκε σε απόλυτη μυστικότητα - ακόμα και οι ανώτεροι αξιωματικοί δε γνώριζαν τα πολεμικά σχέδια, σχεδόν ώς την τελευταία εβδομάδα πριν την επίθεση, ενώ οι στρατιώτες έμαθαν για την επίθεση ελάχιστες ώρες πριν γίνει.
Το σχέδιο διπλής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ, από κοινού με τη Συρία, πήρε το κωδικό όνομα "Επιχείρηση Badr" (Μπαντρ, η αραβική λέξη για την "πανσέληνο").
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΦΝΙΔΙΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
Το Τμήμα Ερευνών της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Αντικατασκοπίας των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων (εν συντομία “Aman”) ήταν υπεύθυνο για την σχηματοποίηση της ισραηλινής αντικατασκοπευτικής αποτίμησης. Οι αποτιμήσεις τους στην πιθανότητα της εισβολής ήταν βασισμένες σε διάφορες υποθέσεις.
Αρχικώς έγινε, σωστά όπως αποδείχθηκε αργότερα, η υπόθεση πως η Συρία δεν έμπαινε σε πόλεμο αν δεν έμπαινε και η Αίγυπτος.
Δεύτερον, το τμήμα έμαθε από υψηλόβαθμο Αιγύπτιο πληροφοριοδότη, πως η Αίγυπτος ήθελε να ξαναπάρει όλο το Σινά, αλλά δε θα έμπαινε σε πόλεμο ώσπου να παραλάβει τα μαχητικά-βομβαρδιστικά MiG-23 για να εξουδετερώσει την Ισραηλινή Αεροπορία, και πυραύλους Scud για να χρησιμοποιηθούν εναντίον των ισραηλινών πόλεων, ώστε να εμποδίσουν ισραηλινές επιθέσεις εναντίον των αιγυπτιακών υποδομών.
Από τη στιγμή που δεν πήραν τα MiG-23, και οι πύραυλοι Scud είχαν φτάσει στην Αίγυπτο μόνο από τη Βουλγαρία στα τέλη Αυγούστου και η εκπαίδευση των αιγυπτιακών επίγειων πληρωμάτων θα έπαιρνε τέσσερις μήνες, η Aman προέβλεψε πως ο πόλεμος με την Αίγυπτο δεν ήταν άμεσος. Αυτή η υπόθεση σχετικώς με τα στρατηγικά σχέδια της Αιγύπτου, γνωστή ως «το concept», προκαταλάμβανε σε μεγάλο βαθμό τη σκέψη του τμήματος και το οδήγησε να απορρίπτει άλλες πολεμικές προειδοποιήσεις.
Αργότερα αποκαλύφθηκε σ’ ένα βιβλίο που εκδόθηκε από τον Ισραηλινό ιστορικό Roni Bregman, με έδρα το Λονδίνο, πως ο πληροφοριοδότης (ή πιθανώς και διπλός πράκτορας) δεν ήταν άλλος από τον επιχειρηματία Ασράφ Μαρουάν, ισχυρό Αιγύπτιο οικονομικό και πολιτικό παράγοντα (όταν ο επιχειρηματίας πέθανε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες το 2007 στο Λονδίνο, παρασημοφορήθηκε και από την αιγυπτιακή, και από την ισραηλινή κυβέρνηση, που αμφότερες δήλωσαν πως πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες στις χώρες τους, οι οποίες όμως, για «ειδικούς λόγους», έπρεπε να μείνουν απόρρητες).
Οι Αιγύπτιοι έκαναν πάρα πολλά για να προάγουν αυτή την παρανόηση. Και οι Ισραηλινοί και οι Αμερικανοί πίστευαν πως η έξωση των Σοβιετικών στρατιωτικών παρατηρητών είχε μειώσει σοβαρά την αποτελεσματικότητα του Αιγυπτιακού Στρατού. Οι Αιγύπτιοι εξασφάλιζαν την ύπαρξη ενός συνεχούς κύματος ψευδών πληροφοριών, πως υπήρχαν προβλήματα συντήρησης και έλλειψη προσωπικού για να λειτουργήσει τον πιο εξελιγμένο εξοπλισμό. Οι Αιγύπτιοι έκαναν επαναλαμβανόμενες παραπλανητικές αναφορές για έλλειψη ανταλλακτικών, οι οποίες έφτασαν στους Ισραηλινούς. Ο Σαντάτ είχε μπει σε μια πολιτική των άκρων εδώ και τόσο καιρό, που οι συνεχείς πολεμικές του απειλές είχαν κουράσει όλο τον κόσμο σε τέτοιο βαθμό, ώστε τις αγνοούσε. Το Μάιο και τον Αύγουστο του 1973, ο αιγυπτιακός στρατός είχε ξεκινήσει ασκήσεις στα σύνορα και το αποτέλεσμα ήταν οι δύο επιστρατεύσεις που πραγματοποίησε ως απάντηση το Ισραήλ, να του στοιχίσουν περίπου $10 εκατομμύρια.
Την εβδομάδα πριν το Γιομ Κιπούρ, ο αιγυπτιακός στρατός πραγματοποίησε εκπαιδευτική άσκηση διάρκειας μιας εβδομάδας δίπλα από τη Διώρυγα του Σουέζ. Η Ισραηλινή Αντικατασκοπία, ανιχνεύοντας μεγάλες κινήσεις στρατευμάτων προς τη διώρυγα, τις εξέλαβε ως απλές εκπαιδευτικές ασκήσεις. Κινήσεις των συριακών στρατευμάτων προς τα σύνορα ήταν αινιγματικές, αλλά δε συνιστούσαν απειλή, επειδή η Aman πίστευε πως δε μπορούσαν να επιτεθούν χωρίς την Αίγυπτο και η Αίγυπτος δε θα έκανε επίθεση χωρίς να φτάσει το οπλικό υλικό που περίμενε.
Στις 27 και στις 30 Σεπτεμβρίου, κλήθηκαν στον αιγυπτιακό στρατό δύο κλάσεις εφέδρων για να συμμετέχουν σ’ αυτές τις ασκήσεις. Δύο μέρες πριν την έκρηξη του πολέμου, στις 4 Οκτωβρίου, η αιγυπτιακή κυβέρνηση ανακοίνωσε δημόσια την αποστράτευση μέρους των εφέδρων που κλήθηκαν στις 27 Σεπτεμβρίου, για ν’ αποκοιμίσουν τις ισραηλινές υποψίες. Αποστρατεύθηκαν 20.000 άνδρες, και ακολούθως κάποιοι απ’ αυτούς έφυγαν απευθείας για να πραγματοποιήσουν το ετήσιο προσκύνημα στη Μέκκα.
Ο προφανής λόγος για τον οποίο επιλέχθηκε η εβραϊκή γιορτή του "Γιομ Κιπούρ" («Εξιλασμός» στα Ελληνικά), για την εκδήλωση της αιφνιδιαστικής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ, ήταν πως εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα, σε αντίθεση με κάθε άλλη εβραϊκή εορτή, τα πάντα στο Ισραήλ "νεκρώνουν".
Στο Γιομ Κιπούρ, την ιερότερη μέρα των Εβραίων, όχι μόνο οι θρησκευόμενοι, αλλά το σύνολο των Εβραίων νηστεύουν, αποφεύγουν κάθε χρήση φωτιάς, ηλεκτρικού, μηχανών, επικοινωνιών κτλ, και οι οδικές μεταφορές και γενικότερη κυκλοφορία σταματούν. Πολλοί στρατιώτες έπαιρναν άδεια για να γιορτάσουν στο σπίτι τους και το Ισραήλ ήταν σε μεγάλο βαθμό ευάλωτο, ειδικά με μεγάλο μέρος του στρατού ανενεργό.
Ο πόλεμος επίσης συνέπιπτε με το μουσουλμανικό μήνα του Ραμαζανίου, που σήμαινε πως οι περισσότεροι μουσουλμάνοι στρατιώτες νήστευαν κι αυτοί. Ωστόσο, η συγκεκριμένη ημέρα, βοήθησε το Ισραήλ να κινητοποιήσει τους εφέδρους του από τα σπίτια και τις συναγωγές τους, επειδή η φύση της εορτής σήμαινε πως οι δρόμοι και οι επικοινωνίες ήταν ολάνοιχτες, και βοηθήθηκε η οργάνωση, επιστράτευση και άμεση προώθηση των στρατιωτών.
Παρά την άρνησή του να συμμετάσχει στην επίθεση, ο βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας «είχε συναντηθεί με τον Σαντάτ και τον Άσαντ στην Αλεξάνδρεια, δύο εβδομάδες προηγουμένως. Έχοντας υπόψη την αμοιβαία καχυποψία που επικρατούσε ανάμεσα στους Άραβες ηγέτες, μάλλον δεν του ειπώθηκαν συγκεκριμένα πολεμικά σχέδια. Είναι όμως πιθανόν πως ο Σαντάτ και ο Άσαντ είχαν εκφράσει την προοπτική τους για πόλεμο εναντίον του Ισραήλ με γενικούς όρους, για να εκμαιεύσουν την πιθανότητα να τους ακολουθήσει η Ιορδανία».
Τη νύχτα της 25ης Σεπτεμβρίου, ο Χουσεΐν πήγε μυστικά στο Τελ Αβίβ για να προειδοποιήσει την Ισραηλινή Πρωθυπουργό Γκόλντα Μέιρ, πως επίκειται άμεση επίθεση από τη Συρία.
«“Θα πάνε σε πόλεμο χωρίς τους Αιγυπτίους;”, ρώτησε η κυρία Μέιρ.
Ο βασιλιάς είπε πως δεν το πιστεύει αυτό.
“Πιστεύω πως εκείνοι (οι Αιγύπτιοι), θα συνεργαστούν”».
Προς έκπληξη, αυτή η προειδοποίηση έπεσε στο κενό.
Η Aman κατέληξε πως ο Ιορδανός βασιλιάς δεν τους είπε κάτι που δεν το ήξεραν ήδη.
«Έντεκα προειδοποιήσεις για πόλεμο πήρε το Ισραήλ το Σεπτέμβριο από καλά πληροφορημένες πηγές. Αλλά ο Ζβι Ζαμίρ (ο αρχηγός της Μοσάντ) συνέχισε να επιμένει πως ο πόλεμος δεν ήταν στις επιλογές των Αράβων. Ακόμα και οι προειδοποιήσεις του Χουσεΐν δεν πέτυχαν να τον συνταράξουν».
Αργότερα δήλωσε πως «Απλώς δε νιώθαμε πως ήταν ικανοί (για πόλεμο)».
Αποδείχτηκε πως αυτό, ήταν το μεγαλύτερο φιάσκο των περιβόητων για την υψηλή αποτελεσματικότητά τους, Ισραηλινών Μυστικών Υπηρεσιών.
Τελικά, ο Ζβι Ζαμίρ μετέβη προσωπικά στην Ευρώπη για να συναντηθεί με τον Ασράφ Μαρουάν, τα μεσάνυχτα της 5ης-6ης Οκτωβρίου 1973. Ο Μαρουάν τον πληροφόρησε πως επίκειται άμεσα, από κοινού επίθεση Συρίας-Αιγύπτου, εναντίον του Ισραήλ. Αυτή η συγκεκριμένη προειδοποίηση, συνδυασμένη μ΄ ένα μεγάλο αριθμό άλλων προειδοποιήσεων, ώθησαν τελικά την ισραηλινή ανώτατη στρατιωτική διοίκηση να αναλάβει δράση. Λίγες ώρες πριν ν’ αρχίσει η επίθεση, βγήκαν διαταγές για μερική κατάταξη των Ισραηλινών εφέδρων.
Ειρωνικά, η κλήση των εφέδρων αποδείχτηκε ευκολότερη από το κανονικό, αφού σχεδόν όλοι οι στρατιώτες ήταν στις συναγωγές ή στα σπίτια τους για τη γιορτή.
ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΙ ΔΕΝ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
-ΟΙ ΛΟΓΟΙ-
Η ισραηλινή στρατηγική ήταν, για το μεγαλύτερο της μέρος, βασισμένη στη γενική αρχή πως αν ο πόλεμος ήταν άμεσα επικείμενος, το Ισραήλ θα εξαπέλυε ένα προληπτικό χτύπημα. Είχε υπολογιστεί πως οι υπηρεσίες αντικατασκοπίας του Ισραήλ θα έδιναν, στη χειρότερη περίπτωση, προειδοποίηση περίπου 48 ωρών πριν μια αραβική επίθεση.
Η Γκόλντα Μέιρ, ο Μοσέ Νταγιάν, και ο Ισραηλινός στρατηγός Νταβίντ Ελάζαρ, συναντήθηκαν στις 8:05 το πρωινό του Γιομ Κιπούρ, έξι ώρες πριν ν’ αρχίσει ο πόλεμος. Ο Νταγιάν άνοιξε την συνάντηση υποστηρίζοντας πως ο πόλεμος δεν ήταν μια βεβαιότητα. Ο Ελάζαρ ακολούθως παρουσίασε την διαφωνία του, υπερθεματίζοντας για προληπτική επίθεση εναντίον των συριακών αεροδρομίων νωρίς το μεσημέρι, εναντίον των συριακών πυραύλων στις 15:00, και εναντίον των συριακών κυρίως ενόπλων δυνάμεων στις 17:00.
«Όταν ολοκληρώθηκαν οι παρουσιάσεις, η πρωθυπουργός το σκέφτηκε για λίγα λεπτά αλλά μετά κατέληξε σε καθαρή απόφαση. Δεν θα γινόταν προληπτική επίθεση. Το Ισραήλ ίσως να χρειαζόταν αμερικανική βοήθεια σύντομα και θα ήταν επιβεβλημένο να μην κατηγορηθεί πως άρχισε τον πόλεμο.
“Αν χτυπήσουμε πρώτοι, δεν θα πάρουμε βοήθεια από κανέναν”, είπε».
Τα ευρωπαϊκά κράτη, υπό την απειλή εμπορικού μποϋκοτάζ και ενός αραβικού πετρελαϊκού εμπάργκο που θα εκτίναζε στα ύψη τις τιμές του πετρελαίου, είχαν σταματήσει να τροφοδοτούν το Ισραήλ με πολεμοφόδια. Συνεπώς, το Ισραήλ ΕΞΑΡΤΙΟΤΑΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από τις Ηνωμένες Πολιτείες για το στρατιωτικό του επανεφοδιασμό, και είχε καταστεί ιδιαιτέρως ευαίσθητο σε οτιδήποτε μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο αυτή τη σχέση. Αφότου η Μέιρ πήρε την απόφαση της, πληροφόρησε τις Ηνωμένες Πολιτείες πως το Ισραήλ δεν σκόπευε να ενεργήσει πρώτο και ζήτησε όπως οι προσπάθειες των ΗΠΑ να κατευθυνθούν στην αποτροπή του πολέμου.
Αργότερα έφτασε ένα μήνυμα από τον τότε Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ (εβραϊκής καταγωγής) , το οποίο έλεγε: «Μην ενεργήσετε πρώτοι». Την ίδια ώρα, ο Κίσινγκερ προέτρεψε τους Σοβιετικούς να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για ν’ αποτρέψουν τον πόλεμο, ήλθε σε επικοινωνία με την Αίγυπτο και της ανέφερε το μήνυμα του Ισραήλ πως δε θα ενεργούσε πρώτο, και έστειλε μηνύματα σε άλλες αραβικές κυβερνήσεις για να στρατολογήσει τη βοήθειά τους στο σκοπό του μετριοπαθούς χειρισμού της καταστάσεως. Αυτές οι προσπάθειες έγιναν την τελευταία στιγμή και ήταν μάταιες. Σύμφωνα με τον Χένρι Κίσινγκερ, αν το Ισραήλ χτυπούσε πρώτο, δε θα είχαν πάρει “ούτε νύχι”.
Ο Νταβίντ Ελάζαρ πρότεινε την κινητοποίηση ολόκληρης της Αεροπορίας και τεσσάρων τεθωρακισμένων μεραρχιών, συνολικά 100.000 με 120.000 άντρες, ενώ ο Νταγιάν ήταν υπέρ την κινητοποίησης της Αεροπορίας και δύο τεθωρακισμένων μεραρχιών, συνολικά περίπου 70.000 άντρες. Η Μέιρ τάχθηκε υπέρ της πρότασης του Ελάζαρ, και ξεκίνησε η επιστράτευση.
ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ
Ισραήλ
-απέναντι του-
Αίγυπτος
Συρία
Ιράκ
Άλλες ενισχύσεις
Κούβα
Σαουδική Αραβία
Μαρόκο
Βόρεια Κορέα
Αλγερία
Παλαιστίνη
Σοβιετική Ένωση
Ιορδανία
Ηγετικά πρόσωπα
Ισραήλ :
Μοσέ Νταγιάν
Νταβίντ Ελάζαρ
Ίσραελ Ταλ
Χαΐμ Μπάρ Λεβ
Αίγυπτος-Συρία-Ιράκ
Σαάντ Ελ Σάζλι
Μουσταφά Τλας
Ανουάρ Σαντάτ
Χαφέζ Αλ Άσαντ
Αχμέντ Ισμαήλ Αλί
Δυνάμεις
Ισραήλ :
415.000 στρατιώτες
2.300 άρματα μάχης
3.000 ΤΟΜΠ
(Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού)
945 πυροβόλα
561 μαχητικά αεροσκάφη
84 ελικόπτερα
38 πλοία
Αίγυπτος :
800.000 στρατιώτες
1.700 άρματα μάχης
2.400 ΤΟΜΠ
1.120 πυροβόλα
400 μαχητικά αεροσκάφη
140 ελικόπτερα
104 πλοία
Συρία :
150.000 στρατιώτες
1.400 άρματα μάχης
800-900 ΤΟΜΠ
600 πυροβόλα
350 αεροπλάνα
36 ελικόπτερα
21 πλοία
Ιράκ :
30.000 στρατιώτες
250-500 άρματα μάχης
500 ΤΟΜΠ
200 πυροβόλα
73 μαχητικά αεροσκάφη
ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΣΥΡΡΑΞΗ
Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το Ισραήλ εκτός από τις εκτάσεις που είχε καταλάβει, όπως η Χερσόνησος του Σινά (Αίγυπτος) και όλα τα εδάφη της Ιορδανίας δυτικά του ποταμού Ιορδάνη (Δυτική Όχθη), απέκτησε και αρκετά διπλωματικά όπλα, τα οποία χρησιμοποίησε για να ισχυροποιήσει περαιτέρω τη θέση του στην περιοχή. Η στάση αυτή υπήρξε ανυποχώρητη, καθώς η τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Γκόλντα Μέιρ, αρνείτο συστηματικά επαρκείς παραχωρήσεις προς τα αραβικά κράτη.
Ωστόσο, ο πρωθυπουργός της Αιγύπτου, Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ, μετά την ανάκληση της παραίτησής του, υιοθέτησε μια ακόμα σκληρότερη στάση, η οποία έγινε γνωστή ως πολιτική των ΤΡΙΩΝ ΟΧΙ (όχι στην αναγνώριση του Ισραήλ, όχι στις διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ και όχι στην ειρήνη με το Ισραήλ).
Ο Νάσερ άρχισε ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, κατά το οποίο αναπληρώθηκε όλο το στρατιωτικό υλικό που χάθηκε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 μέσα σε δύο χρόνια. Κύριος προμηθευτής αυτών των εξοπλισμών, με αντισταθμιστικά βεβαίως οφέλη ήταν η ΕΣΣΔ, η οποία και ενίσχυσε με επιπλέον 3.000 στρατιωτικούς συμβούλους το Κάιρο ανεβάζοντας τον τότε αριθμό των Σοβιετικών στρατιωτικών στην Αίγυπτο στις 20.000!
Τον Ιούλιο του '69 εγκαινιάστηκε από τον Νάσερ ο ΠΟΛΕΜΟΣ της ΦΘΟΡΑΣ, με την πρόκληση μικρής κλίμακας σποραδικών συγκρούσεων στην ανατολική όχθη της διώρυγας του Σουέζ, σε αντιστάθμιση παρόμοιων δραστηριοτήτων των Ισραηλινών, επιβάρυνσης της ισραηλινής κοινωνίας λόγω της αδιάκοπης παρενόχλησης στα κατεχόμενα εδάφη και στην προσπάθεια διατήρησης στο αιγυπτιακό συλλογικό υποσυνείδητο του άσβεστου πόθου επανάκτησης του Σινά και της διατήρησης υψηλού φρονήματος για αυτό το σκοπό. Ωστόσο το σχέδιο αυτό εγκαταλείφθηκε με το θάνατο του Νάσερ το Σεπτέμβριο του 1970.
Ο μέχρι τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ανουάρ Σαντάτ, που ανέλαβε στη συνέχεια πρόεδρος της Αιγυπτιακής Δημοκρατίας, ακολούθησε τη γραμμή του Νάσερ με μια πιο συντηρητική όμως πολιτική. Τον Ιανουάριο του 1971, ο μεσολαβητής του ΟΗΕ στην περιοχή, Γκούναρ Γιάρινγκ, σε συνεννόηση με την κυβέρνηση Νίξον και τον Χένρι Κίσινγκερ, ζήτησε υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές.
Το Φεβρουάριο, ο Ανουάρ Σαντάτ, μετά από αμερικανικές υποσχέσεις οικονομικής βοήθειας έδωσε το πρώτο αιγυπτιακό "ναι" σε διαπραγματεύσεις. Από το Ισραήλ η Μέιρ, έδωσε αρνητική απάντηση, κατηγορώντας τον Γιάρινγκ και τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Ου Θαντ, ότι απαιτούσε την αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τις νεοκατεχόμενες περιοχές, στην προ του '67 εποχή.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο του '67, το Ισραήλ ανήγειρε οχυρωματικές γραμμές και στο Σινά και στα Υψώματα Γκολάν. Το 1971 το Ισραήλ ξόδεψε $500 εκατομμύρια οχυρώνοντας τις θέσεις του στη Διώρυγα του Σουέζ, μια αλυσίδα οχυρώσεων και γιγαντιαίων αναχωμάτων γνωστή ως Γραμμή Bar-Lev, η οποία ονομάστηκε έτσι από τον Ισραηλινό Στρατηγό Χάιμ Μπαρ-Λεβ, που τη σχεδίασε.
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Χάιμ Χέρτζογκ:
«Στις 19 Ιουνίου 1967, η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Ισραήλ ψήφισε ομόφωνα την επιστροφή του Σινά στην Αίγυπτο και των Υψωμάτων Γκολάν στη Συρία, ως αντάλλαγμα για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Το Γκολάν θα αποστρατικοποιούνταν και θα γινόταν διαπραγμάτευση ειδικού διακανονισμού για τα Στενά του Τιράν. Η κυβέρνηση αποφάσισε επίσης ν’ ανοίξει δίαυλο διαπραγματεύσεων με το Βασιλιά Χουσεΐν της Ιορδανίας σχετικώς με το Ανατολικό σύνορο».
Η ισραηλινή απόφαση θα μεταβιβαζόταν στα αραβικά κράτη από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ πληροφορήθηκαν την απόφαση του Ισραήλ να κάνει αυτήν την πρόταση, όχι όμως και ότι θα τη μεταβίβαζαν εκείνοι. Δεν υπάρχει απόδειξη πως η απόφαση αυτή μεταβιβάστηκε στην Αίγυπτο και τη Συρία, οι οποίες δεν απάντησαν ποτέ. Η απόφαση αυτή κρατήθηκε ένα καλά κρυμμένο μυστικό μέσα στους κύκλους της ισραηλινής κυβέρνησης και αποσύρθηκε τον Οκτώβριο του 1967.
Ο Ανουάρ Σαντάτ ήλπιζε πως αν επέφερε έστω και ένα περιορισμένο πλήγμα στους Ισραηλινούς, το status quo θα μπορούσε ν’ αλλάξει.
Ο Χαφέζ αλ-Άσαντ, κεφαλή της Συρίας, είχε διαφορετική άποψη. Ενδιαφερόταν ελάχιστα για διαπραγματεύσεις και ένιωθε πως η ανακατάληψη των Υψωμάτων Γκολάν θα έπρεπε να είναι αποτέλεσμα καθαρά στρατιωτικής ενέργειας. Αμέσως μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, ο Άσαντ είχε ξεκινήσει μια τεράστια διαδικασία σταδιακής στρατιωτικής ανασυγκρότησης φιλοδοξώντας να κάνει τη Συρία την μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στα αραβικά κράτη. Ο Άσαντ πίστευε πως, με τη βοήθεια της Αιγύπτου, ο ισχυροποιημένος του στρατός θα μπορούσε να νικήσει αποφασιστικά το Ισραήλ και να εξασφαλίσει έτσι για την χώρα του τον ηγετικό ρόλο στην περιοχή. Ο Άσαντ ήθελε ν’ αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις μόνο μετά την ανακατάληψη των Υψωμάτων Γκολάν δια της βίας, ώστε το Ισραήλ, αποδυναμωμένο και ταπεινωμένο από αυτήν την απώλεια, να αναγκαστεί ν’ αφήσει τη Δυτική Όχθη, τη Λωρίδα της Γάζας, και να κάνει γενικώς μεγάλες παραχωρήσεις.
Ο Σαντάτ ήθελε επίσης τον πόλεμο και εξαιτίας της εσωτερικής κατάστασης στη χώρα του.
«Στα τρία χρόνια αφότου πήρε το αξίωμα του ο Σαντάτ… ήταν από πλευράς ηθικού τα χαμηλότερα στην Αιγυπτιακή ιστορία… Μια αποξηραμένη οικονομία προστέθηκε στην απελπισία του έθνους. Ο πόλεμος ήταν επιλογή απελπισίας».
Στη βιογραφία του για τον Σαντάτ, ο ιστορικός Ραφαέλ Ισραέλι υποστηρίζει πως ο Σαντάτ ένιωθε ότι η ρίζα του προβλήματος βρισκόταν στη μεγάλη ντροπή του "Πολέμου των Έξι Ημερών" του ΄67, και πριν να γίνουν οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις, ένιωθε πως υπήρχε επιτακτική ανάγκη ξεπλύματος της ντροπής, που είχε κλονίσει συθέμελα τη ζωτικότητα, το αίσθημα τιμής και την αυτοπεποίθηση του λαού του. Η οικονομία της Αιγύπτου παράπαιε, αλλά ο Σαντάτ ήξερε πως οι βαθιές μεταρρυθμίσεις που ήταν απόλυτα αναγκαίες θα ήταν βαθιά αντιδημοφιλείς σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Μια στρατιωτική νίκη θα του έδινε τη δημοτικότητα που χρειαζόταν για να κάνει τις αλλαγές, ενώ παράλληλα θα ένωνε το έθνος δημιουργώντας υπόστρωμα συλλογικότητας, αναγκαίας κάθε ιστορικής προόδου και συλλογικής δραστηριότητας.
Μια μερίδα του αιγυπτιακού πληθυσμού, κυρίως οι φοιτητές που πραγματοποιούσαν ευρείες διαδηλώσεις, ήθελαν σφοδρά έναν πόλεμο για να ξαναπάρουν το Σινά και να κατανικήσουν τα σύνδρομα οργής και ταπείνωσης, που εύλογα τους διακατείχαν, έναντι των νικητών εχθρών Ισραηλινών, ενώ υπήρχε μεγάλη δυσαρέσκεια επειδή ο Σαντάτ δεν τον πραγματοποίησε στα πρώτα τρία του χρόνια ως Πρόεδρος.
Τα άλλα αραβικά κράτη ήταν πολύ πιο απρόθυμα για να δεσμευτούν απόλυτα σε ένα νέο πόλεμο.
-Ο Βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας φοβόταν ακόμα μια μεγάλη απώλεια της επικράτειάς του, όπως έγινε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, στον οποίο η Ιορδανία έχασε το μισό της πληθυσμό, που κατοικούσε στην απολεσθείσα Δυτική Όχθη του Ιορδάνη.
-Ο Σαντάτ επίσης υποστήριζε τις εδαφικές διεκδικήσεις της ΟΑΠ (Δυτική Όχθη και Γάζα) και υποσχέθηκε στον αρχηγό της, τον Γιάσερ Αραφάτ, πως θα έδινε τις περιοχές αυτές στην οργάνωση του σε περίπτωση νικηφόρου πολέμου.
-Ο Χουσεΐν έβλεπε ακόμα τη Δυτική Όχθη ως μέρος της Ιορδανίας, και την ήθελε για να αποκατασταθεί το βασίλειό του. Ακόμα περισσότερο, στη διάρκεια της κρίσης του "Μαύρου Σεπτέμβρη" το 1970, παραλίγο να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος μεταξύ της ΟΑΠ και της ιορδανικής κυβέρνησης.
Σ' εκείνον τον πόλεμο, η Συρία είχε παρέμβει στρατιωτικά στο πλευρό της ΟΑΠ, και οι σχέσεις Άσαντ και Χουσεΐν σχεδόν τερματίστηκαν.
Το Ιράκ και η Συρία επίσης είχαν τεταμένες σχέσεις, και οι Ιρακινοί αρνήθηκαν να ενταχθούν στην αρχική επίθεση. Ο Λίβανος, που είχε στα νότια κοινά σύνορα με το Ισραήλ, δεν ήταν αναμενόμενο να ενταχθεί στην αραβική πολεμική προσπάθεια, εξαιτίας του μικρού του στρατού και της ήδη φανερής αστάθειας του στο εσωτερικό της χώρας, λόγω της πολυφυλετικότητας και πολυθρησκευτικότητάς του.
Τους μήνες πριν τον πόλεμο, ο Σαντάτ ανέλαβε μια διπλωματική επίθεση σε μια προσπάθεια να κερδίσει υποστήριξη για την επερχόμενη σύγκρουση. Ως το φθινόπωρο του 1973, διεκδίκησε την υποστήριξη περισσότερων από εκατό κρατών. Αυτά ήταν κυρίως από τις χώρες του Αραβικού Συνδέσμου, του Κινήματος των Αδεσμεύτων, και του Οργανισμού της Αφρικανικής Ενότητας.
Ο Σαντάτ είχε δουλέψει επίσης για να κερδίσει εύνοια στην Ευρώπη και είχε κάποια επιτυχία πριν από τον πόλεμο. Η Βρετανία και η Γαλλία για πρώτη φορά πήραν το μέρος των αραβικών δυνάμεων εναντίον του Ισραήλ, στο Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ.
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
Ο Ανουάρ Σαντάτ το 1972 δήλωσε δημόσια πως, η Αίγυπτος ήταν δεσμευμένη να πάει σε πόλεμο με το Ισραήλ, και πως ήταν προετοιμασμένος να «θυσιάσει ένα εκατομμύριο Αιγυπτίους στρατιώτες».
Από το τέλος του 1972, η Αίγυπτος ξεκίνησε μια μεθοδική προσπάθεια να επαυξήσει σταδιακά τις δυνάμεις της, παραλαμβάνοντας αεριωθούμενα μαχητικά MiG-21, σοβιετικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους SA-2, SA-3, SA-6 και SA-7, σοβιετικά τεθωρακισμένα άρματα μάχης T-55 και T-62, αντιαρματικά RPG-7, καθώς και τους αντιαρματικούς κατευθυνόμενους πυραύλους AT-3 Sagger από τη Σοβιετική Ένωση, βελτιώνοντας και τις στρατιωτικές της τακτικές, βασισμένες σε σοβιετικά δόγματα για το πεδίο της μάχης. Οι στρατηγοί, που είχαν μεγάλο μέρος της ευθύνης για την πανωλεθρία του 1967, αντικαταστάθηκαν με ικανότερους.
Ο ρόλος των υπερδυνάμεων επίσης, ήταν ένας βασικός παράγοντας στην έκβαση των δύο πολέμων.
Η πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μια από τις αιτίες της στρατιωτικής αδυναμίας της Αιγύπτου. Ο Νάσερ μπορούσε να πάρει το υλικό για αντιαεροπορική πυραυλική άμυνα μόνο αφότου πήγαινε στη Μόσχα και ''παρακαλούσε'' τους ηγέτες του Κρεμλίνου.
Ο Σαντάτ τούς είπε πως αν δεν του δίνονταν οι προμήθειες και τελευταίας τεχνολογίας πολεμικό υλικό, έπρεπε να γυρίσει στην Αίγυπτο και να πει στον αιγυπτιακό λαό πως η Μόσχα τον εγκατέλειψε, και μετά έπρεπε να παραδώσει την εξουσία σε έναν από τους ισότιμους του, που θα μπορούσε να συνδιαλλαχτεί με τους Αμερικανούς. Οι Αμερικάνοι μετά απ’ αυτό θα είχαν το πάνω χέρι στην περιοχή, κάτι που η Μόσχα δε μπορούσε να επιτρέψει.
Ένας από τους κρυφούς στόχους της Αιγύπτου στον "Πόλεμο της Φθοράς" ήταν ν’ αναγκάσει τη Σοβιετική Ένωση να προμηθεύσει την Αίγυπτο με πιο εξελιγμένα όπλα και πολεμικό υλικό. Η Αίγυπτος ένιωθε πως ο μόνος τρόπος για να πείσει τους Σοβιετικούς ηγέτες για την ανεπάρκεια σχεδόν του συνόλου του αεροπορικού και αντιαεροπορικού οπλικού υλικού που της είχαν δώσει μετά το 1967, ήταν να δοκιμάσει τα σοβιετικά όπλα εναντίον του αναπτυγμένου οπλικού συνόλου των ΗΠΑ, τον οποίο κατείχε το Ισραήλ.
Η πολιτική του Νάσερ μετά την ήττα του 1967 συγκρούστηκε μ’ αυτήν της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Σοβιετικοί ήθελαν ν’ αποφύγουν μια νέα σύγκρουση μεταξύ των Αράβων και των Ισραηλινών, έτσι ώστε να μη συρθούν σε αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η πραγματικότητα της κατάστασης έγινε προφανής όταν οι υπερδυνάμεις συναντήθηκαν στο Όσλο και συμφώνησαν στη διατήρηση του status quo.
Αυτό ήταν απαράδεκτο για τους Αιγύπτιους ηγέτες, και όταν ανακαλύφθηκε πως οι αιγυπτιακές προετοιμασίες για το πέρασμα της Διώρυγας του Σουέζ διέρρευσαν, έγινε επιβεβλημένη η απομάκρυνση των Σοβιετικών από την Αίγυπτο. Τον Ιούλιο του 1972, ο Σαντάτ έδιωξε σχεδόν όλους εκ του συνόλου των 20.000 Σοβιετικών στρατιωτικούς συμβούλους στη χώρα και αναπροσανατόλισε την εξωτερική πολιτική με πιο ευνοϊκή στάση έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι Σύριοι παραταύτα έμειναν κοντά στη Σοβιετική Ένωση.
Οι Σοβιετικοί είχαν την πίστη πως οι πιθανότητες του Σαντάτ σε έναν πόλεμο θα ήταν λίγες. Προειδοποίησαν πως κάθε προσπάθεια να περάσουν τη βαριά οχυρωμένη και φρουρούμενη Διώρυγα του Σουέζ, θα προκαλούσε τεράστιες απώλειες. Οι Σοβιετικοί, που επιζητούσαν τη διπλωματική αποκλιμάκωση, δεν είχαν συμφέρον να δουν αποσταθεροποιημένη τη Μέση Ανατολή. Σε μια συνάντηση του τον Ιούνιο του 1973 με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, ο Σοβιετικός ηγέτης Λεονίντ Μπρέζνιεφ είχε προτείνει την υποχώρηση του Ισραήλ στα σύνορα του 1967 (πριν τον τότε πόλεμο). Ο Μπρέζνιεφ είπε πως αν δεν το έκανε το Ισραήλ, «θα δυσκολευτούμε να κρατήσουμε την ανάφλεξη της στρατιωτικής κατάστασης» - μια ένδειξη πως η Σοβιετική Ένωση δε μπορούσε να συγκρατήσει τον Σαντάτ ν΄ανασχέσει τα σχέδιά του.
Σε μια συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Νιούζγουικ" (9 Απριλίου 1973), ο Πρόεδρος Σαντάτ απείλησε ξανά με πόλεμο το Ισραήλ. Πολλές φορές κατά το 1973, οι αραβικές δυνάμεις πραγματοποιούσαν μεγάλης κλίμακας ασκήσεις που αυτομάτως έθεταν το στρατό του Ισραήλ στο υψηλότερο επίπεδο συναγερμού, μόνο και μόνο για ν' ανακληθούν λίγες μέρες αργότερα.
Η ισραηλινή ηγεσία πίστευε τότε πως αν γινόταν μια επίθεση, η Ισραηλινή Αεροπορία θα μπορούσε να την αποκρούσει, καταστρέφοντας τόσο τα εναέρια όσο και στη συνέχεια τα επίγεια μέσα του εχθρού.
Σχεδόν ένα ολόκληρο χρόνο πριν τον πόλεμο, σε σύσκεψη στις 24 Οκτωβρίου 1972 με το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Σαντάτ διακήρυξε την πρόθεσή του να πάει σε πόλεμο με το Ισραήλ, ακόμα και χωρίς την κατάλληλη σοβιετική υποστήριξη.
Ο σχεδιασμός είχε ήδη αρχίσει από το 1971 και ολοκληρώθηκε σε απόλυτη μυστικότητα - ακόμα και οι ανώτεροι αξιωματικοί δε γνώριζαν τα πολεμικά σχέδια, σχεδόν ώς την τελευταία εβδομάδα πριν την επίθεση, ενώ οι στρατιώτες έμαθαν για την επίθεση ελάχιστες ώρες πριν γίνει.
Το σχέδιο διπλής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ, από κοινού με τη Συρία, πήρε το κωδικό όνομα "Επιχείρηση Badr" (Μπαντρ, η αραβική λέξη για την "πανσέληνο").
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΦΝΙΔΙΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
Το Τμήμα Ερευνών της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Αντικατασκοπίας των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων (εν συντομία “Aman”) ήταν υπεύθυνο για την σχηματοποίηση της ισραηλινής αντικατασκοπευτικής αποτίμησης. Οι αποτιμήσεις τους στην πιθανότητα της εισβολής ήταν βασισμένες σε διάφορες υποθέσεις.
Αρχικώς έγινε, σωστά όπως αποδείχθηκε αργότερα, η υπόθεση πως η Συρία δεν έμπαινε σε πόλεμο αν δεν έμπαινε και η Αίγυπτος.
Δεύτερον, το τμήμα έμαθε από υψηλόβαθμο Αιγύπτιο πληροφοριοδότη, πως η Αίγυπτος ήθελε να ξαναπάρει όλο το Σινά, αλλά δε θα έμπαινε σε πόλεμο ώσπου να παραλάβει τα μαχητικά-βομβαρδιστικά MiG-23 για να εξουδετερώσει την Ισραηλινή Αεροπορία, και πυραύλους Scud για να χρησιμοποιηθούν εναντίον των ισραηλινών πόλεων, ώστε να εμποδίσουν ισραηλινές επιθέσεις εναντίον των αιγυπτιακών υποδομών.
Από τη στιγμή που δεν πήραν τα MiG-23, και οι πύραυλοι Scud είχαν φτάσει στην Αίγυπτο μόνο από τη Βουλγαρία στα τέλη Αυγούστου και η εκπαίδευση των αιγυπτιακών επίγειων πληρωμάτων θα έπαιρνε τέσσερις μήνες, η Aman προέβλεψε πως ο πόλεμος με την Αίγυπτο δεν ήταν άμεσος. Αυτή η υπόθεση σχετικώς με τα στρατηγικά σχέδια της Αιγύπτου, γνωστή ως «το concept», προκαταλάμβανε σε μεγάλο βαθμό τη σκέψη του τμήματος και το οδήγησε να απορρίπτει άλλες πολεμικές προειδοποιήσεις.
Αργότερα αποκαλύφθηκε σ’ ένα βιβλίο που εκδόθηκε από τον Ισραηλινό ιστορικό Roni Bregman, με έδρα το Λονδίνο, πως ο πληροφοριοδότης (ή πιθανώς και διπλός πράκτορας) δεν ήταν άλλος από τον επιχειρηματία Ασράφ Μαρουάν, ισχυρό Αιγύπτιο οικονομικό και πολιτικό παράγοντα (όταν ο επιχειρηματίας πέθανε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες το 2007 στο Λονδίνο, παρασημοφορήθηκε και από την αιγυπτιακή, και από την ισραηλινή κυβέρνηση, που αμφότερες δήλωσαν πως πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες στις χώρες τους, οι οποίες όμως, για «ειδικούς λόγους», έπρεπε να μείνουν απόρρητες).
Οι Αιγύπτιοι έκαναν πάρα πολλά για να προάγουν αυτή την παρανόηση. Και οι Ισραηλινοί και οι Αμερικανοί πίστευαν πως η έξωση των Σοβιετικών στρατιωτικών παρατηρητών είχε μειώσει σοβαρά την αποτελεσματικότητα του Αιγυπτιακού Στρατού. Οι Αιγύπτιοι εξασφάλιζαν την ύπαρξη ενός συνεχούς κύματος ψευδών πληροφοριών, πως υπήρχαν προβλήματα συντήρησης και έλλειψη προσωπικού για να λειτουργήσει τον πιο εξελιγμένο εξοπλισμό. Οι Αιγύπτιοι έκαναν επαναλαμβανόμενες παραπλανητικές αναφορές για έλλειψη ανταλλακτικών, οι οποίες έφτασαν στους Ισραηλινούς. Ο Σαντάτ είχε μπει σε μια πολιτική των άκρων εδώ και τόσο καιρό, που οι συνεχείς πολεμικές του απειλές είχαν κουράσει όλο τον κόσμο σε τέτοιο βαθμό, ώστε τις αγνοούσε. Το Μάιο και τον Αύγουστο του 1973, ο αιγυπτιακός στρατός είχε ξεκινήσει ασκήσεις στα σύνορα και το αποτέλεσμα ήταν οι δύο επιστρατεύσεις που πραγματοποίησε ως απάντηση το Ισραήλ, να του στοιχίσουν περίπου $10 εκατομμύρια.
Την εβδομάδα πριν το Γιομ Κιπούρ, ο αιγυπτιακός στρατός πραγματοποίησε εκπαιδευτική άσκηση διάρκειας μιας εβδομάδας δίπλα από τη Διώρυγα του Σουέζ. Η Ισραηλινή Αντικατασκοπία, ανιχνεύοντας μεγάλες κινήσεις στρατευμάτων προς τη διώρυγα, τις εξέλαβε ως απλές εκπαιδευτικές ασκήσεις. Κινήσεις των συριακών στρατευμάτων προς τα σύνορα ήταν αινιγματικές, αλλά δε συνιστούσαν απειλή, επειδή η Aman πίστευε πως δε μπορούσαν να επιτεθούν χωρίς την Αίγυπτο και η Αίγυπτος δε θα έκανε επίθεση χωρίς να φτάσει το οπλικό υλικό που περίμενε.
Στις 27 και στις 30 Σεπτεμβρίου, κλήθηκαν στον αιγυπτιακό στρατό δύο κλάσεις εφέδρων για να συμμετέχουν σ’ αυτές τις ασκήσεις. Δύο μέρες πριν την έκρηξη του πολέμου, στις 4 Οκτωβρίου, η αιγυπτιακή κυβέρνηση ανακοίνωσε δημόσια την αποστράτευση μέρους των εφέδρων που κλήθηκαν στις 27 Σεπτεμβρίου, για ν’ αποκοιμίσουν τις ισραηλινές υποψίες. Αποστρατεύθηκαν 20.000 άνδρες, και ακολούθως κάποιοι απ’ αυτούς έφυγαν απευθείας για να πραγματοποιήσουν το ετήσιο προσκύνημα στη Μέκκα.
Ο προφανής λόγος για τον οποίο επιλέχθηκε η εβραϊκή γιορτή του "Γιομ Κιπούρ" («Εξιλασμός» στα Ελληνικά), για την εκδήλωση της αιφνιδιαστικής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ, ήταν πως εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα, σε αντίθεση με κάθε άλλη εβραϊκή εορτή, τα πάντα στο Ισραήλ "νεκρώνουν".
Στο Γιομ Κιπούρ, την ιερότερη μέρα των Εβραίων, όχι μόνο οι θρησκευόμενοι, αλλά το σύνολο των Εβραίων νηστεύουν, αποφεύγουν κάθε χρήση φωτιάς, ηλεκτρικού, μηχανών, επικοινωνιών κτλ, και οι οδικές μεταφορές και γενικότερη κυκλοφορία σταματούν. Πολλοί στρατιώτες έπαιρναν άδεια για να γιορτάσουν στο σπίτι τους και το Ισραήλ ήταν σε μεγάλο βαθμό ευάλωτο, ειδικά με μεγάλο μέρος του στρατού ανενεργό.
Ο πόλεμος επίσης συνέπιπτε με το μουσουλμανικό μήνα του Ραμαζανίου, που σήμαινε πως οι περισσότεροι μουσουλμάνοι στρατιώτες νήστευαν κι αυτοί. Ωστόσο, η συγκεκριμένη ημέρα, βοήθησε το Ισραήλ να κινητοποιήσει τους εφέδρους του από τα σπίτια και τις συναγωγές τους, επειδή η φύση της εορτής σήμαινε πως οι δρόμοι και οι επικοινωνίες ήταν ολάνοιχτες, και βοηθήθηκε η οργάνωση, επιστράτευση και άμεση προώθηση των στρατιωτών.
Παρά την άρνησή του να συμμετάσχει στην επίθεση, ο βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας «είχε συναντηθεί με τον Σαντάτ και τον Άσαντ στην Αλεξάνδρεια, δύο εβδομάδες προηγουμένως. Έχοντας υπόψη την αμοιβαία καχυποψία που επικρατούσε ανάμεσα στους Άραβες ηγέτες, μάλλον δεν του ειπώθηκαν συγκεκριμένα πολεμικά σχέδια. Είναι όμως πιθανόν πως ο Σαντάτ και ο Άσαντ είχαν εκφράσει την προοπτική τους για πόλεμο εναντίον του Ισραήλ με γενικούς όρους, για να εκμαιεύσουν την πιθανότητα να τους ακολουθήσει η Ιορδανία».
Τη νύχτα της 25ης Σεπτεμβρίου, ο Χουσεΐν πήγε μυστικά στο Τελ Αβίβ για να προειδοποιήσει την Ισραηλινή Πρωθυπουργό Γκόλντα Μέιρ, πως επίκειται άμεση επίθεση από τη Συρία.
«“Θα πάνε σε πόλεμο χωρίς τους Αιγυπτίους;”, ρώτησε η κυρία Μέιρ.
Ο βασιλιάς είπε πως δεν το πιστεύει αυτό.
“Πιστεύω πως εκείνοι (οι Αιγύπτιοι), θα συνεργαστούν”».
Προς έκπληξη, αυτή η προειδοποίηση έπεσε στο κενό.
Η Aman κατέληξε πως ο Ιορδανός βασιλιάς δεν τους είπε κάτι που δεν το ήξεραν ήδη.
«Έντεκα προειδοποιήσεις για πόλεμο πήρε το Ισραήλ το Σεπτέμβριο από καλά πληροφορημένες πηγές. Αλλά ο Ζβι Ζαμίρ (ο αρχηγός της Μοσάντ) συνέχισε να επιμένει πως ο πόλεμος δεν ήταν στις επιλογές των Αράβων. Ακόμα και οι προειδοποιήσεις του Χουσεΐν δεν πέτυχαν να τον συνταράξουν».
Αργότερα δήλωσε πως «Απλώς δε νιώθαμε πως ήταν ικανοί (για πόλεμο)».
Αποδείχτηκε πως αυτό, ήταν το μεγαλύτερο φιάσκο των περιβόητων για την υψηλή αποτελεσματικό-τητά τους, Ισραηλινών Μυστικών Υπηρεσιών.
Τελικά, ο Ζβι Ζαμίρ μετέβη προσωπικά στην Ευρώπη για να συναντηθεί με τον Ασράφ Μαρουάν, τα μεσάνυχτα της 5ης-6ης Οκτωβρίου 1973. Ο Μαρουάν τον πληροφόρησε πως επίκειται άμεσα, από κοινού επίθεση Συρίας-Αιγύπτου, εναντίον του Ισραήλ. Αυτή η συγκεκριμένη προειδοποίηση, συνδυασμένη μ΄ ένα μεγάλο αριθμό άλλων προειδοποιήσεων, ώθησαν τελικά την ισραηλινή ανώτατη στρατιωτική διοίκηση να αναλάβει δράση. Λίγες ώρες πριν ν’ αρχίσει η επίθεση, βγήκαν διαταγές για μερική κατάταξη των Ισραηλινών εφέδρων.
Ειρωνικά, η κλήση των εφέδρων αποδείχτηκε ευκολότερη από το κανονικό, αφού σχεδόν όλοι οι στρατιώτες ήταν στις συναγωγές ή στα σπίτια τους για τη γιορτή.
ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΙ ΔΕΝ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
-ΟΙ ΛΟΓΟΙ-
Η ισραηλινή στρατηγική ήταν, για το μεγαλύτερο της μέρος, βασισμένη στη γενική αρχή πως αν ο πόλεμος ήταν άμεσα επικείμενος, το Ισραήλ θα εξαπέλυε ένα προληπτικό χτύπημα. Είχε υπολογιστεί πως οι υπηρεσίες αντικατασκοπίας του Ισραήλ θα έδιναν, στη χειρότερη περίπτωση, προειδοποίηση περίπου 48 ωρών πριν μια αραβική επίθεση.
Η Γκόλντα Μέιρ, ο Μοσέ Νταγιάν, και ο Ισραηλινός στρατηγός Νταβίντ Ελάζαρ, συναντήθηκαν στις 8:05 το πρωινό του Γιομ Κιπούρ, έξι ώρες πριν ν’ αρχίσει ο πόλεμος. Ο Νταγιάν άνοιξε την συνάντηση υποστηρίζοντας πως ο πόλεμος δεν ήταν μια βεβαιότητα. Ο Ελάζαρ ακολούθως παρουσίασε την διαφωνία του, υπερθεματίζοντας για προληπτική επίθεση εναντίον των συριακών αεροδρομίων νωρίς το μεσημέρι, εναντίον των συριακών πυραύλων στις 15:00, και εναντίον των συριακών κυρίως ενόπλων δυνάμεων στις 17:00.
«Όταν ολοκληρώθηκαν οι παρουσιάσεις, η πρωθυπουργός το σκέφτηκε για λίγα λεπτά αλλά μετά κατέληξε σε καθαρή απόφαση. Δεν θα γινόταν προληπτική επίθεση. Το Ισραήλ ίσως να χρειαζόταν αμερικανική βοήθεια σύντομα και θα ήταν επιβεβλημένο να μην κατηγορηθεί πως άρχισε τον πόλεμο.
“Αν χτυπήσουμε πρώτοι, δεν θα πάρουμε βοήθεια από κανέναν”, είπε».
Τα ευρωπαϊκά κράτη, υπό την απειλή εμπορικού μποϋκοτάζ και ενός αραβικού πετρελαϊκού εμπάργκο που θα εκτίναζε στα ύψη τις τιμές του πετρελαίου, είχαν σταματήσει να τροφοδοτούν το Ισραήλ με πολεμοφόδια. Συνεπώς, το Ισραήλ ΕΞΑΡΤΙΟΤΑΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από τις Ηνωμένες Πολιτείες για το στρατιωτικό του επανεφοδιασμό, και είχε καταστεί ιδιαιτέρως ευαίσθητο σε οτιδήποτε μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο αυτή τη σχέση. Αφότου η Μέιρ πήρε την απόφαση της, πληροφόρησε τις Ηνωμένες Πολιτείες πως το Ισραήλ δεν σκόπευε να ενεργήσει πρώτο και ζήτησε όπως οι προσπάθειες των ΗΠΑ να κατευθυνθούν στην αποτροπή του πολέμου.
Αργότερα έφτασε ένα μήνυμα από τον τότε Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ (εβραϊκής καταγωγής) , το οποίο έλεγε: «Μην ενεργήσετε πρώτοι». Την ίδια ώρα, ο Κίσινγκερ προέτρεψε τους Σοβιετικούς να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για ν’ αποτρέψουν τον πόλεμο, ήλθε σε επικοινωνία με την Αίγυπτο και της ανέφερε το μήνυμα του Ισραήλ πως δε θα ενεργούσε πρώτο, και έστειλε μηνύματα σε άλλες αραβικές κυβερνήσεις για να στρατολογήσει τη βοήθειά τους στο σκοπό του μετριοπαθούς χειρισμού της καταστάσεως. Αυτές οι προσπάθειες έγιναν την τελευταία στιγμή και ήταν μάταιες. Σύμφωνα με τον Χένρι Κίσινγκερ, αν το Ισραήλ χτυπούσε πρώτο, δε θα είχαν πάρει “ούτε νύχι”.
Ο Νταβίντ Ελάζαρ πρότεινε την κινητοποίηση ολόκληρης της Αεροπορίας και τεσσάρων τεθωρακισμένων μεραρχιών, συνολικά 100.000 με 120.000 άντρες, ενώ ο Νταγιάν ήταν υπέρ την κινητοποίησης της Αεροπορίας και δύο τεθωρακισμένων μεραρχιών, συνολικά περίπου 70.000 άντρες. Η Μέιρ τάχθηκε υπέρ της πρότασης του Ελάζαρ, και ξεκίνησε η επιστράτευση.
ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ
Ισραήλ
-απέναντι του-
Αίγυπτος
Συρία
Ιράκ
Άλλες ενισχύσεις
Κούβα
Σαουδική Αραβία
Μαρόκο
Βόρεια Κορέα
Αλγερία
Παλαιστίνη
Σοβιετική Ένωση
Ιορδανία
Ηγετικά πρόσωπα
Ισραήλ :
Μοσέ Νταγιάν
Νταβίντ Ελάζαρ
Ίσραελ Ταλ
Χαΐμ Μπάρ Λεβ
Αίγυπτος-Συρία-Ιράκ
Σαάντ Ελ Σάζλι
Μουσταφά Τλας
Ανουάρ Σαντάτ
Χαφέζ Αλ Άσαντ
Αχμέντ Ισμαήλ Αλί
Δυνάμεις
Ισραήλ :
415.000 στρατιώτες
2.300 άρματα μάχης
3.000 ΤΟΜΠ
(Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού)
945 πυροβόλα
561 μαχητικά αεροσκάφη
84 ελικόπτερα
38 πλοία
Αίγυπτος :
800.000 στρατιώτες
1.700 άρματα μάχης
2.400 ΤΟΜΠ
1.120 πυροβόλα
400 μαχητικά αεροσκάφη
140 ελικόπτερα
104 πλοία
Συρία :
150.000 στρατιώτες
1.400 άρματα μάχης
800-900 ΤΟΜΠ
600 πυροβόλα
350 αεροπλάνα
36 ελικόπτερα
21 πλοία
Ιράκ :
30.000 στρατιώτες
250-500 άρματα μάχης
500 ΤΟΜΠ
200 πυροβόλα
73 μαχητικά αεροσκάφη
Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, το Ισραήλ εκτός από τις εκτάσεις που είχε καταλάβει, όπως η Χερσόνησος του Σινά (Αίγυπτος) και όλα τα εδάφη της Ιορδανίας δυτικά του ποταμού Ιορδάνη (Δυτική Όχθη), απέκτησε και αρκετά διπλωματικά όπλα, τα οποία χρησιμοποίησε για να ισχυροποιήσει περαιτέρω τη θέση του στην περιοχή. Η στάση αυτή υπήρξε ανυποχώρητη, καθώς η τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Γκόλντα Μέιρ, αρνείτο συστηματικά επαρκείς παραχωρήσεις προς τα αραβικά κράτη.
Ωστόσο, ο πρωθυπουργός της Αιγύπτου, Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ, μετά την ανάκληση της παραίτησής του, υιοθέτησε μια ακόμα σκληρότερη στάση, η οποία έγινε γνωστή ως πολιτική των ΤΡΙΩΝ ΟΧΙ (όχι στην αναγνώριση του Ισραήλ, όχι στις διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ και όχι στην ειρήνη με το Ισραήλ).
Ο Νάσερ άρχισε ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, κατά το οποίο αναπληρώθηκε όλο το στρατιωτικό υλικό που χάθηκε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 μέσα σε δύο χρόνια. Κύριος προμηθευτής αυτών των εξοπλισμών, με αντισταθμιστικά βεβαίως οφέλη ήταν η ΕΣΣΔ, η οποία και ενίσχυσε με επιπλέον 3.000 στρατιωτικούς συμβούλους το Κάιρο ανεβάζοντας τον τότε αριθμό των Σοβιετικών στρατιωτικών στην Αίγυπτο στις 20.000!
Τον Ιούλιο του '69 εγκαινιάστηκε από τον Νάσερ ο ΠΟΛΕΜΟΣ της ΦΘΟΡΑΣ, με την πρόκληση μικρής κλίμακας σποραδικών συγκρούσεων στην ανατολική όχθη της διώρυγας του Σουέζ, σε αντιστάθμιση παρόμοιων δραστηριοτήτων των Ισραηλινών, επιβάρυνσης της ισραηλινής κοινωνίας λόγω της αδιάκοπης παρενόχλησης στα κατεχόμενα εδάφη και στην προσπάθεια διατήρησης στο αιγυπτιακό συλλογικό υποσυνείδητο του άσβεστου πόθου επανάκτησης του Σινά και της διατήρησης υψηλού φρονήματος για αυτό το σκοπό. Ωστόσο το σχέδιο αυτό εγκαταλείφθηκε με το θάνατο του Νάσερ το Σεπτέμβριο του 1970.
Ο μέχρι τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ανουάρ Σαντάτ, που ανέλαβε στη συνέχεια πρόεδρος της Αιγυπτιακής Δημοκρατίας, ακολούθησε τη γραμμή του Νάσερ με μια πιο συντηρητική όμως πολιτική. Τον Ιανουάριο του 1971, ο μεσολαβητής του ΟΗΕ στην περιοχή, Γκούναρ Γιάρινγκ, σε συνεννόηση με την κυβέρνηση Νίξον και τον Χένρι Κίσινγκερ, ζήτησε υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές.
Το Φεβρουάριο, ο Ανουάρ Σαντάτ, μετά από αμερικανικές υποσχέσεις οικονομικής βοήθειας έδωσε το πρώτο αιγυπτιακό "ναι" σε διαπραγματεύσεις. Από το Ισραήλ η Μέιρ, έδωσε αρνητική απάντηση, κατηγορώντας τον Γιάρινγκ και τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Ου Θαντ, ότι απαιτούσε την αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τις νεοκατεχόμενες περιοχές, στην προ του '67 εποχή.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τον πόλεμο του '67, το Ισραήλ ανήγειρε οχυρωματικές γραμμές και στο Σινά και στα Υψώματα Γκολάν. Το 1971 το Ισραήλ ξόδεψε $500 εκατομμύρια οχυρώνοντας τις θέσεις του στη Διώρυγα του Σουέζ, μια αλυσίδα οχυρώσεων και γιγαντιαίων αναχωμάτων γνωστή ως Γραμμή Bar-Lev, η οποία ονομάστηκε έτσι από τον Ισραηλινό Στρατηγό Χάιμ Μπαρ-Λεβ, που τη σχεδίασε.
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Χάιμ Χέρτζογκ:
«Στις 19 Ιουνίου 1967, η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Ισραήλ ψήφισε ομόφωνα την επιστροφή του Σινά στην Αίγυπτο και των Υψωμάτων Γκολάν στη Συρία, ως αντάλλαγμα για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Το Γκολάν θα αποστρατικοποιούνταν και θα γινόταν διαπραγμάτευση ειδικού διακανονισμού για τα Στενά του Τιράν. Η κυβέρνηση αποφάσισε επίσης ν’ ανοίξει δίαυλο διαπραγματεύσεων με το Βασιλιά Χουσεΐν της Ιορδανίας σχετικώς με το Ανατολικό σύνορο».
Η ισραηλινή απόφαση θα μεταβιβαζόταν στα αραβικά κράτη από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ πληροφορήθηκαν την απόφαση του Ισραήλ να κάνει αυτήν την πρόταση, όχι όμως και ότι θα τη μεταβίβαζαν εκείνοι. Δεν υπάρχει απόδειξη πως η απόφαση αυτή μεταβιβάστηκε στην Αίγυπτο και τη Συρία, οι οποίες δεν απάντησαν ποτέ. Η απόφαση αυτή κρατήθηκε ένα καλά κρυμμένο μυστικό μέσα στους κύκλους της ισραηλινής κυβέρνησης και αποσύρθηκε τον Οκτώβριο του 1967.
Ο Ανουάρ Σαντάτ ήλπιζε πως αν επέφερε έστω και ένα περιορισμένο πλήγμα στους Ισραηλινούς, το status quo θα μπορούσε ν’ αλλάξει.
Ο Χαφέζ αλ-Άσαντ, κεφαλή της Συρίας, είχε διαφορετική άποψη. Ενδιαφερόταν ελάχιστα για διαπραγματεύσεις και ένιωθε πως η ανακατάληψη των Υψωμάτων Γκολάν θα έπρεπε να είναι αποτέλεσμα καθαρά στρατιωτικής ενέργειας. Αμέσως μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, ο Άσαντ είχε ξεκινήσει μια τεράστια διαδικασία σταδιακής στρατιωτικής ανασυγκρότησης φιλοδοξώντας να κάνει τη Συρία την μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στα αραβικά κράτη. Ο Άσαντ πίστευε πως, με τη βοήθεια της Αιγύπτου, ο ισχυροποιημένος του στρατός θα μπορούσε να νικήσει αποφασιστικά το Ισραήλ και να εξασφαλίσει έτσι για την χώρα του τον ηγετικό ρόλο στην περιοχή. Ο Άσαντ ήθελε ν’ αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις μόνο μετά την ανακατάληψη των Υψωμάτων Γκολάν δια της βίας, ώστε το Ισραήλ, αποδυναμωμένο και ταπεινωμένο από αυτήν την απώλεια, να αναγκαστεί ν’ αφήσει τη Δυτική Όχθη, τη Λωρίδα της Γάζας, και να κάνει γενικώς μεγάλες παραχωρήσεις.
Ο Σαντάτ ήθελε επίσης τον πόλεμο και εξαιτίας της εσωτερικής κατάστασης στη χώρα του.
«Στα τρία χρόνια αφότου πήρε το αξίωμα του ο Σαντάτ… ήταν από πλευράς ηθικού τα χαμηλότερα στην Αιγυπτιακή ιστορία… Μια αποξηραμένη οικονομία προστέθηκε στην απελπισία του έθνους. Ο πόλεμος ήταν επιλογή απελπισίας».
Στη βιογραφία του για τον Σαντάτ, ο ιστορικός Ραφαέλ Ισραέλι υποστηρίζει πως ο Σαντάτ ένιωθε ότι η ρίζα του προβλήματος βρισκόταν στη μεγάλη ντροπή του "Πολέμου των Έξι Ημερών" του ΄67, και πριν να γίνουν οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις, ένιωθε πως υπήρχε επιτακτική ανάγκη ξεπλύματος της ντροπής, που είχε κλονίσει συθέμελα τη ζωτικότητα, το αίσθημα τιμής και την αυτοπεποίθηση του λαού του. Η οικονομία της Αιγύπτου παράπαιε, αλλά ο Σαντάτ ήξερε πως οι βαθιές μεταρρυθμίσεις που ήταν απόλυτα αναγκαίες θα ήταν βαθιά αντιδημοφιλείς σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Μια στρατιωτική νίκη θα του έδινε τη δημοτικότητα που χρειαζόταν για να κάνει τις αλλαγές, ενώ παράλληλα θα ένωνε το έθνος δημιουργώντας υπόστρωμα συλλογικότητας, αναγκαίας κάθε ιστορικής προόδου και συλλογικής δραστηριότητας.
Μια μερίδα του αιγυπτιακού πληθυσμού, κυρίως οι φοιτητές που πραγματοποιούσαν ευρείες διαδηλώσεις, ήθελαν σφοδρά έναν πόλεμο για να ξαναπάρουν το Σινά και να κατανικήσουν τα σύνδρομα οργής και ταπείνωσης, που εύλογα τους διακατείχαν, έναντι των νικητών εχθρών Ισραηλινών, ενώ υπήρχε μεγάλη δυσαρέσκεια επειδή ο Σαντάτ δεν τον πραγματοποίησε στα πρώτα τρία του χρόνια ως Πρόεδρος.
Τα άλλα αραβικά κράτη ήταν πολύ πιο απρόθυμα για να δεσμευτούν απόλυτα σε ένα νέο πόλεμο.
-Ο Βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας φοβόταν ακόμα μια μεγάλη απώλεια της επικράτειάς του, όπως έγινε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, στον οποίο η Ιορδανία έχασε το μισό της πληθυσμό, που κατοικούσε στην απολεσθείσα Δυτική Όχθη του Ιορδάνη.
-Ο Σαντάτ επίσης υποστήριζε τις εδαφικές διεκδικήσεις της ΟΑΠ (Δυτική Όχθη και Γάζα) και υποσχέθηκε στον αρχηγό της, τον Γιάσερ Αραφάτ, πως θα έδινε τις περιοχές αυτές στην οργάνωση του σε περίπτωση νικηφόρου πολέμου.
-Ο Χουσεΐν έβλεπε ακόμα τη Δυτική Όχθη ως μέρος της Ιορδανίας, και την ήθελε για να αποκατασταθεί το βασίλειό του. Ακόμα περισσότερο, στη διάρκεια της κρίσης του "Μαύρου Σεπτέμβρη" το 1970, παραλίγο να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος μεταξύ της ΟΑΠ και της ιορδανικής κυβέρνησης.
Σ' εκείνον τον πόλεμο, η Συρία είχε παρέμβει στρατιωτικά στο πλευρό της ΟΑΠ, και οι σχέσεις Άσαντ και Χουσεΐν σχεδόν τερματίστηκαν.
Το Ιράκ και η Συρία επίσης είχαν τεταμένες σχέσεις, και οι Ιρακινοί αρνήθηκαν να ενταχθούν στην αρχική επίθεση. Ο Λίβανος, που είχε στα νότια κοινά σύνορα με το Ισραήλ, δεν ήταν αναμενόμενο να ενταχθεί στην αραβική πολεμική προσπάθεια, εξαιτίας του μικρού του στρατού και της ήδη φανερής αστάθειας του στο εσωτερικό της χώρας, λόγω της πολυφυλετικότητας και πολυθρησκευτικότητάς του.
Τους μήνες πριν τον πόλεμο, ο Σαντάτ ανέλαβε μια διπλωματική επίθεση σε μια προσπάθεια να κερδίσει υποστήριξη για την επερχόμενη σύγκρουση. Ως το φθινόπωρο του 1973, διεκδίκησε την υποστήριξη περισσότερων από εκατό κρατών. Αυτά ήταν κυρίως από τις χώρες του Αραβικού Συνδέσμου, του Κινήματος των Αδεσμεύτων, και του Οργανισμού της Αφρικανικής Ενότητας.
Ο Σαντάτ είχε δουλέψει επίσης για να κερδίσει εύνοια στην Ευρώπη και είχε κάποια επιτυχία πριν από τον πόλεμο. Η Βρετανία και η Γαλλία για πρώτη φορά πήραν το μέρος των αραβικών δυνάμεων εναντίον του Ισραήλ, στο Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ.
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
Ο Ανουάρ Σαντάτ το 1972 δήλωσε δημόσια πως, η Αίγυπτος ήταν δεσμευμένη να πάει σε πόλεμο με το Ισραήλ, και πως ήταν προετοιμασμένος να «θυσιάσει ένα εκατομμύριο Αιγυπτίους στρατιώτες».
Από το τέλος του 1972, η Αίγυπτος ξεκίνησε μια μεθοδική προσπάθεια να επαυξήσει σταδιακά τις δυνάμεις της, παραλαμβάνοντας αεριωθούμενα μαχητικά MiG-21, σοβιετικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους SA-2, SA-3, SA-6 και SA-7, σοβιετικά τεθωρακισμένα άρματα μάχης T-55 και T-62, αντιαρματικά RPG-7, καθώς και τους αντιαρματικούς κατευθυνόμενους πυραύλους AT-3 Sagger από τη Σοβιετική Ένωση, βελτιώνοντας και τις στρατιωτικές της τακτικές, βασισμένες σε σοβιετικά δόγματα για το πεδίο της μάχης. Οι στρατηγοί, που είχαν μεγάλο μέρος της ευθύνης για την πανωλεθρία του 1967, αντικαταστάθηκαν με ικανότερους.
Ο ρόλος των υπερδυνάμεων επίσης, ήταν ένας βασικός παράγοντας στην έκβαση των δύο πολέμων.
Η πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μια από τις αιτίες της στρατιωτικής αδυναμίας της Αιγύπτου. Ο Νάσερ μπορούσε να πάρει το υλικό για αντιαεροπορική πυραυλική άμυνα μόνο αφότου πήγαινε στη Μόσχα και ''παρακαλούσε'' τους ηγέτες του Κρεμλίνου.
Ο Σαντάτ τούς είπε πως αν δεν του δίνονταν οι προμήθειες και τελευταίας τεχνολογίας πολεμικό υλικό, έπρεπε να γυρίσει στην Αίγυπτο και να πει στον αιγυπτιακό λαό πως η Μόσχα τον εγκατέλειψε, και μετά έπρεπε να παραδώσει την εξουσία σε έναν από τους ισότιμους του, που θα μπορούσε να συνδιαλλαχτεί με τους Αμερικανούς. Οι Αμερικάνοι μετά απ’ αυτό θα είχαν το πάνω χέρι στην περιοχή, κάτι που η Μόσχα δε μπορούσε να επιτρέψει.
Ένας από τους κρυφούς στόχους της Αιγύπτου στον "Πόλεμο της Φθοράς" ήταν ν’ αναγκάσει τη Σοβιετική Ένωση να προμηθεύσει την Αίγυπτο με πιο εξελιγμένα όπλα και πολεμικό υλικό. Η Αίγυπτος ένιωθε πως ο μόνος τρόπος για να πείσει τους Σοβιετικούς ηγέτες για την ανεπάρκεια σχεδόν του συνόλου του αεροπορικού και αντιαεροπορικού οπλικού υλικού που της είχαν δώσει μετά το 1967, ήταν να δοκιμάσει τα σοβιετικά όπλα εναντίον του αναπτυγμένου οπλικού συνόλου των ΗΠΑ, τον οποίο κατείχε το Ισραήλ.
Η πολιτική του Νάσερ μετά την ήττα του 1967 συγκρούστηκε μ’ αυτήν της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Σοβιετικοί ήθελαν ν’ αποφύγουν μια νέα σύγκρουση μεταξύ των Αράβων και των Ισραηλινών, έτσι ώστε να μη συρθούν σε αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η πραγματικότητα της κατάστασης έγινε προφανής όταν οι υπερδυνάμεις συναντήθηκαν στο Όσλο και συμφώνησαν στη διατήρηση του status quo.
Αυτό ήταν απαράδεκτο για τους Αιγύπτιους ηγέτες, και όταν ανακαλύφθηκε πως οι αιγυπτιακές προετοιμασίες για το πέρασμα της Διώρυγας του Σουέζ διέρρευσαν, έγινε επιβεβλημένη η απομάκρυνση των Σοβιετικών από την Αίγυπτο. Τον Ιούλιο του 1972, ο Σαντάτ έδιωξε σχεδόν όλους εκ του συνόλου των 20.000 Σοβιετικών στρατιωτικούς συμβούλους στη χώρα και αναπροσανατόλισε την εξωτερική πολιτική με πιο ευνοϊκή στάση έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι Σύριοι παραταύτα έμειναν κοντά στη Σοβιετική Ένωση.
Οι Σοβιετικοί είχαν την πίστη πως οι πιθανότητες του Σαντάτ σε έναν πόλεμο θα ήταν λίγες. Προειδοποίησαν πως κάθε προσπάθεια να περάσουν τη βαριά οχυρωμένη και φρουρούμενη Διώρυγα του Σουέζ, θα προκαλούσε τεράστιες απώλειες. Οι Σοβιετικοί, που επιζητούσαν τη διπλωματική αποκλιμάκωση, δεν είχαν συμφέρον να δουν αποσταθεροποιημένη τη Μέση Ανατολή. Σε μια συνάντηση του τον Ιούνιο του 1973 με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, ο Σοβιετικός ηγέτης Λεονίντ Μπρέζνιεφ είχε προτείνει την υποχώρηση του Ισραήλ στα σύνορα του 1967 (πριν τον τότε πόλεμο). Ο Μπρέζνιεφ είπε πως αν δεν το έκανε το Ισραήλ, «θα δυσκολευτούμε να κρατήσουμε την ανάφλεξη της στρατιωτικής κατάστασης» - μια ένδειξη πως η Σοβιετική Ένωση δε μπορούσε να συγκρατήσει τον Σαντάτ ν΄ανασχέσει τα σχέδιά του.
Σε μια συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Νιούζγουικ" (9 Απριλίου 1973), ο Πρόεδρος Σαντάτ απείλησε ξανά με πόλεμο το Ισραήλ. Πολλές φορές κατά το 1973, οι αραβικές δυνάμεις πραγματοποιούσαν μεγάλης κλίμακας ασκήσεις που αυτομάτως έθεταν το στρατό του Ισραήλ στο υψηλότερο επίπεδο συναγερμού, μόνο και μόνο για ν' ανακληθούν λίγες μέρες αργότερα.
Η ισραηλινή ηγεσία πίστευε τότε πως αν γινόταν μια επίθεση, η Ισραηλινή Αεροπορία θα μπορούσε να την αποκρούσει, καταστρέφοντας τόσο τα εναέρια όσο και στη συνέχεια τα επίγεια μέσα του εχθρού.
Σχεδόν ένα ολόκληρο χρόνο πριν τον πόλεμο, σε σύσκεψη στις 24 Οκτωβρίου 1972 με το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Σαντάτ διακήρυξε την πρόθεσή του να πάει σε πόλεμο με το Ισραήλ, ακόμα και χωρίς την κατάλληλη σοβιετική υποστήριξη.
Ο σχεδιασμός είχε ήδη αρχίσει από το 1971 και ολοκληρώθηκε σε απόλυτη μυστικότητα - ακόμα και οι ανώτεροι αξιωματικοί δε γνώριζαν τα πολεμικά σχέδια, σχεδόν ώς την τελευταία εβδομάδα πριν την επίθεση, ενώ οι στρατιώτες έμαθαν για την επίθεση ελάχιστες ώρες πριν γίνει.
Το σχέδιο διπλής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ, από κοινού με τη Συρία, πήρε το κωδικό όνομα "Επιχείρηση Badr" (Μπαντρ, η αραβική λέξη για την "πανσέληνο").
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΦΝΙΔΙΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
Το Τμήμα Ερευνών της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Αντικατασκοπίας των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων (εν συντομία “Aman”) ήταν υπεύθυνο για την σχηματοποίηση της ισραηλινής αντικατασκοπευτικής αποτίμησης. Οι αποτιμήσεις τους στην πιθανότητα της εισβολής ήταν βασισμένες σε διάφορες υποθέσεις.
Αρχικώς έγινε, σωστά όπως αποδείχθηκε αργότερα, η υπόθεση πως η Συρία δεν έμπαινε σε πόλεμο αν δεν έμπαινε και η Αίγυπτος.
Δεύτερον, το τμήμα έμαθε από υψηλόβαθμο Αιγύπτιο πληροφοριοδότη, πως η Αίγυπτος ήθελε να ξαναπάρει όλο το Σινά, αλλά δε θα έμπαινε σε πόλεμο ώσπου να παραλάβει τα μαχητικά-βομβαρδιστικά MiG-23 για να εξουδετερώσει την Ισραηλινή Αεροπορία, και πυραύλους Scud για να χρησιμοποιηθούν εναντίον των ισραηλινών πόλεων, ώστε να εμποδίσουν ισραηλινές επιθέσεις εναντίον των αιγυπτιακών υποδομών.
Από τη στιγμή που δεν πήραν τα MiG-23, και οι πύραυλοι Scud είχαν φτάσει στην Αίγυπτο μόνο από τη Βουλγαρία στα τέλη Αυγούστου και η εκπαίδευση των αιγυπτιακών επίγειων πληρωμάτων θα έπαιρνε τέσσερις μήνες, η Aman προέβλεψε πως ο πόλεμος με την Αίγυπτο δεν ήταν άμεσος. Αυτή η υπόθεση σχετικώς με τα στρατηγικά σχέδια της Αιγύπτου, γνωστή ως «το concept», προκαταλάμβανε σε μεγάλο βαθμό τη σκέψη του τμήματος και το οδήγησε να απορρίπτει άλλες πολεμικές προειδοποιήσεις.
Αργότερα αποκαλύφθηκε σ’ ένα βιβλίο που εκδόθηκε από τον Ισραηλινό ιστορικό Roni Bregman, με έδρα το Λονδίνο, πως ο πληροφοριοδότης (ή πιθανώς και διπλός πράκτορας) δεν ήταν άλλος από τον επιχειρηματία Ασράφ Μαρουάν, ισχυρό Αιγύπτιο οικονομικό και πολιτικό παράγοντα (όταν ο επιχειρηματίας πέθανε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες το 2007 στο Λονδίνο, παρασημοφορήθηκε και από την αιγυπτιακή, και από την ισραηλινή κυβέρνηση, που αμφότερες δήλωσαν πως πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες στις χώρες τους, οι οποίες όμως, για «ειδικούς λόγους», έπρεπε να μείνουν απόρρητες).
Οι Αιγύπτιοι έκαναν πάρα πολλά για να προάγουν αυτή την παρανόηση. Και οι Ισραηλινοί και οι Αμερικανοί πίστευαν πως η έξωση των Σοβιετικών στρατιωτικών παρατηρητών είχε μειώσει σοβαρά την αποτελεσματικότητα του Αιγυπτιακού Στρατού. Οι Αιγύπτιοι εξασφάλιζαν την ύπαρξη ενός συνεχούς κύματος ψευδών πληροφοριών, πως υπήρχαν προβλήματα συντήρησης και έλλειψη προσωπικού για να λειτουργήσει τον πιο εξελιγμένο εξοπλισμό. Οι Αιγύπτιοι έκαναν επαναλαμβανόμενες παραπλανητικές αναφορές για έλλειψη ανταλλακτικών, οι οποίες έφτασαν στους Ισραηλινούς. Ο Σαντάτ είχε μπει σε μια πολιτική των άκρων εδώ και τόσο καιρό, που οι συνεχείς πολεμικές του απειλές είχαν κουράσει όλο τον κόσμο σε τέτοιο βαθμό, ώστε τις αγνοούσε. Το Μάιο και τον Αύγουστο του 1973, ο αιγυπτιακός στρατός είχε ξεκινήσει ασκήσεις στα σύνορα και το αποτέλεσμα ήταν οι δύο επιστρατεύσεις που πραγματοποίησε ως απάντηση το Ισραήλ, να του στοιχίσουν περίπου $10 εκατομμύρια.
Την εβδομάδα πριν το Γιομ Κιπούρ, ο αιγυπτιακός στρατός πραγματοποίησε εκπαιδευτική άσκηση διάρκειας μιας εβδομάδας δίπλα από τη Διώρυγα του Σουέζ. Η Ισραηλινή Αντικατασκοπία, ανιχνεύοντας μεγάλες κινήσεις στρατευμάτων προς τη διώρυγα, τις εξέλαβε ως απλές εκπαιδευτικές ασκήσεις. Κινήσεις των συριακών στρατευμάτων προς τα σύνορα ήταν αινιγματικές, αλλά δε συνιστούσαν απειλή, επειδή η Aman πίστευε πως δε μπορούσαν να επιτεθούν χωρίς την Αίγυπτο και η Αίγυπτος δε θα έκανε επίθεση χωρίς να φτάσει το οπλικό υλικό που περίμενε.
Στις 27 και στις 30 Σεπτεμβρίου, κλήθηκαν στον αιγυπτιακό στρατό δύο κλάσεις εφέδρων για να συμμετέχουν σ’ αυτές τις ασκήσεις. Δύο μέρες πριν την έκρηξη του πολέμου, στις 4 Οκτωβρίου, η αιγυπτιακή κυβέρνηση ανακοίνωσε δημόσια την αποστράτευση μέρους των εφέδρων που κλήθηκαν στις 27 Σεπτεμβρίου, για ν’ αποκοιμίσουν τις ισραηλινές υποψίες. Αποστρατεύθηκαν 20.000 άνδρες, και ακολούθως κάποιοι απ’ αυτούς έφυγαν απευθείας για να πραγματοποιήσουν το ετήσιο προσκύνημα στη Μέκκα.
Ο προφανής λόγος για τον οποίο επιλέχθηκε η εβραϊκή γιορτή του "Γιομ Κιπούρ" («Εξιλασμός» στα Ελληνικά), για την εκδήλωση της αιφνιδιαστικής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ, ήταν πως εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα, σε αντίθεση με κάθε άλλη εβραϊκή εορτή, τα πάντα στο Ισραήλ "νεκρώνουν".
Στο Γιομ Κιπούρ, την ιερότερη μέρα των Εβραίων, όχι μόνο οι θρησκευόμενοι, αλλά το σύνολο των Εβραίων νηστεύουν, αποφεύγουν κάθε χρήση φωτιάς, ηλεκτρικού, μηχανών, επικοινωνιών κτλ, και οι οδικές μεταφορές και γενικότερη κυκλοφορία σταματούν. Πολλοί στρατιώτες έπαιρναν άδεια για να γιορτάσουν στο σπίτι τους και το Ισραήλ ήταν σε μεγάλο βαθμό ευάλωτο, ειδικά με μεγάλο μέρος του στρατού ανενεργό.
Ο πόλεμος επίσης συνέπιπτε με το μουσουλμανικό μήνα του Ραμαζανίου, που σήμαινε πως οι περισσότεροι μουσουλμάνοι στρατιώτες νήστευαν κι αυτοί. Ωστόσο, η συγκεκριμένη ημέρα, βοήθησε το Ισραήλ να κινητοποιήσει τους εφέδρους του από τα σπίτια και τις συναγωγές τους, επειδή η φύση της εορτής σήμαινε πως οι δρόμοι και οι επικοινωνίες ήταν ολάνοιχτες, και βοηθήθηκε η οργάνωση, επιστράτευση και άμεση προώθηση των στρατιωτών.
Παρά την άρνησή του να συμμετάσχει στην επίθεση, ο βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας «είχε συναντηθεί με τον Σαντάτ και τον Άσαντ στην Αλεξάνδρεια, δύο εβδομάδες προηγουμένως. Έχοντας υπόψη την αμοιβαία καχυποψία που επικρατούσε ανάμεσα στους Άραβες ηγέτες, μάλλον δεν του ειπώθηκαν συγκεκριμένα πολεμικά σχέδια. Είναι όμως πιθανόν πως ο Σαντάτ και ο Άσαντ είχαν εκφράσει την προοπτική τους για πόλεμο εναντίον του Ισραήλ με γενικούς όρους, για να εκμαιεύσουν την πιθανότητα να τους ακολουθήσει η Ιορδανία».
Τη νύχτα της 25ης Σεπτεμβρίου, ο Χουσεΐν πήγε μυστικά στο Τελ Αβίβ για να προειδοποιήσει την Ισραηλινή Πρωθυπουργό Γκόλντα Μέιρ, πως επίκειται άμεση επίθεση από τη Συρία.
«“Θα πάνε σε πόλεμο χωρίς τους Αιγυπτίους;”, ρώτησε η κυρία Μέιρ.
Ο βασιλιάς είπε πως δεν το πιστεύει αυτό.
“Πιστεύω πως εκείνοι (οι Αιγύπτιοι), θα συνεργαστούν”».
Προς έκπληξη, αυτή η προειδοποίηση έπεσε στο κενό.
Η Aman κατέληξε πως ο Ιορδανός βασιλιάς δεν τους είπε κάτι που δεν το ήξεραν ήδη.
«Έντεκα προειδοποιήσεις για πόλεμο πήρε το Ισραήλ το Σεπτέμβριο από καλά πληροφορημένες πηγές. Αλλά ο Ζβι Ζαμίρ (ο αρχηγός της Μοσάντ) συνέχισε να επιμένει πως ο πόλεμος δεν ήταν στις επιλογές των Αράβων. Ακόμα και οι προειδοποιήσεις του Χουσεΐν δεν πέτυχαν να τον συνταράξουν».
Αργότερα δήλωσε πως «Απλώς δε νιώθαμε πως ήταν ικανοί (για πόλεμο)».
Αποδείχτηκε πως αυτό, ήταν το μεγαλύτερο φιάσκο των περιβόητων για την υψηλή αποτελεσματικό-τητά τους, Ισραηλινών Μυστικών Υπηρεσιών.
Τελικά, ο Ζβι Ζαμίρ μετέβη προσωπικά στην Ευρώπη για να συναντηθεί με τον Ασράφ Μαρουάν, τα μεσάνυχτα της 5ης-6ης Οκτωβρίου 1973. Ο Μαρουάν τον πληροφόρησε πως επίκειται άμεσα, από κοινού επίθεση Συρίας-Αιγύπτου, εναντίον του Ισραήλ. Αυτή η συγκεκριμένη προειδοποίηση, συνδυασμένη μ΄ ένα μεγάλο αριθμό άλλων προειδοποιήσεων, ώθησαν τελικά την ισραηλινή ανώτατη στρατιωτική διοίκηση να αναλάβει δράση. Λίγες ώρες πριν ν’ αρχίσει η επίθεση, βγήκαν διαταγές για μερική κατάταξη των Ισραηλινών εφέδρων.
Ειρωνικά, η κλήση των εφέδρων αποδείχτηκε ευκολότερη από το κανονικό, αφού σχεδόν όλοι οι στρατιώτες ήταν στις συναγωγές ή στα σπίτια τους για τη γιορτή.
ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΙ ΔΕΝ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
-ΟΙ ΛΟΓΟΙ-
Η ισραηλινή στρατηγική ήταν, για το μεγαλύτερο της μέρος, βασισμένη στη γενική αρχή πως αν ο πόλεμος ήταν άμεσα επικείμενος, το Ισραήλ θα εξαπέλυε ένα προληπτικό χτύπημα. Είχε υπολογιστεί πως οι υπηρεσίες αντικατασκοπίας του Ισραήλ θα έδιναν, στη χειρότερη περίπτωση, προειδοποίηση περίπου 48 ωρών πριν μια αραβική επίθεση.
Η Γκόλντα Μέιρ, ο Μοσέ Νταγιάν, και ο Ισραηλινός στρατηγός Νταβίντ Ελάζαρ, συναντήθηκαν στις 8:05 το πρωινό του Γιομ Κιπούρ, έξι ώρες πριν ν’ αρχίσει ο πόλεμος. Ο Νταγιάν άνοιξε την συνάντηση υποστηρίζοντας πως ο πόλεμος δεν ήταν μια βεβαιότητα. Ο Ελάζαρ ακολούθως παρουσίασε την διαφωνία του, υπερθεματίζοντας για προληπτική επίθεση εναντίον των συριακών αεροδρομίων νωρίς το μεσημέρι, εναντίον των συριακών πυραύλων στις 15:00, και εναντίον των συριακών κυρίως ενόπλων δυνάμεων στις 17:00.
«Όταν ολοκληρώθηκαν οι παρουσιάσεις, η πρωθυπουργός το σκέφτηκε για λίγα λεπτά αλλά μετά κατέληξε σε καθαρή απόφαση. Δεν θα γινόταν προληπτική επίθεση. Το Ισραήλ ίσως να χρειαζόταν αμερικανική βοήθεια σύντομα και θα ήταν επιβεβλημένο να μην κατηγορηθεί πως άρχισε τον πόλεμο.
“Αν χτυπήσουμε πρώτοι, δεν θα πάρουμε βοήθεια από κανέναν”, είπε».
Τα ευρωπαϊκά κράτη, υπό την απειλή εμπορικού μποϋκοτάζ και ενός αραβικού πετρελαϊκού εμπάργκο που θα εκτίναζε στα ύψη τις τιμές του πετρελαίου, είχαν σταματήσει να τροφοδοτούν το Ισραήλ με πολεμοφόδια. Συνεπώς, το Ισραήλ ΕΞΑΡΤΙΟΤΑΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από τις Ηνωμένες Πολιτείες για το στρατιωτικό του επανεφοδιασμό, και είχε καταστεί ιδιαιτέρως ευαίσθητο σε οτιδήποτε μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο αυτή τη σχέση. Αφότου η Μέιρ πήρε την απόφαση της, πληροφόρησε τις Ηνωμένες Πολιτείες πως το Ισραήλ δεν σκόπευε να ενεργήσει πρώτο και ζήτησε όπως οι προσπάθειες των ΗΠΑ να κατευθυνθούν στην αποτροπή του πολέμου.
Αργότερα έφτασε ένα μήνυμα από τον τότε Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ (εβραϊκής καταγωγής) , το οποίο έλεγε: «Μην ενεργήσετε πρώτοι». Την ίδια ώρα, ο Κίσινγκερ προέτρεψε τους Σοβιετικούς να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για ν’ αποτρέψουν τον πόλεμο, ήλθε σε επικοινωνία με την Αίγυπτο και της ανέφερε το μήνυμα του Ισραήλ πως δε θα ενεργούσε πρώτο, και έστειλε μηνύματα σε άλλες αραβικές κυβερνήσεις για να στρατολογήσει τη βοήθειά τους στο σκοπό του μετριοπαθούς χειρισμού της καταστάσεως. Αυτές οι προσπάθειες έγιναν την τελευταία στιγμή και ήταν μάταιες. Σύμφωνα με τον Χένρι Κίσινγκερ, αν το Ισραήλ χτυπούσε πρώτο, δε θα είχαν πάρει “ούτε νύχι”.
Ο Νταβίντ Ελάζαρ πρότεινε την κινητοποίηση ολόκληρης της Αεροπορίας και τεσσάρων τεθωρακισμένων μεραρχιών, συνολικά 100.000 με 120.000 άντρες, ενώ ο Νταγιάν ήταν υπέρ την κινητοποίησης της Αεροπορίας και δύο τεθωρακισμένων μεραρχιών, συνολικά περίπου 70.000 άντρες. Η Μέιρ τάχθηκε υπέρ της πρότασης του Ελάζαρ, και ξεκίνησε η επιστράτευση.
ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ
Ισραήλ
-απέναντι του-
Αίγυπτος
Συρία
Ιράκ
Άλλες ενισχύσεις
Κούβα
Σαουδική Αραβία
Μαρόκο
Βόρεια Κορέα
Αλγερία
Παλαιστίνη
Σοβιετική Ένωση
Ιορδανία
Ηγετικά πρόσωπα
Ισραήλ :
Μοσέ Νταγιάν
Νταβίντ Ελάζαρ
Ίσραελ Ταλ
Χαΐμ Μπάρ Λεβ
Αίγυπτος-Συρία-Ιράκ
Σαάντ Ελ Σάζλι
Μουσταφά Τλας
Ανουάρ Σαντάτ
Χαφέζ Αλ Άσαντ
Αχμέντ Ισμαήλ Αλί
Δυνάμεις
Ισραήλ :
415.000 στρατιώτες
2.300 άρματα μάχης
3.000 ΤΟΜΠ
(Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού)
945 πυροβόλα
561 μαχητικά αεροσκάφη
84 ελικόπτερα
38 πλοία
Αίγυπτος :
800.000 στρατιώτες
1.700 άρματα μάχης
2.400 ΤΟΜΠ
1.120 πυροβόλα
400 μαχητικά αεροσκάφη
140 ελικόπτερα
104 πλοία
Συρία :
150.000 στρατιώτες
1.400 άρματα μάχης
800-900 ΤΟΜΠ
600 πυροβόλα
350 αεροπλάνα
36 ελικόπτερα
21 πλοία
Ιράκ :
30.000 στρατιώτες
250-500 άρματα μάχης
500 ΤΟΜΠ
200 πυροβόλα
73 μαχητικά αεροσκάφη
ΣΤΑ ΥΨΩΜΑΤΑ ΓΚΟΛΑΝ
Στα υψώματα του Γκολάν, οι Σύριοι επιτέθηκαν στις αμυντικές γραμμές του Ισραήλ που αποτελούνταν από δύο ταξιαρχίες και έντεκα μοίρες πυροβολικού, με πέντε μεραρχίες και 188 μοίρες πυροβολικού.
Στην έναρξη της μάχης, 180 Ισραηλινά άρματα μάχης και 60 πυροβόλα βρέθηκαν εναντίον περίπου
1.300 Συριακών αρμάτων μάχης. Κάθε Ισραηλινό άρμα που αναπτύχθηκε στα Υψώματα Γκολάν μπήκε στον πόλεμο από τις πρώτες μάχες. Σύριοι καταδρομείς που έπεσαν από ελικόπτερα κατέλαβαν επίσης το σημαντικότερο Ισραηλινό οχυρό στο Jabal al Shaikh (Όρος Hermon), το οποίο είχε μια ποικιλία εξοπλισμού εποπτείας.
Η Ανώτατη Ισραηλινή Στρατιωτική Διοίκηση έδωσε προτεραιότητα στον πόλεμο στα Υψώματα Γκολάν. Ο πόλεμος στο Σινά ήταν αρκετά μακριά από τα Ισραηλινά αστικά και πληθυσμιακά κέντρα ώστε να απειλούνται άμεσα· ενώ αν έπεφταν τα Υψώματα Γκολάν, οι Σύριοι θα μπορούσαν να προωθηθούν εύκολα προς την Τιβεριάδα, το Σαφέντ, την Χάιφα, την Νετάνια και το Τελ Αβίβ.
Οι έφεδροι κατευθύνθηκαν στο Γκολάν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Ορίστηκαν στα τεθωρακισμένα και στάλθηκαν στο μέτωπο μόλις έφταναν στις στρατιωτικές αποθήκες, χωρίς να περιμένουν τα πληρώματα με τα οποία εκπαιδεύτηκαν να φτάσουν, χωρίς να περιμένουν να εγκατασταθούν στα άρματα τους τα πολυβόλα, και χωρίς ν’ ασχοληθούν με τη ρύθμιση των όπλων τους στα άρματα (μια χρονοβόρα διαδικασία γνωστή ως bore-sighting).
Όπως έκαναν και οι Αιγύπτιοι στο Σινά, οι Σύριοι στα Υψώματα Γκολάν φρόντισαν να μείνουν υπό την κάλυψη των πυραύλων εδάφους-αέρος τους. Επίσης όπως και στο Σινά, οι Σύριοι χρησιμοποίησαν Σοβιετικά αντιαρματικά όπλα (τα οποία, εξαιτίας του ανομοιόμορφου εδάφους, δεν ήταν τόσο αποτελεσματικά όσο στην επίπεδη έρημο του Σινά).
Ως το τέλος την πρώτης μέρας των μαχών, οι Σύριοι (που υπερτερούσαν αριθμητικά τους Ισραηλινούς στα Γκολάν με ποσοστό 5 προς 1, και σε κάποιες περιπτώσεις, με 11 προς 1. Τα Συριακά άρματα μάχης υπερτερούσαν τον Ισραηλινών με 10 προς 1) είχαν επιτύχει μέτρια επιτυχία.
Οι Ισραηλινοί προέβαλαν αποφασισμένη αντίσταση, ενώ τα άρματα μάχης και το πεζικό προσπαθούσε συνεχώς να απωθήσει τους Σύριους. Χρησιμοποίησαν αυτοκινούμενο πυροβολικό, και το χρησιμοποίησαν με θανατηφόρες συνέπειες - οι Ισραηλινοί πυροβολητές είχαν ασκηθεί στα Υψώματα Γκολάν πολλές φορές - και ήταν αποτελεσματικοί.
Οι Συριακές μοίρες πυραύλων εδάφους-αέρος κατέρριψαν 40 Ισραηλινά αεροπλάνα, αλλά σύντομα οι Ισραηλινοί πιλότοι υιοθέτησαν διαφορετική τακτική - πετώντας χαμηλά πάνω από την Ιορδανία - εφόρμησαν πάνω από τα Υψώματα Γκολάν, έπιασαν τους Σύριους στα άκρα και απέφυγαν πολλές από τις μοίρες πυραύλων τους. Οι Ισραηλινοί πιλότοι έριξαν και συμβατικές βόμβες και βόμβες ναπάλμ, και τορπίλισαν Συριακά οχήματα τα οποία σκορπίστηκαν στο έδαφος.
Όμως μέσα σε έξι ώρες, η πρώτη Ισραηλινή γραμμή άμυνας υπερκεράστηκε από τους μεγαλύτερους αριθμούς εναντίον της.
Ένα Συριακό άρμα μάχης περνώντας από το Φαράγγι του Rafid γύρισε βορειοδυτικά προς ένα δρόμο που τον χρησιμοποιούσαν σπάνια γνωστό ως Δρόμο Tapline, ο οποίος περνά διαγώνια μέσα στα Γκολάν. Αυτός ο δρόμος θα αποδεικνυόταν ένας από τους καθοριστικότερος στρατηγικούς παράγοντες της μάχης. Οδηγούσε κατευθείαν από τα Συριακά σημεία προσπέλασης προς το Nafah, που δεν ήταν μόνο η θέση του Ισραηλινού αρχηγείου της μεραρχίας αλλά και το σημαντικότερο σταυροδρόμι στα υψώματα.
Στη διάρκεια της νύχτας, ο Υπολοχαγός Zvika Greengold, ο οποίος είχε μόλις φτάσει στην μάχη χωρίς να μπει σε καμιά μονάδα, τους πολέμησε μόνο με το άρμα του, ώσπου να φτάσει βοήθεια.
Για τις επόμενες 20 ώρες, η Δύναμη Zvika, όπως έγινε γνωστή στο ραδιοφωνικό δίκτυο, πολέμησε συνέχεια και εν κινήσει τα Συριακά άρματα μάχης, κάποιες φορές μόνος του, κάποιες ως μέρος μεγαλύτερης μονάδας, αλλάζοντας άρμα έξι φορές ώσπου εξαντλήθηκε. Τραυματίστηκε και κάηκε αλλά παρέμεινε μάχιμος και έφτασε επανειλημμένα σε κρίσιμες στιγμές από απρόσμενη κατεύθυνση για ν’ αλλάξει την πορεία μιας αψιμαχίας. Για τις πράξεις του, ο Zvika έγινε εθνικός ήρωας στο Ισραήλ και πήρε το Μετάλλιο Ανδρείας, την ανώτατη διάκριση της χώρας.
Σε διάρκεια πάνω από τεσσάρων ημερών πολέμου, η Ισραηλινή Ζ’ Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία στο βορρά (υπό την διοίκηση του Yanush Ben Gal) μπόρεσε να κρατήσει την βραχώδη γραμμή του λόφου η οποία προστάτευε τα βόρεια πλευρά των αρχηγείων τους στο Nafah.
Οι Σύριοι ενώ βρίσκονταν κοντά στις Ισραηλινές άμυνες στο Nafah, σταμάτησαν την προώθηση τους στους φράχτες του Nafah, επιτρέποντας στους Ισραηλινούς να συναρμολογήσουν μια αμυντική γραμμή. Η πιο λογική εξήγηση γι’ αυτό είναι πως οι Σύριοι είχαν υπολογίσει τις πιθανές προελάσεις, και οι διοικητές στο πεδίο της μάχες δεν ήθελαν να βγουν εκτός του σχεδίου. Στα νότια, όμως, η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία Barak, χωρίς να έχει φυσικές άμυνες, άρχισε να δέχεται απώλειες.
Ο Ισραηλινός διοικητής της ταξιαρχίας Συνταγματάρχης Shoham σκοτώθηκε την δεύτερη μέρα των μαχών μαζί με τον υπαρχηγό του και τον ΑΞΕΠ (Αξιωματικός Επιχειρήσεων), ο καθένας σε διαφορετικό άρμα, ενώ οι Σύριοι προσπαθούσαν απεγνωσμένα να προωθηθούν προς την θάλασσα της Γαλιλαίας και το Nafah.
Σ’ εκείνο το σημείο, η Ταξιαρχία σταμάτησε να λειτουργεί ως συνεκτική δύναμη, αν και τα άρματα που είχαν απομείνει και τα πληρώματα τους συνέχισαν να πολεμούν ανεξάρτητα. Όμως, οι Σύριοι είχαν πιο βαριές απώλειες. Το κύμα βομβαρδισμών από τα Ισραηλινά άρματα στους προωθημένους Σύριους προκάλεσαν μεγάλες απώλειες, και ο Σύριος Ταξίαρχος Omar Abrash σκοτώθηκε όταν το άρμα διοίκησης του δέχτηκε ευθεία βολή.
Η τροπή στο Γκολάν άρχισε να γυρίζει με την άφιξη των Ισραηλινών εφεδρικών δυνάμεων οι οποίες μπόρεσαν να συγκρατήσουν και, από τις 8 Οκτωβρίου, να απωθήσουν την Συριακή επίθεση. Τα μικροσκοπικά Υψώματα Γκολάν ήταν πολύ μικρά για να λειτουργήσουν ως αποτελεσματική εδαφική ενδιάμεση ουδέτερη ζώνη, σε αντίθεση με την Χερσόνησο του Σινά στο νότο, αλλά αποδείχτηκε να είναι στρατηγικό γεωγραφικό οχυρό και ήταν κρίσιμο κλειδί στην αποτροπή του Συριακού στρατού από το να βομβαρδίζει τις πόλεις από κάτω. Ως την Τετάρτη, 10 Οκτωβρίου, η τελευταία Συριακή μονάδα στον κεντρικό τομέα απωθήθηκε πίσω από την Πορφυρή Γραμμή, που ήταν το προπολεμικό σύνορο (από το 1967).
Τώρα έπρεπε να παρθεί μια απόφαση - για το αν θα σταματούσαν στα σύνορα του 1967, ή θα συνέχιζαν τον πόλεμο στο Συριακό έδαφος. Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση του Ισραήλ ξόδεψε ολόκληρη την 10η Οκτωβρίου για να συζητήσει αυτό και στην διάρκεια της νύχτας. Κάποιοι ήταν υπέρ της απεμπλοκής, που θα επέτρεπε στους στρατιώτες να ανασυνταχθούν στο Σινά (η ήττα του Shmuel Gonen στο Σινά είχε συμβεί δύο μέρες προηγουμένως). Άλλοι ήταν υπέρ της συνέχισης του επίθεσης μέσα στην Συρία, προς την Δαμασκό, κάτι που θα έβγαζε έξω από τον πόλεμο την Συρία· επίσης θα αποκαθιστούσε την εικόνα του Ισραήλ ως της ανώτερης στρατιωτικής δύναμης στην Μέση Ανατολή και θα τους έδινε ένα πολύτιμο διαπραγματευτικό χαρτί μόλις τελείωνε ο πόλεμος. Άλλοι υπολόγιζαν πως η Συρία είχε δυνατές άμυνες - αντιαρματικές τάφρους, ναρκοπέδια και ισχυρά σημεία - και πως θα ήταν καλύτερο να πολεμήσουν από τις αμυντικές θέσεις στα Υψώματα Γκολάν (παρά στο επίπεδο ανάγλυφο της Συρίας) στην περίπτωση ενός άλλο πολέμου με την Συρία.
Ωστόσο, η Πρωθυπουργός Μέιρ αντιλήφθηκε το κρισιμότερο σημείο της όλης συζήτησης:
«Θα έπαιρνε τέσσερις μέρες να πάρουν μια μεραρχία στο Σινά. Αν τέλειωνε σ’ εκείνη την περίοδο ο πόλεμος, θα τελείωνε με εδαφική απώλεια για το Ισραήλ στο Σινά και κανένα κέρδος στο βορρά - μια απόλυτη ήττα. Αυτό ήταν ένα πολιτικό ζήτημα και η απόφαση της ήταν απόλυτη - να περάσουν την Πορφυρή Γραμμή… Η επίθεση θα γινόταν την επομένη ημέρα, Πέμπτη, στις 11 Οκτωβρίου».
Από τις 11 ως τις 14 Οκτωβρίου, οι Ισραηλινές δυνάμεις προωθήθηκαν στην Συρία, αλλά οι Σύριοι έφεδροι επέδειξαν σθεναρή αντίσταση από τις προετοιμασμένες τους άμυνες. Οι Ισραηλινοί συνέχισαν την προώθηση τους, και έφτασαν στην βασική αμυντική γραμμή γύρω από το Sassa. Οι Ισραηλινοί είχαν κατακτήσει μια περιοχή ακόμα 50 τετραγωνικών χιλιομέτρων της περιφέρειας του Bashan. Από κει θα μπορούσαν να βομβαρδίσουν τα περίχωρα της Δαμασκού, που βρισκόταν μόνο 40 χιλιόμετρα μακριά, χρησιμοποιώντας βαρύ πυροβολικό. Συριακά μαχητικά αεροσκάφη MIG εφόρμησαν στους Ισραηλινούς, ως μέρος της απεγνωσμένης άμυνας για την Δαμασκό.
«Ενώ επιδεινωνόταν η Αραβική θέση στα πεδία των μαχών, ανέβηκε η πίεση πάνω στον Βασιλιά Χουσεΐν να στείλει τον Στρατό του για να βοηθήσει. Βρήκε ένα τρόπο να συναντήσει αυτές τις απαιτήσεις χωρίς να ανοίξει το βασίλειο του σε Ισραηλινή αεροπορική επίθεση. Αντί να επιτεθεί στο Ισραήλ από τα κοινά τους σύνορα, έστειλε μια εκστρατευτική δύναμη στην Συρία. Επέτρεψε στο Ισραήλ να μάθει τις προθέσεις του, μέσω των Αμερικανών μεσαζόντων, με την ελπίδα πως αν αυτό (το Ισραήλ) θα αποδεχόταν πως αυτό δεν ήταν casus belli που να δικαιολογούσε μια επίθεση εναντίον της Ιορδανίας… ο Νταγιάν αρνήθηκε να προσφέρει τέτοιες εγγυήσεις, αλλά το Ισραήλ δεν είχε καμιά πρόθεση ν’ ανοίξει νέο μέτωπο».
Και το Ιράκ έστειλε μια εκστρατευτική δύναμη στα Γκολάν, αποτελούμενη από περίπου 30.000 άνδρες, 250-500 άρματα μάχης, και 700 ΤΟΜΠ. Οι Ιρακινές μεραρχίες ήταν στην πραγματικότητα μια στρατηγική έκπληξη για τις Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες περίμεναν πως θα γνώριζαν τέτοιες κινήσεις 24 ώρες πριν να γίνουν. Αυτό αποδείχτηκε και σε επιχειρησιακή έκπληξη, αφού οι Ιρακινοί επιτέθηκαν στο εκτεθειμένο νότιο πλευρό των προωθημένων Ισραηλινών τεθωρακισμένων, αναγκάζοντας τις μπροστινές μονάδες να υποχωρήσουν λίγα χιλιόμετρα, με σκοπό να αποτρέψουν περικύκλωση.
Συνδυασμένες Συριακές, Ιρακινές και Ιορδανικές αντεπιθέσεις προσπάθησαν να αποτρέψουν περισσότερες Ισραηλινές νίκες. Όμως, κι αυτές δεν μπόρεσαν να απωθήσουν τους Ισραηλινούς από την αμυντική γραμμή του Bashan, την οποία οι τελευταίοι κρατούν μέχρι σήμερα.
Στις 22 Οκτωβρίου, η Ταξιαρχία Golani και οι καταδρομείς των Sayeret Matkal (Μονάδα Αναγνώρισης Γενικού Επιτελείου) ανακατέλαβαν το προχωρημένο φυλάκιο στο Όρος Hermon, αφότου υπέστησαν αρκετές απώλειες από οχυρωμένους Σύριους ελεύθερους σκοπευτές που είχαν τοποθετηθεί στρατηγικά στο όρος.
Μια επίθεση δύο εβδομάδες πριν είχε κοστίσει 25 νεκρούς και 67 τραυματίες, ενώ αυτή η δεύτερη επίθεση κόστισε επιπρόσθετα 55 νεκρούς και 79 τραυματίες. Μία μπουλντόζα D9 μαζί με Ισραηλινό πεζικό άνοιξε δρόμο στην κορυφή, αποτρέποντας την να πέσει σε Συριακά χέρια μετά τον πόλεμο.
Μια ταξιαρχία αλεξιπτωτιστών κατέλαβε τα αντίστοιχα Συριακά φυλάκια στο βουνό.
Στα υψώματα του Γκολάν, οι Σύριοι επιτέθηκαν στις αμυντικές γραμμές του Ισραήλ που αποτελούνταν από δύο ταξιαρχίες και έντεκα μοίρες πυροβολικού, με πέντε μεραρχίες και 188 μοίρες πυροβολικού.
Στην έναρξη της μάχης, 180 Ισραηλινά άρματα μάχης και 60 πυροβόλα βρέθηκαν εναντίον περίπου
1.300 Συριακών αρμάτων μάχης. Κάθε Ισραηλινό άρμα που αναπτύχθηκε στα Υψώματα Γκολάν μπήκε στον πόλεμο από τις πρώτες μάχες. Σύριοι καταδρομείς που έπεσαν από ελικόπτερα κατέλαβαν επίσης το σημαντικότερο Ισραηλινό οχυρό στο Jabal al Shaikh (Όρος Hermon), το οποίο είχε μια ποικιλία εξοπλισμού εποπτείας.
Η Ανώτατη Ισραηλινή Στρατιωτική Διοίκηση έδωσε προτεραιότητα στον πόλεμο στα Υψώματα Γκολάν. Ο πόλεμος στο Σινά ήταν αρκετά μακριά από τα Ισραηλινά αστικά και πληθυσμιακά κέντρα ώστε να απειλούνται άμεσα· ενώ αν έπεφταν τα Υψώματα Γκολάν, οι Σύριοι θα μπορούσαν να προωθηθούν εύκολα προς την Τιβεριάδα, το Σαφέντ, την Χάιφα, την Νετάνια και το Τελ Αβίβ.
Οι έφεδροι κατευθύνθηκαν στο Γκολάν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Ορίστηκαν στα τεθωρακισμένα και στάλθηκαν στο μέτωπο μόλις έφταναν στις στρατιωτικές αποθήκες, χωρίς να περιμένουν τα πληρώματα με τα οποία εκπαιδεύτηκαν να φτάσουν, χωρίς να περιμένουν να εγκατασταθούν στα άρματα τους τα πολυβόλα, και χωρίς ν’ ασχοληθούν με τη ρύθμιση των όπλων τους στα άρματα (μια χρονοβόρα διαδικασία γνωστή ως bore-sighting).
Όπως έκαναν και οι Αιγύπτιοι στο Σινά, οι Σύριοι στα Υψώματα Γκολάν φρόντισαν να μείνουν υπό την κάλυψη των πυραύλων εδάφους-αέρος τους. Επίσης όπως και στο Σινά, οι Σύριοι χρησιμοποίησαν Σοβιετικά αντιαρματικά όπλα (τα οποία, εξαιτίας του ανομοιόμορφου εδάφους, δεν ήταν τόσο αποτελεσματικά όσο στην επίπεδη έρημο του Σινά).
Ως το τέλος την πρώτης μέρας των μαχών, οι Σύριοι (που υπερτερούσαν αριθμητικά τους Ισραηλινούς στα Γκολάν με ποσοστό 5 προς 1, και σε κάποιες περιπτώσεις, με 11 προς 1. Τα Συριακά άρματα μάχης υπερτερούσαν τον Ισραηλινών με 10 προς 1) είχαν επιτύχει μέτρια επιτυχία.
Οι Ισραηλινοί προέβαλαν αποφασισμένη αντίσταση, ενώ τα άρματα μάχης και το πεζικό προσπαθούσε συνεχώς να απωθήσει τους Σύριους. Χρησιμοποίησαν αυτοκινούμενο πυροβολικό, και το χρησιμοποίησαν με θανατηφόρες συνέπειες - οι Ισραηλινοί πυροβολητές είχαν ασκηθεί στα Υψώματα Γκολάν πολλές φορές - και ήταν αποτελεσματικοί.
Οι Συριακές μοίρες πυραύλων εδάφους-αέρος κατέρριψαν 40 Ισραηλινά αεροπλάνα, αλλά σύντομα οι Ισραηλινοί πιλότοι υιοθέτησαν διαφορετική τακτική - πετώντας χαμηλά πάνω από την Ιορδανία - εφόρμησαν πάνω από τα Υψώματα Γκολάν, έπιασαν τους Σύριους στα άκρα και απέφυγαν πολλές από τις μοίρες πυραύλων τους. Οι Ισραηλινοί πιλότοι έριξαν και συμβατικές βόμβες και βόμβες ναπάλμ, και τορπίλισαν Συριακά οχήματα τα οποία σκορπίστηκαν στο έδαφος.
Όμως μέσα σε έξι ώρες, η πρώτη Ισραηλινή γραμμή άμυνας υπερκεράστηκε από τους μεγαλύτερους αριθμούς εναντίον της.
Ένα Συριακό άρμα μάχης περνώντας από το Φαράγγι του Rafid γύρισε βορειοδυτικά προς ένα δρόμο που τον χρησιμοποιούσαν σπάνια γνωστό ως Δρόμο Tapline, ο οποίος περνά διαγώνια μέσα στα Γκολάν. Αυτός ο δρόμος θα αποδεικνυόταν ένας από τους καθοριστικότερος στρατηγικούς παράγοντες της μάχης. Οδηγούσε κατευθείαν από τα Συριακά σημεία προσπέλασης προς το Nafah, που δεν ήταν μόνο η θέση του Ισραηλινού αρχηγείου της μεραρχίας αλλά και το σημαντικότερο σταυροδρόμι στα υψώματα.
Στη διάρκεια της νύχτας, ο Υπολοχαγός Zvika Greengold, ο οποίος είχε μόλις φτάσει στην μάχη χωρίς να μπει σε καμιά μονάδα, τους πολέμησε μόνο με το άρμα του, ώσπου να φτάσει βοήθεια.
Για τις επόμενες 20 ώρες, η Δύναμη Zvika, όπως έγινε γνωστή στο ραδιοφωνικό δίκτυο, πολέμησε συνέχεια και εν κινήσει τα Συριακά άρματα μάχης, κάποιες φορές μόνος του, κάποιες ως μέρος μεγαλύτερης μονάδας, αλλάζοντας άρμα έξι φορές ώσπου εξαντλήθηκε. Τραυματίστηκε και κάηκε αλλά παρέμεινε μάχιμος και έφτασε επανειλημμένα σε κρίσιμες στιγμές από απρόσμενη κατεύθυνση για ν’ αλλάξει την πορεία μιας αψιμαχίας. Για τις πράξεις του, ο Zvika έγινε εθνικός ήρωας στο Ισραήλ και πήρε το Μετάλλιο Ανδρείας, την ανώτατη διάκριση της χώρας.
Σε διάρκεια πάνω από τεσσάρων ημερών πολέμου, η Ισραηλινή Ζ’ Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία στο βορρά (υπό την διοίκηση του Yanush Ben Gal) μπόρεσε να κρατήσει την βραχώδη γραμμή του λόφου η οποία προστάτευε τα βόρεια πλευρά των αρχηγείων τους στο Nafah.
Οι Σύριοι ενώ βρίσκονταν κοντά στις Ισραηλινές άμυνες στο Nafah, σταμάτησαν την προώθηση τους στους φράχτες του Nafah, επιτρέποντας στους Ισραηλινούς να συναρμολογήσουν μια αμυντική γραμμή. Η πιο λογική εξήγηση γι’ αυτό είναι πως οι Σύριοι είχαν υπολογίσει τις πιθανές προελάσεις, και οι διοικητές στο πεδίο της μάχες δεν ήθελαν να βγουν εκτός του σχεδίου. Στα νότια, όμως, η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία Barak, χωρίς να έχει φυσικές άμυνες, άρχισε να δέχεται απώλειες.
Ο Ισραηλινός διοικητής της ταξιαρχίας Συνταγματάρχης Shoham σκοτώθηκε την δεύτερη μέρα των μαχών μαζί με τον υπαρχηγό του και τον ΑΞΕΠ (Αξιωματικός Επιχειρήσεων), ο καθένας σε διαφορετικό άρμα, ενώ οι Σύριοι προσπαθούσαν απεγνωσμένα να προωθηθούν προς την θάλασσα της Γαλιλαίας και το Nafah.
Σ’ εκείνο το σημείο, η Ταξιαρχία σταμάτησε να λειτουργεί ως συνεκτική δύναμη, αν και τα άρματα που είχαν απομείνει και τα πληρώματα τους συνέχισαν να πολεμούν ανεξάρτητα. Όμως, οι Σύριοι είχαν πιο βαριές απώλειες. Το κύμα βομβαρδισμών από τα Ισραηλινά άρματα στους προωθημένους Σύριους προκάλεσαν μεγάλες απώλειες, και ο Σύριος Ταξίαρχος Omar Abrash σκοτώθηκε όταν το άρμα διοίκησης του δέχτηκε ευθεία βολή.
Η τροπή στο Γκολάν άρχισε να γυρίζει με την άφιξη των Ισραηλινών εφεδρικών δυνάμεων οι οποίες μπόρεσαν να συγκρατήσουν και, από τις 8 Οκτωβρίου, να απωθήσουν την Συριακή επίθεση. Τα μικροσκοπικά Υψώματα Γκολάν ήταν πολύ μικρά για να λειτουργήσουν ως αποτελεσματική εδαφική ενδιάμεση ουδέτερη ζώνη, σε αντίθεση με την Χερσόνησο του Σινά στο νότο, αλλά αποδείχτηκε να είναι στρατηγικό γεωγραφικό οχυρό και ήταν κρίσιμο κλειδί στην αποτροπή του Συριακού στρατού από το να βομβαρδίζει τις πόλεις από κάτω. Ως την Τετάρτη, 10 Οκτωβρίου, η τελευταία Συριακή μονάδα στον κεντρικό τομέα απωθήθηκε πίσω από την Πορφυρή Γραμμή, που ήταν το προπολεμικό σύνορο (από το 1967).
Τώρα έπρεπε να παρθεί μια απόφαση - για το αν θα σταματούσαν στα σύνορα του 1967, ή θα συνέχιζαν τον πόλεμο στο Συριακό έδαφος. Η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση του Ισραήλ ξόδεψε ολόκληρη την 10η Οκτωβρίου για να συζητήσει αυτό και στην διάρκεια της νύχτας. Κάποιοι ήταν υπέρ της απεμπλοκής, που θα επέτρεπε στους στρατιώτες να ανασυνταχθούν στο Σινά (η ήττα του Shmuel Gonen στο Σινά είχε συμβεί δύο μέρες προηγουμένως). Άλλοι ήταν υπέρ της συνέχισης του επίθεσης μέσα στην Συρία, προς την Δαμασκό, κάτι που θα έβγαζε έξω από τον πόλεμο την Συρία· επίσης θα αποκαθιστούσε την εικόνα του Ισραήλ ως της ανώτερης στρατιωτικής δύναμης στην Μέση Ανατολή και θα τους έδινε ένα πολύτιμο διαπραγματευτικό χαρτί μόλις τελείωνε ο πόλεμος. Άλλοι υπολόγιζαν πως η Συρία είχε δυνατές άμυνες - αντιαρματικές τάφρους, ναρκοπέδια και ισχυρά σημεία - και πως θα ήταν καλύτερο να πολεμήσουν από τις αμυντικές θέσεις στα Υψώματα Γκολάν (παρά στο επίπεδο ανάγλυφο της Συρίας) στην περίπτωση ενός άλλο πολέμου με την Συρία.
Ωστόσο, η Πρωθυπουργός Μέιρ αντιλήφθηκε το κρισιμότερο σημείο της όλης συζήτησης:
«Θα έπαιρνε τέσσερις μέρες να πάρουν μια μεραρχία στο Σινά. Αν τέλειωνε σ’ εκείνη την περίοδο ο πόλεμος, θα τελείωνε με εδαφική απώλεια για το Ισραήλ στο Σινά και κανένα κέρδος στο βορρά - μια απόλυτη ήττα. Αυτό ήταν ένα πολιτικό ζήτημα και η απόφαση της ήταν απόλυτη - να περάσουν την Πορφυρή Γραμμή… Η επίθεση θα γινόταν την επομένη ημέρα, Πέμπτη, στις 11 Οκτωβρίου».
Από τις 11 ως τις 14 Οκτωβρίου, οι Ισραηλινές δυνάμεις προωθήθηκαν στην Συρία, αλλά οι Σύριοι έφεδροι επέδειξαν σθεναρή αντίσταση από τις προετοιμασμένες τους άμυνες. Οι Ισραηλινοί συνέχισαν την προώθηση τους, και έφτασαν στην βασική αμυντική γραμμή γύρω από το Sassa. Οι Ισραηλινοί είχαν κατακτήσει μια περιοχή ακόμα 50 τετραγωνικών χιλιομέτρων της περιφέρειας του Bashan. Από κει θα μπορούσαν να βομβαρδίσουν τα περίχωρα της Δαμασκού, που βρισκόταν μόνο 40 χιλιόμετρα μακριά, χρησιμοποιώντας βαρύ πυροβολικό. Συριακά μαχητικά αεροσκάφη MIG εφόρμησαν στους Ισραηλινούς, ως μέρος της απεγνωσμένης άμυνας για την Δαμασκό.
«Ενώ επιδεινωνόταν η Αραβική θέση στα πεδία των μαχών, ανέβηκε η πίεση πάνω στον Βασιλιά Χουσεΐν να στείλει τον Στρατό του για να βοηθήσει. Βρήκε ένα τρόπο να συναντήσει αυτές τις απαιτήσεις χωρίς να ανοίξει το βασίλειο του σε Ισραηλινή αεροπορική επίθεση. Αντί να επιτεθεί στο Ισραήλ από τα κοινά τους σύνορα, έστειλε μια εκστρατευτική δύναμη στην Συρία. Επέτρεψε στο Ισραήλ να μάθει τις προθέσεις του, μέσω των Αμερικανών μεσαζόντων, με την ελπίδα πως αν αυτό (το Ισραήλ) θα αποδεχόταν πως αυτό δεν ήταν casus belli που να δικαιολογούσε μια επίθεση εναντίον της Ιορδανίας… ο Νταγιάν αρνήθηκε να προσφέρει τέτοιες εγγυήσεις, αλλά το Ισραήλ δεν είχε καμιά πρόθεση ν’ ανοίξει νέο μέτωπο».
Και το Ιράκ έστειλε μια εκστρατευτική δύναμη στα Γκολάν, αποτελούμενη από περίπου 30.000 άνδρες, 250-500 άρματα μάχης, και 700 ΤΟΜΠ. Οι Ιρακινές μεραρχίες ήταν στην πραγματικότητα μια στρατηγική έκπληξη για τις Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες περίμεναν πως θα γνώριζαν τέτοιες κινήσεις 24 ώρες πριν να γίνουν. Αυτό αποδείχτηκε και σε επιχειρησιακή έκπληξη, αφού οι Ιρακινοί επιτέθηκαν στο εκτεθειμένο νότιο πλευρό των προωθημένων Ισραηλινών τεθωρακισμένων, αναγκάζοντας τις μπροστινές μονάδες να υποχωρήσουν λίγα χιλιόμετρα, με σκοπό να αποτρέψουν περικύκλωση.
Συνδυασμένες Συριακές, Ιρακινές και Ιορδανικές αντεπιθέσεις προσπάθησαν να αποτρέψουν περισσότερες Ισραηλινές νίκες. Όμως, κι αυτές δεν μπόρεσαν να απωθήσουν τους Ισραηλινούς από την αμυντική γραμμή του Bashan, την οποία οι τελευταίοι κρατούν μέχρι σήμερα.
Στις 22 Οκτωβρίου, η Ταξιαρχία Golani και οι καταδρομείς των Sayeret Matkal (Μονάδα Αναγνώρισης Γενικού Επιτελείου) ανακατέλαβαν το προχωρημένο φυλάκιο στο Όρος Hermon, αφότου υπέστησαν αρκετές απώλειες από οχυρωμένους Σύριους ελεύθερους σκοπευτές που είχαν τοποθετηθεί στρατηγικά στο όρος.
Μια επίθεση δύο εβδομάδες πριν είχε κοστίσει 25 νεκρούς και 67 τραυματίες, ενώ αυτή η δεύτερη επίθεση κόστισε επιπρόσθετα 55 νεκρούς και 79 τραυματίες. Μία μπουλντόζα D9 μαζί με Ισραηλινό πεζικό άνοιξε δρόμο στην κορυφή, αποτρέποντας την να πέσει σε Συριακά χέρια μετά τον πόλεμο.
Μια ταξιαρχία αλεξιπτωτιστών κατέλαβε τα αντίστοιχα Συριακά φυλάκια στο βουνό.
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΑΛΛΩΝ ΚΡΑΤΩΝ
Βοήθεια στην Αίγυπτο και την Συρία
Αρχίζοντας από τις 9 Οκτωβρίου, η Σοβιετική Ένωση άρχισε να προμηθεύει την Αίγυπτο και την Συρία μέσω αέρος και θαλάσσης. Οι Σοβιετικοί μετέφεραν 15.000 τόνους προμηθειών, από τις οποίες πάνω από το μισό, και σχεδόν όλα τα άρματα μάχης, πήγαν στην Συρία. Επίσης προμήθευσαν ακόμα 63.000 τόνους κυρίως στην Συρία μέσω θαλάσσης. Όμως ήταν δύσκολο για την Αίγυπτο και την Συρία να διαλέξουν ποιες προμήθειες θα έπαιρναν με συχνό αποτέλεσμα σημαντικά υλικά να μην βρίσκονται εκεί όπου ήταν περισσότερο αναγκαία.
Εκτός από την Αίγυπτο, Συρία, Ιορδανία και Ιράκ, πολλές άλλες Αραβικές χώρες αναμείχθηκαν στον πόλεμο, δίνοντας επιπλέον όπλα και χρηματοδότηση.
-Η Αλγερία έστειλε μια μοίρα Mig-21, και μια μοίρα Su-7 στην Αίγυπτο, οι οποίες έφτασαν μεταξύ 9 και 11 Οκτωβρίου. Επίσης έστειλε μια τεθωρακισμένη ταξιαρχία, της οποίας τα προωθημένα στοιχεία άρχισαν να καταφθάνουν από τις 17 Οκτωβρίου.
-Λιβυκές δυνάμεις στάθμευαν στην Αίγυπτο πριν το ξέσπασμα του πολέμου. Η Λιβύη έδωσε μια τεθωρακισμένη ταξιαρχία και δύο μοίρες από μαχητικά Mirage III, από τις οποίες την μία χειρίζονταν Αιγύπτιοι πιλότοι και την άλλη Λίβυοι.
-Το Μαρόκο έστειλε μια ταξιαρχία πεζικού στην Αίγυπτο, και ένα σύνταγμα τεθωρακισμένων στην Συρία. Μια ταξιαρχία πεζικού αποτελούμενη από Παλαιστίνιους βρισκόταν στην Αίγυπτο πριν την έκρηξη του πολέμου.
-Η Σαουδική Αραβία και το Κουβέιτ έδωσαν οικονομική βοήθεια και έστειλαν μια ενδεικτική δύναμη για τις μάχες.
-Το Πακιστάν έστειλε δεκαέξι πιλότους και μια νοσοκομειακή μονάδα στην Αίγυπτο και άλλη μια στην Συρία.
-Το Μπανγκλαντές έστειλε μια ιατρική ομάδα και προμήθειες περίθαλψης.
-Μαζί με τις δυνάμεις της στην Συρία, το Ιράκ έστειλε μια μοίρα Hawker Hunter στην Αίγυπτο. Η μοίρα γρήγορα κέρδισε τον σεβασμό ανάμεσα στους Αιγυπτίους διοικητές για την ικανότητα της, και πιο συγκεκριμένα για να αντιαρματικά χτυπήματα της.
-Η Αλγερινή τεθωρακισμένη ταξιαρχία από σχεδόν 200 άρματα μάχης έφτασε προς το μέτωπο στις 24 Οκτωβρίου, και επομένως δεν συμμετείχε στις μάχες.
-Η Σουδανική ταξιαρχία εμφανίστηκε κι αυτή αργά, έφτασε στις 28 Οκτωβρίου, πολύ αργά για να συμμετέχει στον πόλεμο.
Σχεδόν όλες οι Αραβικές ενισχύσεις έφτασαν χωρίς σχέδιο επιμελητείας, περιμένοντας από τους οικοδεσπότες τους να τους προμηθεύσουν, και προκαλώντας πολλές φορές προβλήματα επιμελητείας. Στο Συριακό μέτωπο, η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των Αραβικών δυνάμεων είχε αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις ανταλλαγής φίλιων πυρών.
Μετά τον πόλεμο, στις πρώτες μέρες του Νοέμβρη, η Αλγερία κατέθεσε περίπου 200 εκατομμύρια δολάρια με την Σοβιετική Ένωση για να χρηματοδοτήσει αγορές όπλων για την Αίγυπτο και την Συρία.
Το κρατικό ραδιόφωνο της Ουγκάντα ανέφερε πως ο Ιντί Αμίν έστειλε στρατιώτες εναντίον του Ισραήλ.
Επίσης η Κούβα έστειλε περίπου 1.500 στρατιώτες, μαζί με ένα άρμα μάχης και πληρώματα ελικοπτέρων που έλαβαν μέρος σε πολλές επιχειρήσεις εναντίον των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων.
Βοήθεια προς το Ισραήλ
Με την έναρξη των εχθροπραξιών, οι Αμερικάνοι ηγέτες περίμεναν να γυρίσει γρήγορα η τροπή του πολέμου υπέρ του καλύτερα εξοπλισμένου Ισραηλινού στρατού και πως οι Αραβικές στρατιές θα έχαναν ολοκληρωτικά μεταξύ 72 με 96 ωρών. Ως τότε οι Αμερικανικές προμήθειες προς το Ισραήλ ήταν πυρομαχικά, κυρίως αντιαρματικά και αντιαεροπορικά. Όμως ως τις 9 Οκτωβρίου έγινε ξεκάθαρο πως τέτοια γρήγορη μεταστροφή δεν θα γινόταν, και πως οι απώλειες των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων ήταν αναπάντεχα υψηλές.
Το απόγευμα τις 7ης Οκτωβρίου, ο Νταγιάν είπε στην Μέιρ πως «αυτό είναι το τέλος του τρίτου ναού». «Τρίτος Ναός» ήταν αλληγορική ονομασία του Ισραηλινού Κράτους (μετά τους δύο πρώτους Ναούς στην Ιερουσαλήμ κατά την Αρχαιότητα), αλλά ήταν επίσης και ο κωδικός για τα πυρηνικά όπλα.
Η Μέιρ στις 8 Οκτωβρίου εξουσιοδότησε την συναρμολόγηση 13 ατομικών βομβών των 20 κιλοτόνων. Οι δεκτικοί σε πυρηνικά, πύραυλοι Jericho στο Hirbat Zachariah και τα F-4 στο Tel Nof ετοιμάστηκαν ν’ αναλάβουν δράση εναντίον Συριακών και Αιγυπτιακών στόχων.
Ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ ενημερώθηκε για τον πυρηνικό συναγερμό το πρωινό της 9ης Οκτωβρίου. Εκείνη την μέρα, ο Πρόεδρος Νίξον διέταξε την έναρξη της Επιχείρησης Νικελωμένο Γρασίδι, μιας Αμερικανικής αερομεταφοράς για ν’ αντικατασταθούν όλες οι υλικές απώλειες του Ισραήλ. Ανέκδοτες μαρτυρίες υποστηρίζουν πως ο Κίσινγκερ είπε στον Σαντάτ πως ο λόγος για την αερομεταφορά των ΗΠΑ ήταν πως οι Ισραηλινοί ήταν πολύ κοντά να «γίνουν πυρηνικοί».
Το Ισραήλ άρχισε να παίρνει τις προμήθειες στις 13 Οκτωβρίου, αν και, κάποιος εξοπλισμός, όπως οι πύραυλοι TOW είχαν φτάσει πριν τις 11 Οκτωβρίου. Σύμφωνα με τον Αβραάμ Rabinovich, «ενώ η Αμερικανική αερομεταφορά των προμηθειών δεν αντικατέστησε αμέσως τις Ισραηλινές υλικές απώλειες, επέτρεψε στο Ισραήλ να σπαταλήσει ότι είχε ήδη πιο ελεύθερα». Ως το τέλος του Νικελωμένου Γρασιδιού, οι ΗΠΑ είχαν στείλει 22.395 τόνους υλικού στο Ισραήλ.
Ο Ισραηλινός Αερομεταφορέας El Al πήρε μέρος στην αερομεταφορά και μετέφερε 5.500 τόνους υλικού. Ανάμεσα στις προμήθειες που στάλθηκαν στο Ισραήλ ήταν εξοπλισμός τελευταίας λέξης της τεχνολογίας, όπως οι πύραυλοι AGM-65 Maverick και οι BGM-71 TOW, που είχαν μπει στην παραγωγή τρία χρόνια πριν, όπως και εξαιρετικά ανεπτυγμένο εξοπλισμό ηλεκτρονικών παρεμβολών, μαζί με εκπαιδευτές του Αμερικανικού στρατού για να εκπαιδεύσουν τάχιστα τις Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις στην χρήση αυτών των όπλων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες σχημάτισαν επίσης την δική τους θαλάσσια επιχείρηση μεταφοράς, δίνοντας στο Ισραήλ 33.210 τόνους στο Ισραήλ ως τις 30 Οκτωβρίου.
Οι Αιγύπτιοι διοικητές σημείωσαν πως στις 13 και στις 15 Οκτωβρίου, τα ναυτικά ραντάρ τους εντόπισαν αεροσκάφος σε ύψος 25.000 μέτρων και με ταχύτητα Mach 3, που το καθιστούσαν αδύνατο να το καταδιώξουν είτε με μαχητικού είτε με πυραύλους εδάφους-αέρος.
Το αεροπλάνο πέρασαν την ζώνη της διώρυγας, τα λιμάνια της Ερυθράς Θάλασσας (Hurghada και Safaga), πέταξε πάνω από τις αεροπορικές βάσεις και τις αντιαεροπορικές άμυνες στο Δέλτα του Νείλου και τελικά εξαφανίστηκε από τις οθόνες των ραντάρ πάνω από την Μεσόγειο.
Το ύψος και η ταχύτητα ήταν αυτά των Αμερικανικών SR-71 Blackbird, ενός μεγάλης εμβέλειας στρατηγικού αναγνωριστικού αεροπλάνου. Σύμφωνα με τους Αιγυπτίους διοικητές, η κατασκοπεία που πραγματοποίησαν αυτές οι δύο πτήσεις βοήθησαν τους Ισραηλινούς να προετοιμαστούν για την Αιγυπτιακή επίθεση στις 14 Οκτωβρίου, και βοήθησαν στην πραγματοποίηση της Επιχείρηση Πεισματάρηδες Άντρες.
Η ΠΑΓΙΔΕΥΜΕΝΗ Γ' ΣΤΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πέρασε (με 14-0), μετά από διαπραγματεύσεις ΗΠΑ-ΕΣΣΔ, στις 22 Οκτωβρίου, το Ψήφισμα 338 το οποίο καλούσε για κατάπαυση του πυρός. Καλούσε «όλες τις εμπόλεμες πλευρές» να «τερματίσουν κάθε στρατιωτική δραστηριότητα αμέσως».
Ενεργοποιήθηκε 12 ώρες αργότερα στις 18:52 ώρα Ισραήλ. Επειδή ενεργοποιήθηκε μετά την δύση του ηλίου, ήταν αδύνατον για την δορυφορική εποπτεία να καθορίσει που βρίσκονταν οι γραμμές των μετώπων στο υποτιθέμενο σημείο όπου έγινε η κατάπαυση του πυρός. Πριν η τελευταία ενεργοποιηθεί, ο Χένρι Κίσινγκερ είχε πει στην Γκόλντα Μέιρ, «Δεν θα πάρεις βίαιες διαμαρτυρίες από την Ουάσιγκτον αν γίνει κάτι στη διάρκεια της νύχτας, ενώ εγώ πετάω. Δεν μπορεί να γίνει τίποτα ως αύριο το μεσημέρι».
Όταν ξεκίνησε η κατάπαυση του πυρός, οι Ισραηλινές δυνάμεις ήταν λίγες εκατοντάδες μέτρα κοντά απ’ τον στόχο τους - τον τελευταίο δρόμο που συνέδεε το Κάιρο και το Σουέζ, και η μεραρχία του Σαρόν είχε καταφέρει στις επαναλαμβανόμενες απόπειρες, να καταλάβει την Ισμαηλία και να αποκόψει τις εφοδιοπομπές της Δεύτερης Στρατιάς. Η κίνηση του Αντάν προς το νότο είχε αφήσει τις Ισραηλινές και Αιγυπτιακές μονάδες σκορπισμένες σε κάθε σημείο του πεδίου της μάχης, χωρίς καθαρές γραμμές μεταξύ τους.
Ο Αντάν αποφάσισε να συνεχίσει την επίθεση του στις 23 Οκτωβρίου. Ο Δαβίδ Ελάζαρ ζήτησε άδεια για να συνεχίσει την επίθεση, και ο Μοσέ Νταγιάν του την έδωσε. Τα Ισραηλινά στρατεύματα τερμάτισαν την προώθηση τους νότια, κατέλαβαν τον δρόμο, και παγίδευσαν την Αιγυπτιακή Τρίτη Στρατιά ανατολικά της Διώρυγας του Σουέζ. Οι Ισραηλινοί προώθησαν τεράστιες ποσότητες εξοπλισμού πέρα από την διώρυγα, παραβιάζοντας την κατάπαυση του πυρός. Όταν ο Σαντάτ διαμαρτυρήθηκε για τις παραβιάσεις της ανακωχής, το Ισραήλ υποστήριξε πως οι Αιγύπτιοι στρατιώτες είχαν πυροβολήσει πρώτοι.
Ισραηλινός οπλισμός και αλεξιπτωτιστές μπήκαν στο Σουέζ σε μια προσπάθεια να καταλάβουν την ομώνυμη πόλη, αλλά έπεσαν σε ενέδρα από στρατεύματα της Τρίτης Στρατιάς και περικυκλώθηκαν. Στην μάχη που ακολούθησε, οι Ισραηλινοί αλεξιπτωτιστές κατάφεραν να φύγουν από την πόλη, αλλά δέχτηκαν αρκετές απώλειες και δεν πήραν σημαντικό τακτικό όφελος.
Το επόμενο πρωινό, 23 Οκτωβρίου, διαταράχθηκε η διπλωματική δραστηριότητα. Σοβιετικά αναγνωριστικά σκάφη είχαν επιβεβαιώσει πως οι Ισραηλινές δυνάμεις κινούνταν νότια, και οι Σοβιετικοί κατηγόρησαν τους Ισραηλινούς για δολιότητα.
Σε τηλεφωνική συνομιλία με την Γκόλντα Μέιρ, ο Χένρι Κίσινγκερ ρώτησε, «Πως μπορεί κάποιος να ξέρει που μπορεί να είναι ή να ήταν μια γραμμή στην έρημο;», και η Μέιρ απάντησε, «Θα ξέρουν, εντάξει». Ο Κίσινγκερ έμαθε για τον παγιδευμένο Αιγυπτιακό στρατό λίγο μετά.
Ο Κίσινγκερ αντιλήφθηκε πως η κατάσταση έδινε στις Ηνωμένες Πολιτείες μια τεράστια ευκαιρία - η Αίγυπτος ήταν απόλυτα εξαρτημένη από τις ΗΠΑ για να αποτρέψουν το Ισραήλ από το να καταστρέψει την παγιδευμένη στρατιά της, που τώρα δεν είχε πρόσβαση σε τροφή ή νερό. Αυτή η στάση θα κεφαλαιοποιούνταν αργότερα όταν θα επέτρεπε στις ΗΠΑ να διαμεσολαβήσουν στην διαμάχη, και να σπρώξουν την Αίγυπτο έξω από την Σοβιετική επιρροή.
Ως αποτέλεσμα, οι ΗΠΑ άσκησαν τεράστια πίεση στους Ισραηλινούς να μην καταστρέψουν την παγιδευμένη στρατιά, ακόμα και με την απειλή να υποστηρίξουν ένα ψήφισμα του ΟΗΕ που θα ανάγκαζε τους Ισραηλινούς να υποχωρήσουν στις θέσεις που είχαν πριν τις 22 Οκτωβρίου αν δεν επέτρεπαν μη στρατιωτικές προμήθειες να φτάσουν στην στρατιά.
Σε ένα τηλεφώνημα με τον Ισραηλινό πρέσβη Simcha Dinitz, ο Κίσινγκερ είπε στον πρέσβη πως η καταστροφή της Αιγυπτιακής Τρίτης Στρατιάς «είναι μια επιλογή που δεν υπάρχει». Παρά την περικύκλωση της, όμως, η Τρίτη Στρατιά είχε καταφέρει να διατηρήσει την μερική ακεραιότητα της στα ανατολικά της διώρυγας και να κρατήσει τις αμυντικές της θέσεις.
ΠΥΡΗΝΙΚΟΣ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ
Εν τω μεταξύ, ο Μπρέζνιεφ έστειλε μια επιστολή στον Νίξον στο μέσον της νύχτας της 23ης-24ης Οκτωβρίου. Σ’ εκείνο το γράμμα, ο Μπρέζνιεφ πρότεινε να σταλούν Αμερικανικά και Σοβιετικά αποσπάσματα για να διασφαλιστεί πως και οι δύο πλευρές θα τιμούσαν την κατάπαυση του πυρός.
Επίσης απείλησε πως «Θα το πω ξεκάθαρα πως αν το βρείτε αδύνατον να δράσετε από κοινού με εμάς σ’ αυτό το ζήτημα, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με την αναγκαιότητα να μελετήσουμε επειγόντως τη λήψη των απαραίτητων βημάτων μονομερώς. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την αυθαιρεσία εκ μέρους του Ισραήλ».
Εν συντομία, οι Σοβιετικοί απειλούσαν να επέμβουν στον πόλεμο υπέρ της Αιγύπτου.
Οι Σοβιετικοί έθεσαν σε συναγερμό επτά αεροπορικές μεραρχίες και συγκεντρώθηκε μια αερομεταφορά για να τους μεταφέρει στη Μέση Ανατολή. Στήθηκε ένα αεροπορικό αρχηγείο στην νότια Σοβιετική Ένωση. Επίσης πολλές αεροπορικές μονάδες τέθηκαν σε συναγερμό. «Οι αναφορές επίσης έδειχναν πως τουλάχιστον μια από τις μεραρχίες και μια μοίρα μεταγωγικών αεροπλάνων είχε μετακινηθεί από την Σοβιετική Ένωση σε μια αεροπορική βάση στην Γιουγκοσλαβία». Επίσης οι Σοβιετικοί είχαν αναπτύξει εφτά αμφίβια πολεμικά σκάφη με περίπου 40.000 πεζικό στη Μεσόγειο.
Το μήνυμα έφτασε αφότου ο Νίξον είχε πέσει για ύπνο. Ο Κίσινγκερ κάλεσε αμέσως σύσκεψη των κύριων αξιωματούχων, ανάμεσα στους οποίους και ο Υπουργός Άμυνας James Schlesinger, ο Διευθυντής της CIA William Colby, και ο Επιτελάρχης του Λευκού Οίκου Αλεξάντερ Χαίηγκ (Alexander Haig). Το σκάνδαλο Ουότεργκέιτ είχε φτάσει στο απόγειο του, και ο Νίξον ήταν τόσο ταραγμένος και συγχυσμένος ώστε αποφάσισαν να χειριστούν την υπόθεση χωρίς αυτόν.
Όταν ο Κίσινγκερ ρώτησε τον Χέηγκ αν έπρεπε να τον ξυπνήσουν (τον Νίξον), ο Επιτελάρχης του Λευκού Οίκου απάντησε κάθετα «Όχι». Ο Haig μοιραζόταν ξεκάθαρα τα αισθήματα του Κίσινγκερ πως ο Νίξον δεν βρισκόταν σε κατάσταση για να πάρει κρίσιμες αποφάσεις.
Αποτέλεσμα της σύσκεψης ήταν μια συμβιβαστική απάντηση που στάλθηκε στον Μπρέζνιεφ (με το όνομα του Νίξον). Την ίδια ώρα, αποφασίστηκε να αυξηθεί η Κατάσταση Άμυνας (DEFCON) από τέσσερα σε τρία. Τέλος, ενέκριναν ένα μήνυμα προς τον Σαντάτ (πάλι με το όνομα του Νίξον) ζητώντας του να παραιτηθεί από το αίτημα του για Σοβιετική βοήθεια, και απειλώντας πως αν επενέβαιναν οι Σοβιετικοί, θα επενέβαιναν και οι ΗΠΑ.
Οι Σοβιετικοί εντόπισαν γρήγορα την αυξανόμενη Αμερικανική κατάσταση άμυνας, και έμειναν έκπληκτοι και μπερδεμένοι με την απάντηση.
«Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πως οι Αμερικάνοι θα φοβόντουσαν τόσο εύκολα», είπε ο Νικολάι Ποντγκόρνι.
«Δεν είναι λογικό να μπεις σε πόλεμο με τις ΗΠΑ εξαιτίας της Αιγύπτου και της Συρίας», είπε ο Πρωθυπουργός Αλεξέι Κοσίγκιν, ενώ ο αρχηγός της KGB Γιούρι Αντρόποφ πρόσθεσε πως «Δεν θα ξεκινήσουμε Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο».
Στο τέλος, οι Σοβιετικοί συμβιβάστηκαν με την Αραβική ήττα. Το γράμμα από το Αμερικανικό υπουργικό συμβούλιο έφτασε κατά τη διάρκεια της συνάντησης. Ο Μπρέζνιεφ αποφάσισε πως οι Αμερικάνοι ήταν πολύ ταραγμένοι, και πως η καλύτερη πορεία δράσης θα ήταν να περιμένουν ν’ απαντήσουν. Το επόμενο πρωί, οι Αιγύπτιοι συμφώνησαν με την Αμερικανική πρόταση, και απέσυραν το αίτημα τους για βοήθεια από τους Σοβιετικούς, τερματίζοντας την κρίση.
Η ΑΠΟΚΛΙΜΑΚΩΣΗ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ
Στο βόρειο μέτωπο, έγινε μια μεγάλη αερομαχία στις 23 Οκτωβρίου κοντά στην Δαμασκό με περίπου δεκαέξι Ισραηλινά αεροσκάφη. Η Συριακή και η Ισραηλινή αεροπορία έχασαν περίπου δέκα αεροπλάνα.
Οι Σύριοι είχαν αρχίσει προετοιμασίες για μια μαζική αντεπίθεση, προγραμματισμένη για τις 23 Οκτωβρίου. Επιπρόσθετα με τις πέντε μεραρχίες της Συρίας, το Ιράκ έδωσε δύο, και υπήρχαν μικρότερα αποσπάσματα από άλλες Αραβικές χώρες, και της Ιορδανίας.
Οι Σοβιετικοί είχαν αντικαταστήσει τις περισσότερες από τις απώλειες της Συρίας σε άρματα μάχης που είχαν δεχτεί στις πρώτες εβδομάδες του πολέμου.
Ωστόσο, μια μέρα πριν ν’ αρχίσει η επίθεση, τα Ηνωμένα Έθνη εφάρμοσαν την κατάπαυση του πυρός (μετά την συγκατάθεση Ισραήλ και Αιγύπτου).
Ο Αβραάμ Rabinovich λέει : «Η αποδοχή από την Αίγυπτο της κατάπαυσης του πυρός την Δευτέρα [22 Οκτωβρίου] δημιούργησε μεγάλο δίλημμα για τον Άσαντ. Η κατάπαυση του πυρός δεν τον δέσμευε, αλλά οι συνέπειες της δεν μπορούσαν ν’ αγνοηθούν. Κάποιοι απ’ το Συριακό Γενικό Επιτελείο ήταν υπέρ της συνέχισης της επίθεσης, υποστηρίζοντας πως αν το έκαναν η Αίγυπτος θα ένιωθε υποχρεωμένη να συνεχίσει τον πόλεμοι … Άλλοι, ωστόσο, υποστήριζαν πως αυτή η συνέχιση του πολέμου θα νομιμοποιούσε τις προσπάθειες του Ισραήλ να καταστρέψει την Αιγυπτιακή Τρίτη Στρατιά. Σ’ αυτή την περίπτωση, η Αίγυπτος δεν θα βοηθούσε την Συρία όταν το Ισραήλ θα γύριζε όλη τη δύναμη του προς βορρά, καταστρέφοντας τις υποδομές της Συρίας και ίσως πραγματοποιώντας επίθεση εναντίον της Δαμασκού».
Τελικά, ο Άσαντ αποφάσισε να ακυρώσει την επίθεση, και στις 23 Οκτωβρίου η Συρία ανακοίνωσε πως είχε αποδεχτεί την κατάπαυση του πυρός, και η Ιρακινή κυβέρνηση διέταξε τις δυνάμεις της να γυρίσουν πίσω.
ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΑΥΣΗ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣ
Στις 24 Οκτωβρίου, το Συμβούλιο Ασφαλείας πέρασε το ψήφισμα 339, καλώντας εκ νέου όλες τις πλευρές να σεβαστούν τους όρους της κατάπαυσης του πυρός που όρισε το ψήφισμα 338. Κάθε οργανωμένη σύγκρουση σ’ όλα τα μέτωπα τερματίστηκε ως τις 26 Οκτωβρίου. Έγιναν πολλές αεροπορικές επιθέσεις εναντίον της Τρίτης Στρατιάς από τις 25 μέχρι τις 28 Οκτωβρίου. Η κατάπαυση του πυρός δεν τερμάτισε τις σποραδικές αψιμαχίες ανάμεσα στις γραμμές, ούτε χαλάρωσε τις στρατιωτικές εντάσεις.
Το Ισραήλ άκουσε την απειλή του Κίσινγκερ να υποστηρίξει μια λύση απόσυρσης στον ΟΗΕ, αλλά πριν να μπορέσει ν’ απαντήσει, ο σύμβουλος της εθνικής ασφαλείας της Αιγύπτου Hafez Ismail έστειλε στον Κίσινγκερ ένα εκπληκτικό μήνυμα - η Αίγυπτος ήταν πρόθυμη να μπει σε απευθείας διάλογο με τους Ισραηλινούς, με τον όρο οι τελευταίοι να συμφωνήσουν να επιτραπεί η διακίνηση μη στρατιωτικών προμηθειών στην στρατιά τους και να συμφωνήσουν σε μια πλήρη κατάπαυση του πυρός.
Οι συνομιλίες έγιναν στις 28 Οκτωβρίου, μεταξύ του Ισραηλινού Υποστράτηγου Aharon Yariv και του Αιγυπτίου Υποστράτηγου Abdel Ghani el-Gamasy. Εν τέλει, ο Κίσινγκερ έφερε την πρόταση στον Σαντάτ, ο οποίος συμφώνησε σχεδόν χωρίς σκέψη.
Τα σημεία ελέγχου των Ηνωμένων Εθνών θα αντικαθιστούσαν τα Ισραηλινά σημεία ελέγχου, θα επιτρεπόταν η διακίνηση μη στρατιωτικών προμηθειών, και θα γινόταν ανταλλαγή των αιχμαλώτων πολέμου. Θα ακολουθούσε μια σύνοδος κορυφής στην Γενεύη, και τελικά, μια συμφωνία προσωρινής παύσης πυρός θα επεξεργαζόταν. Στις 18 Ιανουαρίου, το Ισραήλ υπέγραψε μια συμφωνία να υποχωρήσει στην ανατολική πλευρά της διώρυγας, και ο τελευταίος στρατιώτης του αποσύρθηκε από την δυτική πλευρά της διώρυγας στις 5 Μαρτίου 1974.
Μεταξύ της κατάπαυσης του πυρός από τον ΟΗΕ και την συμφωνίας ανακωχής τον Ιανουάριο, ένας πόλεμος φθοράς έγινε εναντίον των Ισραηλινών δυνάμεων που βρίσκονταν δυτικά της διώρυγας, στον οποίο σκοτώθηκαν 187 Ισραηλινοί στρατιώτες, καταστράφηκαν 41 άρματα μάχης, και καταρρίφθηκαν 11 αεροπλάνα.
Στο Συριακό μέτωπο, η δορυφορική διπλωματία από τον Χένρι Κίσινγκερ τελικά είχε ως αποτέλεσμα μια συμφωνία απεμπλοκής στις 31 Μαΐου 1974, βασισμένη στην ανταλλαγή των αιχμαλώτων, την απόσυρση του Ισραήλ στην Πορφυρή Γραμμή και η δημιουργία μιας ενδιάμεσης ουδέτερης ζώνης από τον ΟΗΕ.
Το Ισραήλ κατηγόρησε την Συρία πως βασάνισε τους αιχμαλώτους, και παραβίασε την Σύμβαση της Γενεύης. Η συμφωνία τερμάτισε τις αψιμαχίες και τις ανταλλαγές βολών πυροβολικού που ήταν συχνές στην Ισραηλινό-Συριακή γραμμή κατάπαυσης του πυρός. Η Δύναμη Απεμπλοκής και Παρατήρησης του ΟΗΕ (UNDOF) δημιουργήθηκε ως ειρηνευτική δύναμη στα Υψώματα Γκολάν.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Οι ειρηνευτικές συνομιλίες στο τέλος του πολέμου ήταν η πρώτη φορά που Άραβες και Ισραηλινοί αξιωματούχοι συναντήθηκαν σε απευθείας συνομιλίες από τον πόλεμο του 1948.
Ο πόλεμος μπορούσε να περιγραφεί ως αδιέξοδο; Σε τακτικό επίπεδο, το τέλος του είδε το Ισραήλ με εδαφικά κέρδη στα Υψώματα Γκολάν και την περικύκλωση της Αιγυπτιακής Τρίτης Στρατιάς. Γεγονός είναι, πως η κατάπαυση του πυρός απέτρεψε το Ισραήλ από το να εξαπολύσει την σκληρότερη του επίθεση, αφού μια αναφορά του Αμερικανικού Ναυτικού δηλώνει :
«Τώρα ήταν σε θέση να απειλήσουν τις οπισθοφυλακές των διοικητικών περιοχών, και τις προμήθειες όλου του Αιγυπτιακού Στρατού. Κυρίως χάρη στις προσπάθειες της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία φοβόταν την πιθανότητα μιας μεγάλης Αιγυπτιακής ήττας, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επέβαλε μια κατάπαυση του πυρός από τις 22 Οκτωβρίου».
Η αναφορά επίσης υποστηρίζει πως η Αραβική πλευρά κατάφερε να αιφνιδιάσει το Ισραήλ και όλες τις μυστικές υπηρεσίες στον πλανήτη και στρατηγικά και τακτικά:
«Από καθαρά στρατιωτική άποψη, η πρώτη και σημαντικότερη Αραβική επιτυχία ήταν η επίτευξη απόλυτου στρατιωτικού και τακτικού αιφνιδιασμού. Ενώ αυτό βοηθήθηκε από τα σε όχι μικρό βαθμό λάθη που έγιναν από την Ισραηλινή αντικατασκοπία και την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία στο Ισραήλ, το μεγαλύτερο μέγεθος επαίνου πρέπει να πάει στο εξαιρετικά περίπλοκο σχέδιο παραπλάνησης που εκτελέστηκε από τους Αιγυπτίους. Κατάφεραν να πείσουν την Ισραηλινή διοίκηση πως η έντονη στρατιωτική δραστηριότητα στα δυτικά της Διώρυγας το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1973 δεν ήταν τίποτα από μια σειρά εκπαιδευτικών ασκήσεων και ελιγμών. Αυτή η παραπλάνηση θεωρείται ένα από τα καλύτερα σχέδια εξαπάτησης που έγιναν σ’ όλη την στρατιωτική ιστορία. Το σχέδιο ήταν επιτυχές όχι μόνον όσον αφορά την Ισραηλινή αντικατασκοπία, αλλά και τις μυστικές υπηρεσίες όλου του κόσμου».
Για τα Αραβικά κράτη (και την Αίγυπτο ειδικότερα), το ψυχολογικό τραύμα της ήττας τους στον Πόλεμο των Έξι Ημερών δεν γιατρεύτηκε, όπως περίμεναν. Απ' την άλλη & κατά κάποιο τρόπο, τους επέτρεψε να διαπραγματευτούν με τους Ισραηλινούς. Όμως, έχοντας δεδομένο πως ο πόλεμος είχε αρχίσει τόσο καλά όσο θα ήθελαν οι Άραβες ηγέτες, στο τέλος είχαν μόνο περιορισμένα εδαφικά κέρδη στο μέτωπο του Σινά, ενώ το Ισραήλ κέρδισε περισσότερο έδαφος στα Υψώματα Γκολάν απ’ όσο κρατούσε πριν από τον πόλεμο· επίσης με το δεδομένο πως το Ισραήλ μπόρεσε να κρατήσει Αφρικανικό έδαφος δυτικά της διώρυγας, ο πόλεμος βοήθησε στο να πεισθούν πολλοί στον Αραβικό Κόσμο πως το Ισραήλ δεν υπήρχε περίπτωση να ηττηθεί στρατιωτικά.
Ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα τον τερματισμό της Αραβικής φιλοδοξίας να καταστραφεί το Ισραήλ δια της βίας.
Επίσης, η αρχική επιτυχία των Αιγυπτίων και των Σύριων, έδειχνε ότι οι Άραβες είχαν επιτελέσει προόδους στον στρατιωτικό τομέα και ήταν σε θέση να εφαρμόσουν μια αιφνιδιαστική στρατιωτική τακτική.
Ο πόλεμος είχε μεγάλο αντίκτυπο στον πληθυσμό του Ισραήλ. Το σοκ και οι ξαφνικές ήττες που συνέβησαν στην αρχή του πολέμου ήταν ένα χτύπημα για τους Ισραηλινούς, που πίστευαν πως είχαν την στρατιωτική υπεροχή στην περιοχή.
Όμως, με τον καιρό, άρχισαν να καταλαβαίνουν τι εκπληκτική, σχεδόν πρωτοφανή, αλλαγή πορείας είχαν επιτύχει:
«Παραπαίοντας από μια αιφνιδιαστική επίθεση σε δύο μέτωπα με την πλειοψηφία του στρατού ακόμα μη κινητοποιημένη, και αντιμέτωπη με εκπληκτικές νέες πολεμικές τεχνολογίες, η κατάσταση του Ισραήλ ήταν τέτοια που θα γονάτιζε ακόμα και τα ισχυρότερα κράτη. Κι όμως, μέσα σε μέρες, ανέκτησε τον βηματισμό του και σε λιγότερο από δύο εβδομάδες απειλούσε τις πρωτεύουσες και των δύο εχθρών του, ένα επίτευγμα που έχει ελάχιστα ιστορικά παράλληλα».
Στο Ισραήλ, όμως, ο δείκτης απωλειών ήταν υψηλός. Κατά κεφαλή, το Ισραήλ υπέστη τριπλάσιες απώλειες σε τρεις εβδομάδες πολέμου απ’ όσες είχαν οι ΗΠΑ σε μια δεκαετία στον Πόλεμο του Βιετνάμ.
Οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις ήταν απροετοίμαστες ν’ αντιμετωπίσουν τέτοιες περιπτώσεις επειδή, σ’ όλους τους προηγούμενους πολέμους (με την εξαίρεση του 1948), οι Ισραηλινοί συχνά επιτύγχαναν γρήγορες νίκες με λίγες απώλειες. Όμως ο Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ, στιγματίστηκε για την φονικότητα και την ένταση του, παρατεινόμενες μάχες, που δημιούργησαν μεγάλα περιστατικά νευρικών κλονισμών από την μάχη.
Ο Αριέλ Σαρόν, ένας παράτολμος στρατηγός, τόνισε αυτήν την πραγματικότητα: «Πολεμάω 25 χρόνια, και όλα τα άλλα που έζησα ήταν απλά μάχες. Αυτός ήταν πραγματικός πόλεμος».
Ως απάντηση στην Αμερικανική υποστήριξη στο Ισραήλ, τα Αραβικά μέλη του ΟΠΕΚ, με την καθοδήγηση της Σαουδικής Αραβίας, αποφάσισαν να μειώσουν την πετρελαϊκή παραγωγή κατά 5% ανά μήνα στις 17 Οκτωβρίου.
Στις 19 Οκτωβρίου, ο Πρόεδρος Νίξον εξουσιοδότησε μια μεγάλη διανομή οπλικών προμηθειών και $2, 2 δισεκατομμυρίων ως οικειοποίηση για το Ισραήλ. Ως απάντηση, η Σαουδική Αραβία κήρυξε εμπάργκο εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών, στο οποίο αργότερα εντάχθηκαν και άλλοι πετρελαϊκοί εξαγωγείς και επεκτάθηκε εναντίον της Ολλανδίας και άλλων κρατών, προκαλώντας την ενεργειακή κρίση του 1973.
Η αρχική επιτυχία αύξησε θεαματικά την δημοτικότητα του Σαντάτ, δίνοντας του πιο σταθερό έλεγχο στο Αιγυπτιακό κράτος και την ευκαιρία να ξεκινήσει πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που θεωρούσε αναγκαίες.
Στα επόμενα χρόνια η δημοτικότητα του θα ξεθώριαζε, και τα καταστροφικά αντικυβερνητικά επεισόδια του 1977 με αφορμή την έλλειψη τροφίμων είχε σύνθημα, «Ήρωα του περάσματος, που είναι το πρωινό μας;».
ΕΝΤΑΣΗ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ
Αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, ξέσπασε η έντονη διαμαρτυρία του Ισραηλινού λαού εναντίον της κυβέρνησης του. Καθοδηγήθηκε από τον Motti Ashkenazi, διοικητή της Βουδαπέστης, του βορειότερου από τα οχυρά της Μπαρ-Λεβ και του μόνου που στον πόλεμο δεν καταλήφθηκε από τους Αιγυπτίους. Η οργή εναντίον της Ισραηλινής κυβέρνησης (και ειδικά εναντίον του Νταγιάν) ήταν μεγάλη. Ζητήθηκε από τον Σιμόν Αγκρανάτ, Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Ισραήλ, να ηγηθεί μιας έρευνας, της Επιτροπής Αγκρανάτ, στα γεγονότα που προετοίμασαν τον πόλεμο και των συνεχών ηττών στις πρώτες μέρες.
Η Επιτροπή Αγκρανάτ δημοσίευσε τα προκαταρκτικά ευρήματα της στις 2 Απριλίου 1974.
'Έξι συγκεκριμένα άτομα θεωρήθηκαν υπεύθυνα για τις αποτυχίες του Ισραήλ:
• Ο Αρχηγός του Επιτελείου των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων Νταβίντ Ελάζαρ προτάθηκε για απόλυση, αφότου η Επιτροπή βρήκε πως έφερε «προσωπική ευθύνη για την αποτίμηση της κατάστασης και την πολεμική ετοιμότητα των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων».
• Ο Αρχηγός της Αντικατασκοπίας, Στρατηγός Έλι Ζέιρα, και ο πληρεξούσιος του, κεφαλή της Έρευνας, Ταξίαρχος Aryeh Shalev, προτάθηκαν για απόλυση.
• Ο Αντισυνταγματάρχης Bandman, επικεφαλής του γραφείου της ΑΜΑΝ για την Αίγυπτο, και ο Αντισυνταγματάρχης Gedelia, αρχηγός αντικατασκοπίας της Νότιας Διοίκησης, προτάθηκαν να μετατεθούν μακριά από υπηρεσίες αντικατασκοπίας.
• Ο Σμίελ Γκονέν, διοικητής του νοτίου μετώπου, προτάθηκε από την αρχική αναφορά να απαλλαχθεί από ενεργό καθήκον. Αναγκάστηκε να φύγει από το στράτευμα μετά την δημοσίευση της τελικής αναφοράς της Επιτροπής, στις 30 Ιανουαρίου 1975, η οποία βρήκε πως «απέτυχε να εκπληρώσει τα καθήκοντα του επαρκώς, και φέρει μεγάλη ευθύνη για την επικίνδυνη κατάσταση στην οποία βρέθηκαν τα στρατεύματα μας».
Αντί να ησυχάσει την λαϊκή δυσαρέσκεια, η αναφορά - η οποία «είχε τονίσει πως έκρινε την ευθύνη των υπουργών για τις ελλείψεις στην ασφάλεια, όχι την κοινοβουλευτική τους ευθύνη, η οποία ήταν εκτός της εντολής της» - την ερέθισε.
Αν και είχε απαλλάξει την Μέιρ και τον Νταγιάν από κάθε ευθύνη, οι φωνές που απαιτούσαν την παραίτηση τους (ειδικά του Νταγιάν) έγιναν εντονότερες.
Τελικά, στις 11 Απριλίου 1974, η Γκόλντα Μέιρ παραιτήθηκε. Την ακολούθησε το υπουργικό της συμβούλιο, περιλαμβανομένου και του Νταγιάν, που υπέβαλε δύο φορές την παραίτηση του αλλά η Μέιρ δεν τις είχε κάνει αποδεκτές. Ο Γιτζάκ Ράμπιν, πως είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος του πολέμου ως ένας ανεπίσημος σύμβουλος του, έγινε επικεφαλής της νέας κυβέρνησης, που ανέλαβε τον Ιούνιο.
Το 1999, το θέμα ανακινήθηκε πάλι από την Ισραηλινή πολιτική ηγεσία για ν’ αποτρέψει την επανάληψη παρόμοιων ελλείψεων. Δημιουργήθηκε το Ισραηλινό Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας για να βελτιώσει τον συντονισμό μεταξύ των διαφορετικών σωμάτων ασφαλείας και αντικατασκοπίας, και τον πολιτικό κλάδο της κυβέρνησης.
ΟΙ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠ ΝΤΕΪΒΙΝΤ
Η κυβέρνηση του Ράμπιν ταλαντευόταν από μια σειρά σκανδάλων, και αναγκάστηκε να παραιτηθεί το 1977. Το δεξιό κόμμα ==Λικούντ==, υπό την πρωθυπουργία του Μεναχέμ Μπέγκιν, κέρδισε τις εκλογές. Αυτό σημείωσε μια ιστορική αλλαγή στο Ισραηλινό πολιτικό σκηνικό αφού ήταν η πρώτη φορά από την ίδρυση του Ισραήλ, που ένας συνασπισμός που δεν ήταν υπό την ηγεσία του Εργατικού κόμματος έλεγχε την κυβέρνηση.
Ο Σαντάτ, που είχε μπει στον πόλεμο με σκοπό να ξαναπάρει το Σινά από το Ισραήλ, απογοητεύτηκε από τον αργό ρυθμό της ειρηνευτικής διαδικασίας. Το 1977 σε μια συνέντευξη του με τον δημοσιογράφο του CBS News, Γουόλτερ Κρόνκαϊτ, ο Σαντάτ παραδέχτηκε μετά από μια σειρά αιχμηρών ερωτήσεων πως ήταν ανοικτός σε έναν πιο εποικοδομητικό ειρηνευτικό διάλογο, που θα περιλάμβανε επισκέψεις αρχηγών κρατών.
Αυτό φαινόταν ν’ ανοίγει την ροή των γεγονότων, αφού σε συνέντευξη του με τον ίδιο δημοσιογράφο, ο συνήθως ανένδοτος Μπέγκιν - που ίσως δεν ήθελε να συγκριθεί δυσμενώς με τον Σαντάτ - είπε πως κι εκείνος θα ήταν υποκείμενος σε καλύτερες σχέσεις και προσφέρθηκε να προσκαλέσει τον ομόλογο του. Έτσι τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ο Σαντάτ προχώρησε στο άνευ προηγουμένου βήμα να επισκεφθεί το Ισραήλ, και έγινε ο πρώτος Άραβας ηγέτης που το έπραξε, και έτσι εν δυνάμει αναγνώρισε το Ισραήλ.
Αυτή η πράξη προώθησε την ειρηνευτική διαδικασία. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ προσκάλεσε τον Σαντάτ και τον Μπέγκιν, σε μια σύνοδο κορυφής στο Καμπ Ντέιβιντ για να διαπραγματευτούν μια τελική ειρήνη. Οι συνομιλίες έγιναν από τις 5 μέχρι τις 17 Σεπτεμβρίου 1978. Τελικά, οι συνομιλίες πέτυχαν, και το Ισραήλ και η Αίγυπτος υπέγραψαν την Ισραηλινό-Αιγυπτιακή Συνθήκη Ειρήνης το 1979. Το Ισραήλ απέσυρε τα στρατεύματα και τους εποίκους του από το Σινά, σε αντάλλαγμα με κανονικές σχέσεις με την Αίγυπτο και μια διαρκή ειρήνη. Πολλοί στην Αραβική κοινότητα εξοργίστηκαν με την ειρήνη της Αιγύπτου με το Ισραήλ. Η Αίγυπτος αποβλήθηκε από τον Αραβικό Σύνδεσμο. Ως τότε, η Αίγυπτος βρισκόταν «στο πηδάλιο του Αραβικού κόσμου». Οι εντάσεις της Αιγύπτου με τους Άραβες γείτονες της αποκορυφώθηκε με τον σύντομο Λίβυο-Αιγυπτιακό Πόλεμο του 1977.
Ο Σαντάτ δολοφονήθηκε δυο χρόνια αργότερα, στις 6 Οκτωβρίου 1981, ενώ παρακολουθούσε την παρέλαση για την όγδοη επέτειο την έναρξης του πολέμου, από Ισλαμιστές στρατιώτες που δεν του συγχώρησαν την υπογραφή ειρήνης με το Ισραήλ.
Βοήθεια στην Αίγυπτο και την Συρία
Αρχίζοντας από τις 9 Οκτωβρίου, η Σοβιετική Ένωση άρχισε να προμηθεύει την Αίγυπτο και την Συρία μέσω αέρος και θαλάσσης. Οι Σοβιετικοί μετέφεραν 15.000 τόνους προμηθειών, από τις οποίες πάνω από το μισό, και σχεδόν όλα τα άρματα μάχης, πήγαν στην Συρία. Επίσης προμήθευσαν ακόμα 63.000 τόνους κυρίως στην Συρία μέσω θαλάσσης. Όμως ήταν δύσκολο για την Αίγυπτο και την Συρία να διαλέξουν ποιες προμήθειες θα έπαιρναν με συχνό αποτέλεσμα σημαντικά υλικά να μην βρίσκονται εκεί όπου ήταν περισσότερο αναγκαία.
Εκτός από την Αίγυπτο, Συρία, Ιορδανία και Ιράκ, πολλές άλλες Αραβικές χώρες αναμείχθηκαν στον πόλεμο, δίνοντας επιπλέον όπλα και χρηματοδότηση.
-Η Αλγερία έστειλε μια μοίρα Mig-21, και μια μοίρα Su-7 στην Αίγυπτο, οι οποίες έφτασαν μεταξύ 9 και 11 Οκτωβρίου. Επίσης έστειλε μια τεθωρακισμένη ταξιαρχία, της οποίας τα προωθημένα στοιχεία άρχισαν να καταφθάνουν από τις 17 Οκτωβρίου.
-Λιβυκές δυνάμεις στάθμευαν στην Αίγυπτο πριν το ξέσπασμα του πολέμου. Η Λιβύη έδωσε μια τεθωρακισμένη ταξιαρχία και δύο μοίρες από μαχητικά Mirage III, από τις οποίες την μία χειρίζονταν Αιγύπτιοι πιλότοι και την άλλη Λίβυοι.
-Το Μαρόκο έστειλε μια ταξιαρχία πεζικού στην Αίγυπτο, και ένα σύνταγμα τεθωρακισμένων στην Συρία. Μια ταξιαρχία πεζικού αποτελούμενη από Παλαιστίνιους βρισκόταν στην Αίγυπτο πριν την έκρηξη του πολέμου.
-Η Σαουδική Αραβία και το Κουβέιτ έδωσαν οικονομική βοήθεια και έστειλαν μια ενδεικτική δύναμη για τις μάχες.
-Το Πακιστάν έστειλε δεκαέξι πιλότους και μια νοσοκομειακή μονάδα στην Αίγυπτο και άλλη μια στην Συρία.
-Το Μπανγκλαντές έστειλε μια ιατρική ομάδα και προμήθειες περίθαλψης.
-Μαζί με τις δυνάμεις της στην Συρία, το Ιράκ έστειλε μια μοίρα Hawker Hunter στην Αίγυπτο. Η μοίρα γρήγορα κέρδισε τον σεβασμό ανάμεσα στους Αιγυπτίους διοικητές για την ικανότητα της, και πιο συγκεκριμένα για να αντιαρματικά χτυπήματα της.
-Η Αλγερινή τεθωρακισμένη ταξιαρχία από σχεδόν 200 άρματα μάχης έφτασε προς το μέτωπο στις 24 Οκτωβρίου, και επομένως δεν συμμετείχε στις μάχες.
-Η Σουδανική ταξιαρχία εμφανίστηκε κι αυτή αργά, έφτασε στις 28 Οκτωβρίου, πολύ αργά για να συμμετέχει στον πόλεμο.
Σχεδόν όλες οι Αραβικές ενισχύσεις έφτασαν χωρίς σχέδιο επιμελητείας, περιμένοντας από τους οικοδεσπότες τους να τους προμηθεύσουν, και προκαλώντας πολλές φορές προβλήματα επιμελητείας. Στο Συριακό μέτωπο, η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των Αραβικών δυνάμεων είχε αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις ανταλλαγής φίλιων πυρών.
Μετά τον πόλεμο, στις πρώτες μέρες του Νοέμβρη, η Αλγερία κατέθεσε περίπου 200 εκατομμύρια δολάρια με την Σοβιετική Ένωση για να χρηματοδοτήσει αγορές όπλων για την Αίγυπτο και την Συρία.
Το κρατικό ραδιόφωνο της Ουγκάντα ανέφερε πως ο Ιντί Αμίν έστειλε στρατιώτες εναντίον του Ισραήλ.
Επίσης η Κούβα έστειλε περίπου 1.500 στρατιώτες, μαζί με ένα άρμα μάχης και πληρώματα ελικοπτέρων που έλαβαν μέρος σε πολλές επιχειρήσεις εναντίον των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων.
Βοήθεια προς το Ισραήλ
Με την έναρξη των εχθροπραξιών, οι Αμερικάνοι ηγέτες περίμεναν να γυρίσει γρήγορα η τροπή του πολέμου υπέρ του καλύτερα εξοπλισμένου Ισραηλινού στρατού και πως οι Αραβικές στρατιές θα έχαναν ολοκληρωτικά μεταξύ 72 με 96 ωρών. Ως τότε οι Αμερικανικές προμήθειες προς το Ισραήλ ήταν πυρομαχικά, κυρίως αντιαρματικά και αντιαεροπορικά. Όμως ως τις 9 Οκτωβρίου έγινε ξεκάθαρο πως τέτοια γρήγορη μεταστροφή δεν θα γινόταν, και πως οι απώλειες των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων ήταν αναπάντεχα υψηλές.
Το απόγευμα τις 7ης Οκτωβρίου, ο Νταγιάν είπε στην Μέιρ πως «αυτό είναι το τέλος του τρίτου ναού». «Τρίτος Ναός» ήταν αλληγορική ονομασία του Ισραηλινού Κράτους (μετά τους δύο πρώτους Ναούς στην Ιερουσαλήμ κατά την Αρχαιότητα), αλλά ήταν επίσης και ο κωδικός για τα πυρηνικά όπλα.
Η Μέιρ στις 8 Οκτωβρίου εξουσιοδότησε την συναρμολόγηση 13 ατομικών βομβών των 20 κιλοτόνων. Οι δεκτικοί σε πυρηνικά, πύραυλοι Jericho στο Hirbat Zachariah και τα F-4 στο Tel Nof ετοιμάστηκαν ν’ αναλάβουν δράση εναντίον Συριακών και Αιγυπτιακών στόχων.
Ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ ενημερώθηκε για τον πυρηνικό συναγερμό το πρωινό της 9ης Οκτωβρίου. Εκείνη την μέρα, ο Πρόεδρος Νίξον διέταξε την έναρξη της Επιχείρησης Νικελωμένο Γρασίδι, μιας Αμερικανικής αερομεταφοράς για ν’ αντικατασταθούν όλες οι υλικές απώλειες του Ισραήλ. Ανέκδοτες μαρτυρίες υποστηρίζουν πως ο Κίσινγκερ είπε στον Σαντάτ πως ο λόγος για την αερομεταφορά των ΗΠΑ ήταν πως οι Ισραηλινοί ήταν πολύ κοντά να «γίνουν πυρηνικοί».
Το Ισραήλ άρχισε να παίρνει τις προμήθειες στις 13 Οκτωβρίου, αν και, κάποιος εξοπλισμός, όπως οι πύραυλοι TOW είχαν φτάσει πριν τις 11 Οκτωβρίου. Σύμφωνα με τον Αβραάμ Rabinovich, «ενώ η Αμερικανική αερομεταφορά των προμηθειών δεν αντικατέστησε αμέσως τις Ισραηλινές υλικές απώλειες, επέτρεψε στο Ισραήλ να σπαταλήσει ότι είχε ήδη πιο ελεύθερα». Ως το τέλος του Νικελωμένου Γρασιδιού, οι ΗΠΑ είχαν στείλει 22.395 τόνους υλικού στο Ισραήλ.
Ο Ισραηλινός Αερομεταφορέας El Al πήρε μέρος στην αερομεταφορά και μετέφερε 5.500 τόνους υλικού. Ανάμεσα στις προμήθειες που στάλθηκαν στο Ισραήλ ήταν εξοπλισμός τελευταίας λέξης της τεχνολογίας, όπως οι πύραυλοι AGM-65 Maverick και οι BGM-71 TOW, που είχαν μπει στην παραγωγή τρία χρόνια πριν, όπως και εξαιρετικά ανεπτυγμένο εξοπλισμό ηλεκτρονικών παρεμβολών, μαζί με εκπαιδευτές του Αμερικανικού στρατού για να εκπαιδεύσουν τάχιστα τις Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις στην χρήση αυτών των όπλων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες σχημάτισαν επίσης την δική τους θαλάσσια επιχείρηση μεταφοράς, δίνοντας στο Ισραήλ 33.210 τόνους στο Ισραήλ ως τις 30 Οκτωβρίου.
Οι Αιγύπτιοι διοικητές σημείωσαν πως στις 13 και στις 15 Οκτωβρίου, τα ναυτικά ραντάρ τους εντόπισαν αεροσκάφος σε ύψος 25.000 μέτρων και με ταχύτητα Mach 3, που το καθιστούσαν αδύνατο να το καταδιώξουν είτε με μαχητικού είτε με πυραύλους εδάφους-αέρος.
Το αεροπλάνο πέρασαν την ζώνη της διώρυγας, τα λιμάνια της Ερυθράς Θάλασσας (Hurghada και Safaga), πέταξε πάνω από τις αεροπορικές βάσεις και τις αντιαεροπορικές άμυνες στο Δέλτα του Νείλου και τελικά εξαφανίστηκε από τις οθόνες των ραντάρ πάνω από την Μεσόγειο.
Το ύψος και η ταχύτητα ήταν αυτά των Αμερικανικών SR-71 Blackbird, ενός μεγάλης εμβέλειας στρατηγικού αναγνωριστικού αεροπλάνου. Σύμφωνα με τους Αιγυπτίους διοικητές, η κατασκοπεία που πραγματοποίησαν αυτές οι δύο πτήσεις βοήθησαν τους Ισραηλινούς να προετοιμαστούν για την Αιγυπτιακή επίθεση στις 14 Οκτωβρίου, και βοήθησαν στην πραγματοποίηση της Επιχείρηση Πεισματάρηδες Άντρες.
Η ΠΑΓΙΔΕΥΜΕΝΗ Γ' ΣΤΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πέρασε (με 14-0), μετά από διαπραγματεύσεις ΗΠΑ-ΕΣΣΔ, στις 22 Οκτωβρίου, το Ψήφισμα 338 το οποίο καλούσε για κατάπαυση του πυρός. Καλούσε «όλες τις εμπόλεμες πλευρές» να «τερματίσουν κάθε στρατιωτική δραστηριότητα αμέσως».
Ενεργοποιήθηκε 12 ώρες αργότερα στις 18:52 ώρα Ισραήλ. Επειδή ενεργοποιήθηκε μετά την δύση του ηλίου, ήταν αδύνατον για την δορυφορική εποπτεία να καθορίσει που βρίσκονταν οι γραμμές των μετώπων στο υποτιθέμενο σημείο όπου έγινε η κατάπαυση του πυρός. Πριν η τελευταία ενεργοποιηθεί, ο Χένρι Κίσινγκερ είχε πει στην Γκόλντα Μέιρ, «Δεν θα πάρεις βίαιες διαμαρτυρίες από την Ουάσιγκτον αν γίνει κάτι στη διάρκεια της νύχτας, ενώ εγώ πετάω. Δεν μπορεί να γίνει τίποτα ως αύριο το μεσημέρι».
Όταν ξεκίνησε η κατάπαυση του πυρός, οι Ισραηλινές δυνάμεις ήταν λίγες εκατοντάδες μέτρα κοντά απ’ τον στόχο τους - τον τελευταίο δρόμο που συνέδεε το Κάιρο και το Σουέζ, και η μεραρχία του Σαρόν είχε καταφέρει στις επαναλαμβανόμενες απόπειρες, να καταλάβει την Ισμαηλία και να αποκόψει τις εφοδιοπομπές της Δεύτερης Στρατιάς. Η κίνηση του Αντάν προς το νότο είχε αφήσει τις Ισραηλινές και Αιγυπτιακές μονάδες σκορπισμένες σε κάθε σημείο του πεδίου της μάχης, χωρίς καθαρές γραμμές μεταξύ τους.
Ο Αντάν αποφάσισε να συνεχίσει την επίθεση του στις 23 Οκτωβρίου. Ο Δαβίδ Ελάζαρ ζήτησε άδεια για να συνεχίσει την επίθεση, και ο Μοσέ Νταγιάν του την έδωσε. Τα Ισραηλινά στρατεύματα τερμάτισαν την προώθηση τους νότια, κατέλαβαν τον δρόμο, και παγίδευσαν την Αιγυπτιακή Τρίτη Στρατιά ανατολικά της Διώρυγας του Σουέζ. Οι Ισραηλινοί προώθησαν τεράστιες ποσότητες εξοπλισμού πέρα από την διώρυγα, παραβιάζοντας την κατάπαυση του πυρός. Όταν ο Σαντάτ διαμαρτυρήθηκε για τις παραβιάσεις της ανακωχής, το Ισραήλ υποστήριξε πως οι Αιγύπτιοι στρατιώτες είχαν πυροβολήσει πρώτοι.
Ισραηλινός οπλισμός και αλεξιπτωτιστές μπήκαν στο Σουέζ σε μια προσπάθεια να καταλάβουν την ομώνυμη πόλη, αλλά έπεσαν σε ενέδρα από στρατεύματα της Τρίτης Στρατιάς και περικυκλώθηκαν. Στην μάχη που ακολούθησε, οι Ισραηλινοί αλεξιπτωτιστές κατάφεραν να φύγουν από την πόλη, αλλά δέχτηκαν αρκετές απώλειες και δεν πήραν σημαντικό τακτικό όφελος.
Το επόμενο πρωινό, 23 Οκτωβρίου, διαταράχθηκε η διπλωματική δραστηριότητα. Σοβιετικά αναγνωριστικά σκάφη είχαν επιβεβαιώσει πως οι Ισραηλινές δυνάμεις κινούνταν νότια, και οι Σοβιετικοί κατηγόρησαν τους Ισραηλινούς για δολιότητα.
Σε τηλεφωνική συνομιλία με την Γκόλντα Μέιρ, ο Χένρι Κίσινγκερ ρώτησε, «Πως μπορεί κάποιος να ξέρει που μπορεί να είναι ή να ήταν μια γραμμή στην έρημο;», και η Μέιρ απάντησε, «Θα ξέρουν, εντάξει». Ο Κίσινγκερ έμαθε για τον παγιδευμένο Αιγυπτιακό στρατό λίγο μετά.
Ο Κίσινγκερ αντιλήφθηκε πως η κατάσταση έδινε στις Ηνωμένες Πολιτείες μια τεράστια ευκαιρία - η Αίγυπτος ήταν απόλυτα εξαρτημένη από τις ΗΠΑ για να αποτρέψουν το Ισραήλ από το να καταστρέψει την παγιδευμένη στρατιά της, που τώρα δεν είχε πρόσβαση σε τροφή ή νερό. Αυτή η στάση θα κεφαλαιοποιούνταν αργότερα όταν θα επέτρεπε στις ΗΠΑ να διαμεσολαβήσουν στην διαμάχη, και να σπρώξουν την Αίγυπτο έξω από την Σοβιετική επιρροή.
Ως αποτέλεσμα, οι ΗΠΑ άσκησαν τεράστια πίεση στους Ισραηλινούς να μην καταστρέψουν την παγιδευμένη στρατιά, ακόμα και με την απειλή να υποστηρίξουν ένα ψήφισμα του ΟΗΕ που θα ανάγκαζε τους Ισραηλινούς να υποχωρήσουν στις θέσεις που είχαν πριν τις 22 Οκτωβρίου αν δεν επέτρεπαν μη στρατιωτικές προμήθειες να φτάσουν στην στρατιά.
Σε ένα τηλεφώνημα με τον Ισραηλινό πρέσβη Simcha Dinitz, ο Κίσινγκερ είπε στον πρέσβη πως η καταστροφή της Αιγυπτιακής Τρίτης Στρατιάς «είναι μια επιλογή που δεν υπάρχει». Παρά την περικύκλωση της, όμως, η Τρίτη Στρατιά είχε καταφέρει να διατηρήσει την μερική ακεραιότητα της στα ανατολικά της διώρυγας και να κρατήσει τις αμυντικές της θέσεις.
ΠΥΡΗΝΙΚΟΣ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ
Εν τω μεταξύ, ο Μπρέζνιεφ έστειλε μια επιστολή στον Νίξον στο μέσον της νύχτας της 23ης-24ης Οκτωβρίου. Σ’ εκείνο το γράμμα, ο Μπρέζνιεφ πρότεινε να σταλούν Αμερικανικά και Σοβιετικά αποσπάσματα για να διασφαλιστεί πως και οι δύο πλευρές θα τιμούσαν την κατάπαυση του πυρός.
Επίσης απείλησε πως «Θα το πω ξεκάθαρα πως αν το βρείτε αδύνατον να δράσετε από κοινού με εμάς σ’ αυτό το ζήτημα, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με την αναγκαιότητα να μελετήσουμε επειγόντως τη λήψη των απαραίτητων βημάτων μονομερώς. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την αυθαιρεσία εκ μέρους του Ισραήλ».
Εν συντομία, οι Σοβιετικοί απειλούσαν να επέμβουν στον πόλεμο υπέρ της Αιγύπτου.
Οι Σοβιετικοί έθεσαν σε συναγερμό επτά αεροπορικές μεραρχίες και συγκεντρώθηκε μια αερομεταφορά για να τους μεταφέρει στη Μέση Ανατολή. Στήθηκε ένα αεροπορικό αρχηγείο στην νότια Σοβιετική Ένωση. Επίσης πολλές αεροπορικές μονάδες τέθηκαν σε συναγερμό. «Οι αναφορές επίσης έδειχναν πως τουλάχιστον μια από τις μεραρχίες και μια μοίρα μεταγωγικών αεροπλάνων είχε μετακινηθεί από την Σοβιετική Ένωση σε μια αεροπορική βάση στην Γιουγκοσλαβία». Επίσης οι Σοβιετικοί είχαν αναπτύξει εφτά αμφίβια πολεμικά σκάφη με περίπου 40.000 πεζικό στη Μεσόγειο.
Το μήνυμα έφτασε αφότου ο Νίξον είχε πέσει για ύπνο. Ο Κίσινγκερ κάλεσε αμέσως σύσκεψη των κύριων αξιωματούχων, ανάμεσα στους οποίους και ο Υπουργός Άμυνας James Schlesinger, ο Διευθυντής της CIA William Colby, και ο Επιτελάρχης του Λευκού Οίκου Αλεξάντερ Χαίηγκ (Alexander Haig). Το σκάνδαλο Ουότεργκέιτ είχε φτάσει στο απόγειο του, και ο Νίξον ήταν τόσο ταραγμένος και συγχυσμένος ώστε αποφάσισαν να χειριστούν την υπόθεση χωρίς αυτόν.
Όταν ο Κίσινγκερ ρώτησε τον Χέηγκ αν έπρεπε να τον ξυπνήσουν (τον Νίξον), ο Επιτελάρχης του Λευκού Οίκου απάντησε κάθετα «Όχι». Ο Haig μοιραζόταν ξεκάθαρα τα αισθήματα του Κίσινγκερ πως ο Νίξον δεν βρισκόταν σε κατάσταση για να πάρει κρίσιμες αποφάσεις.
Αποτέλεσμα της σύσκεψης ήταν μια συμβιβαστική απάντηση που στάλθηκε στον Μπρέζνιεφ (με το όνομα του Νίξον). Την ίδια ώρα, αποφασίστηκε να αυξηθεί η Κατάσταση Άμυνας (DEFCON) από τέσσερα σε τρία. Τέλος, ενέκριναν ένα μήνυμα προς τον Σαντάτ (πάλι με το όνομα του Νίξον) ζητώντας του να παραιτηθεί από το αίτημα του για Σοβιετική βοήθεια, και απειλώντας πως αν επενέβαιναν οι Σοβιετικοί, θα επενέβαιναν και οι ΗΠΑ.
Οι Σοβιετικοί εντόπισαν γρήγορα την αυξανόμενη Αμερικανική κατάσταση άμυνας, και έμειναν έκπληκτοι και μπερδεμένοι με την απάντηση.
«Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πως οι Αμερικάνοι θα φοβόντουσαν τόσο εύκολα», είπε ο Νικολάι Ποντγκόρνι.
«Δεν είναι λογικό να μπεις σε πόλεμο με τις ΗΠΑ εξαιτίας της Αιγύπτου και της Συρίας», είπε ο Πρωθυπουργός Αλεξέι Κοσίγκιν, ενώ ο αρχηγός της KGB Γιούρι Αντρόποφ πρόσθεσε πως «Δεν θα ξεκινήσουμε Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο».
Στο τέλος, οι Σοβιετικοί συμβιβάστηκαν με την Αραβική ήττα. Το γράμμα από το Αμερικανικό υπουργικό συμβούλιο έφτασε κατά τη διάρκεια της συνάντησης. Ο Μπρέζνιεφ αποφάσισε πως οι Αμερικάνοι ήταν πολύ ταραγμένοι, και πως η καλύτερη πορεία δράσης θα ήταν να περιμένουν ν’ απαντήσουν. Το επόμενο πρωί, οι Αιγύπτιοι συμφώνησαν με την Αμερικανική πρόταση, και απέσυραν το αίτημα τους για βοήθεια από τους Σοβιετικούς, τερματίζοντας την κρίση.
Η ΑΠΟΚΛΙΜΑΚΩΣΗ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ
Στο βόρειο μέτωπο, έγινε μια μεγάλη αερομαχία στις 23 Οκτωβρίου κοντά στην Δαμασκό με περίπου δεκαέξι Ισραηλινά αεροσκάφη. Η Συριακή και η Ισραηλινή αεροπορία έχασαν περίπου δέκα αεροπλάνα.
Οι Σύριοι είχαν αρχίσει προετοιμασίες για μια μαζική αντεπίθεση, προγραμματισμένη για τις 23 Οκτωβρίου. Επιπρόσθετα με τις πέντε μεραρχίες της Συρίας, το Ιράκ έδωσε δύο, και υπήρχαν μικρότερα αποσπάσματα από άλλες Αραβικές χώρες, και της Ιορδανίας.
Οι Σοβιετικοί είχαν αντικαταστήσει τις περισσότερες από τις απώλειες της Συρίας σε άρματα μάχης που είχαν δεχτεί στις πρώτες εβδομάδες του πολέμου.
Ωστόσο, μια μέρα πριν ν’ αρχίσει η επίθεση, τα Ηνωμένα Έθνη εφάρμοσαν την κατάπαυση του πυρός (μετά την συγκατάθεση Ισραήλ και Αιγύπτου).
Ο Αβραάμ Rabinovich λέει : «Η αποδοχή από την Αίγυπτο της κατάπαυσης του πυρός την Δευτέρα [22 Οκτωβρίου] δημιούργησε μεγάλο δίλημμα για τον Άσαντ. Η κατάπαυση του πυρός δεν τον δέσμευε, αλλά οι συνέπειες της δεν μπορούσαν ν’ αγνοηθούν. Κάποιοι απ’ το Συριακό Γενικό Επιτελείο ήταν υπέρ της συνέχισης της επίθεσης, υποστηρίζοντας πως αν το έκαναν η Αίγυπτος θα ένιωθε υποχρεωμένη να συνεχίσει τον πόλεμοι … Άλλοι, ωστόσο, υποστήριζαν πως αυτή η συνέχιση του πολέμου θα νομιμοποιούσε τις προσπάθειες του Ισραήλ να καταστρέψει την Αιγυπτιακή Τρίτη Στρατιά. Σ’ αυτή την περίπτωση, η Αίγυπτος δεν θα βοηθούσε την Συρία όταν το Ισραήλ θα γύριζε όλη τη δύναμη του προς βορρά, καταστρέφοντας τις υποδομές της Συρίας και ίσως πραγματοποιώντας επίθεση εναντίον της Δαμασκού».
Τελικά, ο Άσαντ αποφάσισε να ακυρώσει την επίθεση, και στις 23 Οκτωβρίου η Συρία ανακοίνωσε πως είχε αποδεχτεί την κατάπαυση του πυρός, και η Ιρακινή κυβέρνηση διέταξε τις δυνάμεις της να γυρίσουν πίσω.
ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΑΥΣΗ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣ
Στις 24 Οκτωβρίου, το Συμβούλιο Ασφαλείας πέρασε το ψήφισμα 339, καλώντας εκ νέου όλες τις πλευρές να σεβαστούν τους όρους της κατάπαυσης του πυρός που όρισε το ψήφισμα 338. Κάθε οργανωμένη σύγκρουση σ’ όλα τα μέτωπα τερματίστηκε ως τις 26 Οκτωβρίου. Έγιναν πολλές αεροπορικές επιθέσεις εναντίον της Τρίτης Στρατιάς από τις 25 μέχρι τις 28 Οκτωβρίου. Η κατάπαυση του πυρός δεν τερμάτισε τις σποραδικές αψιμαχίες ανάμεσα στις γραμμές, ούτε χαλάρωσε τις στρατιωτικές εντάσεις.
Το Ισραήλ άκουσε την απειλή του Κίσινγκερ να υποστηρίξει μια λύση απόσυρσης στον ΟΗΕ, αλλά πριν να μπορέσει ν’ απαντήσει, ο σύμβουλος της εθνικής ασφαλείας της Αιγύπτου Hafez Ismail έστειλε στον Κίσινγκερ ένα εκπληκτικό μήνυμα - η Αίγυπτος ήταν πρόθυμη να μπει σε απευθείας διάλογο με τους Ισραηλινούς, με τον όρο οι τελευταίοι να συμφωνήσουν να επιτραπεί η διακίνηση μη στρατιωτικών προμηθειών στην στρατιά τους και να συμφωνήσουν σε μια πλήρη κατάπαυση του πυρός.
Οι συνομιλίες έγιναν στις 28 Οκτωβρίου, μεταξύ του Ισραηλινού Υποστράτηγου Aharon Yariv και του Αιγυπτίου Υποστράτηγου Abdel Ghani el-Gamasy. Εν τέλει, ο Κίσινγκερ έφερε την πρόταση στον Σαντάτ, ο οποίος συμφώνησε σχεδόν χωρίς σκέψη.
Τα σημεία ελέγχου των Ηνωμένων Εθνών θα αντικαθιστούσαν τα Ισραηλινά σημεία ελέγχου, θα επιτρεπόταν η διακίνηση μη στρατιωτικών προμηθειών, και θα γινόταν ανταλλαγή των αιχμαλώτων πολέμου. Θα ακολουθούσε μια σύνοδος κορυφής στην Γενεύη, και τελικά, μια συμφωνία προσωρινής παύσης πυρός θα επεξεργαζόταν. Στις 18 Ιανουαρίου, το Ισραήλ υπέγραψε μια συμφωνία να υποχωρήσει στην ανατολική πλευρά της διώρυγας, και ο τελευταίος στρατιώτης του αποσύρθηκε από την δυτική πλευρά της διώρυγας στις 5 Μαρτίου 1974.
Μεταξύ της κατάπαυσης του πυρός από τον ΟΗΕ και την συμφωνίας ανακωχής τον Ιανουάριο, ένας πόλεμος φθοράς έγινε εναντίον των Ισραηλινών δυνάμεων που βρίσκονταν δυτικά της διώρυγας, στον οποίο σκοτώθηκαν 187 Ισραηλινοί στρατιώτες, καταστράφηκαν 41 άρματα μάχης, και καταρρίφθηκαν 11 αεροπλάνα.
Στο Συριακό μέτωπο, η δορυφορική διπλωματία από τον Χένρι Κίσινγκερ τελικά είχε ως αποτέλεσμα μια συμφωνία απεμπλοκής στις 31 Μαΐου 1974, βασισμένη στην ανταλλαγή των αιχμαλώτων, την απόσυρση του Ισραήλ στην Πορφυρή Γραμμή και η δημιουργία μιας ενδιάμεσης ουδέτερης ζώνης από τον ΟΗΕ.
Το Ισραήλ κατηγόρησε την Συρία πως βασάνισε τους αιχμαλώτους, και παραβίασε την Σύμβαση της Γενεύης. Η συμφωνία τερμάτισε τις αψιμαχίες και τις ανταλλαγές βολών πυροβολικού που ήταν συχνές στην Ισραηλινό-Συριακή γραμμή κατάπαυσης του πυρός. Η Δύναμη Απεμπλοκής και Παρατήρησης του ΟΗΕ (UNDOF) δημιουργήθηκε ως ειρηνευτική δύναμη στα Υψώματα Γκολάν.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Οι ειρηνευτικές συνομιλίες στο τέλος του πολέμου ήταν η πρώτη φορά που Άραβες και Ισραηλινοί αξιωματούχοι συναντήθηκαν σε απευθείας συνομιλίες από τον πόλεμο του 1948.
Ο πόλεμος μπορούσε να περιγραφεί ως αδιέξοδο; Σε τακτικό επίπεδο, το τέλος του είδε το Ισραήλ με εδαφικά κέρδη στα Υψώματα Γκολάν και την περικύκλωση της Αιγυπτιακής Τρίτης Στρατιάς. Γεγονός είναι, πως η κατάπαυση του πυρός απέτρεψε το Ισραήλ από το να εξαπολύσει την σκληρότερη του επίθεση, αφού μια αναφορά του Αμερικανικού Ναυτικού δηλώνει :
«Τώρα ήταν σε θέση να απειλήσουν τις οπισθοφυλακές των διοικητικών περιοχών, και τις προμήθειες όλου του Αιγυπτιακού Στρατού. Κυρίως χάρη στις προσπάθειες της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία φοβόταν την πιθανότητα μιας μεγάλης Αιγυπτιακής ήττας, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επέβαλε μια κατάπαυση του πυρός από τις 22 Οκτωβρίου».
Η αναφορά επίσης υποστηρίζει πως η Αραβική πλευρά κατάφερε να αιφνιδιάσει το Ισραήλ και όλες τις μυστικές υπηρεσίες στον πλανήτη και στρατηγικά και τακτικά:
«Από καθαρά στρατιωτική άποψη, η πρώτη και σημαντικότερη Αραβική επιτυχία ήταν η επίτευξη απόλυτου στρατιωτικού και τακτικού αιφνιδιασμού. Ενώ αυτό βοηθήθηκε από τα σε όχι μικρό βαθμό λάθη που έγιναν από την Ισραηλινή αντικατασκοπία και την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία στο Ισραήλ, το μεγαλύτερο μέγεθος επαίνου πρέπει να πάει στο εξαιρετικά περίπλοκο σχέδιο παραπλάνησης που εκτελέστηκε από τους Αιγυπτίους. Κατάφεραν να πείσουν την Ισραηλινή διοίκηση πως η έντονη στρατιωτική δραστηριότητα στα δυτικά της Διώρυγας το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1973 δεν ήταν τίποτα από μια σειρά εκπαιδευτικών ασκήσεων και ελιγμών. Αυτή η παραπλάνηση θεωρείται ένα από τα καλύτερα σχέδια εξαπάτησης που έγιναν σ’ όλη την στρατιωτική ιστορία. Το σχέδιο ήταν επιτυχές όχι μόνον όσον αφορά την Ισραηλινή αντικατασκοπία, αλλά και τις μυστικές υπηρεσίες όλου του κόσμου».
Για τα Αραβικά κράτη (και την Αίγυπτο ειδικότερα), το ψυχολογικό τραύμα της ήττας τους στον Πόλεμο των Έξι Ημερών δεν γιατρεύτηκε, όπως περίμεναν. Απ' την άλλη & κατά κάποιο τρόπο, τους επέτρεψε να διαπραγματευτούν με τους Ισραηλινούς. Όμως, έχοντας δεδομένο πως ο πόλεμος είχε αρχίσει τόσο καλά όσο θα ήθελαν οι Άραβες ηγέτες, στο τέλος είχαν μόνο περιορισμένα εδαφικά κέρδη στο μέτωπο του Σινά, ενώ το Ισραήλ κέρδισε περισσότερο έδαφος στα Υψώματα Γκολάν απ’ όσο κρατούσε πριν από τον πόλεμο· επίσης με το δεδομένο πως το Ισραήλ μπόρεσε να κρατήσει Αφρικανικό έδαφος δυτικά της διώρυγας, ο πόλεμος βοήθησε στο να πεισθούν πολλοί στον Αραβικό Κόσμο πως το Ισραήλ δεν υπήρχε περίπτωση να ηττηθεί στρατιωτικά.
Ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα τον τερματισμό της Αραβικής φιλοδοξίας να καταστραφεί το Ισραήλ δια της βίας.
Επίσης, η αρχική επιτυχία των Αιγυπτίων και των Σύριων, έδειχνε ότι οι Άραβες είχαν επιτελέσει προόδους στον στρατιωτικό τομέα και ήταν σε θέση να εφαρμόσουν μια αιφνιδιαστική στρατιωτική τακτική.
Ο πόλεμος είχε μεγάλο αντίκτυπο στον πληθυσμό του Ισραήλ. Το σοκ και οι ξαφνικές ήττες που συνέβησαν στην αρχή του πολέμου ήταν ένα χτύπημα για τους Ισραηλινούς, που πίστευαν πως είχαν την στρατιωτική υπεροχή στην περιοχή.
Όμως, με τον καιρό, άρχισαν να καταλαβαίνουν τι εκπληκτική, σχεδόν πρωτοφανή, αλλαγή πορείας είχαν επιτύχει:
«Παραπαίοντας από μια αιφνιδιαστική επίθεση σε δύο μέτωπα με την πλειοψηφία του στρατού ακόμα μη κινητοποιημένη, και αντιμέτωπη με εκπληκτικές νέες πολεμικές τεχνολογίες, η κατάσταση του Ισραήλ ήταν τέτοια που θα γονάτιζε ακόμα και τα ισχυρότερα κράτη. Κι όμως, μέσα σε μέρες, ανέκτησε τον βηματισμό του και σε λιγότερο από δύο εβδομάδες απειλούσε τις πρωτεύουσες και των δύο εχθρών του, ένα επίτευγμα που έχει ελάχιστα ιστορικά παράλληλα».
Στο Ισραήλ, όμως, ο δείκτης απωλειών ήταν υψηλός. Κατά κεφαλή, το Ισραήλ υπέστη τριπλάσιες απώλειες σε τρεις εβδομάδες πολέμου απ’ όσες είχαν οι ΗΠΑ σε μια δεκαετία στον Πόλεμο του Βιετνάμ.
Οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις ήταν απροετοίμαστες ν’ αντιμετωπίσουν τέτοιες περιπτώσεις επειδή, σ’ όλους τους προηγούμενους πολέμους (με την εξαίρεση του 1948), οι Ισραηλινοί συχνά επιτύγχαναν γρήγορες νίκες με λίγες απώλειες. Όμως ο Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ, στιγματίστηκε για την φονικότητα και την ένταση του, παρατεινόμενες μάχες, που δημιούργησαν μεγάλα περιστατικά νευρικών κλονισμών από την μάχη.
Ο Αριέλ Σαρόν, ένας παράτολμος στρατηγός, τόνισε αυτήν την πραγματικότητα: «Πολεμάω 25 χρόνια, και όλα τα άλλα που έζησα ήταν απλά μάχες. Αυτός ήταν πραγματικός πόλεμος».
Ως απάντηση στην Αμερικανική υποστήριξη στο Ισραήλ, τα Αραβικά μέλη του ΟΠΕΚ, με την καθοδήγηση της Σαουδικής Αραβίας, αποφάσισαν να μειώσουν την πετρελαϊκή παραγωγή κατά 5% ανά μήνα στις 17 Οκτωβρίου.
Στις 19 Οκτωβρίου, ο Πρόεδρος Νίξον εξουσιοδότησε μια μεγάλη διανομή οπλικών προμηθειών και $2, 2 δισεκατομμυρίων ως οικειοποίηση για το Ισραήλ. Ως απάντηση, η Σαουδική Αραβία κήρυξε εμπάργκο εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών, στο οποίο αργότερα εντάχθηκαν και άλλοι πετρελαϊκοί εξαγωγείς και επεκτάθηκε εναντίον της Ολλανδίας και άλλων κρατών, προκαλώντας την ενεργειακή κρίση του 1973.
Η αρχική επιτυχία αύξησε θεαματικά την δημοτικότητα του Σαντάτ, δίνοντας του πιο σταθερό έλεγχο στο Αιγυπτιακό κράτος και την ευκαιρία να ξεκινήσει πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που θεωρούσε αναγκαίες.
Στα επόμενα χρόνια η δημοτικότητα του θα ξεθώριαζε, και τα καταστροφικά αντικυβερνητικά επεισόδια του 1977 με αφορμή την έλλειψη τροφίμων είχε σύνθημα, «Ήρωα του περάσματος, που είναι το πρωινό μας;».
ΕΝΤΑΣΗ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ
Αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, ξέσπασε η έντονη διαμαρτυρία του Ισραηλινού λαού εναντίον της κυβέρνησης του. Καθοδηγήθηκε από τον Motti Ashkenazi, διοικητή της Βουδαπέστης, του βορειότερου από τα οχυρά της Μπαρ-Λεβ και του μόνου που στον πόλεμο δεν καταλήφθηκε από τους Αιγυπτίους. Η οργή εναντίον της Ισραηλινής κυβέρνησης (και ειδικά εναντίον του Νταγιάν) ήταν μεγάλη. Ζητήθηκε από τον Σιμόν Αγκρανάτ, Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Ισραήλ, να ηγηθεί μιας έρευνας, της Επιτροπής Αγκρανάτ, στα γεγονότα που προετοίμασαν τον πόλεμο και των συνεχών ηττών στις πρώτες μέρες.
Η Επιτροπή Αγκρανάτ δημοσίευσε τα προκαταρκτικά ευρήματα της στις 2 Απριλίου 1974.
'Έξι συγκεκριμένα άτομα θεωρήθηκαν υπεύθυνα για τις αποτυχίες του Ισραήλ:
• Ο Αρχηγός του Επιτελείου των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων Νταβίντ Ελάζαρ προτάθηκε για απόλυση, αφότου η Επιτροπή βρήκε πως έφερε «προσωπική ευθύνη για την αποτίμηση της κατάστασης και την πολεμική ετοιμότητα των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων».
• Ο Αρχηγός της Αντικατασκοπίας, Στρατηγός Έλι Ζέιρα, και ο πληρεξούσιος του, κεφαλή της Έρευνας, Ταξίαρχος Aryeh Shalev, προτάθηκαν για απόλυση.
• Ο Αντισυνταγματάρχης Bandman, επικεφαλής του γραφείου της ΑΜΑΝ για την Αίγυπτο, και ο Αντισυνταγματάρχης Gedelia, αρχηγός αντικατασκοπίας της Νότιας Διοίκησης, προτάθηκαν να μετατεθούν μακριά από υπηρεσίες αντικατασκοπίας.
• Ο Σμίελ Γκονέν, διοικητής του νοτίου μετώπου, προτάθηκε από την αρχική αναφορά να απαλλαχθεί από ενεργό καθήκον. Αναγκάστηκε να φύγει από το στράτευμα μετά την δημοσίευση της τελικής αναφοράς της Επιτροπής, στις 30 Ιανουαρίου 1975, η οποία βρήκε πως «απέτυχε να εκπληρώσει τα καθήκοντα του επαρκώς, και φέρει μεγάλη ευθύνη για την επικίνδυνη κατάσταση στην οποία βρέθηκαν τα στρατεύματα μας».
Αντί να ησυχάσει την λαϊκή δυσαρέσκεια, η αναφορά - η οποία «είχε τονίσει πως έκρινε την ευθύνη των υπουργών για τις ελλείψεις στην ασφάλεια, όχι την κοινοβουλευτική τους ευθύνη, η οποία ήταν εκτός της εντολής της» - την ερέθισε.
Αν και είχε απαλλάξει την Μέιρ και τον Νταγιάν από κάθε ευθύνη, οι φωνές που απαιτούσαν την παραίτηση τους (ειδικά του Νταγιάν) έγιναν εντονότερες.
Τελικά, στις 11 Απριλίου 1974, η Γκόλντα Μέιρ παραιτήθηκε. Την ακολούθησε το υπουργικό της συμβούλιο, περιλαμβανομένου και του Νταγιάν, που υπέβαλε δύο φορές την παραίτηση του αλλά η Μέιρ δεν τις είχε κάνει αποδεκτές. Ο Γιτζάκ Ράμπιν, πως είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος του πολέμου ως ένας ανεπίσημος σύμβουλος του, έγινε επικεφαλής της νέας κυβέρνησης, που ανέλαβε τον Ιούνιο.
Το 1999, το θέμα ανακινήθηκε πάλι από την Ισραηλινή πολιτική ηγεσία για ν’ αποτρέψει την επανάληψη παρόμοιων ελλείψεων. Δημιουργήθηκε το Ισραηλινό Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας για να βελτιώσει τον συντονισμό μεταξύ των διαφορετικών σωμάτων ασφαλείας και αντικατασκοπίας, και τον πολιτικό κλάδο της κυβέρνησης.
ΟΙ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠ ΝΤΕΪΒΙΝΤ
Η κυβέρνηση του Ράμπιν ταλαντευόταν από μια σειρά σκανδάλων, και αναγκάστηκε να παραιτηθεί το 1977. Το δεξιό κόμμα ==Λικούντ==, υπό την πρωθυπουργία του Μεναχέμ Μπέγκιν, κέρδισε τις εκλογές. Αυτό σημείωσε μια ιστορική αλλαγή στο Ισραηλινό πολιτικό σκηνικό αφού ήταν η πρώτη φορά από την ίδρυση του Ισραήλ, που ένας συνασπισμός που δεν ήταν υπό την ηγεσία του Εργατικού κόμματος έλεγχε την κυβέρνηση.
Ο Σαντάτ, που είχε μπει στον πόλεμο με σκοπό να ξαναπάρει το Σινά από το Ισραήλ, απογοητεύτηκε από τον αργό ρυθμό της ειρηνευτικής διαδικασίας. Το 1977 σε μια συνέντευξη του με τον δημοσιογράφο του CBS News, Γουόλτερ Κρόνκαϊτ, ο Σαντάτ παραδέχτηκε μετά από μια σειρά αιχμηρών ερωτήσεων πως ήταν ανοικτός σε έναν πιο εποικοδομητικό ειρηνευτικό διάλογο, που θα περιλάμβανε επισκέψεις αρχηγών κρατών.
Αυτό φαινόταν ν’ ανοίγει την ροή των γεγονότων, αφού σε συνέντευξη του με τον ίδιο δημοσιογράφο, ο συνήθως ανένδοτος Μπέγκιν - που ίσως δεν ήθελε να συγκριθεί δυσμενώς με τον Σαντάτ - είπε πως κι εκείνος θα ήταν υποκείμενος σε καλύτερες σχέσεις και προσφέρθηκε να προσκαλέσει τον ομόλογο του. Έτσι τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ο Σαντάτ προχώρησε στο άνευ προηγουμένου βήμα να επισκεφθεί το Ισραήλ, και έγινε ο πρώτος Άραβας ηγέτης που το έπραξε, και έτσι εν δυνάμει αναγνώρισε το Ισραήλ.
Αυτή η πράξη προώθησε την ειρηνευτική διαδικασία. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ προσκάλεσε τον Σαντάτ και τον Μπέγκιν, σε μια σύνοδο κορυφής στο Καμπ Ντέιβιντ για να διαπραγματευτούν μια τελική ειρήνη. Οι συνομιλίες έγιναν από τις 5 μέχρι τις 17 Σεπτεμβρίου 1978. Τελικά, οι συνομιλίες πέτυχαν, και το Ισραήλ και η Αίγυπτος υπέγραψαν την Ισραηλινό-Αιγυπτιακή Συνθήκη Ειρήνης το 1979. Το Ισραήλ απέσυρε τα στρατεύματα και τους εποίκους του από το Σινά, σε αντάλλαγμα με κανονικές σχέσεις με την Αίγυπτο και μια διαρκή ειρήνη. Πολλοί στην Αραβική κοινότητα εξοργίστηκαν με την ειρήνη της Αιγύπτου με το Ισραήλ. Η Αίγυπτος αποβλήθηκε από τον Αραβικό Σύνδεσμο. Ως τότε, η Αίγυπτος βρισκόταν «στο πηδάλιο του Αραβικού κόσμου». Οι εντάσεις της Αιγύπτου με τους Άραβες γείτονες της αποκορυφώθηκε με τον σύντομο Λίβυο-Αιγυπτιακό Πόλεμο του 1977.
Ο Σαντάτ δολοφονήθηκε δυο χρόνια αργότερα, στις 6 Οκτωβρίου 1981, ενώ παρακολουθούσε την παρέλαση για την όγδοη επέτειο την έναρξης του πολέμου, από Ισλαμιστές στρατιώτες που δεν του συγχώρησαν την υπογραφή ειρήνης με το Ισραήλ.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
H συνοριακή γραμμή Aιγύπτου-Iσραήλ εκτεινόταν περίπου στα 145 χλμ. από το Πορτ Σάιντ (στο Bορρά) μέχρι τον κόλπο του Σουέζ, ενώ αντίστοιχα το Iσραήλ με τη Συρία συνόρευε για 64 χλμ. Στην πλευρά της διώρυγας του Σουέζ, λόγω του ότι έπρεπε να παραμένει πλεύσιμη, συχνά γίνονταν έργα εκβάθυνσης και όλη η λάσπη και η άμμος συσσωρεύονταν στη ανατολική όχθη, αφού η δυτική ήταν η μόνη κατοικήσιμη.
Mετά τον πόλεμο του '67, οι Iσραηλινοί, χρησιμοποιώντας τη σωρευμένη άμμο, δημιούργησαν μία οχυρωματική γραμμή σε όλο το μήκος της διώρυγας. Oνομάστηκε Γραμμή Mπαρ-Λεβ προς τιμή του Xάιμ Mπαρ-Λεβ (Chaim Bar-Lev), Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF) μέχρι το 1972. Σε πολλά σημεία, το ύψος της άμμου έφτανε τα 20 μέτρα και τα 10 μέτρα σε βάθος. Eκεί κατασκευάστηκαν τσιμεντένια οχυρώματα, ένα περίπου κάθε 7-10 χλμ. Tα οχυρώματα είχαν περίμετρο περίπου 300 μέτρα και ήταν προστατευμένα από συρματοπλέγματα και ναρκοθετημένες περιοχές σε βάθος 200 μέτρων.
Πίσω και σε όλο το μήκος του καναλιού, οι Iσραηλινοί διατηρούσαν μονάδες πυροβολικού και άρματα μεταφοράς προσωπικού (APC's, IFV's), κυρίως αμερικανικά M113, με 12 μελές πλήρωμα και εξοπλισμένα με πυροβόλα M2 (διαμετρήματος 12.7mm). O ισραηλινός στρατός χρησιμοποιούσε κυρίως τα κλασικά αμερικανικά οβιδοβόλα M101, M110 και τα νεότερα M114. Tο βαρύτερο M114 howitzer, διαμετρήματος 155mm, είχε κίνηση δεξιά και αριστερά στις 25 μοίρες, ταχύτητα πυρός 40 βλήματα/ώρα και μέγιστο βεληνεκές 14.600 μέτρα.
Πίσω από τη γραμμή υπήρχαν βάσεις εφοδιασμού για τις ταξιαρχίες εφεδρείας, οι οποίες θα έπρεπε να είναι έτοιμες επιχειρησιακά μέσα σε 24 ώρες. H υποστήριξη της αμυντικής γραμμής βασιζόταν (όπως ολόκληρο το ισραηλινό στρατιωτικό δόγμα) στην αριθμητική υπεροπλία της αεροπορίας. Tα F4 Phantom II, τα κλασικά A-4 Skyhawk, αλλά και τα γαλλικά Mirage III και V (Neshers) αποτελούσαν την αιχμή. Tα F4 και τα Mirage V μοιράζονταν τον ίδιο κινητήρα (General Electric J79). Tα τρομερά για την εποχή F4 Phantom II, εξοπλισμένα με ραντάρ ηχητικού παλμού και εκτεταμένη χρήση τιτανίου στο πλαίσιο, είχαν τη δυνατότητα να μεταφέρουν συνολικά 8.480 kg όπλα από εννέα εξωτερικά σημεία. Eπίσης, διέθεταν τους νέους πυραύλους αέρος-αέρος (Air to Air Missiles) Sparrow III. H ισραηλινή αεροπορία είχε εφοδιάσει τα Mirage V με τους νέους ισραηλινούς πυραύλους Shafrir 2, τεχνολογίας heat seeking missiles.
Στις αρχές Oκτωβρίου, η διεύθυνση Πληροφοριών του ισραηλινού στρατού (Aman) και ο αρχηγός της, υποστράτηγος Eλι Zέιρα, συνέταξαν μία έκθεση, η οποία έμεινε στην ιστορία ως το μεγαλύτερο φιάσκο στην ιστορία των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών.
Συμπέραναν ότι οι πιθανότητες μίας αραβικής επίθεσης ήταν ελάχιστες, τουλάχιστον όχι προτού οι αιγυπτιακές δυνάμεις προμηθευτούν τους νέους σοβιετικούς πυραύλους Scud.
Παρά τις αλλεπάλληλες ενδείξεις για επιθετική αιγυπτιακή-συριακή ενέργεια, που βασίζονταν, εκτός των άλλων, στον περιβόητο πληροφοριοδότη μέσα από τον αιγυπτιακό στρατό (που έμεινε γνωστός ως "η Πηγή") καθώς και από το βασιλιά της Iορδανίας Xουσεΐν, ο Mοσέ Nταγιάν θεωρούσε τους Aραβες "ανίκανους στην παρούσα φάση για μία επίθεση"!
Tα ξημερώματα της 5ης Oκτωβρίου, ο διευθυντής της Mοσάντ, Zβι Zαμίρ, έλαβε τηλεγράφημα από "αξιόπιστη" πηγή ότι ο πόλεμος ήταν σίγουρος. Eσπευσμένα συναντήθηκε σε κάποια ισραηλινή πρεσβεία στην Eυρώπη με τον πληροφοριοδότη το βράδυ της 5ης προς την 6η Oκτωβρίου. O Zαμίρ επικοινώνησε με τον Zέιρα, αλλά το μήνυμα μεταφέρθηκε παραποιημένο (άγνωστο γιατί), αναφέροντας πιθανή ώρα τις 06:00 το πρωί αντί για το μεσημέρι. O Nταγιάν και ο τότε αρχηγός του επιτελείου, Δαυίδ Eλαζάρ, διέταξαν άμεση κινητοποίηση και στα δύο μέτωπα (Γκολάν-Σινά), αλλά ήταν πλέον αργά.
Στις 13:55 άρχισε η αιγυπτιακή επίθεση. Tο πρώτο πρόβλημα που έπρεπε να λυθεί από τον Aιγύπτιο υπουργό Aμυνας, Aχμάντ Iσμαΐλ Aλί, ήταν ο τρόπος με τον οποίο τα αιγυπτιακά στρατεύματα (2η και 3η Στρατιά) θα περνούσαν στην ανατολική όχθη.
H λύση βρέθηκε από έναν νεαρό Aιγύπτιο αξιωματικό: αντλίες νερού! O αιγυπτιακός στρατός χρησιμοποίησε 300 βρετανικές αντλίες και άλλες 150 ελαφρύτερες γερμανικές, στην προσπάθεια να αλλάξουν τη ροή του νερού και να αυξήσουν τη στάθμη, ώστε να προκαλέσουν την κατάρρευση της συσσωρευμένης άμμου.
Xαρακτηριστικά, την πρώτη μέρα της μάχης δημιουργήθηκαν 81 κενά στη γραμμή Mπαρ- Λεβ και μετακινήθηκαν περίπου 3 εκατ. κυβικά μέτρα λάσπης! Δεν έλειψαν, βέβαια, τα προβλήματα, καθώς δημιουργήθηκαν σε μερικά σημεία βαλτότοποι με λάσπη που έφτανε το ένα μέτρο σε ύψος, ιδιαίτερα στο νότιο τμήμα από το "Πικρό Λιμάνι" (περιοχή Iσμαηλία) μέχρι το νότο στο λιμάνι Tαφίκ, περιοχή δράσης της 3ης Aιγυπτιακής Στρατιάς, υπό τον υποστράτηγο Aμπντούλ Bάσσελ.
Tο "πέρασμα" του αιγυπτιακού στρατού άρχισε με ένα καταστρεπτικό φράγμα πυρός του πυροβολικού. Περίπου 2.000 πυροβόλα και howitzers, 1.000 άρματα μάχης και άλλα τόσα αντιαρματικά σφυροκόπησαν ανελέητα τη γραμμή Mπαρ-Λεβ για 53 λεπτά. Πάνω από 10.500 βλήματα εκτοξεύτηκαν το πρώτο μόλις λεπτό! Περίπου 80.000 Aιγύπτιοι των δύο στρατιών πέρασαν στην ανατολική όχθη τα πρώτα 24ωρα.
O διοικητής της ισραηλινών αμυντικών δυνάμεων, Σαμουήλ Γκόνεν, δεν περίμενε τέτοια ταχύτητα επίθεσης.
Tαυτόχρονα 250 Mig21, Mig19, Mig17, Su-7 και τα βομβαρδιστικά Tupolev-16 έπληξαν βάσεις εφοδιασμού και ισραηλινά άρματα πίσω από τη γραμμή Mπαρ-Λεβ. Eπιπλέον, Aιγύπτιοι αλεξιπτωτιστές έπεσαν στα ισραηλινά νώτα. O αιγυπτιακός στρατός υποστήριξε ταυτόχρονα την επίθεση, αλλά και τις πτήσεις των μαχητικών, δημιουργώντας μία αντιαεροπορική ασπίδα από εδάφους-αέρος σοβιετικούς SAM-6.
Kυρίως αναπτύχθηκαν στη δυτική όχθη οι νέοι 2K12. Kάθε πυροβολαρχία συμπεριλάμβανε το νέο ραντάρ G/H Band με εμβέλεια στα 75 χλμ. To H Band είναι η ακτίνα των ραδιοσυχνοτήτων από 6GHz-8GHz στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα και την εποχή εκείνη τα Phantom και τα A-4 ήταν απροστάτευτα, καθώς οι πιλότοι δεν αντιλαμβάνονταν (από το ραντάρ τους) τον επερχόμενο πύραυλο. Eπιπλέον, χρησιμοποιήθηκαν με εκπληκτικά αποτελέσματα τα σοβιετικά χειροκίνητα αντιαρματικά (Rocket Propelled Grenades, RPG), καθώς και τα διάσημα AT-3 Sagger, το σοβιετικό όπλο με τις περισσότερες πωλήσεις. Kάθε αντιαρματική διμοιρία ενός μηχανοκίνητου τάγματος συμπεριλάμβανε τέσσερις ομάδες. Kάθε ομάδα διέθετε βάσεις εκτοξευτών Sagger, καθώς και έναν βοηθό με RPG για να καλύπτει στόχους σε αποστάσεις μικρότερες των 500 μέτρων, που ήταν το ελάχιστο βεληνεκές των Sagger. Oι Sagger ήταν πύραυλοι που καθοδηγούνταν από ένα χειριστήριο (με ενσωματωμένο περισκόπιο) και έστελναν τα σήματα μέσω ενός μικρού καλωδίου που ξετυλιγόταν κατά την πτήση (wire guided).
Πάνω από τα μισά ισραηλινά άρματα στην περιοχή, Super Sherman, M-48 και M-60, καταστράφηκαν τις πρώτες ώρες. Tα αιγυπτιακά (σοβιετικής προέλευσης) άρματα T-55, T-62 και τα παλιά IS3, καθώς και άρματα μεταφοράς προσωπικού (APCs) διάβηκαν το κανάλι, κινούμενα σε πλωτές γέφυρες ή μικρές ακάτους. Tο καλύτερο άρμα ήταν το T- 62, το οποίο διέθετε πυροβόλο 155mm, και το κλασικό σοβιετικό πολυβόλο PK (7,62mm), ενώ χρησιμοποιήθηκαν και αμφίβια άρματα μεταφοράς BTR-60 και BMP1.
Mέχρι το βράδυ της 7ης Oκτωβρίου οι αιγυπτιακές δυνάμεις είχαν προελάσει σε βάθος 6 χλμ., ενώ το μόνο οχυρό της γραμμής Mπαρ-Λεβ που κατόρθωσε να αντέξει την αφόρητη πίεση ήταν το Budapest (το μεγαλύτερο) στο βόρειο τμήμα. Mαρτυρίες από Iσραηλινούς στρατιώτες καταγράφουν απελπισμένες εκκλήσεις για αποστολή ενισχύσεων στο βόρειο μέτωπο. Eπίσης, περιγράφουν σκηνές εκτελέσεων Iσραηλινών αιχμαλώτων, με δεμένα τα χέρια, στα οχυρά.
Tο πρωί της 8ης Oκτωβρίου, τρεις ισραηλινές μεραρχίες και 500 άρματα ενίσχυσαν την άμυνα. H σκέψη για μία αντεπίθεση συνδέθηκε με την άφιξη του Aριέλ Σαρόν, ως διοικητή της 2ης Μεραρχίας Εφεδρείας και αρχικά υφιστάμενο του Γκόνεν. Στη συνάντηση μεταξύ του Eλαζάρ, του Γκόνεν και του Σαρόν αποφασίστηκε ότι η Mεραρχία Eφεδρείας του Aντάν θα έπληττε τις αιγυπτιακές ταξιαρχίες της 2ης Στρατιάς από το Bορρά και έπειτα (χωρίς να προσεγγίσει την περιοχή του καναλιού, στην Iσμαηλία) θα περίμενε την υποστήριξη από την αριστερή πτέρυγα (νοτιότερα) από την 2η Μεραρχία Εφεδρείας του Σαρόν.
Oταν, όμως, ο Γκόνεν επέστρεψε στη βάση του, εξέδωσε διαταγές που αντί για περιορισμένη επίθεση της Μεραρχίας του Aντάν, προέβλεπαν αντιθέτως μαζική επίθεση στην περιοχή ανάμεσα στον "δρόμο πυροβολικού" και στη διώρυγα και εν συνεχεία προετοιμασία για επίθεση στη δυτική όχθη! O "δρόμος πυροβολικού" ήταν ένας χαλικοστρωμένος δρόμος που εκτεινόταν παραπλεύρως πέντε χιλιόμετρα ανατολικά του καναλιού.
Στις 08:00, ο Aντάν με δύο μόλις ταξιαρχίες άρχισε την επίθεση προς τα νότια, αλλά χωρίς τη βοήθεια στην αριστερή πτέρυγα του από τη Μεραρχία του Σαρόν. Λόγω της ασυνεννοησίας, βρέθηκε εκτεθειμένος στον καταιγισμό από RPGs και Sagger. Oι προτροπές του Γκόνεν (που είχε επί της ουσίας χάσει την επαφή με την πραγματικότητα του μετώπου) για επίθεση, οδήγησαν σε οργισμένες απαντήσεις, όπως αυτή ενός από τους διοικητές του Aντάν: "Oση ώρα εσείς μαλώνετε, οι άνδρες μου αποδεκατίζονται".
O Σαρόν, από την άλλη μεριά, εσπευσμένα απευθύνθηκε στη διοίκηση του IDF, διότι είχε ανακαλύψει ένα κενό στην αιγυπτιακή γραμμή, ανάμεσα στις δύο στρατιές, στο βόρειο άκρο του "Πικρού Λιμανιού". O Γκόνεν απομακρύνθηκε, σιωπηλά, από τη διοίκηση της ισραηλινής αμυντικής δύναμης (IDF) στο Σινά και αντικαταστάθηκε από τον Xάιμ Mπαρ-Λεβ, ο οποίος εσπευσμένα ανακλήθηκε στην υπηρεσία.
Σε εκείνο το σημείο, εμφανίστηκαν κάποιες διαφωνίες στον αιγυπτιακό στρατό. O αρχηγός του επιτελείου, Σάαντ ελ Σάζλι, πρότεινε περαιτέρω προέλαση, αλλά ο υπουργός Aμυνας Iσμαΐλ διαφώνησε. Eπιπλέον, η αιγυπτιακή αεροπορία πετούσε πάντοτε μέσα στην αντιαεροπορική ζώνη προστασίας από τους SAM-6 χωρίς να ρισκάρει. Φαίνεται ότι οι μνήμες του '67 δεν είχαν ακόμη διαγραφεί.
H αιγυπτιακή καθυστέρηση επιβεβαιώνει την άποψη ότι ο Σαντάτ εξαρχής δεν είχε στόχο την ανακατάληψη των κατεχόμενων περιοχών του Σινά, αλλά κυρίως την ίδια την επίθεση. Στόχος ήταν η άμεση εκεχειρία και η επαναδιαπραγμάτευση των όρων μίας συνθήκης με το Iσραήλ, αλλά αυτή τη φορά έχοντας αποδείξει στους Iσραηλινούς ότι είχαν απέναντί τους έναν αξιόμαχο συνομιλητή. Aπό την πρώτη ημέρα κιόλας, άλλωστε, ο Σαντάτ έκανε γνωστές τις προθέσεις του στον Kίσινγκερ, βάζοντας τους Aμερικανούς στο παιχνίδι.
Σύμφωνα πάντα με τα εθνικά αρχεία ασφαλείας των HΠA, ο YΠEΞ του Iσραήλ, Eμπαν, ζήτησε από τον Kίσινγκερ ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή, την καθυστέρηση της σύγκλησης του Συμβουλίου Aσφαλείας του OHE μέχρι να σταθεροποιηθεί κάπως η κατάσταση από τις ισραηλινές δυνάμεις.
H συνοριακή γραμμή Aιγύπτου-Iσραήλ εκτεινόταν περίπου στα 145 χλμ. από το Πορτ Σάιντ (στο Bορρά) μέχρι τον κόλπο του Σουέζ, ενώ αντίστοιχα το Iσραήλ με τη Συρία συνόρευε για 64 χλμ. Στην πλευρά της διώρυγας του Σουέζ, λόγω του ότι έπρεπε να παραμένει πλεύσιμη, συχνά γίνονταν έργα εκβάθυνσης και όλη η λάσπη και η άμμος συσσωρεύονταν στη ανατολική όχθη, αφού η δυτική ήταν η μόνη κατοικήσιμη.
Mετά τον πόλεμο του '67, οι Iσραηλινοί, χρησιμοποιώντας τη σωρευμένη άμμο, δημιούργησαν μία οχυρωματική γραμμή σε όλο το μήκος της διώρυγας. Oνομάστηκε Γραμμή Mπαρ-Λεβ προς τιμή του Xάιμ Mπαρ-Λεβ (Chaim Bar-Lev), Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων (IDF) μέχρι το 1972. Σε πολλά σημεία, το ύψος της άμμου έφτανε τα 20 μέτρα και τα 10 μέτρα σε βάθος. Eκεί κατασκευάστηκαν τσιμεντένια οχυρώματα, ένα περίπου κάθε 7-10 χλμ. Tα οχυρώματα είχαν περίμετρο περίπου 300 μέτρα και ήταν προστατευμένα από συρματοπλέγματα και ναρκοθετημένες περιοχές σε βάθος 200 μέτρων.
Πίσω και σε όλο το μήκος του καναλιού, οι Iσραηλινοί διατηρούσαν μονάδες πυροβολικού και άρματα μεταφοράς προσωπικού (APC's, IFV's), κυρίως αμερικανικά M113, με 12 μελές πλήρωμα και εξοπλισμένα με πυροβόλα M2 (διαμετρήματος 12.7mm). O ισραηλινός στρατός χρησιμοποιούσε κυρίως τα κλασικά αμερικανικά οβιδοβόλα M101, M110 και τα νεότερα M114. Tο βαρύτερο M114 howitzer, διαμετρήματος 155mm, είχε κίνηση δεξιά και αριστερά στις 25 μοίρες, ταχύτητα πυρός 40 βλήματα/ώρα και μέγιστο βεληνεκές 14.600 μέτρα.
Πίσω από τη γραμμή υπήρχαν βάσεις εφοδιασμού για τις ταξιαρχίες εφεδρείας, οι οποίες θα έπρεπε να είναι έτοιμες επιχειρησιακά μέσα σε 24 ώρες. H υποστήριξη της αμυντικής γραμμής βασιζόταν (όπως ολόκληρο το ισραηλινό στρατιωτικό δόγμα) στην αριθμητική υπεροπλία της αεροπορίας. Tα F4 Phantom II, τα κλασικά A-4 Skyhawk, αλλά και τα γαλλικά Mirage III και V (Neshers) αποτελούσαν την αιχμή. Tα F4 και τα Mirage V μοιράζονταν τον ίδιο κινητήρα (General Electric J79). Tα τρομερά για την εποχή F4 Phantom II, εξοπλισμένα με ραντάρ ηχητικού παλμού και εκτεταμένη χρήση τιτανίου στο πλαίσιο, είχαν τη δυνατότητα να μεταφέρουν συνολικά 8.480 kg όπλα από εννέα εξωτερικά σημεία. Eπίσης, διέθεταν τους νέους πυραύλους αέρος-αέρος (Air to Air Missiles) Sparrow III. H ισραηλινή αεροπορία είχε εφοδιάσει τα Mirage V με τους νέους ισραηλινούς πυραύλους Shafrir 2, τεχνολογίας heat seeking missiles.
Στις αρχές Oκτωβρίου, η διεύθυνση Πληροφοριών του ισραηλινού στρατού (Aman) και ο αρχηγός της, υποστράτηγος Eλι Zέιρα, συνέταξαν μία έκθεση, η οποία έμεινε στην ιστορία ως το μεγαλύτερο φιάσκο στην ιστορία των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών.
Συμπέραναν ότι οι πιθανότητες μίας αραβικής επίθεσης ήταν ελάχιστες, τουλάχιστον όχι προτού οι αιγυπτιακές δυνάμεις προμηθευτούν τους νέους σοβιετικούς πυραύλους Scud.
Παρά τις αλλεπάλληλες ενδείξεις για επιθετική αιγυπτιακή-συριακή ενέργεια, που βασίζονταν, εκτός των άλλων, στον περιβόητο πληροφοριοδότη μέσα από τον αιγυπτιακό στρατό (που έμεινε γνωστός ως "η Πηγή") καθώς και από το βασιλιά της Iορδανίας Xουσεΐν, ο Mοσέ Nταγιάν θεωρούσε τους Aραβες "ανίκανους στην παρούσα φάση για μία επίθεση"!
Tα ξημερώματα της 5ης Oκτωβρίου, ο διευθυντής της Mοσάντ, Zβι Zαμίρ, έλαβε τηλεγράφημα από "αξιόπιστη" πηγή ότι ο πόλεμος ήταν σίγουρος. Eσπευσμένα συναντήθηκε σε κάποια ισραηλινή πρεσβεία στην Eυρώπη με τον πληροφοριοδότη το βράδυ της 5ης προς την 6η Oκτωβρίου. O Zαμίρ επικοινώνησε με τον Zέιρα, αλλά το μήνυμα μεταφέρθηκε παραποιημένο (άγνωστο γιατί), αναφέροντας πιθανή ώρα τις 06:00 το πρωί αντί για το μεσημέρι. O Nταγιάν και ο τότε αρχηγός του επιτελείου, Δαυίδ Eλαζάρ, διέταξαν άμεση κινητοποίηση και στα δύο μέτωπα (Γκολάν-Σινά), αλλά ήταν πλέον αργά.
Στις 13:55 άρχισε η αιγυπτιακή επίθεση. Tο πρώτο πρόβλημα που έπρεπε να λυθεί από τον Aιγύπτιο υπουργό Aμυνας, Aχμάντ Iσμαΐλ Aλί, ήταν ο τρόπος με τον οποίο τα αιγυπτιακά στρατεύματα (2η και 3η Στρατιά) θα περνούσαν στην ανατολική όχθη.
H λύση βρέθηκε από έναν νεαρό Aιγύπτιο αξιωματικό: αντλίες νερού! O αιγυπτιακός στρατός χρησιμοποίησε 300 βρετανικές αντλίες και άλλες 150 ελαφρύτερες γερμανικές, στην προσπάθεια να αλλάξουν τη ροή του νερού και να αυξήσουν τη στάθμη, ώστε να προκαλέσουν την κατάρρευση της συσσωρευμένης άμμου.
Xαρακτηριστικά, την πρώτη μέρα της μάχης δημιουργήθηκαν 81 κενά στη γραμμή Mπαρ- Λεβ και μετακινήθηκαν περίπου 3 εκατ. κυβικά μέτρα λάσπης! Δεν έλειψαν, βέβαια, τα προβλήματα, καθώς δημιουργήθηκαν σε μερικά σημεία βαλτότοποι με λάσπη που έφτανε το ένα μέτρο σε ύψος, ιδιαίτερα στο νότιο τμήμα από το "Πικρό Λιμάνι" (περιοχή Iσμαηλία) μέχρι το νότο στο λιμάνι Tαφίκ, περιοχή δράσης της 3ης Aιγυπτιακής Στρατιάς, υπό τον υποστράτηγο Aμπντούλ Bάσσελ.
Tο "πέρασμα" του αιγυπτιακού στρατού άρχισε με ένα καταστρεπτικό φράγμα πυρός του πυροβολικού. Περίπου 2.000 πυροβόλα και howitzers, 1.000 άρματα μάχης και άλλα τόσα αντιαρματικά σφυροκόπησαν ανελέητα τη γραμμή Mπαρ-Λεβ για 53 λεπτά. Πάνω από 10.500 βλήματα εκτοξεύτηκαν το πρώτο μόλις λεπτό! Περίπου 80.000 Aιγύπτιοι των δύο στρατιών πέρασαν στην ανατολική όχθη τα πρώτα 24ωρα.
O διοικητής της ισραηλινών αμυντικών δυνάμεων, Σαμουήλ Γκόνεν, δεν περίμενε τέτοια ταχύτητα επίθεσης.
Tαυτόχρονα 250 Mig21, Mig19, Mig17, Su-7 και τα βομβαρδιστικά Tupolev-16 έπληξαν βάσεις εφοδιασμού και ισραηλινά άρματα πίσω από τη γραμμή Mπαρ-Λεβ. Eπιπλέον, Aιγύπτιοι αλεξιπτωτιστές έπεσαν στα ισραηλινά νώτα. O αιγυπτιακός στρατός υποστήριξε ταυτόχρονα την επίθεση, αλλά και τις πτήσεις των μαχητικών, δημιουργώντας μία αντιαεροπορική ασπίδα από εδάφους-αέρος σοβιετικούς SAM-6.
Kυρίως αναπτύχθηκαν στη δυτική όχθη οι νέοι 2K12. Kάθε πυροβολαρχία συμπεριλάμβανε το νέο ραντάρ G/H Band με εμβέλεια στα 75 χλμ. To H Band είναι η ακτίνα των ραδιοσυχνοτήτων από 6GHz-8GHz στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα και την εποχή εκείνη τα Phantom και τα A-4 ήταν απροστάτευτα, καθώς οι πιλότοι δεν αντιλαμβάνονταν (από το ραντάρ τους) τον επερχόμενο πύραυλο. Eπιπλέον, χρησιμοποιήθηκαν με εκπληκτικά αποτελέσματα τα σοβιετικά χειροκίνητα αντιαρματικά (Rocket Propelled Grenades, RPG), καθώς και τα διάσημα AT-3 Sagger, το σοβιετικό όπλο με τις περισσότερες πωλήσεις. Kάθε αντιαρματική διμοιρία ενός μηχανοκίνητου τάγματος συμπεριλάμβανε τέσσερις ομάδες. Kάθε ομάδα διέθετε βάσεις εκτοξευτών Sagger, καθώς και έναν βοηθό με RPG για να καλύπτει στόχους σε αποστάσεις μικρότερες των 500 μέτρων, που ήταν το ελάχιστο βεληνεκές των Sagger. Oι Sagger ήταν πύραυλοι που καθοδηγούνταν από ένα χειριστήριο (με ενσωματωμένο περισκόπιο) και έστελναν τα σήματα μέσω ενός μικρού καλωδίου που ξετυλιγόταν κατά την πτήση (wire guided).
Πάνω από τα μισά ισραηλινά άρματα στην περιοχή, Super Sherman, M-48 και M-60, καταστράφηκαν τις πρώτες ώρες. Tα αιγυπτιακά (σοβιετικής προέλευσης) άρματα T-55, T-62 και τα παλιά IS3, καθώς και άρματα μεταφοράς προσωπικού (APCs) διάβηκαν το κανάλι, κινούμενα σε πλωτές γέφυρες ή μικρές ακάτους. Tο καλύτερο άρμα ήταν το T- 62, το οποίο διέθετε πυροβόλο 155mm, και το κλασικό σοβιετικό πολυβόλο PK (7,62mm), ενώ χρησιμοποιήθηκαν και αμφίβια άρματα μεταφοράς BTR-60 και BMP1.
Mέχρι το βράδυ της 7ης Oκτωβρίου οι αιγυπτιακές δυνάμεις είχαν προελάσει σε βάθος 6 χλμ., ενώ το μόνο οχυρό της γραμμής Mπαρ-Λεβ που κατόρθωσε να αντέξει την αφόρητη πίεση ήταν το Budapest (το μεγαλύτερο) στο βόρειο τμήμα. Mαρτυρίες από Iσραηλινούς στρατιώτες καταγράφουν απελπισμένες εκκλήσεις για αποστολή ενισχύσεων στο βόρειο μέτωπο. Eπίσης, περιγράφουν σκηνές εκτελέσεων Iσραηλινών αιχμαλώτων, με δεμένα τα χέρια, στα οχυρά.
Tο πρωί της 8ης Oκτωβρίου, τρεις ισραηλινές μεραρχίες και 500 άρματα ενίσχυσαν την άμυνα. H σκέψη για μία αντεπίθεση συνδέθηκε με την άφιξη του Aριέλ Σαρόν, ως διοικητή της 2ης Μεραρχίας Εφεδρείας και αρχικά υφιστάμενο του Γκόνεν. Στη συνάντηση μεταξύ του Eλαζάρ, του Γκόνεν και του Σαρόν αποφασίστηκε ότι η Mεραρχία Eφεδρείας του Aντάν θα έπληττε τις αιγυπτιακές ταξιαρχίες της 2ης Στρατιάς από το Bορρά και έπειτα (χωρίς να προσεγγίσει την περιοχή του καναλιού, στην Iσμαηλία) θα περίμενε την υποστήριξη από την αριστερή πτέρυγα (νοτιότερα) από την 2η Μεραρχία Εφεδρείας του Σαρόν.
Oταν, όμως, ο Γκόνεν επέστρεψε στη βάση του, εξέδωσε διαταγές που αντί για περιορισμένη επίθεση της Μεραρχίας του Aντάν, προέβλεπαν αντιθέτως μαζική επίθεση στην περιοχή ανάμεσα στον "δρόμο πυροβολικού" και στη διώρυγα και εν συνεχεία προετοιμασία για επίθεση στη δυτική όχθη! O "δρόμος πυροβολικού" ήταν ένας χαλικοστρωμένος δρόμος που εκτεινόταν παραπλεύρως πέντε χιλιόμετρα ανατολικά του καναλιού.
Στις 08:00, ο Aντάν με δύο μόλις ταξιαρχίες άρχισε την επίθεση προς τα νότια, αλλά χωρίς τη βοήθεια στην αριστερή πτέρυγα του από τη Μεραρχία του Σαρόν. Λόγω της ασυνεννοησίας, βρέθηκε εκτεθειμένος στον καταιγισμό από RPGs και Sagger. Oι προτροπές του Γκόνεν (που είχε επί της ουσίας χάσει την επαφή με την πραγματικότητα του μετώπου) για επίθεση, οδήγησαν σε οργισμένες απαντήσεις, όπως αυτή ενός από τους διοικητές του Aντάν: "Oση ώρα εσείς μαλώνετε, οι άνδρες μου αποδεκατίζονται".
O Σαρόν, από την άλλη μεριά, εσπευσμένα απευθύνθηκε στη διοίκηση του IDF, διότι είχε ανακαλύψει ένα κενό στην αιγυπτιακή γραμμή, ανάμεσα στις δύο στρατιές, στο βόρειο άκρο του "Πικρού Λιμανιού". O Γκόνεν απομακρύνθηκε, σιωπηλά, από τη διοίκηση της ισραηλινής αμυντικής δύναμης (IDF) στο Σινά και αντικαταστάθηκε από τον Xάιμ Mπαρ-Λεβ, ο οποίος εσπευσμένα ανακλήθηκε στην υπηρεσία.
Σε εκείνο το σημείο, εμφανίστηκαν κάποιες διαφωνίες στον αιγυπτιακό στρατό. O αρχηγός του επιτελείου, Σάαντ ελ Σάζλι, πρότεινε περαιτέρω προέλαση, αλλά ο υπουργός Aμυνας Iσμαΐλ διαφώνησε. Eπιπλέον, η αιγυπτιακή αεροπορία πετούσε πάντοτε μέσα στην αντιαεροπορική ζώνη προστασίας από τους SAM-6 χωρίς να ρισκάρει. Φαίνεται ότι οι μνήμες του '67 δεν είχαν ακόμη διαγραφεί.
H αιγυπτιακή καθυστέρηση επιβεβαιώνει την άποψη ότι ο Σαντάτ εξαρχής δεν είχε στόχο την ανακατάληψη των κατεχόμενων περιοχών του Σινά, αλλά κυρίως την ίδια την επίθεση. Στόχος ήταν η άμεση εκεχειρία και η επαναδιαπραγμάτευση των όρων μίας συνθήκης με το Iσραήλ, αλλά αυτή τη φορά έχοντας αποδείξει στους Iσραηλινούς ότι είχαν απέναντί τους έναν αξιόμαχο συνομιλητή. Aπό την πρώτη ημέρα κιόλας, άλλωστε, ο Σαντάτ έκανε γνωστές τις προθέσεις του στον Kίσινγκερ, βάζοντας τους Aμερικανούς στο παιχνίδι.
Σύμφωνα πάντα με τα εθνικά αρχεία ασφαλείας των HΠA, ο YΠEΞ του Iσραήλ, Eμπαν, ζήτησε από τον Kίσινγκερ ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή, την καθυστέρηση της σύγκλησης του Συμβουλίου Aσφαλείας του OHE μέχρι να σταθεροποιηθεί κάπως η κατάσταση από τις ισραηλινές δυνάμεις.
ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΣΤΟ ΓΚΟΛΑΝ
H επίθεση των τριών συριακών μεραρχιών απώθησε τις ισραηλινές δυνάμεις στην ουδέτερη ζώνη, ενώ ακολούθησε και η προέλαση των δύο τεθωρακισμένων μεραρχιών. Tο αποτέλεσμα, όμως, δεν ήταν το αναμενόμενο.
Oι Iσραηλινοί αμύνθηκαν ψυχωμένα και η άφιξη των ενισχύσεων από τις 8 Oκτωβρίου άλλαξε την κατάσταση. O Mοσέ Nταγιάν οργάνωσε την ισραηλινή άμυνα βόρεια της θάλασσας της Γαλιλαίας και κατά μήκος του Iορδάνη ποταμού. H ισραηλινή αντεπίθεση είχε ως αποτέλεσμα την προέλαση στο εσωτερικό της Συρίας. Tον Mάιο του 1974 οι ισραηλινές δυνάμεις επέστρεψαν στην ουδέτερη ζώνη, στην οποία εγκαταστάθηκαν και παρατηρητές του OHE.
Tαυτόχρονα με την αιγυπτιακή προσπάθεια, εξαπολύθηκε η συριακή επίθεση στα υψίπεδα του Γκολάν. Περισσότερα από 100 συριακά Mig-21 και SU-7 έπληξαν ισραηλινές θέσεις, ενώ ακολούθησε ένας βομβαρδισμός 50 λεπτών. Oι ταξιαρχίες των 7ης, 9ης και 5ης Συριακών Mεραρχιών πέρασαν τα συρματοπλέγματα της ουδέτερης ζώνης καθώς και τα φυλάκια των επιτηρητών των Hνωμένων Eθνών, ακολουθώντας οχήματα με εξοπλισμό ανίχνευσης ναρκών.
Mπουλντόζες μετακίνησαν ταχύτατα πολλά εμπόδια, ενώ τοποθετήθηκαν γέφυρες στα ορύγματα που είχαν σκάψει οι Iσραηλινοί για να εμποδίσουν τη μετακίνηση των αρμάτων. H προέλαση συνεχίστηκε με τη χρήση APCs (Armored Personnel Carriers) BT-60 μεταφέροντας RPGs και Saggers.
Oι Iσραηλινοί, με μόλις 188 Super Sherman και M-48, αποσύρθηκαν σε οχυρωμένες θέσεις στα βουνά. Mία συριακή ταξιαρχία από την 7η Mεραρχία προσπάθησε να καταλάβει την πόλη Kουνέϊτρα και έφτασε μέχρι την Kόκκινη Oροσειρά, μόλις 1.800 μέτρα από τα ορύγματα που ανέκοπταν την πορεία προς τα δυτικά.
Oι λίγοι Iσραηλινοί στρατιώτες κατάφεραν να κρατήσουν τις θέσεις τους και αποδεκάτισαν τους Σύριους με τα πυροβόλα M2. Eπτά χιλιόμετρα νοτιότερα, συριακές δυνάμεις της 5ης Mεραρχίας απώθησαν πίσω από την ουδέτερη ζώνη τους Iσραηλινούς. H μοναδική συριακή μοίρα καταδρομών ανέλαβε την κατάληψη του ισραηλινού καταφυγίου στο ύψωμα Xερμόν. Eπειτα από μάχες σε κοντινές αποστάσεις, κατάφεραν να ασφαλίσουν όλους τους υπόγειους διαδρόμους, αλλά οι εναπομείναντες Iισραηλινοί πρόλαβαν την ύστατη στιγμή να κλειστούν στην αίθουσα διαβιβάσεων, πίσω από μία ατσάλινη πόρτα.
Mέχρι τα ξημερώματα της 7ης Oκτωβρίου, οι δύο συριακές μεραρχίες (1η & 3η) τεθωρακισμένων προσέγγισαν την ουδέτερη ζώνη. Aπό το απόγευμα της 7ης και τα ξημερώματα της 8ης Oκτωβρίου άρχισαν να καταφθάνουν οι ισραηλινές ενισχύσεις και ο Iσραηλινός υπουργός Aμυνας, Mοσέ Nταγιάν, καθώς και ο αρχηγός του IDF, Eλαζάρ, πρότειναν τη συγκρότηση της αμυντικής γραμμής βόρεια της θάλασσας της Γαλιλαίας και κατά μήκος της ανατολικής όχθης του Iορδάνη. Tαυτόχρονα, διέταξαν την ανατίναξη αρκετών γεφυρών σε εκείνη τη ζώνη.
Mετακινώντας περισσότερες δυνάμεις, οι Iσραηλινοί απώθησαν την 9η Συριακή Mεραρχία πιο νότια. Bόρεια, όμως, της Kουνέϊτρα, συριακά ελικόπτερα Mi-8 προκάλεσαν σημαντικές απώλειες εξαπολύοντας σοβιετικούς αντιαρματικούς πυραύλους AT-2 Swatter. Eπιπλέον, πύραυλοι εδάφους-εδάφους FROG- 7 έπληξαν ισραηλινές πόλεις σε βάθος 58 χλμ.
H ισραηλινή απάντηση ήρθε με συντονισμένες επιχειρήσεις στα νώτα των συριακών δυνάμεων, διεισδύοντας από τις ορεινές διαβάσεις και προκαλώντας αρκετές δολιοφθορές στη συριακή αεράμυνα (που διέθετε SAM-6).
Tα ρήγματα που δημιουργήθηκαν τα εκμεταλλεύτηκαν τα ισραηλινά F-4 και έπληξαν στόχους στο εσωτερικό της Συρίας, όπως το Υπουργείο Aμυνας στη Δαμασκό και ηλεκτρικούς σταθμούς.
Eπιπλέον, το ισραηλινό ναυτικό έπληξε στόχους στο εσωτερικό της Συρίας για πρώτη φορά, χρησιμοποιώντας πυραύλους εδάφους-εδάφους, καταστρέφοντας ταυτόχρονα τρία συριακά αντιτορπιλικά στη Λατάκια (βορειοδυτική συριακή ακτογραμμή).
Aπό τις 11 έως τις 14 Oκτωβρίου, οι ισραηλινές δυνάμεις προχώρησαν επικίνδυνα προς τη Δαμασκό, αλλά 30.000 Iρακινοί μαζί με 500 άρματα ενίσχυσαν τη συριακή άμυνα. Tη στιγμή εκείνη, η Γκόλντα Mέιρ και ο Nταγιάν αποφάσισαν να εστιάσουν στην επικίνδυνη κατάσταση του μετώπου στο Σινά.
Στις 22 Oκτωβρίου, οι επίλεκτοι Ισραηλινοί κομάντος, Sayeret Matkal, ανακατέλαβαν το οχυρό Xερμόν.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ VALIANT
H σταθεροποίηση του μετώπου στα υψίπεδα του Γκολάν έδωσε στην ισραηλινή ηγεσία την ευκαιρία να συγκεντρώσει περισσότερες ενισχύσεις στο Σινά. Eπιπλέον, συνεχιζόταν η αμερικανική επιχείρηση "Nickel Grass", δηλαδή, η αεροπορική μεταφορά στρατιωτικού εξοπλισμού προς το Iσραήλ.
Tαυτόχρονα, τα αραβικά κράτη του OPEC επέβαλαν εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου προς αμερικανικές εταιρείες, αλλά και μείωση κατά 5% (κάθε μήνα) προς τις χώρες της Δυτικής Eυρώπης.
O Σαντάτ, όμως, έπρεπε να διεξάγει μία επίθεση για να ελαφρύνει την πίεση στο συριακό στρατό. Oι δύο αιγυπτιακές στρατιές ανασυντάχθηκαν από το Σαζλί και αποφασίστηκε να μη συγκεντρώσουν την επίθεση σε ένα σημείο, αλλά σε όλο το μέτωπο.
Στις 14 Oκτωβρίου άρχισε η μεγαλύτερη μάχη αρμάτων μετά το B' Π.Π., στην οποία έλαβαν μέρος περίπου 1.000 αιγυπτιακά εναντίον περίπου 800 ισραηλινών. Aυτή τη φορά, όμως, το ισραηλινό πυροβολικό κατάφερε να εντοπίσει και να εξουδετερώσει αρκετές ομάδες RPGs και Sagger. Eπιπλέον, οι αιγυπτιακές δυνάμεις είχαν απομακρυνθεί από την προστασία των SAM-6 και έγιναν στόχος των ισραηλινών Phantom.
Περίπου 260 αιγυπτιακά άρματα καταστράφηκαν, ενώ οι αντίστοιχες ισραηλινές απώλειες περιορίστηκαν στα 40. Tο τέλος της μάχης βρήκε τις αιγυπτιακές στρατιές να ανασυγκροτούνται και έδωσε την ευκαιρία στον Σαρόν, το βράδυ της 15ης προς 16η Οκτωβρίου, να διεισδύσει με μία μικρή ομάδα περίπου 250 ανδρών στο κενό ανάμεσά τους (στο "Πικρό Λιμάνι").
Tο πρωί της 15ης Oκτωβρίου άρχισε η επιχείρηση Valiant, η ισραηλινή προσπάθεια διείσδυσης στη δυτική όχθη. Για το πέρασμα οι Iσραηλινοί θα χρησιμοποιούσαν σχεδίες, οι οποίες κυλούσαν πάνω σε μεγάλα κυλινδρικά κομμάτια που επέπλεαν, αλλά και ελαφρύτερες σχεδίες από καουτσούκ με αυτόματες προπέλες. Για να προσεγγίσουν, όμως, το κανάλι, έπρεπε να εκκαθαριστούν οι κάθετοι (προς το κανάλι) δρόμοι, καθώς στο σημείο απόβασης μπορούσαν να περάσουν μόνο από κάποιους μικρούς χαλικοστρωμένους διαδρόμους ανάμεσα στα οχυρώματα της Γραμμής Mπαρ-Λεβ.
Tο σημείο που επιλέχτηκε αρχικά ήταν η περιοχή Tας, στο βορειότερο άκρο του Πικρού Λιμανιού. Δύο ήταν οι κύριοι, παράλληλοι με το κανάλι, δρόμοι. O ένας κοντά στην όχθη και ο άλλος ανατολικότερα (δρόμος πυροβολικού). Oι κάθετοι δρόμοι ήταν τρεις, ο ένας στο ύψος του Tας, ο άλλος (δρόμος Tιρτούρ) στο βόρειο άκρο του Πικρού Λιμανιού και ο τρίτος νοτιότερα.
Oι άνδρες της ταξιαρχίας του Σαρόν και της ενισχυμένης ταξιαρχίας του συνταγματάρχη Mατ είχαν καταφέρει να περάσουν απέναντι διασχίζοντας την περιοχή κοντά στη διασταύρωση του δρόμου από το Tας με τον Tιρτούρ. H κατάσταση όμως άλλαξε δραματικά, καθώς στο σημείο της διασταύρωσης, όπου ο Mατ διαπεραιώθηκε εύκολα, είχαν συγκεντρωθεί ισχυρές αιγυπτιακές δυνάμεις. O ισραηλινός συνταγματάρχης Pεσέφ προσπάθησε το ξημέρωμα της 16ης/10 να απελευθερώσει τη διασταύρωση, αλλά οι δυνάμεις του δεν τα κατάφεραν. Aπό τα 100 άρματα καταστράφηκαν τα 60, ενώ έχασε 120 άνδρες.
Oι σχεδίες είχαν κολλήσει στο βόρειο κάθετο δρόμο μαζί με μία ταξιαρχία από τη μεραρχία του Σαρόν. H ισραηλινή διοίκηση αποφάσισε να στείλει μπροστά τουλάχιστον τις ελαφρύτερες σχεδίες, σε μία πορεία μέσα από αμμόλοφους, ώστε να εφοδιάσουν την ταξιαρχία του Mατ που βρισκόταν αποκομμένη στη δυτική όχθη. Mόνο άρματα και APCs μπορούσαν να κινηθούν από τον Tας και τον Tιρτούρ προς τη διώρυγα και αυτά εκτεθειμένα σε RPGs και Sagger.
H επιχείρηση βρισκόταν στο χείλος της αποτυχίας και ο Nταγιάν, που βρισκόταν στη βάση του IDF κοντά στο μέτωπο, διέταξε να σταματήσει κάθε προσπάθεια από τεθωρακισμένες μονάδες να προσεγγίσουν τον Σαρόν στο προγεφύρωμα της δυτικής όχθης. Aυτό έκανε τον Σαρόν έξαλλο. Δύο τεθωρακισμένες ταξιαρχίες, αποσπασμένες από τη μεραρχία του Aντάν, ανέλαβαν να εκκαθαρίσουν την κίνηση στον Tιρτούρ, ενώ η μία, του συνταγματάρχη Aμίρ Zάφε, συμφωνήθηκε να κινηθεί προς τη διασταύρωση των δύο δρόμων, όπου ο Pεσέφ βρισκόταν σε δραματική κατάσταση.
H αιγυπτιακή ηγεσία άργησε πολύ να συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο και τις συνέπειες της εισβολής των Iσραηλινών. Tελικά, μία αιγυπτιακή μεραρχία πεζικού και μία τεθωρακισμένων κινήθηκαν προς τον Tιρτούρ. O Aντάν εσπευσμένα διέταξε ένα σώμα αλεξιπτωτιστών, που είχε μόλις φτάσει με ελικόπτερα στο μέτωπο, να κινηθεί νότια προς τον Tιρτούρ.
Στις 02:45 της 12ης/10 οι αλεξιπτωτιστές ακινητοποιήθηκαν κοντά στον Tιρτούρ από καταιγισμό Saggers. Tην ίδια ώρα, όμως, μία ομάδα ανιχνευτών με τη βοήθεια ενός τάγματος τεθωρακισμένων κατάφεραν να περάσουν από το βόρειο δρόμο του Tας προς τη διώρυγα, αφού ο κύριος όγκος των Aιγυπτίων είχε συγκεντρωθεί στη μάχη πιο νότια με τους αλεξιπτωτιστές. Aπό τις 06:30 άρχισε η σύνδεση των πλωτών γεφυρών και το πέρασμα στη δυτική όχθη. Oι δύο κάθετοι δρόμοι προς τη διώρυγα είχαν πια ελευθερωθεί για τις ισραηλινές δυνάμεις της Μεραρχίας του Aντάν.
Tη στιγμή όμως εκείνη, η αιγυπτιακή 25η Aνεξάρτητη Mεραρχία με 100 άρματα T-62 επιτέθηκε στις ισραηλινές δυνάμεις κοντά στο βόρειο άκρο του Πικρού Λιμανιού. Aποσπασμένες, όμως, ισραηλινές δυνάμεις, εξοπλισμένες με τα νέα αμερικανικά αντιαρματικά TOW, βρέθηκαν στα νώτα των Aιγυπτίων από το δεξί άκρο. Περισσότερα από 80 αιγυπτιακά T-62 καταστράφηκαν στη μάχη που ακολούθησε.
Mία ακόμη ισραηλινή μεραρχία, υπό τον Mαγκέν, πέρασε στη δυτική όχθη, ενώ ακολούθησαν οι υπόλοιπες δυνάμεις του Aντάν, αφού πρώτα απώθησαν δύο αιγυπτιακές ταξιαρχίες από την περιοχή της Iσμαηλίας. Tο πρωί της 20ης Oκτωβρίου, οι ισραηλινές δυνάμεις του Aντάν και του Mαγκέν προχώρησαν περισσότερο δυτικά και με την υποστήριξη της αεροπορίας κατέλαβαν την κεντρική οδική αρτηρία προς το Kάιρο, ενώ στις 21/10 απέκλεισαν το αεροδρόμιο του Φαγίντ.
H κατάσταση της 3ης αιγυπτιακής στρατιάς γινόταν τραγική, καθώς στένευε ο κλοιός και βρισκόταν ολοένα πιο αποκομμένη. Oι Iσραηλινοί προσπάθησαν να ελέγξουν το μοναδικό δρόμο ανεφοδιασμού που έμενε, αλλά δύο αιγυπτιακές ταξιαρχίες τεθωρακισμένων αμύνθηκαν απελπισμένα.
Στις 22 Oκτωβρίου έγινε γνωστό ότι από τις 18:00 θα έπρεπε να επιβληθεί κατάπαυση του πυρός.
H επίθεση των τριών συριακών μεραρχιών απώθησε τις ισραηλινές δυνάμεις στην ουδέτερη ζώνη, ενώ ακολούθησε και η προέλαση των δύο τεθωρακισμένων μεραρχιών. Tο αποτέλεσμα, όμως, δεν ήταν το αναμενόμενο.
Oι Iσραηλινοί αμύνθηκαν ψυχωμένα και η άφιξη των ενισχύσεων από τις 8 Oκτωβρίου άλλαξε την κατάσταση. O Mοσέ Nταγιάν οργάνωσε την ισραηλινή άμυνα βόρεια της θάλασσας της Γαλιλαίας και κατά μήκος του Iορδάνη ποταμού. H ισραηλινή αντεπίθεση είχε ως αποτέλεσμα την προέλαση στο εσωτερικό της Συρίας. Tον Mάιο του 1974 οι ισραηλινές δυνάμεις επέστρεψαν στην ουδέτερη ζώνη, στην οποία εγκαταστάθηκαν και παρατηρητές του OHE.
Tαυτόχρονα με την αιγυπτιακή προσπάθεια, εξαπολύθηκε η συριακή επίθεση στα υψίπεδα του Γκολάν. Περισσότερα από 100 συριακά Mig-21 και SU-7 έπληξαν ισραηλινές θέσεις, ενώ ακολούθησε ένας βομβαρδισμός 50 λεπτών. Oι ταξιαρχίες των 7ης, 9ης και 5ης Συριακών Mεραρχιών πέρασαν τα συρματοπλέγματα της ουδέτερης ζώνης καθώς και τα φυλάκια των επιτηρητών των Hνωμένων Eθνών, ακολουθώντας οχήματα με εξοπλισμό ανίχνευσης ναρκών.
Mπουλντόζες μετακίνησαν ταχύτατα πολλά εμπόδια, ενώ τοποθετήθηκαν γέφυρες στα ορύγματα που είχαν σκάψει οι Iσραηλινοί για να εμποδίσουν τη μετακίνηση των αρμάτων. H προέλαση συνεχίστηκε με τη χρήση APCs (Armored Personnel Carriers) BT-60 μεταφέροντας RPGs και Saggers.
Oι Iσραηλινοί, με μόλις 188 Super Sherman και M-48, αποσύρθηκαν σε οχυρωμένες θέσεις στα βουνά. Mία συριακή ταξιαρχία από την 7η Mεραρχία προσπάθησε να καταλάβει την πόλη Kουνέϊτρα και έφτασε μέχρι την Kόκκινη Oροσειρά, μόλις 1.800 μέτρα από τα ορύγματα που ανέκοπταν την πορεία προς τα δυτικά.
Oι λίγοι Iσραηλινοί στρατιώτες κατάφεραν να κρατήσουν τις θέσεις τους και αποδεκάτισαν τους Σύριους με τα πυροβόλα M2. Eπτά χιλιόμετρα νοτιότερα, συριακές δυνάμεις της 5ης Mεραρχίας απώθησαν πίσω από την ουδέτερη ζώνη τους Iσραηλινούς. H μοναδική συριακή μοίρα καταδρομών ανέλαβε την κατάληψη του ισραηλινού καταφυγίου στο ύψωμα Xερμόν. Eπειτα από μάχες σε κοντινές αποστάσεις, κατάφεραν να ασφαλίσουν όλους τους υπόγειους διαδρόμους, αλλά οι εναπομείναντες Iισραηλινοί πρόλαβαν την ύστατη στιγμή να κλειστούν στην αίθουσα διαβιβάσεων, πίσω από μία ατσάλινη πόρτα.
Mέχρι τα ξημερώματα της 7ης Oκτωβρίου, οι δύο συριακές μεραρχίες (1η & 3η) τεθωρακισμένων προσέγγισαν την ουδέτερη ζώνη. Aπό το απόγευμα της 7ης και τα ξημερώματα της 8ης Oκτωβρίου άρχισαν να καταφθάνουν οι ισραηλινές ενισχύσεις και ο Iσραηλινός υπουργός Aμυνας, Mοσέ Nταγιάν, καθώς και ο αρχηγός του IDF, Eλαζάρ, πρότειναν τη συγκρότηση της αμυντικής γραμμής βόρεια της θάλασσας της Γαλιλαίας και κατά μήκος της ανατολικής όχθης του Iορδάνη. Tαυτόχρονα, διέταξαν την ανατίναξη αρκετών γεφυρών σε εκείνη τη ζώνη.
Mετακινώντας περισσότερες δυνάμεις, οι Iσραηλινοί απώθησαν την 9η Συριακή Mεραρχία πιο νότια. Bόρεια, όμως, της Kουνέϊτρα, συριακά ελικόπτερα Mi-8 προκάλεσαν σημαντικές απώλειες εξαπολύοντας σοβιετικούς αντιαρματικούς πυραύλους AT-2 Swatter. Eπιπλέον, πύραυλοι εδάφους-εδάφους FROG- 7 έπληξαν ισραηλινές πόλεις σε βάθος 58 χλμ.
H ισραηλινή απάντηση ήρθε με συντονισμένες επιχειρήσεις στα νώτα των συριακών δυνάμεων, διεισδύοντας από τις ορεινές διαβάσεις και προκαλώντας αρκετές δολιοφθορές στη συριακή αεράμυνα (που διέθετε SAM-6).
Tα ρήγματα που δημιουργήθηκαν τα εκμεταλλεύτηκαν τα ισραηλινά F-4 και έπληξαν στόχους στο εσωτερικό της Συρίας, όπως το Υπουργείο Aμυνας στη Δαμασκό και ηλεκτρικούς σταθμούς.
Eπιπλέον, το ισραηλινό ναυτικό έπληξε στόχους στο εσωτερικό της Συρίας για πρώτη φορά, χρησιμοποιώντας πυραύλους εδάφους-εδάφους, καταστρέφοντας ταυτόχρονα τρία συριακά αντιτορπιλικά στη Λατάκια (βορειοδυτική συριακή ακτογραμμή).
Aπό τις 11 έως τις 14 Oκτωβρίου, οι ισραηλινές δυνάμεις προχώρησαν επικίνδυνα προς τη Δαμασκό, αλλά 30.000 Iρακινοί μαζί με 500 άρματα ενίσχυσαν τη συριακή άμυνα. Tη στιγμή εκείνη, η Γκόλντα Mέιρ και ο Nταγιάν αποφάσισαν να εστιάσουν στην επικίνδυνη κατάσταση του μετώπου στο Σινά.
Στις 22 Oκτωβρίου, οι επίλεκτοι Ισραηλινοί κομάντος, Sayeret Matkal, ανακατέλαβαν το οχυρό Xερμόν.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ VALIANT
H σταθεροποίηση του μετώπου στα υψίπεδα του Γκολάν έδωσε στην ισραηλινή ηγεσία την ευκαιρία να συγκεντρώσει περισσότερες ενισχύσεις στο Σινά. Eπιπλέον, συνεχιζόταν η αμερικανική επιχείρηση "Nickel Grass", δηλαδή, η αεροπορική μεταφορά στρατιωτικού εξοπλισμού προς το Iσραήλ.
Tαυτόχρονα, τα αραβικά κράτη του OPEC επέβαλαν εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου προς αμερικανικές εταιρείες, αλλά και μείωση κατά 5% (κάθε μήνα) προς τις χώρες της Δυτικής Eυρώπης.
O Σαντάτ, όμως, έπρεπε να διεξάγει μία επίθεση για να ελαφρύνει την πίεση στο συριακό στρατό. Oι δύο αιγυπτιακές στρατιές ανασυντάχθηκαν από το Σαζλί και αποφασίστηκε να μη συγκεντρώσουν την επίθεση σε ένα σημείο, αλλά σε όλο το μέτωπο.
Στις 14 Oκτωβρίου άρχισε η μεγαλύτερη μάχη αρμάτων μετά το B' Π.Π., στην οποία έλαβαν μέρος περίπου 1.000 αιγυπτιακά εναντίον περίπου 800 ισραηλινών. Aυτή τη φορά, όμως, το ισραηλινό πυροβολικό κατάφερε να εντοπίσει και να εξουδετερώσει αρκετές ομάδες RPGs και Sagger. Eπιπλέον, οι αιγυπτιακές δυνάμεις είχαν απομακρυνθεί από την προστασία των SAM-6 και έγιναν στόχος των ισραηλινών Phantom.
Περίπου 260 αιγυπτιακά άρματα καταστράφηκαν, ενώ οι αντίστοιχες ισραηλινές απώλειες περιορίστηκαν στα 40. Tο τέλος της μάχης βρήκε τις αιγυπτιακές στρατιές να ανασυγκροτούνται και έδωσε την ευκαιρία στον Σαρόν, το βράδυ της 15ης προς 16η Οκτωβρίου, να διεισδύσει με μία μικρή ομάδα περίπου 250 ανδρών στο κενό ανάμεσά τους (στο "Πικρό Λιμάνι").
Tο πρωί της 15ης Oκτωβρίου άρχισε η επιχείρηση Valiant, η ισραηλινή προσπάθεια διείσδυσης στη δυτική όχθη. Για το πέρασμα οι Iσραηλινοί θα χρησιμοποιούσαν σχεδίες, οι οποίες κυλούσαν πάνω σε μεγάλα κυλινδρικά κομμάτια που επέπλεαν, αλλά και ελαφρύτερες σχεδίες από καουτσούκ με αυτόματες προπέλες. Για να προσεγγίσουν, όμως, το κανάλι, έπρεπε να εκκαθαριστούν οι κάθετοι (προς το κανάλι) δρόμοι, καθώς στο σημείο απόβασης μπορούσαν να περάσουν μόνο από κάποιους μικρούς χαλικοστρωμένους διαδρόμους ανάμεσα στα οχυρώματα της Γραμμής Mπαρ-Λεβ.
Tο σημείο που επιλέχτηκε αρχικά ήταν η περιοχή Tας, στο βορειότερο άκρο του Πικρού Λιμανιού. Δύο ήταν οι κύριοι, παράλληλοι με το κανάλι, δρόμοι. O ένας κοντά στην όχθη και ο άλλος ανατολικότερα (δρόμος πυροβολικού). Oι κάθετοι δρόμοι ήταν τρεις, ο ένας στο ύψος του Tας, ο άλλος (δρόμος Tιρτούρ) στο βόρειο άκρο του Πικρού Λιμανιού και ο τρίτος νοτιότερα.
Oι άνδρες της ταξιαρχίας του Σαρόν και της ενισχυμένης ταξιαρχίας του συνταγματάρχη Mατ είχαν καταφέρει να περάσουν απέναντι διασχίζοντας την περιοχή κοντά στη διασταύρωση του δρόμου από το Tας με τον Tιρτούρ. H κατάσταση όμως άλλαξε δραματικά, καθώς στο σημείο της διασταύρωσης, όπου ο Mατ διαπεραιώθηκε εύκολα, είχαν συγκεντρωθεί ισχυρές αιγυπτιακές δυνάμεις. O ισραηλινός συνταγματάρχης Pεσέφ προσπάθησε το ξημέρωμα της 16ης/10 να απελευθερώσει τη διασταύρωση, αλλά οι δυνάμεις του δεν τα κατάφεραν. Aπό τα 100 άρματα καταστράφηκαν τα 60, ενώ έχασε 120 άνδρες.
Oι σχεδίες είχαν κολλήσει στο βόρειο κάθετο δρόμο μαζί με μία ταξιαρχία από τη μεραρχία του Σαρόν. H ισραηλινή διοίκηση αποφάσισε να στείλει μπροστά τουλάχιστον τις ελαφρύτερες σχεδίες, σε μία πορεία μέσα από αμμόλοφους, ώστε να εφοδιάσουν την ταξιαρχία του Mατ που βρισκόταν αποκομμένη στη δυτική όχθη. Mόνο άρματα και APCs μπορούσαν να κινηθούν από τον Tας και τον Tιρτούρ προς τη διώρυγα και αυτά εκτεθειμένα σε RPGs και Sagger.
H επιχείρηση βρισκόταν στο χείλος της αποτυχίας και ο Nταγιάν, που βρισκόταν στη βάση του IDF κοντά στο μέτωπο, διέταξε να σταματήσει κάθε προσπάθεια από τεθωρακισμένες μονάδες να προσεγγίσουν τον Σαρόν στο προγεφύρωμα της δυτικής όχθης. Aυτό έκανε τον Σαρόν έξαλλο. Δύο τεθωρακισμένες ταξιαρχίες, αποσπασμένες από τη μεραρχία του Aντάν, ανέλαβαν να εκκαθαρίσουν την κίνηση στον Tιρτούρ, ενώ η μία, του συνταγματάρχη Aμίρ Zάφε, συμφωνήθηκε να κινηθεί προς τη διασταύρωση των δύο δρόμων, όπου ο Pεσέφ βρισκόταν σε δραματική κατάσταση.
H αιγυπτιακή ηγεσία άργησε πολύ να συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο και τις συνέπειες της εισβολής των Iσραηλινών. Tελικά, μία αιγυπτιακή μεραρχία πεζικού και μία τεθωρακισμένων κινήθηκαν προς τον Tιρτούρ. O Aντάν εσπευσμένα διέταξε ένα σώμα αλεξιπτωτιστών, που είχε μόλις φτάσει με ελικόπτερα στο μέτωπο, να κινηθεί νότια προς τον Tιρτούρ.
Στις 02:45 της 12ης/10 οι αλεξιπτωτιστές ακινητοποιήθηκαν κοντά στον Tιρτούρ από καταιγισμό Saggers. Tην ίδια ώρα, όμως, μία ομάδα ανιχνευτών με τη βοήθεια ενός τάγματος τεθωρακισμένων κατάφεραν να περάσουν από το βόρειο δρόμο του Tας προς τη διώρυγα, αφού ο κύριος όγκος των Aιγυπτίων είχε συγκεντρωθεί στη μάχη πιο νότια με τους αλεξιπτωτιστές. Aπό τις 06:30 άρχισε η σύνδεση των πλωτών γεφυρών και το πέρασμα στη δυτική όχθη. Oι δύο κάθετοι δρόμοι προς τη διώρυγα είχαν πια ελευθερωθεί για τις ισραηλινές δυνάμεις της Μεραρχίας του Aντάν.
Tη στιγμή όμως εκείνη, η αιγυπτιακή 25η Aνεξάρτητη Mεραρχία με 100 άρματα T-62 επιτέθηκε στις ισραηλινές δυνάμεις κοντά στο βόρειο άκρο του Πικρού Λιμανιού. Aποσπασμένες, όμως, ισραηλινές δυνάμεις, εξοπλισμένες με τα νέα αμερικανικά αντιαρματικά TOW, βρέθηκαν στα νώτα των Aιγυπτίων από το δεξί άκρο. Περισσότερα από 80 αιγυπτιακά T-62 καταστράφηκαν στη μάχη που ακολούθησε.
Mία ακόμη ισραηλινή μεραρχία, υπό τον Mαγκέν, πέρασε στη δυτική όχθη, ενώ ακολούθησαν οι υπόλοιπες δυνάμεις του Aντάν, αφού πρώτα απώθησαν δύο αιγυπτιακές ταξιαρχίες από την περιοχή της Iσμαηλίας. Tο πρωί της 20ης Oκτωβρίου, οι ισραηλινές δυνάμεις του Aντάν και του Mαγκέν προχώρησαν περισσότερο δυτικά και με την υποστήριξη της αεροπορίας κατέλαβαν την κεντρική οδική αρτηρία προς το Kάιρο, ενώ στις 21/10 απέκλεισαν το αεροδρόμιο του Φαγίντ.
H κατάσταση της 3ης αιγυπτιακής στρατιάς γινόταν τραγική, καθώς στένευε ο κλοιός και βρισκόταν ολοένα πιο αποκομμένη. Oι Iσραηλινοί προσπάθησαν να ελέγξουν το μοναδικό δρόμο ανεφοδιασμού που έμενε, αλλά δύο αιγυπτιακές ταξιαρχίες τεθωρακισμένων αμύνθηκαν απελπισμένα.
Στις 22 Oκτωβρίου έγινε γνωστό ότι από τις 18:00 θα έπρεπε να επιβληθεί κατάπαυση του πυρός.
KIΣINΓKEP
O Kίσινγκερ, τα δραματικά εκείνα 24ωρα, ξεκίνησε προσωπικές επαφές με καθέναν από τους εμπλεκομένους, πετώντας από τη μία πρωτεύουσα στην άλλη. Oι Σοβιετικοί ζήτησαν την από κοινού με τις HΠA παρέμβαση για την κατάπαυση του πυρός. Tο μήνυμα έπρεπε να δοθεί με πειστικότητα από τον Kίσινγκερ προς την Γκόλντα Mέιρ, αλλά ο Αμερικανός υπουργός καθυστέρησε σκόπιμα και έδωσε με έμμεσο τρόπο στους Iσραηλινούς "ελαφρώς περισσότερο" χρόνο.
O κλοιός γύρω από τη 3η Aιγυπτιακή Mεραρχία έσφιγγε ασφυκτικά. O Μπρέζνιεφ αντέδρασε οργισμένα, θεωρώντας ότι ο Kίσινγκερ τον παραπλάνησε, και απείλησε ευθέως ότι "εάν δεν σταματήσει αυτή τη στιγμή η ισραηλινή επιθετικότητα, θα επέμβουμε".
Περίπου 90-100 σοβιετικά πολεμικά πλοία βρίσκονταν στη Mεσόγειο, ενώ αμερικανικά ραντάρ εντόπισαν ίχνη πυρηνικών κεφαλών σε ένα από αυτά, που κατευθυνόταν στη Αίγυπτο. Yστερα από δραματικές συνομιλίες, επικράτησαν οι ψυχραιμότερες απόψεις και αποφεύχθηκαν τα χειρότερα.
O Kίσινγκερ είχε, όμως, πετύχει ακριβώς αυτό που ήθελε. H τύχη της 3ης Mεραρχίας βρισκόταν στα χέρια της αμερικανικής διπλωματίας. Στις 24 Oκτωβρίου, ψηφίστηκε στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Aσφαλείας το Ψήφισμα 339 για την κατάπαυση του πυρός.
Kάποιες σποραδικές ισραηλινές επιχειρήσεις μετά τις 26/10 διακόπηκαν άμεσα ύστερα από την αποφασιστική παρέμβαση του Kίσινγκερ προς την Γκόλντα Mέιρ, τονίζοντάς της ότι "η συνέχιση των ισραηλινών επιχειρήσεων δεν υπήρχε ούτε καν ως επιλογή". Στις 28 Oκτωβρίου ο Iσραηλινός υποστράτηγος Γιαρίβ και ο Aιγύπτιος αλ Γκανί πήραν μέρος σε απευθείας συνομιλίες για την υπογραφή της τελικής εκεχειρίας που οδήγησε στη διάσκεψη της Γενεύης.
Στις 18 Iανουαρίου οι Iσραηλινοί συμφώνησαν στην απόσυρση των δυνάμεών τους στην ανατολική όχθη της διώρυγας του Σουέζ.
O Kίσινγκερ, τα δραματικά εκείνα 24ωρα, ξεκίνησε προσωπικές επαφές με καθέναν από τους εμπλεκομένους, πετώντας από τη μία πρωτεύουσα στην άλλη. Oι Σοβιετικοί ζήτησαν την από κοινού με τις HΠA παρέμβαση για την κατάπαυση του πυρός. Tο μήνυμα έπρεπε να δοθεί με πειστικότητα από τον Kίσινγκερ προς την Γκόλντα Mέιρ, αλλά ο Αμερικανός υπουργός καθυστέρησε σκόπιμα και έδωσε με έμμεσο τρόπο στους Iσραηλινούς "ελαφρώς περισσότερο" χρόνο.
O κλοιός γύρω από τη 3η Aιγυπτιακή Mεραρχία έσφιγγε ασφυκτικά. O Μπρέζνιεφ αντέδρασε οργισμένα, θεωρώντας ότι ο Kίσινγκερ τον παραπλάνησε, και απείλησε ευθέως ότι "εάν δεν σταματήσει αυτή τη στιγμή η ισραηλινή επιθετικότητα, θα επέμβουμε".
Περίπου 90-100 σοβιετικά πολεμικά πλοία βρίσκονταν στη Mεσόγειο, ενώ αμερικανικά ραντάρ εντόπισαν ίχνη πυρηνικών κεφαλών σε ένα από αυτά, που κατευθυνόταν στη Αίγυπτο. Yστερα από δραματικές συνομιλίες, επικράτησαν οι ψυχραιμότερες απόψεις και αποφεύχθηκαν τα χειρότερα.
O Kίσινγκερ είχε, όμως, πετύχει ακριβώς αυτό που ήθελε. H τύχη της 3ης Mεραρχίας βρισκόταν στα χέρια της αμερικανικής διπλωματίας. Στις 24 Oκτωβρίου, ψηφίστηκε στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Aσφαλείας το Ψήφισμα 339 για την κατάπαυση του πυρός.
Kάποιες σποραδικές ισραηλινές επιχειρήσεις μετά τις 26/10 διακόπηκαν άμεσα ύστερα από την αποφασιστική παρέμβαση του Kίσινγκερ προς την Γκόλντα Mέιρ, τονίζοντάς της ότι "η συνέχιση των ισραηλινών επιχειρήσεων δεν υπήρχε ούτε καν ως επιλογή". Στις 28 Oκτωβρίου ο Iσραηλινός υποστράτηγος Γιαρίβ και ο Aιγύπτιος αλ Γκανί πήραν μέρος σε απευθείας συνομιλίες για την υπογραφή της τελικής εκεχειρίας που οδήγησε στη διάσκεψη της Γενεύης.
Στις 18 Iανουαρίου οι Iσραηλινοί συμφώνησαν στην απόσυρση των δυνάμεών τους στην ανατολική όχθη της διώρυγας του Σουέζ.
Μιλώντας για Ήρωες
Avigdor Kahalani
Γεννήθηκε στη Ness Ziona κατά τη διάρκεια της Βρετανικής κατοχής. Οι γονείς του, ο Moshe και η Sarah Kahalani, ήταν Γιεμενίτες Εβραίοι μετανάστες από τη Σαναά. Παρακολούθησε επίσης το Κολέγιο Διοίκησης και Γενικού Επιτελείου στο Fort Levenworth του Κάνσας και αποφοίτησε από το Κολέγιο Εθνικής Άμυνας του Ισραήλ.
Ο Kahalani κατατάχθηκε στις δυνάμεις άμυνας του Ισραήλ (IDF) το 1962 και προσχώρησε στην 7η Ταξιαρχία του Τεθωρακισμένου Σώματος του IDF. Άρχισε ως κανονικός στρατιώτης, αλλά αργότερα ολοκλήρωσε τα μαθήματα του διοικητή άρματος με τιμητικές διακρίσεις. Στη συνέχεια ολοκλήρωσε και τα μαθήματα αξιωματικού, επίσης με διακρίσεις στο Bahad 1, και έγινε αξιωματικός σταδιοδρομίας στον IDF. Το 1964, ήταν μέλος μιας αντιπροσωπείας του IDF στη Δυτική Γερμανία για να παραλάβει τα πρώτα άρματα M48 Patton του IDF.
Γεννήθηκε στη Ness Ziona κατά τη διάρκεια της Βρετανικής κατοχής. Οι γονείς του, ο Moshe και η Sarah Kahalani, ήταν Γιεμενίτες Εβραίοι μετανάστες από τη Σαναά. Παρακολούθησε επίσης το Κολέγιο Διοίκησης και Γενικού Επιτελείου στο Fort Levenworth του Κάνσας και αποφοίτησε από το Κολέγιο Εθνικής Άμυνας του Ισραήλ.
Ο Kahalani κατατάχθηκε στις δυνάμεις άμυνας του Ισραήλ (IDF) το 1962 και προσχώρησε στην 7η Ταξιαρχία του Τεθωρακισμένου Σώματος του IDF. Άρχισε ως κανονικός στρατιώτης, αλλά αργότερα ολοκλήρωσε τα μαθήματα του διοικητή άρματος με τιμητικές διακρίσεις. Στη συνέχεια ολοκλήρωσε και τα μαθήματα αξιωματικού, επίσης με διακρίσεις στο Bahad 1, και έγινε αξιωματικός σταδιοδρομίας στον IDF. Το 1964, ήταν μέλος μιας αντιπροσωπείας του IDF στη Δυτική Γερμανία για να παραλάβει τα πρώτα άρματα M48 Patton του IDF.
Κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Έξι Ημερών, ο Kahalani διοικούσε ένα λόχο αρμάτων Patton από το 79ο Τάγμα. Του απονεμήθηκε το Μετάλλιο Διακεκριμένης Υπηρεσίας γιατί κατά τη θητεία του, στη διάρκεια του πολέμου, τραυματίστηκε σοβαρά όταν το άρμα του M-48 Patton πήρε φωτιά. Στον Πόλεμο του Yom Kippur το 1973, ο Kahalani ήταν 29χρονος αντισυνταγματάρχης και διοικητής τάγματος.
Υπηρέτησε ως διοικητής του 77ου θωρακισμένου τάγματος της 7ης Ταξιαρχίας που ήταν εξοπλισμένη με άρματα Centurion, στο Golan.
Το τάγμα του Kahalani - μαζί με άλλα στοιχεία της 7ης Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας - ενεπλάκη σε άγριες αμυντικές μάχες εναντίον μιας εξαιρετικά ανώτερης πολεμικής δύναμης της Συρίας, αποτελούμενης από περισσότερους από 50.000 άνδρες και 1.200 άρματα.
Ο Kahalani μάζεψε βιαστικά μια ομάδα αρμάτων και πληρώματα από διάφορες μονάδες τεθωρακισμένων για να προσπαθήσει να αποκρούσει τους Σύριους μετά την αιφνιδιαστική τους επίθεση στο Yom Kippur, την πιο ιερή ημέρα στο εβραϊκό ημερολόγιο. Οι εξαιρετικά ανώτερες Συριακές δυνάμεις είχαν ήδη ξεπεράσει τις ισραηλινές θέσεις κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, αλλά η δύναμη του Kahalani - με πολύ λιγότερους άνδρες και ακόμα λιγότερα όπλα- κατόρθωσε να κρατήσει τους επιτιθέμενους σε απόσταση τόσο καιρό ώστε οι Ισραηλινές μονάδες αρμάτων και πεζικού να ωθήσουν τους Σύριους πίσω από τα σύνορα .
Η μάχη αποδείχθηκε ένα από τα σημεία καμπής του πολέμου. Μετά τον πόλεμο, η κοιλάδα όπου έλαβε χώρα ήταν γεμάτη με εκατοντάδες κατεστραμμένα και εγκαταλελειμμένα συριακά τανκς και μετονομάστηκε σε "Emek Ha-Bacha" ("Η κοιλάδα των δακρύων"). Για τις ενέργειές του κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Kahalani έλαβε το υψηλότερο Ισραηλινό στρατιωτικό παράσημο, το Μετάλλιο Ανδρείας.
Υπηρέτησε ως διοικητής του 77ου θωρακισμένου τάγματος της 7ης Ταξιαρχίας που ήταν εξοπλισμένη με άρματα Centurion, στο Golan.
Το τάγμα του Kahalani - μαζί με άλλα στοιχεία της 7ης Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας - ενεπλάκη σε άγριες αμυντικές μάχες εναντίον μιας εξαιρετικά ανώτερης πολεμικής δύναμης της Συρίας, αποτελούμενης από περισσότερους από 50.000 άνδρες και 1.200 άρματα.
Ο Kahalani μάζεψε βιαστικά μια ομάδα αρμάτων και πληρώματα από διάφορες μονάδες τεθωρακισμένων για να προσπαθήσει να αποκρούσει τους Σύριους μετά την αιφνιδιαστική τους επίθεση στο Yom Kippur, την πιο ιερή ημέρα στο εβραϊκό ημερολόγιο. Οι εξαιρετικά ανώτερες Συριακές δυνάμεις είχαν ήδη ξεπεράσει τις ισραηλινές θέσεις κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, αλλά η δύναμη του Kahalani - με πολύ λιγότερους άνδρες και ακόμα λιγότερα όπλα- κατόρθωσε να κρατήσει τους επιτιθέμενους σε απόσταση τόσο καιρό ώστε οι Ισραηλινές μονάδες αρμάτων και πεζικού να ωθήσουν τους Σύριους πίσω από τα σύνορα .
Η μάχη αποδείχθηκε ένα από τα σημεία καμπής του πολέμου. Μετά τον πόλεμο, η κοιλάδα όπου έλαβε χώρα ήταν γεμάτη με εκατοντάδες κατεστραμμένα και εγκαταλελειμμένα συριακά τανκς και μετονομάστηκε σε "Emek Ha-Bacha" ("Η κοιλάδα των δακρύων"). Για τις ενέργειές του κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Kahalani έλαβε το υψηλότερο Ισραηλινό στρατιωτικό παράσημο, το Μετάλλιο Ανδρείας.
"Δεν ήταν τα άρματα που έκαναν τη διαφορά. Ήταν οι άντρες."
Η Κοιλάδα των Δακρύων, όπου το Ισραήλ σταμάτησε τη Συρία το 1973.
Από τους τέσσερις άντρες μέσα στο τανκς κύριας μάχης M48 Magach 1, μόνο ο κυβερνήτης του, ο Λοχαγός Avigdor Kahalani, κατάφερε να συρθεί μέσα από τις φλόγες και να ξεφύγει από την κόλαση που καταβρόχθιζε το άρμα του από μέσα. Τα πυρομαχικά έγινα ένα και εξερράγησαν καθώς εκείνος έβγαινε από το διαλυμένο άρμα, ως ο μοναδικός επιζώντας στρατιώτης. Στο νοσοκομείο, όπου θα παρέμενε για πολλούς μήνες, θα χρειαζόταν δεκαεπτά επώδυνες επεμβάσεις και αμέτρητα δερματικά μοσχεύματα για να θεραπεύσει τα τεράστια εγκαύματα που κάλυπταν κάθε μέρος του σώματος του Λοχαγού Kahalani . Οι γιατροί δεν ήσαν σίγουροι ότι ο νεαρός αξιωματικός θα επιβίωνε, πόσο μάλλον αν μπορούσε να περπατήσει ή να προχωρήσει μπροστά με κάτι που μοιάζει με κανονική ζωή.
Ξέρετε εκείνη την έκφραση που λέει ότι το φοβερό δεν είναι να πέσεις, αλλά να μείνεις κάτω;
Λοιπόν, παρά το γεγονός ότι κατάφερε να μείνει ζωντανός, ενώ οι φίλοι του πέθαναν γύρω του, ο Avigdor Kahalani όχι μόνο επέζησε, αλλά αρνήθηκε την δωρεάν ιατρική απαλλαγή που του έδινε ο IDF, με το σκεπτικό ότι δεν είχε τελειώσει με τους εχθρούς του Ισραήλ, ακόμα. Σε λιγότερο από ένα χρόνο αφότου είχε έρθει κυριολεκτικά μύτη με μύτη με μια διατρητική οβίδα 100 χιλιοστών ενός άρματος T-55A Σοβιετικής κατασκευής, ο Λοχαγός Avigdor Kahalani βρισκόταν πίσω στη μπουκαπόρτα του κυβερνήτη ενός ακόμα τεθωρακισμένου άρματος μάχης του IDF.
Θα πήγαινε να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες αρματομαχιών όχι μόνο στην ιστορία του Ισραήλ, αλλά και όλων των εποχών.
Από τους τέσσερις άντρες μέσα στο τανκς κύριας μάχης M48 Magach 1, μόνο ο κυβερνήτης του, ο Λοχαγός Avigdor Kahalani, κατάφερε να συρθεί μέσα από τις φλόγες και να ξεφύγει από την κόλαση που καταβρόχθιζε το άρμα του από μέσα. Τα πυρομαχικά έγινα ένα και εξερράγησαν καθώς εκείνος έβγαινε από το διαλυμένο άρμα, ως ο μοναδικός επιζώντας στρατιώτης. Στο νοσοκομείο, όπου θα παρέμενε για πολλούς μήνες, θα χρειαζόταν δεκαεπτά επώδυνες επεμβάσεις και αμέτρητα δερματικά μοσχεύματα για να θεραπεύσει τα τεράστια εγκαύματα που κάλυπταν κάθε μέρος του σώματος του Λοχαγού Kahalani . Οι γιατροί δεν ήσαν σίγουροι ότι ο νεαρός αξιωματικός θα επιβίωνε, πόσο μάλλον αν μπορούσε να περπατήσει ή να προχωρήσει μπροστά με κάτι που μοιάζει με κανονική ζωή.
Ξέρετε εκείνη την έκφραση που λέει ότι το φοβερό δεν είναι να πέσεις, αλλά να μείνεις κάτω;
Λοιπόν, παρά το γεγονός ότι κατάφερε να μείνει ζωντανός, ενώ οι φίλοι του πέθαναν γύρω του, ο Avigdor Kahalani όχι μόνο επέζησε, αλλά αρνήθηκε την δωρεάν ιατρική απαλλαγή που του έδινε ο IDF, με το σκεπτικό ότι δεν είχε τελειώσει με τους εχθρούς του Ισραήλ, ακόμα. Σε λιγότερο από ένα χρόνο αφότου είχε έρθει κυριολεκτικά μύτη με μύτη με μια διατρητική οβίδα 100 χιλιοστών ενός άρματος T-55A Σοβιετικής κατασκευής, ο Λοχαγός Avigdor Kahalani βρισκόταν πίσω στη μπουκαπόρτα του κυβερνήτη ενός ακόμα τεθωρακισμένου άρματος μάχης του IDF.
Θα πήγαινε να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες αρματομαχιών όχι μόνο στην ιστορία του Ισραήλ, αλλά και όλων των εποχών.
Το Ισραήλ βρισκόταν/βρίσκεται σε μια περίεργη κατάσταση, όπου ουσιαστικά κάθε χώρα που μοιράζεται σύνορα μαζί του, προσπαθούσε/προσπαθεί ενεργά να το εξαλείψει εντελώς από το πρόσωπο του πλανήτη, με κάθε τρόπο. Αυτή η κατάσταση διαβίωσης δεν ήταν η ιδανική και το 1967.
Η χώρα του Ισραήλ, επιτέθηκε ταυτόχρονα με ένα χτύπημα-έκπληξη, όταν του κήρυξαν πόλεμο οι περισσότερες χώρες της Μέσης Ανατολής. Χωρίς προειδοποίηση, τα άρματα του IDF, τα μαχητικά αεροπλάνα και το πεζικό ξεχύθηκαν στην Αίγυπτο, τη Συρία, την Ιορδανία, το Ιράκ και τον Λίβανο ταυτόχρονα, πιάνοντας τις αραβικές χώρες εντελώς στον ύπνο. Ο Λοχαγός Kahalani και το Magach 1 (μια τροποποίηση του IDF για το αμερικανικό άρμα M48 Patton) ήταν εκεί, στις πρώτες γραμμές εναντίον της Αιγύπτου.
Περνώντας μέσα από τον αποδιοργανωμένο εχθρό, ο Kahalani και το τεθωρακισμένο Σώμα του IDF όργωναν το Σινά, αφήνοντας τα θρυμματισμένα απομεινάρια των εχθρικών αρμάτων πίσω τους. Σε μια άγρια μάχη εναντίον των αιγυπτιακών τανκς T-54 και T-55 έξω από την πόλη El Arish, πρωτεύουσα του Sinai, ο Kahalani και το πλήρωμά του έδειξαν απίστευτη ανδρεία. Τότε του απονεμήθηκε το Medal of Distinguished Service, Μετάλλιο για Διακεκριμένες Υπηρεσίες, ενώ του δόθηκε η τιμή να είναι το πρώτο άρμα του IDF που μπήκε στην πόλη μετά τη μάχη.
Ο Πόλεμος των Έξι Ημερών ήταν μια εξευτελιστική ήττα για τις αραβικές χώρες. Για έξι χρόνια ανέμεναν να πάρουν την εκδίκηση τους. Με στρατό τελείως αναδιοργανωμένο. Περίμεναν την ώρα τους. Σχεδιάζοντας την επίθεση τους.
Η Αραβική Εκδίκηση ήρθε στο Ισραήλ στις 6 Οκτωβρίου του 1973. Ήταν το Yom Kippur, η πιο ιερή ημέρα στο εβραϊκό ημερολόγιο, και μια ημέρα που οι Εβραίοι έπρεπε να μένουν σπίτι για να προσευχηθούν και να νηστέψουν, όχι να εμπλακούν σε πυροβολισμούς. Οι έφεδροι του στρατεύματος ήταν σε κατάσταση αναμονής. Τα σημεία ελέγχου λειτουργούσαν μόνο με προσωπικό ασφαλείας. Όλα ήταν ήσυχα στην αμυντική γραμμή του IDF.
Στη συνέχεια, ένας συνεχής, βαθύς, συντονισμένος ήχος ακούστηκε σε κάποια απόσταση. Ήταν ο ήχος των αραβικών αρμάτων. Χιλιάδες από αυτά.
Ολόκληρες επιλαρχίες αρμάτων, κατασκευασμένων στη Σοβιετική Ένωση, που πήγαιναν με τέρμα το γκάζι εναντίον των ελάχιστων πρόμαχων των Ισραηλινών συνόρων, υποστηριζόμενα από ελικόπτερα, μαχητικά MiG και πυροβολικό.
Στο Νότο, το Αιγυπτιακό πεζικό, στο Γκολάν η Συρία με τη βοήθεια Ιρακινών κομάντο.
Ο πιο αιματηρός πόλεμος από τη δημιουργία του Ισραήλ, είχε ήδη ξεκινήσει.
Η χώρα του Ισραήλ, επιτέθηκε ταυτόχρονα με ένα χτύπημα-έκπληξη, όταν του κήρυξαν πόλεμο οι περισσότερες χώρες της Μέσης Ανατολής. Χωρίς προειδοποίηση, τα άρματα του IDF, τα μαχητικά αεροπλάνα και το πεζικό ξεχύθηκαν στην Αίγυπτο, τη Συρία, την Ιορδανία, το Ιράκ και τον Λίβανο ταυτόχρονα, πιάνοντας τις αραβικές χώρες εντελώς στον ύπνο. Ο Λοχαγός Kahalani και το Magach 1 (μια τροποποίηση του IDF για το αμερικανικό άρμα M48 Patton) ήταν εκεί, στις πρώτες γραμμές εναντίον της Αιγύπτου.
Περνώντας μέσα από τον αποδιοργανωμένο εχθρό, ο Kahalani και το τεθωρακισμένο Σώμα του IDF όργωναν το Σινά, αφήνοντας τα θρυμματισμένα απομεινάρια των εχθρικών αρμάτων πίσω τους. Σε μια άγρια μάχη εναντίον των αιγυπτιακών τανκς T-54 και T-55 έξω από την πόλη El Arish, πρωτεύουσα του Sinai, ο Kahalani και το πλήρωμά του έδειξαν απίστευτη ανδρεία. Τότε του απονεμήθηκε το Medal of Distinguished Service, Μετάλλιο για Διακεκριμένες Υπηρεσίες, ενώ του δόθηκε η τιμή να είναι το πρώτο άρμα του IDF που μπήκε στην πόλη μετά τη μάχη.
Ο Πόλεμος των Έξι Ημερών ήταν μια εξευτελιστική ήττα για τις αραβικές χώρες. Για έξι χρόνια ανέμεναν να πάρουν την εκδίκηση τους. Με στρατό τελείως αναδιοργανωμένο. Περίμεναν την ώρα τους. Σχεδιάζοντας την επίθεση τους.
Η Αραβική Εκδίκηση ήρθε στο Ισραήλ στις 6 Οκτωβρίου του 1973. Ήταν το Yom Kippur, η πιο ιερή ημέρα στο εβραϊκό ημερολόγιο, και μια ημέρα που οι Εβραίοι έπρεπε να μένουν σπίτι για να προσευχηθούν και να νηστέψουν, όχι να εμπλακούν σε πυροβολισμούς. Οι έφεδροι του στρατεύματος ήταν σε κατάσταση αναμονής. Τα σημεία ελέγχου λειτουργούσαν μόνο με προσωπικό ασφαλείας. Όλα ήταν ήσυχα στην αμυντική γραμμή του IDF.
Στη συνέχεια, ένας συνεχής, βαθύς, συντονισμένος ήχος ακούστηκε σε κάποια απόσταση. Ήταν ο ήχος των αραβικών αρμάτων. Χιλιάδες από αυτά.
Ολόκληρες επιλαρχίες αρμάτων, κατασκευασμένων στη Σοβιετική Ένωση, που πήγαιναν με τέρμα το γκάζι εναντίον των ελάχιστων πρόμαχων των Ισραηλινών συνόρων, υποστηριζόμενα από ελικόπτερα, μαχητικά MiG και πυροβολικό.
Στο Νότο, το Αιγυπτιακό πεζικό, στο Γκολάν η Συρία με τη βοήθεια Ιρακινών κομάντο.
Ο πιο αιματηρός πόλεμος από τη δημιουργία του Ισραήλ, είχε ήδη ξεκινήσει.
Ο Avigdor Kahalani ήταν 29χρονος συνταγματάρχης στο 77ο Τεθωρακισμένο Τάγμα όταν άκουσε τις κλήσεις για ενισχύσεις από τον ασύρματο. Έδεσε το κράνος του, διέταξε τον οδηγό του να βάλει μπρος τους κινητήρες, πήδηξε στο θόλο του άρματος του Sho't Kal Centurion και έφυγε κατευθείαν προς τους ήχους του βαρέος πυροβολικού του εχθρού. Παρά το γεγονός ότι η μονάδα του δεν ήταν άμεσα διαθέσιμη, μάζεψε κάθε πλήρωμα αρμάτων του IDF, που μπόρεσε να βρει, φτιάχνοντας μία αυτοσχέδια μονάδα με ένα σκοπό - να επιβραδύνει αυτή τη σφοδρή επίθεση, μέχρι να φτάσουν οι Ισραηλινές εφεδρείες στο πεδίο της μάχης.
Οι διαταγές του Kahalani ήταν να κρατήσει την κρίσιμη αμυντική θέση της τελευταίας τάφρου, στην κορυφή ενός οροπεδίου στα κεντρικά υψώματα του Golan. Παρά το γεγονός ότι είχε μόνο 40 άρματα Centurion και Patton υπό τη διοίκηση του, θα ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος να κρατήσει μια ολόκληρη μεραρχία Συριακών τεθωρακισμένων από το να μπούν στο οροπέδιο, διότι αν τους άφηνε να ανέβουν εκεί, θα τους ήταν εύκολο για να πετύχουν στόχους πολύ πέρα από τα Ισραηλινά σύνορα. Η επιβίωση της χώρας του κυριολεκτικά εξαρτιόταν από τις πράξεις του και από εκείνες των ανδρών του.
Οι μηχανές του άρματος Sho't Kal βρυχήθηκαν καθώς ο Kahalani διέταξε τον οδηγό του να προχωρήσει στην κορυφογραμμή. Όταν έφτασε στη θέση του, είδε στην κοιλάδα από κάτω, απλωμένα όσο μπορούσε να δει, πάνω από 500 άρματα, υποστηριζόμενα από εκατοντάδες φορτηγά, μεταφορείς προσωπικού και πυροβολικό. Καθώς ο σχηματισμός του εχθρού σιγά-σιγά προχωρούσε προς τα εμπρός, ανάμεσα στα Συριακά τεθωρακισμένα και τα 40 άρματα του Kahalani, ήταν ένα μεγάλο ναρκοπέδιο υποστηριζόμενο από ένα φαρδύ αντιαρματικό χαντάκι που κάλυπτε περίπου 20 μίλια από το κάτω μέρος του λόφου.
Ο Avigdor διέταξε τους άντρες του να πάρουν τις θέσεις τους στην κορυφογραμμή, να επιλέξουν τους στόχους τους και να ανοίξουν πυρ με διαταγή του. Όταν είπε στον πολυβολητή του άρματος να στείλει την πρώτη οβίδα, ο πυροβολητής ρώτησε σε "σε τι εμβέλεια;", βάσει του πρωτοκόλλου των τεθωρακισμένων σωμάτων του IDF. Κι εκείνος απάντησε : "Όχι, δεν έχουμε χρόνο γι 'αυτό. Απλά ρίχτους''.
Για τις επόμενες πενήντα ώρες - πάνω από δύο ολόκληρες μέρες χωρίς ξεκούραση - ο Avigdor Kahalani και η 77η πολέμησαν σε μια θηριώδη τελευταία προσπάθεια, ενάντια στις πιθανότητες που δεν είχαν απολύτως καμία ευκαιρία να ξεπεράσουν. Πυροβολικό και εχθρικά άρματα, τινάζονταν στον αέρα καθώς το κανόνια των 105 χιλιοστών των Sho't Kal χτυπούσαν τις θέσεις του εχθρού. Οι Σύριοι προσπαθούσαν, έχοντας κάλυψη από το πυροβολικό, αλλά και την βοήθεια των οχημάτων καθαρισμού ναρκών και γεφυρών να καθαρίσουν τα αμυντικά σημεία, για να φτιάξουν ένα μονοπάτι προς τους Ισραηλινούς. Όλη αυτή την ώρα ο Kahalani έδινε εντολές και στόχους στους πυροβολητές του, που δεν σταμάτησαν στιγμή να χτυπάνε τον εχθρό που πάσχιζε να προωθηθεί.
Οι διαταγές του Kahalani ήταν να κρατήσει την κρίσιμη αμυντική θέση της τελευταίας τάφρου, στην κορυφή ενός οροπεδίου στα κεντρικά υψώματα του Golan. Παρά το γεγονός ότι είχε μόνο 40 άρματα Centurion και Patton υπό τη διοίκηση του, θα ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος να κρατήσει μια ολόκληρη μεραρχία Συριακών τεθωρακισμένων από το να μπούν στο οροπέδιο, διότι αν τους άφηνε να ανέβουν εκεί, θα τους ήταν εύκολο για να πετύχουν στόχους πολύ πέρα από τα Ισραηλινά σύνορα. Η επιβίωση της χώρας του κυριολεκτικά εξαρτιόταν από τις πράξεις του και από εκείνες των ανδρών του.
Οι μηχανές του άρματος Sho't Kal βρυχήθηκαν καθώς ο Kahalani διέταξε τον οδηγό του να προχωρήσει στην κορυφογραμμή. Όταν έφτασε στη θέση του, είδε στην κοιλάδα από κάτω, απλωμένα όσο μπορούσε να δει, πάνω από 500 άρματα, υποστηριζόμενα από εκατοντάδες φορτηγά, μεταφορείς προσωπικού και πυροβολικό. Καθώς ο σχηματισμός του εχθρού σιγά-σιγά προχωρούσε προς τα εμπρός, ανάμεσα στα Συριακά τεθωρακισμένα και τα 40 άρματα του Kahalani, ήταν ένα μεγάλο ναρκοπέδιο υποστηριζόμενο από ένα φαρδύ αντιαρματικό χαντάκι που κάλυπτε περίπου 20 μίλια από το κάτω μέρος του λόφου.
Ο Avigdor διέταξε τους άντρες του να πάρουν τις θέσεις τους στην κορυφογραμμή, να επιλέξουν τους στόχους τους και να ανοίξουν πυρ με διαταγή του. Όταν είπε στον πολυβολητή του άρματος να στείλει την πρώτη οβίδα, ο πυροβολητής ρώτησε σε "σε τι εμβέλεια;", βάσει του πρωτοκόλλου των τεθωρακισμένων σωμάτων του IDF. Κι εκείνος απάντησε : "Όχι, δεν έχουμε χρόνο γι 'αυτό. Απλά ρίχτους''.
Για τις επόμενες πενήντα ώρες - πάνω από δύο ολόκληρες μέρες χωρίς ξεκούραση - ο Avigdor Kahalani και η 77η πολέμησαν σε μια θηριώδη τελευταία προσπάθεια, ενάντια στις πιθανότητες που δεν είχαν απολύτως καμία ευκαιρία να ξεπεράσουν. Πυροβολικό και εχθρικά άρματα, τινάζονταν στον αέρα καθώς το κανόνια των 105 χιλιοστών των Sho't Kal χτυπούσαν τις θέσεις του εχθρού. Οι Σύριοι προσπαθούσαν, έχοντας κάλυψη από το πυροβολικό, αλλά και την βοήθεια των οχημάτων καθαρισμού ναρκών και γεφυρών να καθαρίσουν τα αμυντικά σημεία, για να φτιάξουν ένα μονοπάτι προς τους Ισραηλινούς. Όλη αυτή την ώρα ο Kahalani έδινε εντολές και στόχους στους πυροβολητές του, που δεν σταμάτησαν στιγμή να χτυπάνε τον εχθρό που πάσχιζε να προωθηθεί.
Μόνο αφού έπεσε το σκοτάδι οι Σύριοι διέσχισαν την τάφρο, αλλά μόλις το έκαναν απέκτησαν ένα τεράστιο πλεονέκτημα ενάντια στους Ισραηλινούς. Τα άρματα T-55 και T-62 ήταν εξοπλισμένα με υπέρυθρους εντοπιστές εμβέλειας ειδικά για τη νύχτα, ενώ ο IDF είχε μόνο κιάλια νυχτερινής όρασης για τους διοικητές των τεθωρακισμένων του. Στο σκοτάδι, με τις δυνάμεις του εχθρού να σαρώνουν σε απόσταση 20 μέτρων από τις γραμμές του IDF, η ζημιά ήταν καταστροφική για τους ήδη λιγότερους υπερασπιστές.
Ο Kahalani, αγωνιζόμενος για τη ζωή του εναντίον ενός υπεράριθμου εχθρού που δεν μπορούσε καν να δει, διέταξε τον πυροβολητή του να στοχεύει σε προβολείς ή όταν το ρύγχος του εχθρικού άρματος αναβόσβηνε. Σε ακραίες καταστάσεις, έβγαινε από την μπουκαπόρτα του άρματος - εν μέσω συμπλοκής - κοιτάζοντας γύρω του με τα κιάλια νυχτερινής όρασης. Αντελήφθη ότι μπορούσε να δει τις δέσμες υπερύθρων στη νυχτερινή όραση και σε περισσότερες από μία περιπτώσεις, έβλεπε κυριολεκτικά τις Συριακές υπέρυθρες ακτίνες να χτυπούν το άρμα του. Διέταξε τον πυροβολητή του να χτυπάει στα τυφλά, προς την κατεύθυνση από την οποία προέρχονταν.
Όταν ξημέρωσε στο Γκολάν, η κατάσταση ήταν άσχημη. Ο IDF είχε απωθηθεί από την κορυφογραμμή και οι Σύριοι προχωρούσαν. Ο Kahalani είχε πλέον μια χούφτα λειτουργικά άρματα. Μα αρνιόταν να υποχωρήσει. Βλέποντας τους λίγους εχθρούς που κρατούσαν την κορυφή μπροστά του, ο Kahalani διέταξε τα άρματα του να προχωρήσουν.
Έχοντας το προβάδισμα, βγήκε μπροστα στον εχθρό, συνεχίζοντας να οδηγεί ακόμα και αφού είδε ότι ήταν ο μόνος από τους άντρες του που όντως μπορούσε να κινηθεί . Φτάνοντας στη γραμμή, έβγαλε από τη μέση δύο από τα τρία T-55, αλλά καθώς γύρισε τον πυργίσκο για να στοχεύσει στο τέταρτο, το κανόνι μπλόκαρε. Το T-55 γύρισε το κανόνι προς το μέρος του, για να τον αντιμετωπίσει, αλλά με το που πήρε θέση, ανατινάχτηκε, καθώς ήδη είχαν φθάσει οι εφεδρείες του IDF.
Για 50 ώρες, οι άνδρες του 77ου Τεθωρακισμένου Τάγματος του Kahalani κρατούσαν τη γραμμή ενάντια σε πάνω από 500 Συριακά άρματα και θωρακισμένα οχήματα. Τελικά ανακουφίστηκαν όταν έφθασαν οι μονάδες Εφέδρων του IDF και ρίχτηκαν στη μάχη. Όταν τελείωσε, τα συντρίμμια 260 αρμάτων της Συρίας, 400 φορτηγών και άλλων οχημάτων ήταν διασκορπισμένα παντού. Η περιοχή της εμπλοκής έγινε γνωστή ως "Η Κοιλάδα των Δακρύων".
Για τις ενέργειές του, να μετατρέψει την προέλαση της Συρίας σε ένα τεράστιο πεδίο καταστροφής, ο Kahalani έλαβε το υψηλότερο βραβείο γενναιότητας, από τη χώρα του Ισραήλ - το μετάλλιο Ανδρείας.
Ο Kahalani, αγωνιζόμενος για τη ζωή του εναντίον ενός υπεράριθμου εχθρού που δεν μπορούσε καν να δει, διέταξε τον πυροβολητή του να στοχεύει σε προβολείς ή όταν το ρύγχος του εχθρικού άρματος αναβόσβηνε. Σε ακραίες καταστάσεις, έβγαινε από την μπουκαπόρτα του άρματος - εν μέσω συμπλοκής - κοιτάζοντας γύρω του με τα κιάλια νυχτερινής όρασης. Αντελήφθη ότι μπορούσε να δει τις δέσμες υπερύθρων στη νυχτερινή όραση και σε περισσότερες από μία περιπτώσεις, έβλεπε κυριολεκτικά τις Συριακές υπέρυθρες ακτίνες να χτυπούν το άρμα του. Διέταξε τον πυροβολητή του να χτυπάει στα τυφλά, προς την κατεύθυνση από την οποία προέρχονταν.
Όταν ξημέρωσε στο Γκολάν, η κατάσταση ήταν άσχημη. Ο IDF είχε απωθηθεί από την κορυφογραμμή και οι Σύριοι προχωρούσαν. Ο Kahalani είχε πλέον μια χούφτα λειτουργικά άρματα. Μα αρνιόταν να υποχωρήσει. Βλέποντας τους λίγους εχθρούς που κρατούσαν την κορυφή μπροστά του, ο Kahalani διέταξε τα άρματα του να προχωρήσουν.
Έχοντας το προβάδισμα, βγήκε μπροστα στον εχθρό, συνεχίζοντας να οδηγεί ακόμα και αφού είδε ότι ήταν ο μόνος από τους άντρες του που όντως μπορούσε να κινηθεί . Φτάνοντας στη γραμμή, έβγαλε από τη μέση δύο από τα τρία T-55, αλλά καθώς γύρισε τον πυργίσκο για να στοχεύσει στο τέταρτο, το κανόνι μπλόκαρε. Το T-55 γύρισε το κανόνι προς το μέρος του, για να τον αντιμετωπίσει, αλλά με το που πήρε θέση, ανατινάχτηκε, καθώς ήδη είχαν φθάσει οι εφεδρείες του IDF.
Για 50 ώρες, οι άνδρες του 77ου Τεθωρακισμένου Τάγματος του Kahalani κρατούσαν τη γραμμή ενάντια σε πάνω από 500 Συριακά άρματα και θωρακισμένα οχήματα. Τελικά ανακουφίστηκαν όταν έφθασαν οι μονάδες Εφέδρων του IDF και ρίχτηκαν στη μάχη. Όταν τελείωσε, τα συντρίμμια 260 αρμάτων της Συρίας, 400 φορτηγών και άλλων οχημάτων ήταν διασκορπισμένα παντού. Η περιοχή της εμπλοκής έγινε γνωστή ως "Η Κοιλάδα των Δακρύων".
Για τις ενέργειές του, να μετατρέψει την προέλαση της Συρίας σε ένα τεράστιο πεδίο καταστροφής, ο Kahalani έλαβε το υψηλότερο βραβείο γενναιότητας, από τη χώρα του Ισραήλ - το μετάλλιο Ανδρείας.
Η Κοιλάδα των Δακρύων όπου το Ισραήλ σταμάτησε τη Συρία το 1973
Ένας τόπος στα Υψίπεδα του Golan μνημονεύει τους πεσόντες στρατιώτες της 77ης Ταξιαρχίας, που πολέμησαν σε μια καθοριστική μάχη στον Πόλεμο του Yom Kippur.
Στις 6 Οκτωβρίου 1973, δυνάμεις της Συρίας και της Αιγύπτου ξεκίνησαν μια μαζική επίθεση-έκπληξη στο Κράτος του Ισραήλ. Ήταν η πιο ιερή ημέρα του Εβραϊκού έτους, η Ημέρα της Εξιλέωσης και οι Εβραίοι σε όλη τη χώρα νήστευαν και προσεύχονταν από την αυγή. Κανείς στο Ισραήλ εκείνη τη μοιραία ημέρα δεν θα ξεχάσει ποτέ τους οξείς ήχους των σειρήνων που έσπασαν τη σιωπή του Γιομ Κιπούρ και κάλεσαν τους άντρες και τις γυναίκες από τα σπίτια και τις συναγωγές, να ξαναφορέσουν τις στολές τους.
Τα άρματα της Συρίας διείσδυσαν στις εμπρόσθιες γραμμές του Ισραήλ την πρώτη μέρα του Πολέμου και απλώθηκαν σε όλο το Γκολάν. Το Σώμα Τεθωρακισμένων της Συρίας διέθετε 700 τανκς εναντίον 175 ισραηλινών. Το πεζικό της μετέφερε υπερσύγχρονα αντιαρματικά βλήματα (Σοβιετικής κατασκευής), τα οποία το Ισραήλ δεν γνώριζε ότι ήταν μέρος του Αραβικού οπλοστασίου. Τα ανώτερα όπλα της Συρίας είχαν καταστρεπτική επίδραση στα άρματα του Ισραήλ και, μετά από μια γρήγορη προέλαση, οι Άραβες σταμάτησαν κοντά στο Mitzpe Gadot, μόλις πέντε λεπτά από τον ποταμό Ιορδάνη.
Οι Ισραηλινοί έφεδροι που έσπευσαν στις μάχες, κατάφεραν να μπλοκάρουν τη Συριακή προέλαση τη δεύτερη και την τρίτη μέρα του πολέμου. Στη συνέχεια, η Συρία ενέτεινε τις προσπάθειές της για να σπάσει τις Ισραηλινές γραμμές.
Την τέταρτη ημέρα της μάχης οι Σύριοι ξεκίνησαν μια νέα και τρομερή επίθεση από μια κοιλάδα βόρεια της Kuneitra. Τα αραβικά τανκς άρχισαν να κινούνται στο κάτω μέρος της κοιλάδας ελπίζοντας να ανέβουν ψηλότερα. Εαν κατάφερναν να αποκτήσουν πρόσβαση στο οροπέδιο -που βρίσκεται στη σημερινή διαδρομή 98- θα μπορούσαν να απλώσουν τις δυνάμεις τους και να ελέγξουν τα κεντρικά Υψώματα του Γκολάν. Από δω θα ήταν εύκολο να περάσουν ακόμα βαθύτερα μέσα στο Ισραήλ.
Στις 6 Οκτωβρίου 1973, δυνάμεις της Συρίας και της Αιγύπτου ξεκίνησαν μια μαζική επίθεση-έκπληξη στο Κράτος του Ισραήλ. Ήταν η πιο ιερή ημέρα του Εβραϊκού έτους, η Ημέρα της Εξιλέωσης και οι Εβραίοι σε όλη τη χώρα νήστευαν και προσεύχονταν από την αυγή. Κανείς στο Ισραήλ εκείνη τη μοιραία ημέρα δεν θα ξεχάσει ποτέ τους οξείς ήχους των σειρήνων που έσπασαν τη σιωπή του Γιομ Κιπούρ και κάλεσαν τους άντρες και τις γυναίκες από τα σπίτια και τις συναγωγές, να ξαναφορέσουν τις στολές τους.
Τα άρματα της Συρίας διείσδυσαν στις εμπρόσθιες γραμμές του Ισραήλ την πρώτη μέρα του Πολέμου και απλώθηκαν σε όλο το Γκολάν. Το Σώμα Τεθωρακισμένων της Συρίας διέθετε 700 τανκς εναντίον 175 ισραηλινών. Το πεζικό της μετέφερε υπερσύγχρονα αντιαρματικά βλήματα (Σοβιετικής κατασκευής), τα οποία το Ισραήλ δεν γνώριζε ότι ήταν μέρος του Αραβικού οπλοστασίου. Τα ανώτερα όπλα της Συρίας είχαν καταστρεπτική επίδραση στα άρματα του Ισραήλ και, μετά από μια γρήγορη προέλαση, οι Άραβες σταμάτησαν κοντά στο Mitzpe Gadot, μόλις πέντε λεπτά από τον ποταμό Ιορδάνη.
Οι Ισραηλινοί έφεδροι που έσπευσαν στις μάχες, κατάφεραν να μπλοκάρουν τη Συριακή προέλαση τη δεύτερη και την τρίτη μέρα του πολέμου. Στη συνέχεια, η Συρία ενέτεινε τις προσπάθειές της για να σπάσει τις Ισραηλινές γραμμές.
Την τέταρτη ημέρα της μάχης οι Σύριοι ξεκίνησαν μια νέα και τρομερή επίθεση από μια κοιλάδα βόρεια της Kuneitra. Τα αραβικά τανκς άρχισαν να κινούνται στο κάτω μέρος της κοιλάδας ελπίζοντας να ανέβουν ψηλότερα. Εαν κατάφερναν να αποκτήσουν πρόσβαση στο οροπέδιο -που βρίσκεται στη σημερινή διαδρομή 98- θα μπορούσαν να απλώσουν τις δυνάμεις τους και να ελέγξουν τα κεντρικά Υψώματα του Γκολάν. Από δω θα ήταν εύκολο να περάσουν ακόμα βαθύτερα μέσα στο Ισραήλ.
Ο διοικητής του τάγματος Avigdor Kahalani στάλθηκε στην κοιλάδα σε μια τελευταία προσπάθεια να ανακόψει τη συριακή προέλαση. Κάλεσε τους άντρες του να πάνε μαζί του, κινούμενοι με επείγουσα βιασύνη προς τον εχθρό, για να ανακαλύψει ότι ο χειρότερος εφιάλτης ενός διοικητή είχε γίνει πραγματικότητα και έπρεπε να προχωρήσει μόνος του. Σωματικά και συναισθηματικά, έχοντας φτάσει στο τέλος της αντοχής τους, οι άντρες απλά δεν απάντησαν. Όταν το άρμα του Kahalani έφθασε στην κορυφή του λόφου, βρέθηκε αντιμέτωπος με τρία Συριακά τανκς. Ωστόσο, το πλήρωμά του κατάφερε να καταστρέψει πρώτα το ένα άρμα κι έπειτα ένα άλλο, μόλις 50 μέτρα μακριά.
Καθώς το τρίτο άρμα στόχευε με το κανόνι προς την κατεύθυνσή του, τα όπλα του Kahalani μπλοκάρισαν. Παρ 'όλα αυτά, το Συριακό τανκ ανατινάχτηκε μέσα σε φλόγες, καθώς χτυπήθηκε από ισραηλινούς στρατιώτες που τελικά είχαν φτάσει για να τον υποστηρίξουν.
Καθώς το τρίτο άρμα στόχευε με το κανόνι προς την κατεύθυνσή του, τα όπλα του Kahalani μπλοκάρισαν. Παρ 'όλα αυτά, το Συριακό τανκ ανατινάχτηκε μέσα σε φλόγες, καθώς χτυπήθηκε από ισραηλινούς στρατιώτες που τελικά είχαν φτάσει για να τον υποστηρίξουν.
Η μάχη μαινόταν όλη την ημέρα μέχρι που οι Σύριοι, οι οποίοι είχαν υποστεί τις δικές τους μεγάλες απώλειες, υποχώρησαν κάτω από το λόφο. Πάνω από 500 κατεστραμμένα άρματα και τεθωρακισμένα μεταφορικά προσωπικού έμειναν πίσω από τη μάχη και μετά την ήττα τους, η Συριακή επίθεση ουσιαστικά σταμάτησε.
Μετά τον πόλεμο το πεδίο μάχης έγινε γνωστό ως η Κοιλάδα των Δακρύων (στα εβραϊκά, Emek Habaha). Σήμερα φιλοξενεί Μνημείο του Εβραϊκού Εθνικού Ταμείου για τους πεσόντες στρατιώτες του τεθωρακισμένου σώματος από την 77η Ταξιαρχία. Το μνημείο ονομάζεται Oz 77, από την εβραϊκή λέξη για "δύναμη".
Μέρος του μνημείου αποτελεί ένα Συριακό άρμα T62, ένα από αυτά που ηγείτο της Συριακής επίθεσης. Προσέξτε την μεγάλη τρύπα μπροστά, όπου χτυπήθηκε κατά την κρίσιμη μάχη. Τα δέντρα στο χώρο φυτεύτηκαν στη μνήμη των πεσόντων Ισραηλινών στρατιωτών που πολέμησαν εδώ. Τα ονόματα τους, γραμμένα στα Εβραϊκά σε πλάκες, κάτω από τα δέντρα και στο κεντρικό μνημείο.
Μέρος του μνημείου αποτελεί ένα Συριακό άρμα T62, ένα από αυτά που ηγείτο της Συριακής επίθεσης. Προσέξτε την μεγάλη τρύπα μπροστά, όπου χτυπήθηκε κατά την κρίσιμη μάχη. Τα δέντρα στο χώρο φυτεύτηκαν στη μνήμη των πεσόντων Ισραηλινών στρατιωτών που πολέμησαν εδώ. Τα ονόματα τους, γραμμένα στα Εβραϊκά σε πλάκες, κάτω από τα δέντρα και στο κεντρικό μνημείο.
Υπολοχαγός Zvika Greengold
Ας μιλήσουμε για ένα ακόμα Ήρωα. Με την μορφή της αφήγησης και “συγγραφική” αδεία.
Ο Zivka Greengold καθόταν στο σπίτι του στο Kibbutz στις 6 Οκτωβρίου 1973, περνώντας μια ήσυχη και ειρηνική μέρα, τηρώντας το Yom Kippur, όταν άκουσε τον οικείο αλλά απρόσμενο ήχο των Ισραηλινών μαχητικών αεροπλάνων, που περνούσαν σχεδόν πάνω από το σπίτι του. Ο Zvika γνώριζε ότι ο IDF δεν θα πραγματοποιούσε ποτέ ασκήσεις στις πιο επίσημες Εβραϊκές άγιες ημέρες και αμέσως κατάλαβε ότι κάτι ήταν παράξενο. Πήγε στο στρατιωτικό του ασύρματο, ανίχνευσε μέσα από τις συχνότητες και αγωνιωδώς έψαξε για κάποιες ενδείξεις για το τι συνέβαινε.
Αυτό που άκουσε επιβεβαίωσε τους σκοτεινότερους φόβους του: Πόλεμος.
Αιγυπτιακές στρατιωτικές δυνάμεις είχαν ξεκινήσει μια ύπουλη επίθεση κατά των Ισραηλινών θέσεων στη διώρυγα του Σουέζ, πιάνοντας τον IDF, στη χειρότερη χρονική στιγμή. Ακόμα πιο ανησυχητικό από αυτό ήταν οι αναφορές, που έλεγαν ότι τα τεθωρακισμένα από τη Συρία, είχαν ξεκινήσει μια σκληρή επίθεση στα Υψώματα του Golan στα βόρεια.
Θυμόμαστε όλοι πως τα Υψώματα του Γκολάν είχαν κατακτηθεί από το Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών. Ήταν κρίσιμης στρατηγικής σημασίας για την επιβίωση του νεοσύστατου Εβραϊκού κράτους, καθώς όλες οι Αραβικές πυροβολαρχίες που θα τοποθετούνταν στις πλαγιές τους, ήταν ικανές να χτυπήσουν στρατηγικούς στόχους βαθιά μέσα στην καρδιά του Ισραήλ.
Ο Zivka Greengold καθόταν στο σπίτι του στο Kibbutz στις 6 Οκτωβρίου 1973, περνώντας μια ήσυχη και ειρηνική μέρα, τηρώντας το Yom Kippur, όταν άκουσε τον οικείο αλλά απρόσμενο ήχο των Ισραηλινών μαχητικών αεροπλάνων, που περνούσαν σχεδόν πάνω από το σπίτι του. Ο Zvika γνώριζε ότι ο IDF δεν θα πραγματοποιούσε ποτέ ασκήσεις στις πιο επίσημες Εβραϊκές άγιες ημέρες και αμέσως κατάλαβε ότι κάτι ήταν παράξενο. Πήγε στο στρατιωτικό του ασύρματο, ανίχνευσε μέσα από τις συχνότητες και αγωνιωδώς έψαξε για κάποιες ενδείξεις για το τι συνέβαινε.
Αυτό που άκουσε επιβεβαίωσε τους σκοτεινότερους φόβους του: Πόλεμος.
Αιγυπτιακές στρατιωτικές δυνάμεις είχαν ξεκινήσει μια ύπουλη επίθεση κατά των Ισραηλινών θέσεων στη διώρυγα του Σουέζ, πιάνοντας τον IDF, στη χειρότερη χρονική στιγμή. Ακόμα πιο ανησυχητικό από αυτό ήταν οι αναφορές, που έλεγαν ότι τα τεθωρακισμένα από τη Συρία, είχαν ξεκινήσει μια σκληρή επίθεση στα Υψώματα του Golan στα βόρεια.
Θυμόμαστε όλοι πως τα Υψώματα του Γκολάν είχαν κατακτηθεί από το Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών. Ήταν κρίσιμης στρατηγικής σημασίας για την επιβίωση του νεοσύστατου Εβραϊκού κράτους, καθώς όλες οι Αραβικές πυροβολαρχίες που θα τοποθετούνταν στις πλαγιές τους, ήταν ικανές να χτυπήσουν στρατηγικούς στόχους βαθιά μέσα στην καρδιά του Ισραήλ.
Ο Greengold κατανόησε τη σοβαρότητα της κατάστασης. Γνώριζε επίσης ότι εφόσον ο IDF είχε πιαστεί απροετοίμαστος, θα ήταν σε μεγάλο βαθμό, λιγότερος σε άνδρες και όπλα, σε σχέση με τα ισχυρά τμήματα των αρμάτων της Συρίας που τώρα ξεχύνονταν στα υψώματα.
Φόρεσε τη στρατιωτική του στολή και έφυγε για την κοντινότερη στρατιωτική βάση. Όταν έφτασε, του είπαν ότι δεν μπορούσαν να γίνουν πολλά. Επικοινώνησε μέσω ασυρμάτου με το Αρχηγείο της Ταξιαρχίας και ζήτησε να τεθεί επικεφαλής της ομάδας του παλιού του άρματος. Το αίτημά του έγινε δεκτό και ο Greengold ανέβηκε σε ένα στρατιωτικό όχημα μεταφοράς προσωπικού, πηγαίνοντας στην ισραηλινή προωθημένη βάση στο σταυροδρόμι της Nafah – ακόμα ένα κρίσιμο σημείο στην Ισραηλινή πλευρά των Υψωμάτων του Γκολάν.
Όταν ο Zvika έφτασε στη βάση Nafah, ανησύχησε βλέποντας ότι η βάση ήταν γεμάτη από εξαντλημένους και τραυματισμένους στρατιώτες του IDF και δεν υπήρχε σχεδόν τίποτα, από την άποψη του επιχειρησιακού στρατιωτικού εξοπλισμού. Είδε δύο άρματα Centurion, μη επανδρωμένα, που στέκονταν χωρίς επιτήρηση στη γωνία της βάσης, και αμέσως ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Κάλεσε μέσω ασυρμάτου τον Ταξίαρχο, του είπε ότι είχε "μια Ίλη Αρμάτων" και ζητούσε άδεια να πάει στη μάχη ενάντια στους εισβολείς Σύριους. Το Στρατηγείο δέχτηκε φυσικά, χωρίς να έχει καμιά ιδέα ότι η νεοσύστατη "Zvika Force" απλώς αποτελούταν από δύο ημι-κατεστραμμένα άρματα με επικεφαλής τον υπολοχαγό του IDF.
Η μάχη στις πλαγιές του Γκολάν δεν πήγαινε καλά για το Ισραήλ. Ο IDF γενικά είχε να αντιμετωπίσει μια μεγάλη αποστράτευση για τις διακοπές του Yom Kippur και ως αποτέλεσμα οι Ισραηλινοί είχαν μια δύναμη μόνο δύο ταξιαρχιών (περίπου 188 άρματα) που προσπαθούσαν να υπερασπιστούν μια κρίσιμη πύλη προς το Ισραήλ, ενάντια σε πέντε πλήρεις Ταξιαρχίες Συριακών Αρμάτων, αποτελούμενες με πάνω από δύο χιλιάδες άρματα T-62 ρωσικής κατασκευής.
Φόρεσε τη στρατιωτική του στολή και έφυγε για την κοντινότερη στρατιωτική βάση. Όταν έφτασε, του είπαν ότι δεν μπορούσαν να γίνουν πολλά. Επικοινώνησε μέσω ασυρμάτου με το Αρχηγείο της Ταξιαρχίας και ζήτησε να τεθεί επικεφαλής της ομάδας του παλιού του άρματος. Το αίτημά του έγινε δεκτό και ο Greengold ανέβηκε σε ένα στρατιωτικό όχημα μεταφοράς προσωπικού, πηγαίνοντας στην ισραηλινή προωθημένη βάση στο σταυροδρόμι της Nafah – ακόμα ένα κρίσιμο σημείο στην Ισραηλινή πλευρά των Υψωμάτων του Γκολάν.
Όταν ο Zvika έφτασε στη βάση Nafah, ανησύχησε βλέποντας ότι η βάση ήταν γεμάτη από εξαντλημένους και τραυματισμένους στρατιώτες του IDF και δεν υπήρχε σχεδόν τίποτα, από την άποψη του επιχειρησιακού στρατιωτικού εξοπλισμού. Είδε δύο άρματα Centurion, μη επανδρωμένα, που στέκονταν χωρίς επιτήρηση στη γωνία της βάσης, και αμέσως ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Κάλεσε μέσω ασυρμάτου τον Ταξίαρχο, του είπε ότι είχε "μια Ίλη Αρμάτων" και ζητούσε άδεια να πάει στη μάχη ενάντια στους εισβολείς Σύριους. Το Στρατηγείο δέχτηκε φυσικά, χωρίς να έχει καμιά ιδέα ότι η νεοσύστατη "Zvika Force" απλώς αποτελούταν από δύο ημι-κατεστραμμένα άρματα με επικεφαλής τον υπολοχαγό του IDF.
Η μάχη στις πλαγιές του Γκολάν δεν πήγαινε καλά για το Ισραήλ. Ο IDF γενικά είχε να αντιμετωπίσει μια μεγάλη αποστράτευση για τις διακοπές του Yom Kippur και ως αποτέλεσμα οι Ισραηλινοί είχαν μια δύναμη μόνο δύο ταξιαρχιών (περίπου 188 άρματα) που προσπαθούσαν να υπερασπιστούν μια κρίσιμη πύλη προς το Ισραήλ, ενάντια σε πέντε πλήρεις Ταξιαρχίες Συριακών Αρμάτων, αποτελούμενες με πάνω από δύο χιλιάδες άρματα T-62 ρωσικής κατασκευής.
Τα πολιορκημένα και πολύ λιγότερα στρατεύματα του IDF στο μέτωπο, ανέφεραν πως ένιωσαν σιγουριά, όταν άκουσαν ότι η θέση τους θα ενισχυόταν από την Zvika Force, μόνο για να αισθανθούν μπερδεμένα, όταν είδαν δύο μισο-σπασμένα τανκς που ισχυρίζονταν ότι ήταν έτοιμα για δράση. Τα δύο άρματα έσπευσαν στις πρώτες γραμμές με την μεγαλύτερη, δυνατή, ταχύτητα και βρέθηκαν μπροστά σε μια τεράστια μάζα Συριακών τεθωρακισμένων.
Ο Zvika θυμάται :
"Χτύπησα [το πρώτο άρμα] και εξερράγη σε φλόγες. Καιγόταν μέσα σε μια τεράστια λάμψη κι έτσι οπισθοχώρησα γρήγορα. Τότε ανακάλυψα ότι ο ασύρματος δε δούλευε. Πήγα στο άλλο άρμα κι άλλαξα θέση με τον διοικητή του.
Του είπα: «Κάντε ό, τι κάνω, αν είναι δυνατόν».
Σε σύντομο χρονικό διάστημα, έφτασε ένα δεύτερο Συριακό τανκς. Το κάψαμε κι αυτό. Είδα άλλα να έρχονται και τότε παρατήρησα ότι το άρμα που ήταν δίπλα μου είχε εξαφανιστεί. Ήμουν μόνος και περικυκλωμένος από μπροστά και από δεξιά. Άρχισα να χτυπάω και στις δυό μεριές, καταστρέφοντας μερικά, κινούμενος συνεχώς προς τα πίσω. Ξεκίνησαν να με ψάχνουν με προβολείς. Ωστόσο, χτύπησα μερικά ακόμα. Με κάλεσε ο ταξίαρχος στον ασύρματο, ρωτώντας με πόσα τανκς είχα.
Του απάντησα : "Η κατάσταση μου δεν είναι καλή και δεν μπορώ να σας πω πόσα".
Η Zvika Force συνέχισε να τσουλάει προς τα πίσω και συνέχιζε να πυροβολεί, στο φαινομενικά ατελείωτο ρεύμα των Συριακών τεθωρακισμένων δυνάμεων. Ξαναβρέθηκε τελικά με το άλλο Centurion και οι δυο τους συνέχισαν τις νυχτερινές επιδρομές στις Συριακές θέσεις. Κάποια στιγμή, το άρμα του χτυπήθηκε από εχθρικά πυρά, καίγοντας τον στη δεξιά πλευρά του σώματός του και τραυματίζοντάς τον με σράπνελ. Ο Zvika βγήκε από το καιόμενο άρμα του και μεταφέρθηκε στο μοναδικό λειτουργικό Centurion. Η Zvika Force πέρασε το υπόλοιπο βράδυ τριγυρίζοντας με όση ταχύτητα μπορούσε να διαθέσει, γύρω από τα Υψώματα. Ένα και μοναδικό άρμα που βοηθούσε τις Ισραηλινές δυνάμεις οπουδήποτε μπορούσε, συχνά εφορμώντας αιφνίδια κι απο αναπάντεχες κατευθύνσεις, για να γυρίσει την πορεία της μάχης υπέρ του IDF.
Τα ξημερώματα της 7ης Οκτωβρίου, ο Αρχηγός της Ταξιαρχίας έστειλε μια ομάδα αρμάτων του IDF για να ενισχύσει τον Λοχαγό Greengold. Ο Zvika παρέταξε τη Δύναμη του σε μια αμυντική θέση κατά μήκος του Δρόμου Tapline, ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για την υπεράσπιση των Υψωμάτων. Οι Σύριοι έστειλαν ολόκληρη τη Μεραρχία των T-62 εναντίον τους. Στην εξαντλητική μάχη που ακολούθησε, τα δεκαέξι άρματα της Zvika Force, μπόρεσαν να μείνουν αλώβητα και σε κοντινή απόσταση παρά τις φαινομενικά αδύνατες πιθανότητες. Πάνω στη μάχη, όμως, ο Greengold άκουσε μια συνομιλία στον ασύρματο ότι η προωθημένη βάση του IDF στη Nafah είχε υποστεί επίθεση από τους Σύριους. Συνειδητοποιώντας ότι η μάχη που είχε μπλέξει ήταν απλώς ένας αντιπερισπασμός για να κρατήσει τη δύναμη Zvika στη θέση της, ο Zvika και ένα άλλο άρμα, έφυγαν από τη μάχη και έσπευσαν πίσω για να υπερασπιστούν τη Nafah.
Ο Zvika θυμάται :
"Χτύπησα [το πρώτο άρμα] και εξερράγη σε φλόγες. Καιγόταν μέσα σε μια τεράστια λάμψη κι έτσι οπισθοχώρησα γρήγορα. Τότε ανακάλυψα ότι ο ασύρματος δε δούλευε. Πήγα στο άλλο άρμα κι άλλαξα θέση με τον διοικητή του.
Του είπα: «Κάντε ό, τι κάνω, αν είναι δυνατόν».
Σε σύντομο χρονικό διάστημα, έφτασε ένα δεύτερο Συριακό τανκς. Το κάψαμε κι αυτό. Είδα άλλα να έρχονται και τότε παρατήρησα ότι το άρμα που ήταν δίπλα μου είχε εξαφανιστεί. Ήμουν μόνος και περικυκλωμένος από μπροστά και από δεξιά. Άρχισα να χτυπάω και στις δυό μεριές, καταστρέφοντας μερικά, κινούμενος συνεχώς προς τα πίσω. Ξεκίνησαν να με ψάχνουν με προβολείς. Ωστόσο, χτύπησα μερικά ακόμα. Με κάλεσε ο ταξίαρχος στον ασύρματο, ρωτώντας με πόσα τανκς είχα.
Του απάντησα : "Η κατάσταση μου δεν είναι καλή και δεν μπορώ να σας πω πόσα".
Η Zvika Force συνέχισε να τσουλάει προς τα πίσω και συνέχιζε να πυροβολεί, στο φαινομενικά ατελείωτο ρεύμα των Συριακών τεθωρακισμένων δυνάμεων. Ξαναβρέθηκε τελικά με το άλλο Centurion και οι δυο τους συνέχισαν τις νυχτερινές επιδρομές στις Συριακές θέσεις. Κάποια στιγμή, το άρμα του χτυπήθηκε από εχθρικά πυρά, καίγοντας τον στη δεξιά πλευρά του σώματός του και τραυματίζοντάς τον με σράπνελ. Ο Zvika βγήκε από το καιόμενο άρμα του και μεταφέρθηκε στο μοναδικό λειτουργικό Centurion. Η Zvika Force πέρασε το υπόλοιπο βράδυ τριγυρίζοντας με όση ταχύτητα μπορούσε να διαθέσει, γύρω από τα Υψώματα. Ένα και μοναδικό άρμα που βοηθούσε τις Ισραηλινές δυνάμεις οπουδήποτε μπορούσε, συχνά εφορμώντας αιφνίδια κι απο αναπάντεχες κατευθύνσεις, για να γυρίσει την πορεία της μάχης υπέρ του IDF.
Τα ξημερώματα της 7ης Οκτωβρίου, ο Αρχηγός της Ταξιαρχίας έστειλε μια ομάδα αρμάτων του IDF για να ενισχύσει τον Λοχαγό Greengold. Ο Zvika παρέταξε τη Δύναμη του σε μια αμυντική θέση κατά μήκος του Δρόμου Tapline, ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για την υπεράσπιση των Υψωμάτων. Οι Σύριοι έστειλαν ολόκληρη τη Μεραρχία των T-62 εναντίον τους. Στην εξαντλητική μάχη που ακολούθησε, τα δεκαέξι άρματα της Zvika Force, μπόρεσαν να μείνουν αλώβητα και σε κοντινή απόσταση παρά τις φαινομενικά αδύνατες πιθανότητες. Πάνω στη μάχη, όμως, ο Greengold άκουσε μια συνομιλία στον ασύρματο ότι η προωθημένη βάση του IDF στη Nafah είχε υποστεί επίθεση από τους Σύριους. Συνειδητοποιώντας ότι η μάχη που είχε μπλέξει ήταν απλώς ένας αντιπερισπασμός για να κρατήσει τη δύναμη Zvika στη θέση της, ο Zvika και ένα άλλο άρμα, έφυγαν από τη μάχη και έσπευσαν πίσω για να υπερασπιστούν τη Nafah.
Η Zvika Force έφτασε στη βάση της Nafah μόνο για να βρει τα στρατεύματα του IDF να υποχωρούν άτακτα μπροστά στις συντριπτικά ισχυρότερες Συριακές δυνάμεις. Ο οδηγός στο άρμα του Zvika βλέποντας το αυτό, αναφώνησε: «Είμαι πολύ γέρος για όλα αυτά!», άνοιξε την καταπακτή και έφυγε. Ήταν πολύ πιεσμένος ψυχολογικά. Για άλλη μια φορά, ο Zvika αναγκάστηκε να αλλάξει άρματα προκειμένου να συνεχίσει να αγωνίζεται. Οι επόμενες ώρες αποτελούνταν από τη δύναμη Zvika ενός ατόμου, που οδηγούσε σε διάφορες στρατηγικές θέσεις σε όλη τη βάση της Nafah, χτυπώντας τις Συριακές ορδές που πλησίαζαν με αποφασιστικότητα και θανατηφόρα ακρίβεια σε μια απεγνωσμένη τελευταία μάχη. Κατά τη διάρκεια της σφοδρής μάχης, ένας Ισραηλινός διοικητής ταξιαρχίας ανέβηκε στην κορυφογραμμή πίσω από τη βάση Nafah και επικοινώνησε μέσω ασυρμάτου με το Αρχηγείο, "δεν υπάρχει κανένας στο στρατόπεδο εκτός από ένα μόνο άρμα που αγωνίζεται σαν τρελό εμπρός από τους φράχτες".
Παρά το γεγονός ότι ήταν μόνος του, με ένα φθαρμένο άρμα μάχης, επικίνδυνα λίγα πυρομαχικά και ξεπερασμένο οπλισμό, ο υπολοχαγός Zvika Greengold πολέμησε με μανία για την υπεράσπιση της πατρίδας του.
Τέλος, οι μονάδες αρμάτων του IDF έφτασαν στη θέση του Zvika για να τον ενισχύσουν.
Σύμφωνα με αυτό το άρθρο :
«Σε κάποια προσωρινή ηρεμία της μάχης ο Zvika Greengold, κατέβηκε από το τανκς του, γεμάτος εγκαύματα, τραύματα και καπνιά .
«Δεν μπορώ πλέον να συνεχίσω », είπε στον αξιωματικό του Επιτελείου, που τον είχε στείλει στην μάχη 30 ώρες νωρίτερα.
Ο αξιωματικός τον αγκάλιασε και βρήκε ένα όχημα να μεταφέρει τον Greengold στο νοσοκομείο". Ο Greengold κατέρρευσε από την εξάντληση, έχοντας αγωνιστεί για τη ζωή του σε πολυάριθμες συγκρούσεις υψηλής έντασης για πάνω από τριάντα ώρες. Ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ θα έπρεπε να συνεχιστεί χωρίς αυτόν.
Οι ενέργειες του υπολοχαγού Zvika Greengold για τα Υψώματα του Γκολάν κατά τις πρώτες ημέρες του Πολέμου του Yom Kippur ήταν κρίσιμες για την επιτυχία της εκστρατείας. Η μικρή του δύναμη αποτελούμενη από οκτώ έως δεκαέξι άρματα, κατόρθωσε να σταματήσει την προέλαση της Συρίας στο Δρόμο Tapline και να σταματήσει την εισβολή για όσο καιρό χρειάστηκαν οι ουσιαστικές ενισχύσεις του IDF να φτάσουν στο μέτωπο και να ενταχθούν στη μάχη. Οι αντάρτικες τακτικές του και η υψηλή αναλογία θανάτων, έπεισαν τους Σύριους διοικητές ότι πολεμούσαν με ένα πολύ μεγαλύτερο σώμα τεθωρακισμένων, από ό, τι στην πραγματικότητα ήταν εναντίον τους. Επιτρέποντας αποτελεσματικά στη Zvika Force να συγκρατήσει πέντε πλήρεις Τεθωρακισμένες Επιλαρχίες των Συρίων, με μόνο δύο άρματα Centurion.
Χάρη στις γενναίες ενέργειες του, η βάση Nafah δεν έπεσε ποτέ στα χέρια του εχθρού. Αντίθετα, στις ημέρες και τις εβδομάδες που ακολούθησαν, ο IDF ήταν σε θέση να διώξει τους Σύριους εντελώς έξω από τα Υψώματα του Γκολάν και να εγκαταστήσει μια αμυντική γραμμή στη Συριακή πλευρά του περάσματος - μια γραμμή που σηματοδοτεί το σύνορο μεταξύ των δύο εθνών μέχρι σήμερα. Για την ηρωική του δράση, στην υπεράσπιση του λαού του, ο Zvika Greengold τιμήθηκε με το Ισραηλινό Μετάλλιο της Τιμής, την υψηλότερη τιμή που προσέφερε η χώρα του. Κατά τη διάρκεια της μάχης του τριάντα ωρών, ο Zvika πιστώθηκε προσωπικά με πάνω από εξήντα καταστροφές εχθρικών αρμάτων, γεγονός που τον καθιστά πιθανότατα έναν από τους πιο παραγωγικούς άσσους τεθωρακισμένων όλων των εποχών.
Παρά το γεγονός ότι ήταν μόνος του, με ένα φθαρμένο άρμα μάχης, επικίνδυνα λίγα πυρομαχικά και ξεπερασμένο οπλισμό, ο υπολοχαγός Zvika Greengold πολέμησε με μανία για την υπεράσπιση της πατρίδας του.
Τέλος, οι μονάδες αρμάτων του IDF έφτασαν στη θέση του Zvika για να τον ενισχύσουν.
Σύμφωνα με αυτό το άρθρο :
«Σε κάποια προσωρινή ηρεμία της μάχης ο Zvika Greengold, κατέβηκε από το τανκς του, γεμάτος εγκαύματα, τραύματα και καπνιά .
«Δεν μπορώ πλέον να συνεχίσω », είπε στον αξιωματικό του Επιτελείου, που τον είχε στείλει στην μάχη 30 ώρες νωρίτερα.
Ο αξιωματικός τον αγκάλιασε και βρήκε ένα όχημα να μεταφέρει τον Greengold στο νοσοκομείο". Ο Greengold κατέρρευσε από την εξάντληση, έχοντας αγωνιστεί για τη ζωή του σε πολυάριθμες συγκρούσεις υψηλής έντασης για πάνω από τριάντα ώρες. Ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ θα έπρεπε να συνεχιστεί χωρίς αυτόν.
Οι ενέργειες του υπολοχαγού Zvika Greengold για τα Υψώματα του Γκολάν κατά τις πρώτες ημέρες του Πολέμου του Yom Kippur ήταν κρίσιμες για την επιτυχία της εκστρατείας. Η μικρή του δύναμη αποτελούμενη από οκτώ έως δεκαέξι άρματα, κατόρθωσε να σταματήσει την προέλαση της Συρίας στο Δρόμο Tapline και να σταματήσει την εισβολή για όσο καιρό χρειάστηκαν οι ουσιαστικές ενισχύσεις του IDF να φτάσουν στο μέτωπο και να ενταχθούν στη μάχη. Οι αντάρτικες τακτικές του και η υψηλή αναλογία θανάτων, έπεισαν τους Σύριους διοικητές ότι πολεμούσαν με ένα πολύ μεγαλύτερο σώμα τεθωρακισμένων, από ό, τι στην πραγματικότητα ήταν εναντίον τους. Επιτρέποντας αποτελεσματικά στη Zvika Force να συγκρατήσει πέντε πλήρεις Τεθωρακισμένες Επιλαρχίες των Συρίων, με μόνο δύο άρματα Centurion.
Χάρη στις γενναίες ενέργειες του, η βάση Nafah δεν έπεσε ποτέ στα χέρια του εχθρού. Αντίθετα, στις ημέρες και τις εβδομάδες που ακολούθησαν, ο IDF ήταν σε θέση να διώξει τους Σύριους εντελώς έξω από τα Υψώματα του Γκολάν και να εγκαταστήσει μια αμυντική γραμμή στη Συριακή πλευρά του περάσματος - μια γραμμή που σηματοδοτεί το σύνορο μεταξύ των δύο εθνών μέχρι σήμερα. Για την ηρωική του δράση, στην υπεράσπιση του λαού του, ο Zvika Greengold τιμήθηκε με το Ισραηλινό Μετάλλιο της Τιμής, την υψηλότερη τιμή που προσέφερε η χώρα του. Κατά τη διάρκεια της μάχης του τριάντα ωρών, ο Zvika πιστώθηκε προσωπικά με πάνω από εξήντα καταστροφές εχθρικών αρμάτων, γεγονός που τον καθιστά πιθανότατα έναν από τους πιο παραγωγικούς άσσους τεθωρακισμένων όλων των εποχών.
«Ήμουν διατεθειμένος να πεθάνω για να σταματήσω τη τη Συριακή προέλαση»
Ο Zvika Greengold, ο αξιωματικός του άρματος που διαδραμάτισε αποφασιστικό και μοιραίο ρόλο στην αντιμετώπιση της επίθεσης των Συρίων στα Υψώματα του Γκολάν στον πόλεμο Yom Kippur το 1973, κάθισε σε μια καρέκλα στο μουσείο του Τεθωρακισμένου Σώματος στο Latrun, πριν αφηγηθεί την απίστευτη ιστορία του .
45 χρόνια πριν, ο Συριακός στρατός ξεκίνησε μια εισβολή στα Υψώματα του Γκολάν και έσπασε εύκολα ένα τμήμα της ισραηλινής άμυνας.
Παρά το γεγονός ότι υπερείχαν αριθμητικά, ο Greengold ενεπλάκη με τους Σύριους και κατάφερε να τους κρατήσει πίσω. Ο Greengold, 66 ετών, είναι πνευματώδης και το χιούμορ του είναι τόσο έντονο όσο και ξερό. Ο πόλεμος που μόλις επιβίωσε κι έφερε το Ισραήλ στην άκρη της εισβολής, άφησε ένα τραύμα στο δημόσιο αίσθημα που μπορεί να γίνει αισθητό μέχρι σήμερα.
Ο ρόλος του Greengold ως αξιωματικός άρματος στην 188η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία, 74ο Τάγμα, βοήθησε να σωθεί ο Βορράς από την κατάληψη. Είναι, ωστόσο, ένας απρόθυμος ήρωας πολέμου. Ο Greengold λέει στην Jerusalem Post ότι επιδίωξε "κάθε ευκαιρία" να αποχωρήσει από την επαγγελματική του στρατιωτική υπηρεσία πριν ξεσπάσει ο Πόλεμο του Yom Kippur. Το μόνο που ήθελε να κάνει ήταν να επιστρέψει στο σπίτι του στο Kibbutz Lohamei Hagetaot στην ποιμενική δυτική Γαλιλαία, όπου ονειρευόταν να φροντίζει τις λιμνούλες με τα ψάρια του . Η μοίρα είχε άλλα σχέδια. Ο IDF δημιούργησε το 74ο Τάγμα το φθινόπωρο του 1971, όταν ο Greengold ήταν διοικητής διμοιρίας. Στη συνέχεια εντάχθηκε στο Τάγμα ως αξιωματικός και έγινε μέλος της ομάδας αρμάτων G, Ουλαμός 3.
"Όταν μπήκα, έκανα επιχειρησιακά καθήκοντα ρουτίνας . Είχαμε μια γραμμή, "Καθόμασταν πάνω στο άρμα, πίσω από το πεζικό, στις γραμμές", είπε αναφερόμενος στην ανάπτυξη των δυνάμεων σε πρώτη γραμμή για τις καθημερινές αποστολές ασφάλειας.
Με έδρα τη στρατιωτική βάση Nafah στα Υψώματα του Γκολάν, ο Greengold έλαβε μέρος σε επιδρομές στο Λίβανο και στη Συρία. Χτύπησε επίσης εχθρικούς στόχους στην Ιορδανία. Καθώς πλησίαζε η αιφνιδιαστική σύγκρουση, το τεθωρακισμένο τάγμα έφυγε από την πρώτη γραμμή και άρχισε την εκπαίδευση.
"Ο διοικητής του λόχου αρρώστησε και έπρεπε να φύγει. Αρχίσαμε την εξάσκηση. Ο διοικητής της ταξιαρχίας μου ζήτησε να μείνω. Ήθελα να επιστρέψω στο kibbutz. Αλλά επέκτεινα την υπηρεσία μου και ολοκλήρωσα την πορεία του αναπληρωτή διοικητή του λόχου μου".
Γιατί οι ανώτεροι του Greengold ζήτησαν να παραμείνει;
"Επειδή ήμουν καλός στα άρματα.. Δεν είπα ότι ήμουν ο καλύτερος διοικητής της ίλης. Αλλά ήμουν πάντοτε σε ζήτηση στα τανκς, σαν οδηγός, σαν πυροβολητής ή σαν διοικητής".
Εκείνη την εποχή, οι Ισραηλινοί είχαν Βρετανικά άρματα Centurion, τα οποία υποβλήθηκαν σε αναβαθμίσεις στο Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένης της εγκατάστασης νέων κινητήρων και μεταδόσεων για την επιτάχυνση των πλατφορμών. Λίγο πριν από το Yom Kippur το 1973, ο Greengold πήρε άδεια και γύρισε σπίτι για να ξεκουραστεί.
Στις 6 Οκτωβρίου, από τη θέση του ειρηνικού kibbutz του, ο αξιωματικός είδε ότι ο πόλεμος είχε φτάσει.
"Είδα κομματάκια καπνού. Είδα τα αεροπλάνα μας να πετούν βόρεια σε σχηματισμούς τεσσάρων και να επιστρέφουν ανά ζεύγη. Ακούσαμε σειρήνες από την κοντινή Acre και τη Nahariya. Ο ασύρματος δεν έλεγε ότι ήταν ένας πόλεμος [ακόμα], αλλά εγώ το ήξερα".
Κάνοντας ωτοστόπ, ο Greengold έφθασε στο αρχηγείο της μονάδας, όπου βρήκε έναν υπεύθυνο επιχειρήσεων και δύο άρματα σε κακή κατάσταση. Μετά από γρήγορες επισκευές, οδήγησε τα άρματα και τα πληρώματα τους έξω από τη βάση και κατευθύνθηκε προς τα Συριακά σύνορα. Αυτά τα δύο άρματα, θα ήταν αργότερα γνωστά ως η δύναμη Zvika.
"Έδωσα στον διοικητή της ίλης, Hagai Tzur, το καλύτερο άρμα, και πήγα σε αυτό που είχε υποστεί τη μεγαλύτερη ζημιά, ως διοικητής του. Έτσι ξεκίνησα. Φορτωμένοι οβίδες, οδηγήσαμε τα άρματα κατά μήκος του Δρόμου του Πετρελαίου, που εκτείνεται από τα Υψίπεδα Golan μέχρι τα συριακά σύνορα. Βγήκαμε προς τα νότια για να τα αναζητήσουμε. Ήταν πολύ σκοτεινά. Ήμασταν στην οδό Kudna. Καθώς προχωρούσαμε, έπεσα πάνω σε ένα τανκς της Συρίας. Άνοιξα πυρ αμέσως και το άρμα κάηκε", δήλωσε ο Greengold.
Μετά τη συμπλοκή, το άρμα Centurion του Greengold χάλασε, από τη δύναμη της δικής του επίθεσης.
"Πήρα το άρμα του Hagai, κι εκείνος οδήγησε το δικό μου πίσω στη βάση", θυμήθηκε ο Greengold. Ήταν σίγουρος ότι υπήρχαν και άλλα Συριακά τανκς που είχαν μπει μέσα στην Ισραηλινή επικράτεια. Μπήκε επικεφαλής και ξεκίνησε. "Ήμουν αποφασισμένος να συνεχίσω την αποστολή", είπε. Ο Greengold έφθασε στο χωριό Huseiniya, έρημο από τους Σύριους κατοίκους του κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Έξι Ημερών. Από εκεί, είδε "πολλά φώτα οχημάτων. Υπήρχαν φορτηγά και άρματα εκεί πέρα. Ολόκληρος ο Συριακός στρατός είχε φτάσει". Ο Greengold ανέφερε την ανησυχητική ανακάλυψη στον ανώτερο αξιωματικό του. "Είχε ένα πρόβλημα. Δεν μπορούσε να καταλάβει ξαφνικά αυτές τις πληροφορίες. Με ρώτησε πόσες δυνάμεις είδα. Είπα, τέσσερις φορές περισσότερα από αυτά που έχετε. Είμαι πολύ λίγος γι 'αυτούς".
«Πόσοι από εσάς είστε;» ρώτησε ο διοικητής του Greengold. "Δεν μπορούσα να πω ότι ήμουν μόνο ένα άρμα. Μας άκουγαν. Έτσι είπα, «Δεν είμαστε αρκετοί». Ο Greengold κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι προϊστάμενοί του ήταν πολύ μπλεγμένοι με την πορεία των επεκτεινόμενων μαχών, για να κατανοήσουν τη σημασία της προειδοποίησης που είπε μέσω ασυρμάτου. Στο μοναδικό τους άρμα, ο Greengold και το πλήρωμά του άνοιξαν πυρ εναντίον των Συρίων, αλλάζοντας συχνά τις θέσεις τους για να αποφύγουν τα ανταποδοτικά πυρά.
"Δίνω εντολές να ανοίξουν πυρ. Στη συνέχεια, καθοδήγησα τον οδηγό να ανεβαίνει και να κατεβαίνει - για να αποφευχθεί η έκθεση μας. Η αίσθηση μου ήταν ευθύνη. Στάθηκα εκεί, αντιμετωπίζοντας το Συριακό στρατό, που επρόκειτο να κατακτήσει το Κράτος του Ισραήλ. Τι περνούσε συνέχεια μέσα από το κεφάλι μου; Ότι δεν μπορώ να αποτύχω". Κατά τα επόμενα χρόνια, ο Greengold είπε ότι αυτή η στιγμή έγινε μέρος μιας μεγαλύτερης αίσθησης, ότι ο Εβραϊκός λαός ήταν "κολλημένος με την πλάτη στον τοίχο. Δεν είχαμε άλλη επιλογή. Δεν είχαμε πουθενά αλλού να πάμε".
Επιστρέφοντας στην αδιανόητη μάχη του με ένα άρμα, εναντίον της προέλασης των τεθωρακισμένων της Συρίας, ο Greengold είπε: «Δεν φοβόμουν να πεθάνω. Φοβόμουν να αποτύχω. Αντίθετα, μερικές φορές σκέφτηκα εκείνη τη νύχτα, ας με χτυπήσουν" Αλλά ο Greengold και το πλήρωμα του, συνέχισαν να αγωνίζονται, χτυπώντας τα τανκς της Συρίας και κάνοντας το καλύτερο δυνατό για να σταματήσουν τους Σύριους από το να καταλάβουν τη στρατηγική βάση Nafah.Προς τα μεσάνυχτα, οι προϊστάμενοι του Greengold έλαβαν γνώση της κλίμακας της απειλής για τη Nafah και έστειλαν μια αρχική εφεδρική δύναμη οκτώ αρμάτων."Ήρθαν κατευθείαν από τις αποθήκες εξοπλισμών", είπε ο Greengold.
Στις μάχες που ξέσπασαν, πέντε Ισραηλινά άρματα καταστράφηκαν και μόνο τρία παρέμειναν.Στη συνέχεια, χτυπήθηκε και το άρμα του Greengold. "Στην αρχή είδα φωτιά. Ξαφνικά, συνειδητοποίησα ότι μας χτύπησαν», είπε.Ο Greengold έβαλε το κεφάλι πρώτα έξω απο το άρμα του, μαζί με τον πυροβολητή του. Ο οδηγός είχε σκοτωθεί μέσα. "Χάσαμε τις αισθήσεις μας. Αφού συνήλθαμε, ξεκινήσαμε να τρέχουμε. Ζήτησα περισσότερα άρματα από τον διοικητή. Ο διοικητής της ταξιαρχίας μου είπε: ''Μην κουνηθείτε από τον Petroleum Road''.
Μια εφεδρική δύναμη που οδήγησε ο αναπληρωτής διοικητής ταξιαρχία της 188, ο Συνταγματάρχης David Yisraeli (ο οποίος αργότερα σκοτώθηκε σε μάχη), έφτασε να φυλάξει το δρόμο που οδηγούσε στη βάση. Προς την ανατολή του ηλίου, μια βιαστικά συναρμολογημένη νέα δύναμη αρμάτων άρχισε να κινείται για να εμποδίσει την επέλαση της Συρίας.
Ο Greengold ήταν πάνω σε νεο άρμα."Βελτίωσα τη θέση μου. Ήμουν διατεθειμένος να πεθάνω σε αυτόν τον δρόμο", είπε. "Απέναντι μας, είδαμε ένα τεθωρακισμένο τμήμα της Συρίας, αποτελούμενο από 100 άρματα και 40 τεθωρακισμένους μεταφορείς προσωπικού. Άρχισαν να πυροβολούν [Σοβιετικά αντι-αρματικά] βλήματα Sagger. Ήμασταν 14 άρματα. Προχωρήσαμε στις θέσεις μας και ξεκίνησε μια νέα μάχη. Ο Hagai και εγώ είχαμε εμπειρία στην αντιμετώπιση των Συρίων και των Saggers από προηγούμενες επιδρομές. Πέρασα τις οδηγίες στα άλλα πληρώματα μέσω του ασυρμάτου για το πώς να τα αποφεύγουν. Ο διοικητής της ταξιαρχίας συνέχισε την προμήθεια πυρομαχικών ».
"Χτυπήσαμε πολλά εχθρικά άρματα", είπε. Οι οδηγίες του ασυρμάτου βρήκαν για όλες τις μονάδες του IDF να χτυπάνε μανιωδώς τις Συριακές δυνάμεις κοντά στην Nafah και να σώζουν τη βάση από την εισβολή. "Κατά τύχη, αναπτύχθηκε μια κατάσταση, κατά την οποία οι Σύριοι δέχονταν πυρά από τρεις έως τέσσερις κατευθύνσεις. Το ερμήνευσαν ως ενέδρα και άρχισαν να υποχωρούν. Εκεί κρίθηκε η μάχη για τα Υψώματα του Γκολάν. Υπογραμμίστε αυτή την πρόταση τέσσερις φορές στο άρθρο σας. Στο σημείο αυτό κρίθηκε η μάχη ", τόνισε ο Greengold.
Εάν οι Σύριοι έπαιρναν τη Nafah, θα μπορούσαν να συνεχίσουν την προέλαση νότια, καταλαμβάνοντας το υπόλοιπο του Γκολάν, και να ξεκινήσουν προς τα κάτω, στην κοιλάδα του Ιορδάνη.Τα αποτελέσματα θα ήταν καταστροφικά. "Η ταξιαρχία 188 στάθηκε στην πρώτη γραμμή και μπλόκαρε τα Συριακά τανκς", είπε ο Greengold. Και πλήρωσε πολύ βαρύ τίμημα. Ο διοικητής του, Συνταγματάρχης Ben Shoham, ο αναπληρωτής διοικητής Συνταγματάρχης Yisraeli, και πολλοί συνάδελφοι στρατιώτες του Greengold είχαν σκοτωθεί στις μάχες.
Σαράντα πέντε χρόνια αργότερα, το τεθωρακισμένο τάγμα 74 συνεχίζει να εκπαιδεύεται στα Υψώματα του Γκολάν, αλλά σήμερα αποτελείται από άρματα Merkava 3 και δεν αντιμετωπίζει πλέον την απειλή στρατιωτικής εισβολής από τη Συρία. Αντ 'αυτού, το Τάγμα προετοιμάζεται για συμπλοκές σε μια σειρά ενός φάσματος μη κρατικών, βαριά οπλισμένων τρομοκρατικών οργανώσεων, από το Ισλαμικό Κράτος έως τη Χεζμπολάχ, οι οποίες δραστηριοποιούνται σήμερα στη Συρία.
O Αντισυνταγματάρχης Aryeh Berger είναι ο σημερινός διοικητής του Τάγματος 74 της 188ης Ταξιαρχίας Αρμάτων. Όταν ο δημοσιογράφος τον ρώτησε, εάν συμφωνούσε με την υπόθεση ότι τα σύγχρονα συστήματα εντολής και ελέγχου και τα συστήματα πληροφοριών, τα οποία σήμερα παρέχουν στα πληρώματα των αρμάτων του συνεχή επίγνωση της κατάστασης, σημαίνει ότι μια στρατηγική έκπληξη της κλίμακας του πολέμου του 1973, δεν θα μπορούσε ποτέ να επαναληφθεί;
Ο Berger διαφώνησε.
Τα νέα συστήματα "είναι εξαιρετικά εργαλεία και δίνουν πολλά, αλλά δεν μας δίνουν τα πάντα", είπε. "Εκπαιδεύουμε τους στρατιώτες μας να δημιουργήσουν [τη δική τους] μάχιμη νοημοσύνη, μέσω της μυθοπλασίας, της κίνησης και των αναζητήσεων. Δημιουργούνται πολύ καλά συστήματα, αλλά δεν θέλουμε να στηριχθούμε μόνο σε αυτά. Είμαστε πολύ προσεκτικοί ώστε να μην εξαρτώνται μόνο από αυτά τα συστήματα", δήλωσε ο διοικητής του τάγματος. Κοιτάζοντας τα γεγονότα πέρα από τα σύνορα, είπε, «Αυτό που συμβαίνει στη Συρία είναι ότι υπάρχουν λιγότεροι στρατιωτικοί και πολλές οργανώσεις».
Ωστόσο, η αντιμετώπιση των υπο-κρατικών υβριδικών τρομοκρατικών οντοτήτων είναι γνωστό έδαφος για τον IDF, υποστήριξε ο Berger. "Το ξέρουμε αυτό από τον Λίβανο και τη Γάζα. Αυτός είναι ο εχθρός που γνωρίζουμε καλύτερα, σε σύγκριση με τους κανονικούς στρατούς. Χθες, πραγματοποιήσαμε μια συνάντηση διοικητών επιχειρήσεων και συζητήσαμε το στόχο της επίθεσης εχθρικών στρατιωτικών [θωρακισμένων] οχημάτων. Αλλά πότε ήταν η τελευταία φορά που το κάναμε πραγματικά; Είμαστε πολύ πιο εξοικειωμένοι πολεμώντας με τρομοκράτες σε ένα δρόμο ".
Τα άρματα του Berger ήταν τα πρώτα που μπήκαν στη Γάζα κατά την Operation Protective Edge και πολέμησαν σε στενή συνεργασία με το πεζικό, το πυροβολικό, την αεροπορία και το ναυτικό για δύο εβδομάδες κατά της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ.
"Δεν μας εκπλήσσει το στυλ του εχθρού. Ξέραμε πώς να πολεμήσουμε και εκπαιδευτήκαμε πάρα πολύ γι 'αυτό. Όταν μπαίνεις σε μια κατάσταση που είναι αβέβαιη και ξέρεις τι να κάνεις, ποιες είναι οι απειλές, τι να ψάξεις, αυτό δίνει μια αίσθηση βεβαιότητας», πρόσθεσε.
"Είναι πολύ μακριά οι μέρες κατά τις οποίες τα άρματα αγωνίζονται από μόνα τους στους πολέμους, είπε ο διοικητής. Συνεργασία μεταξύ των δυνάμεων αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σύγχρονου δόγματος μάχης. Σήμερα, το 74ο Τάγμα εκπαιδεύεται στα Υψώματα του Γκολάν. Περιλαμβάνει ένα λόχο που κινείται με τα πόδια, παρέχοντας υποστήριξη στα Merkava 3". Αυτό είναι ένα μέρος της αλλαγής που κάναμε", δήλωσε ο Berger.
"Οι πράξεις του Zvika Greengold το 1973 είναι έμπνευση για τη νέα γενιά των πληρωμάτων των τεθωρακισμένων", πρόσθεσε ο διοικητής του τάγματος. Οι δυνάμεις του σήμερα ασφαλίζουν τα μέτωπα από τα σύνορα με τη Συρία έως στις νότιες περιοχές κοντά στο Eilat.
"Διατηρούμε επαφή με τους μαχητές του παρελθόντος. Η συμπεριφορά του Greengold είναι ένα λαμπρό παράδειγμα του αγωνιστικού πνεύματος και της πρωτοβουλίας. Είναι ένα παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο κάθε στρατιώτης μπορεί να έχει μεγάλο αντίκτυπο".
Επιπλέον, τα επιτεύγματά του είναι συναφή με την ολοένα και πιο αποκεντρωμένη μάχη που πρέπει να υιοθετήσει το Τεθωρακισμένο Σώμα του IDF για να αντιμετωπίσει τους επίσης αποκεντρωμένους εχθρούς.Οι μικρότερες μονάδες αυξάνουν την αυτονομία του πεδίου της μάχης και πιθανότατα θα ξεκινήσουν μια συλλογή από μικρές μάχες σε κάθε μελλοντικό πόλεμο. Οι χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί, όπως οι διοικητές των διμοιριών, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για δύο έως τρία άρματα, θα επηρεάσουν αποφασιστικά το αποτέλεσμα των μελλοντικών συμπλοκών.
45 χρόνια πριν, ο Συριακός στρατός ξεκίνησε μια εισβολή στα Υψώματα του Γκολάν και έσπασε εύκολα ένα τμήμα της ισραηλινής άμυνας.
Παρά το γεγονός ότι υπερείχαν αριθμητικά, ο Greengold ενεπλάκη με τους Σύριους και κατάφερε να τους κρατήσει πίσω. Ο Greengold, 66 ετών, είναι πνευματώδης και το χιούμορ του είναι τόσο έντονο όσο και ξερό. Ο πόλεμος που μόλις επιβίωσε κι έφερε το Ισραήλ στην άκρη της εισβολής, άφησε ένα τραύμα στο δημόσιο αίσθημα που μπορεί να γίνει αισθητό μέχρι σήμερα.
Ο ρόλος του Greengold ως αξιωματικός άρματος στην 188η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία, 74ο Τάγμα, βοήθησε να σωθεί ο Βορράς από την κατάληψη. Είναι, ωστόσο, ένας απρόθυμος ήρωας πολέμου. Ο Greengold λέει στην Jerusalem Post ότι επιδίωξε "κάθε ευκαιρία" να αποχωρήσει από την επαγγελματική του στρατιωτική υπηρεσία πριν ξεσπάσει ο Πόλεμο του Yom Kippur. Το μόνο που ήθελε να κάνει ήταν να επιστρέψει στο σπίτι του στο Kibbutz Lohamei Hagetaot στην ποιμενική δυτική Γαλιλαία, όπου ονειρευόταν να φροντίζει τις λιμνούλες με τα ψάρια του . Η μοίρα είχε άλλα σχέδια. Ο IDF δημιούργησε το 74ο Τάγμα το φθινόπωρο του 1971, όταν ο Greengold ήταν διοικητής διμοιρίας. Στη συνέχεια εντάχθηκε στο Τάγμα ως αξιωματικός και έγινε μέλος της ομάδας αρμάτων G, Ουλαμός 3.
"Όταν μπήκα, έκανα επιχειρησιακά καθήκοντα ρουτίνας . Είχαμε μια γραμμή, "Καθόμασταν πάνω στο άρμα, πίσω από το πεζικό, στις γραμμές", είπε αναφερόμενος στην ανάπτυξη των δυνάμεων σε πρώτη γραμμή για τις καθημερινές αποστολές ασφάλειας.
Με έδρα τη στρατιωτική βάση Nafah στα Υψώματα του Γκολάν, ο Greengold έλαβε μέρος σε επιδρομές στο Λίβανο και στη Συρία. Χτύπησε επίσης εχθρικούς στόχους στην Ιορδανία. Καθώς πλησίαζε η αιφνιδιαστική σύγκρουση, το τεθωρακισμένο τάγμα έφυγε από την πρώτη γραμμή και άρχισε την εκπαίδευση.
"Ο διοικητής του λόχου αρρώστησε και έπρεπε να φύγει. Αρχίσαμε την εξάσκηση. Ο διοικητής της ταξιαρχίας μου ζήτησε να μείνω. Ήθελα να επιστρέψω στο kibbutz. Αλλά επέκτεινα την υπηρεσία μου και ολοκλήρωσα την πορεία του αναπληρωτή διοικητή του λόχου μου".
Γιατί οι ανώτεροι του Greengold ζήτησαν να παραμείνει;
"Επειδή ήμουν καλός στα άρματα.. Δεν είπα ότι ήμουν ο καλύτερος διοικητής της ίλης. Αλλά ήμουν πάντοτε σε ζήτηση στα τανκς, σαν οδηγός, σαν πυροβολητής ή σαν διοικητής".
Εκείνη την εποχή, οι Ισραηλινοί είχαν Βρετανικά άρματα Centurion, τα οποία υποβλήθηκαν σε αναβαθμίσεις στο Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένης της εγκατάστασης νέων κινητήρων και μεταδόσεων για την επιτάχυνση των πλατφορμών. Λίγο πριν από το Yom Kippur το 1973, ο Greengold πήρε άδεια και γύρισε σπίτι για να ξεκουραστεί.
Στις 6 Οκτωβρίου, από τη θέση του ειρηνικού kibbutz του, ο αξιωματικός είδε ότι ο πόλεμος είχε φτάσει.
"Είδα κομματάκια καπνού. Είδα τα αεροπλάνα μας να πετούν βόρεια σε σχηματισμούς τεσσάρων και να επιστρέφουν ανά ζεύγη. Ακούσαμε σειρήνες από την κοντινή Acre και τη Nahariya. Ο ασύρματος δεν έλεγε ότι ήταν ένας πόλεμος [ακόμα], αλλά εγώ το ήξερα".
Κάνοντας ωτοστόπ, ο Greengold έφθασε στο αρχηγείο της μονάδας, όπου βρήκε έναν υπεύθυνο επιχειρήσεων και δύο άρματα σε κακή κατάσταση. Μετά από γρήγορες επισκευές, οδήγησε τα άρματα και τα πληρώματα τους έξω από τη βάση και κατευθύνθηκε προς τα Συριακά σύνορα. Αυτά τα δύο άρματα, θα ήταν αργότερα γνωστά ως η δύναμη Zvika.
"Έδωσα στον διοικητή της ίλης, Hagai Tzur, το καλύτερο άρμα, και πήγα σε αυτό που είχε υποστεί τη μεγαλύτερη ζημιά, ως διοικητής του. Έτσι ξεκίνησα. Φορτωμένοι οβίδες, οδηγήσαμε τα άρματα κατά μήκος του Δρόμου του Πετρελαίου, που εκτείνεται από τα Υψίπεδα Golan μέχρι τα συριακά σύνορα. Βγήκαμε προς τα νότια για να τα αναζητήσουμε. Ήταν πολύ σκοτεινά. Ήμασταν στην οδό Kudna. Καθώς προχωρούσαμε, έπεσα πάνω σε ένα τανκς της Συρίας. Άνοιξα πυρ αμέσως και το άρμα κάηκε", δήλωσε ο Greengold.
Μετά τη συμπλοκή, το άρμα Centurion του Greengold χάλασε, από τη δύναμη της δικής του επίθεσης.
"Πήρα το άρμα του Hagai, κι εκείνος οδήγησε το δικό μου πίσω στη βάση", θυμήθηκε ο Greengold. Ήταν σίγουρος ότι υπήρχαν και άλλα Συριακά τανκς που είχαν μπει μέσα στην Ισραηλινή επικράτεια. Μπήκε επικεφαλής και ξεκίνησε. "Ήμουν αποφασισμένος να συνεχίσω την αποστολή", είπε. Ο Greengold έφθασε στο χωριό Huseiniya, έρημο από τους Σύριους κατοίκους του κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Έξι Ημερών. Από εκεί, είδε "πολλά φώτα οχημάτων. Υπήρχαν φορτηγά και άρματα εκεί πέρα. Ολόκληρος ο Συριακός στρατός είχε φτάσει". Ο Greengold ανέφερε την ανησυχητική ανακάλυψη στον ανώτερο αξιωματικό του. "Είχε ένα πρόβλημα. Δεν μπορούσε να καταλάβει ξαφνικά αυτές τις πληροφορίες. Με ρώτησε πόσες δυνάμεις είδα. Είπα, τέσσερις φορές περισσότερα από αυτά που έχετε. Είμαι πολύ λίγος γι 'αυτούς".
«Πόσοι από εσάς είστε;» ρώτησε ο διοικητής του Greengold. "Δεν μπορούσα να πω ότι ήμουν μόνο ένα άρμα. Μας άκουγαν. Έτσι είπα, «Δεν είμαστε αρκετοί». Ο Greengold κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι προϊστάμενοί του ήταν πολύ μπλεγμένοι με την πορεία των επεκτεινόμενων μαχών, για να κατανοήσουν τη σημασία της προειδοποίησης που είπε μέσω ασυρμάτου. Στο μοναδικό τους άρμα, ο Greengold και το πλήρωμά του άνοιξαν πυρ εναντίον των Συρίων, αλλάζοντας συχνά τις θέσεις τους για να αποφύγουν τα ανταποδοτικά πυρά.
"Δίνω εντολές να ανοίξουν πυρ. Στη συνέχεια, καθοδήγησα τον οδηγό να ανεβαίνει και να κατεβαίνει - για να αποφευχθεί η έκθεση μας. Η αίσθηση μου ήταν ευθύνη. Στάθηκα εκεί, αντιμετωπίζοντας το Συριακό στρατό, που επρόκειτο να κατακτήσει το Κράτος του Ισραήλ. Τι περνούσε συνέχεια μέσα από το κεφάλι μου; Ότι δεν μπορώ να αποτύχω". Κατά τα επόμενα χρόνια, ο Greengold είπε ότι αυτή η στιγμή έγινε μέρος μιας μεγαλύτερης αίσθησης, ότι ο Εβραϊκός λαός ήταν "κολλημένος με την πλάτη στον τοίχο. Δεν είχαμε άλλη επιλογή. Δεν είχαμε πουθενά αλλού να πάμε".
Επιστρέφοντας στην αδιανόητη μάχη του με ένα άρμα, εναντίον της προέλασης των τεθωρακισμένων της Συρίας, ο Greengold είπε: «Δεν φοβόμουν να πεθάνω. Φοβόμουν να αποτύχω. Αντίθετα, μερικές φορές σκέφτηκα εκείνη τη νύχτα, ας με χτυπήσουν" Αλλά ο Greengold και το πλήρωμα του, συνέχισαν να αγωνίζονται, χτυπώντας τα τανκς της Συρίας και κάνοντας το καλύτερο δυνατό για να σταματήσουν τους Σύριους από το να καταλάβουν τη στρατηγική βάση Nafah.Προς τα μεσάνυχτα, οι προϊστάμενοι του Greengold έλαβαν γνώση της κλίμακας της απειλής για τη Nafah και έστειλαν μια αρχική εφεδρική δύναμη οκτώ αρμάτων."Ήρθαν κατευθείαν από τις αποθήκες εξοπλισμών", είπε ο Greengold.
Στις μάχες που ξέσπασαν, πέντε Ισραηλινά άρματα καταστράφηκαν και μόνο τρία παρέμειναν.Στη συνέχεια, χτυπήθηκε και το άρμα του Greengold. "Στην αρχή είδα φωτιά. Ξαφνικά, συνειδητοποίησα ότι μας χτύπησαν», είπε.Ο Greengold έβαλε το κεφάλι πρώτα έξω απο το άρμα του, μαζί με τον πυροβολητή του. Ο οδηγός είχε σκοτωθεί μέσα. "Χάσαμε τις αισθήσεις μας. Αφού συνήλθαμε, ξεκινήσαμε να τρέχουμε. Ζήτησα περισσότερα άρματα από τον διοικητή. Ο διοικητής της ταξιαρχίας μου είπε: ''Μην κουνηθείτε από τον Petroleum Road''.
Μια εφεδρική δύναμη που οδήγησε ο αναπληρωτής διοικητής ταξιαρχία της 188, ο Συνταγματάρχης David Yisraeli (ο οποίος αργότερα σκοτώθηκε σε μάχη), έφτασε να φυλάξει το δρόμο που οδηγούσε στη βάση. Προς την ανατολή του ηλίου, μια βιαστικά συναρμολογημένη νέα δύναμη αρμάτων άρχισε να κινείται για να εμποδίσει την επέλαση της Συρίας.
Ο Greengold ήταν πάνω σε νεο άρμα."Βελτίωσα τη θέση μου. Ήμουν διατεθειμένος να πεθάνω σε αυτόν τον δρόμο", είπε. "Απέναντι μας, είδαμε ένα τεθωρακισμένο τμήμα της Συρίας, αποτελούμενο από 100 άρματα και 40 τεθωρακισμένους μεταφορείς προσωπικού. Άρχισαν να πυροβολούν [Σοβιετικά αντι-αρματικά] βλήματα Sagger. Ήμασταν 14 άρματα. Προχωρήσαμε στις θέσεις μας και ξεκίνησε μια νέα μάχη. Ο Hagai και εγώ είχαμε εμπειρία στην αντιμετώπιση των Συρίων και των Saggers από προηγούμενες επιδρομές. Πέρασα τις οδηγίες στα άλλα πληρώματα μέσω του ασυρμάτου για το πώς να τα αποφεύγουν. Ο διοικητής της ταξιαρχίας συνέχισε την προμήθεια πυρομαχικών ».
"Χτυπήσαμε πολλά εχθρικά άρματα", είπε. Οι οδηγίες του ασυρμάτου βρήκαν για όλες τις μονάδες του IDF να χτυπάνε μανιωδώς τις Συριακές δυνάμεις κοντά στην Nafah και να σώζουν τη βάση από την εισβολή. "Κατά τύχη, αναπτύχθηκε μια κατάσταση, κατά την οποία οι Σύριοι δέχονταν πυρά από τρεις έως τέσσερις κατευθύνσεις. Το ερμήνευσαν ως ενέδρα και άρχισαν να υποχωρούν. Εκεί κρίθηκε η μάχη για τα Υψώματα του Γκολάν. Υπογραμμίστε αυτή την πρόταση τέσσερις φορές στο άρθρο σας. Στο σημείο αυτό κρίθηκε η μάχη ", τόνισε ο Greengold.
Εάν οι Σύριοι έπαιρναν τη Nafah, θα μπορούσαν να συνεχίσουν την προέλαση νότια, καταλαμβάνοντας το υπόλοιπο του Γκολάν, και να ξεκινήσουν προς τα κάτω, στην κοιλάδα του Ιορδάνη.Τα αποτελέσματα θα ήταν καταστροφικά. "Η ταξιαρχία 188 στάθηκε στην πρώτη γραμμή και μπλόκαρε τα Συριακά τανκς", είπε ο Greengold. Και πλήρωσε πολύ βαρύ τίμημα. Ο διοικητής του, Συνταγματάρχης Ben Shoham, ο αναπληρωτής διοικητής Συνταγματάρχης Yisraeli, και πολλοί συνάδελφοι στρατιώτες του Greengold είχαν σκοτωθεί στις μάχες.
Σαράντα πέντε χρόνια αργότερα, το τεθωρακισμένο τάγμα 74 συνεχίζει να εκπαιδεύεται στα Υψώματα του Γκολάν, αλλά σήμερα αποτελείται από άρματα Merkava 3 και δεν αντιμετωπίζει πλέον την απειλή στρατιωτικής εισβολής από τη Συρία. Αντ 'αυτού, το Τάγμα προετοιμάζεται για συμπλοκές σε μια σειρά ενός φάσματος μη κρατικών, βαριά οπλισμένων τρομοκρατικών οργανώσεων, από το Ισλαμικό Κράτος έως τη Χεζμπολάχ, οι οποίες δραστηριοποιούνται σήμερα στη Συρία.
O Αντισυνταγματάρχης Aryeh Berger είναι ο σημερινός διοικητής του Τάγματος 74 της 188ης Ταξιαρχίας Αρμάτων. Όταν ο δημοσιογράφος τον ρώτησε, εάν συμφωνούσε με την υπόθεση ότι τα σύγχρονα συστήματα εντολής και ελέγχου και τα συστήματα πληροφοριών, τα οποία σήμερα παρέχουν στα πληρώματα των αρμάτων του συνεχή επίγνωση της κατάστασης, σημαίνει ότι μια στρατηγική έκπληξη της κλίμακας του πολέμου του 1973, δεν θα μπορούσε ποτέ να επαναληφθεί;
Ο Berger διαφώνησε.
Τα νέα συστήματα "είναι εξαιρετικά εργαλεία και δίνουν πολλά, αλλά δεν μας δίνουν τα πάντα", είπε. "Εκπαιδεύουμε τους στρατιώτες μας να δημιουργήσουν [τη δική τους] μάχιμη νοημοσύνη, μέσω της μυθοπλασίας, της κίνησης και των αναζητήσεων. Δημιουργούνται πολύ καλά συστήματα, αλλά δεν θέλουμε να στηριχθούμε μόνο σε αυτά. Είμαστε πολύ προσεκτικοί ώστε να μην εξαρτώνται μόνο από αυτά τα συστήματα", δήλωσε ο διοικητής του τάγματος. Κοιτάζοντας τα γεγονότα πέρα από τα σύνορα, είπε, «Αυτό που συμβαίνει στη Συρία είναι ότι υπάρχουν λιγότεροι στρατιωτικοί και πολλές οργανώσεις».
Ωστόσο, η αντιμετώπιση των υπο-κρατικών υβριδικών τρομοκρατικών οντοτήτων είναι γνωστό έδαφος για τον IDF, υποστήριξε ο Berger. "Το ξέρουμε αυτό από τον Λίβανο και τη Γάζα. Αυτός είναι ο εχθρός που γνωρίζουμε καλύτερα, σε σύγκριση με τους κανονικούς στρατούς. Χθες, πραγματοποιήσαμε μια συνάντηση διοικητών επιχειρήσεων και συζητήσαμε το στόχο της επίθεσης εχθρικών στρατιωτικών [θωρακισμένων] οχημάτων. Αλλά πότε ήταν η τελευταία φορά που το κάναμε πραγματικά; Είμαστε πολύ πιο εξοικειωμένοι πολεμώντας με τρομοκράτες σε ένα δρόμο ".
Τα άρματα του Berger ήταν τα πρώτα που μπήκαν στη Γάζα κατά την Operation Protective Edge και πολέμησαν σε στενή συνεργασία με το πεζικό, το πυροβολικό, την αεροπορία και το ναυτικό για δύο εβδομάδες κατά της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ.
"Δεν μας εκπλήσσει το στυλ του εχθρού. Ξέραμε πώς να πολεμήσουμε και εκπαιδευτήκαμε πάρα πολύ γι 'αυτό. Όταν μπαίνεις σε μια κατάσταση που είναι αβέβαιη και ξέρεις τι να κάνεις, ποιες είναι οι απειλές, τι να ψάξεις, αυτό δίνει μια αίσθηση βεβαιότητας», πρόσθεσε.
"Είναι πολύ μακριά οι μέρες κατά τις οποίες τα άρματα αγωνίζονται από μόνα τους στους πολέμους, είπε ο διοικητής. Συνεργασία μεταξύ των δυνάμεων αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σύγχρονου δόγματος μάχης. Σήμερα, το 74ο Τάγμα εκπαιδεύεται στα Υψώματα του Γκολάν. Περιλαμβάνει ένα λόχο που κινείται με τα πόδια, παρέχοντας υποστήριξη στα Merkava 3". Αυτό είναι ένα μέρος της αλλαγής που κάναμε", δήλωσε ο Berger.
"Οι πράξεις του Zvika Greengold το 1973 είναι έμπνευση για τη νέα γενιά των πληρωμάτων των τεθωρακισμένων", πρόσθεσε ο διοικητής του τάγματος. Οι δυνάμεις του σήμερα ασφαλίζουν τα μέτωπα από τα σύνορα με τη Συρία έως στις νότιες περιοχές κοντά στο Eilat.
"Διατηρούμε επαφή με τους μαχητές του παρελθόντος. Η συμπεριφορά του Greengold είναι ένα λαμπρό παράδειγμα του αγωνιστικού πνεύματος και της πρωτοβουλίας. Είναι ένα παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο κάθε στρατιώτης μπορεί να έχει μεγάλο αντίκτυπο".
Επιπλέον, τα επιτεύγματά του είναι συναφή με την ολοένα και πιο αποκεντρωμένη μάχη που πρέπει να υιοθετήσει το Τεθωρακισμένο Σώμα του IDF για να αντιμετωπίσει τους επίσης αποκεντρωμένους εχθρούς.Οι μικρότερες μονάδες αυξάνουν την αυτονομία του πεδίου της μάχης και πιθανότατα θα ξεκινήσουν μια συλλογή από μικρές μάχες σε κάθε μελλοντικό πόλεμο. Οι χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί, όπως οι διοικητές των διμοιριών, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για δύο έως τρία άρματα, θα επηρεάσουν αποφασιστικά το αποτέλεσμα των μελλοντικών συμπλοκών.
Οι ήρωες του Φυλακίου 107
Κατά τη διάρκεια του πολέμου του Γιομ Κιπούρ, 19 Ισραηλινοί στρατιώτες αγωνίστηκαν για 100 ώρες εναντίον πολύ ισχυρότερων δυνάμεων της Συρίας και επιβίωσαν.
Ο Άμος ** και δεκαοχτώ από τους συναδέλφους του Ισραηλινούς στρατιώτες περνούσαν την ημέρα του Yom Kippur λίγα μέτρα μακριά από τα συριακά σύνορα όταν ξέσπασε ο πόλεμος του 1973. Αγωνίστηκαν για 100 ώρες πολεμώντας στα ίσια ενάντια σε έναν φαινομενικά ακατανίκητο εχθρό με αδυσώπητη δύναμη πυρός, και επέζησαν.
Αυτοί είναι οι ήρωες του Φυλακίου 107. Κι εδώ η Ιστορία τους.
**Σημείωση : Αυτό το άρθρο βασίζεται σε μια συνέντευξη με τον Amos ο οποίος, λόγω της ταπεινοφροσύνης του, συμφώνησε να μιλήσει μόνο με την προϋπόθεση ότι το επίθετο και τρέχουσα φωτογραφία του δεν θα συμπεριληφθούν.
Το Φυλάκιο 107, με την κωδική ονομασία «Πορτογαλία», ήταν το κοντινότερο φυλάκιο του IDF στη Συρία το 1973. Ήταν δίπλα στην Quneitra στα Υψώματα του Golan. Ο Άμος και οι συμπατριώτες του ήταν από το 13ο τάγμα της ταξιαρχίας Golani. Ο Άμος ήταν στο ολμοβόλοο και ανέφερε στον Avraham Elimelech, τον διοικητή της διμοιρίας.
Το φυλάκιο αποτελούταν από μια σειρά καταφυγίων με σημεία παρατήρησης και θέσεις πυροβόλων όπλων. Η κύρια δουλειά της διμοιρίας ήταν να παρακολουθεί τις δραστηριότητες της Συρίας στη Συριακή πλευρά του Γκολάν. Επίσης, υπήρχε μια μικρή επιλαρχία αρμάτων κοντά για να βοηθήσει τους άνδρες να απωθήσουν οποιαδήποτε επίθεση εδάφους από τη Συρία.
Ο πόλεμος ξεκίνησε εκείνη την ημέρα με ένα πυκνό μπαράζ πυροβολικού στο φυλάκιο του IDF. Οι περισσότερες από τις θέσεις του φυλακίου καταστράφηκαν, συμπεριλαμβανομένης της μεγάλης παροχής πόσιμου νερού. Τέσσερα άρματα, με επικεφαλής τον Shmuel Yachin από το Τάγμα 74 της 188ης Ταξιαρχίας άνοιξαν πυρ και κατέστρεψαν οκτώ Συριακά άρματα που προσπαθούσαν να διασχίσουν τα σύνορα για να επιτεθούν. Τα φορτηγά φορτωμένα με Συριακό πεζικό έτρεχαν προς το φυλάκιο. Η διμοιρία Golani τους κατέστρεψε όλους χρησιμοποιώντας βαριά πολυβόλα και όλμους.
Ο Nissim άνοιξε πυρ και το προπορευόμενο φορτηγό της φάλαγγας εξερράγη. Τα άρματα του IDF μπήκαν στη συμπλοκή στο φράγμα και όλη η Συριακή φάλαγγα καταστράφηκε. Αργότερα εκείνη τη νύχτα δύο από τα τανκς του IDF κατάφεραν φέρουν πίσω στο φυλάκιο, δύο Ισραηλινούς μαχητές και ένα Σύριο αιχμάλωτο πολέμου. Από τα δύο άρματα, γιατί είχαν δεχτεί πυρά, το πέλμα του ενός ήταν φλεγόμενο. Οι άνδρες του φυλακίου στάθηκαν φρουροί όλη τη νύχτα πάνω από τα άρματα, προστατεύοντάς τα από Σύριους κομάντος που ήταν οπλισμένοι με αντιαρματικά βλήματα Sagger.
Εκείνη τη νύχτα, οι άνδρες είχαν εντοπίσει μια φάλαγγα στρατιωτικών οχημάτων της Συρίας, με αντιπυραυλικά και αντιαρματικά όπλα. Ο διοικητής τους, Elimelech, προειδοποίησε μέσω ασυρμάτου τα Ισραηλινά άρματα, καθώς ο Nissim Avidan πυροβολούσε με το βαρύ πολυβόλο και ο Amos έστελνε τους όλμους του απανωτά, για να φωτίσουν το σημείο, ε αποτέλεσμα το φορτηγό που προπορευόταν της Συριακής φάλαγγας να ανατιναχθεί. Τα άρματα του IDF ενεπλάκησαν στη συμπλοκή και η φάλαγγα καταστράφηκε. Αργότερα, την ίδια νύχτα δύο από τα άρματα του IDF ξεκίνησαν για να ανακτήσουν δύο Ισραηλινούς μαχητές και ένα Σύριο αιχμάλωτο, φέρνοντας τους τρεις άνδρες πίσω στο φυλάκιο. Οι άνδρες του φυλακίου έμειναν όλη τη νύχτα πάνω από τα άρματα, για να τα προστατέψουν από τους Σύριους κομάντο, οπλισμένους με αντιαρματικά Sagger.
Το επόμενο πρωί, 7 Οκτωβρίου, η διμοιρία απέκρουσε επιτυχώς μια άλλη επίθεση πεζικού της Συρίας. Αλλά τα άρματα είχαν μείνει με πολύ λίγα πυρομαχικά. Το φυλάκιο αποκόπηκε και περικυκλώθηκε. Δεν θα μπορούσαν να παραδοθούν καινούργια πυρομαχικά ή προμήθειες. Ορισμένα άρματα του IDF κατάφεραν να ανακτήσουν τις αχρησιμοποίητες οβίδες από τα άρματα που είχαν χτυπηθεί.
Μπαράζ βολών πυροβολικού συνέχιζαν να χτυπάνε το φυλάκιο. Οι Σύριοι στρατιώτες έφτασαν μέχρι τις πύλες του, μα οι άνδρες της Διμοιρίας Golani κατάφεραν να τους απωθήσουν, ενώ σκότωσαν και μερικούς “κυνηγούς” αρμάτων.
Στις 8 Οκτωβρίου, το φυλάκιο δέχτηκε επίθεση από 6 Συριακά άρματα. Πέντε από αυτά καταστράφηκαν και το έκτο πλησίασε τόσο κοντά στην ανατολική πλευρά του φυλακίου, ώστε τα Ισραηλινά άρματα δεν μπορούσαν να ρίξουν με στοιχειώδη ασφάλεια εναντίον του.
Ο Yossi Zadok, ένας δεκανέας Golani που είχε φθάσει στο φυλάκιο πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, είχε λάβει κάποια εκπαίδευση στη χρήση μπαζούκα πριν από δύο χρόνια, αλλά δεν ήταν γνωστός ως καλός πυροβολητής . Δεν υπήρχε χρόνος για σκέψη ή σχέδιο. Ο Yossi έπρεπε να ενεργήσει γρήγορα. Έτρεξε γρήγορα με το μπαζούκα και πυροβόλησε προς το άρμα. Ήταν ένα άμεσο χτύπημα. Το τανκ καταστράφηκε.
Στις 11:00 π.μ., 15 Συριακά άρματα T-62 έσπευσαν στο φυλάκιο. Ήταν μέρος μιας ταξιαρχίας που διέταζε ο Ριφάτ Άσαντ, ο αδελφός του Σύριου δικτάτορα, Χάφεζ αλ Ασαντ. Ο Shmuel Yachin και η επιλαρχία αρμάτων του συνεπλάκησαν άμεσα, καταστρέφοντας 13 από αυτά. Δύο όμως κατάφεραν να κρυφτούν και προσπάθησαν να ξεφύγουν όταν έπεσε το σκοτάδι. Το ένα καταστράφηκε από τις δυνάμεις του IDF, ενω το άλλο κατάφερε να ξεφύγει.
Οι άντρες έμεναν απο πυρομαχικά, αλλά δεν υπήρχε τρόπος να τους προμηθεύσουν υπό αυτή την επίθεση. Εκείνο το βράδυ, το φυλάκιο δέχτηκε έφοδο από ένα τεθωρακισμένο μεταφορέα προσωπικού. Καθώς μπήκε στην περίμετρο, έπεσε πάνω σε ναρκοπέδιο. Σχεδόν όλοι οι επιβαίνοντες σκοτώθηκαν, εκτός από ένα Σύριο στρατιώτη που κρατήθηκε αιχμάλωτος.
Έπειτα ήρθαν άσχημα νέα: η στρατιωτική διμοιρία του Shmuel χρειαζόταν για να ενισχύσει τις ισραηλινές δυνάμεις σε μια άγρια μάχη αρμάτων που λάβαινε χώρα σε άλλο σημείο στο Γκολάν. Οι υπόλοιποι στρατιώτες Golani αφέθηκαν κυριολεκτικά απροστάτευτοι χωρίς άρματα.
Τα πυρομαχικά και οι τροφές τους ήταν επικίνδυνα χαμηλά και ήξεραν ότι δεν θα υπήρχε βοήθεια.
Την επόμενη μέρα, μέσα από τα κιάλια τους, ο Άμος και οι συνάδελφοι του παρακολούθησαν ένα άρμα μάχης της Συρίας να ανεβαίνει στο λόφο που θα πρόδινε τη θέση των Ισραηλινών.
Ένα άλλο άρμα, σύντομα παρατάχθηκε δίπλα στο πρώτο. Έπειτα άλλο. Κι άλλο...
Πέρασαν τρεις ώρες και υπήρχαν 110 άρματα - σχεδόν ένα πλήρες θωρακισμένο τμήμα - στο λόφο που απειλούσε τη θέση τους.
Η διμοιρία Golani δεν είχε καμία πιθανότητα. Τα άρματα βρυχήθηκαν και το έδαφος κυριολεκτικά σείστηκε.
"Zeh avood - όλα έχουν χαθεί!" Μερικοί από τους άνδρες φώναζαν με μεγάλη απόγνωση.
"Μην εγκαταλείπετε!" είπε ο Amos. "Μείνετε κάτω από το έδαφος! Ποιος ξέρει τι θα μας κάνουν οι Σύριοι εαν μας πιάσουν ζωντανούς! ".
Ο Elimelech επικοινώνησε αμέσως με τη Βόρεια Διοίκηση.
"Χρειάζομαι αεροπορική υποστήριξη!"
«Αρνητικό», ήρθε η απάντηση. "Δεν υπάρχουν διαθέσιμα αεροπλάνα."
"Τότε χρειάζομαι υποστήριξη τεθωρακισμένων!" Η απόγνωση της φωνής του ήταν προφανής σε ολόκληρο το δίκτυο.
"Αρνητικό. Όλα τα άρματα αγωνίζονται νοτιοδυτικά των θέσεών σας. "
"Τότε δώσε μου υποστήριξη πυροβολικού!" Φώναξε.
"Κανένα δεν είναι διαθέσιμο".
Ένας στρατιώτης πήρε ένα περίβλημα οβίδας και χάραξε τα 19 ονόματα των στρατιωτών στον τοίχο του καταφυγίου.
"Τι κάνεις;" ρώτησε ο Amos.
«Φροντίζω ότι κάποιος θα μας θυμάται όταν οι Σύριοι θα μας σκοτώσουν όλους», απάντησε ο στρατιώτης.
Οι άνδρες παρατήρησαν ότι έρχονταν τζιπ που μετέφεραν Σύριους αξιωματικούς πίσω από τα άρματα. Σταμάτησαν και άνοιξαν τραπέζια για να μελετήσουν χάρτες εδάφους και να προγραμματίσουν περαιτέρω επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ Ο Elimelech διέταξε τον Amos να πυροβολήσει τους τελευταίους γύρους των όλμων του προς στους αξιωματικούς. Εκείνοι διασκορπίστηκαν τρομαγμένοι και συνειδητοποίησαν ότι το ισραηλινό φυλάκιο δεν είχε ακόμη καταστραφεί.
Τα άρματα κινήθηκαν προς τα εμπρός για να εξοντώσουν τους άντρες. Τότε ο Nissim, ο βαρυ-οπλίτης πολυβολητής, έκανε κάτι τρελό.
Σήκωσε το πολυβόλο του .50 διαμετρήματος και πυροβόλησε προς το προπορευόμενο άρμα. Οι σφαίρες βγήκαν από αυτό χωρις να του κάνουν ζημιά. Δεν μπορούσαν να τρυπήσουν τη θωράκιση του. Όπως και κανείς δεν ήξερε τι σκεφτόταν ο Nissim.
Το προπορευόμενο Συριακό άρμα έστρεψε το κανόνι του προς τη θέση του Nissim και πυροβόλησε, σημειώνοντας άμεσο χτύπημα στο πυροβόλο όπλο του. Εξεράγγη δε σε ένα στροβιλισμό φλόγας και καπνού. Κανείς δεν θα μπορούσε να επιβιώσει από μια τέτοια έκρηξη. Οι άλλοι μπορούσαν μόνο να φανταστούν τι έμεινε από τον φίλο τους.
Ο Amos έτρεξε στη θέση του, φωνάζοντας "Nissim! Nissim! "
Για την μεγάλη έκπληξη του Amos, ο Nissim απάντησε: "Εντάξει! Είμαι εντάξει! "Εμφανίστηκε ελαφρώς ζαλισμένος, αλλά χωρίς μια γρατσουνιά.
Τα περισσότερα άρματα της Συρίας άρχισαν να κινούνται προς τα δυτικά για να ασχοληθούν με τις ισραηλινές δυνάμεις των τεθωρακισμένων, αλλά μερικά από αυτά στράφηκαν προς τα νότια για να χτυπήσουν το φυλάκιο. Οι άνδρες Golani αντιμετωπίζουν τώρα καταστροφή από την τεράστια δύναμη πυρός του εχθρού. Δεν είχαν σχεδόν πυρομαχικά. Όλα φαίνονταν χαμένα.
Ο Yossi είχε ακόμα το μπαζούκα του, με λίγους γύρους που θα μπορούσαν να προκαλέσουν βλάβες.
Ένα μπαζούκα είναι ισχυρό όπλο. Ρίχνει μονές ρουκέτες που μπορούν να απενεργοποιήσουν ένα άρμα, αλλά έχει κι ένα σοβαρό περιορισμό. Η ρουκέτα εκτοξεύεται ενώ το όπλο στηρίζεται στον ώμο του χειριστή και έχει μια οπίσθια έκρηξη πολλών ποδιών όταν το βλήμα εγκαταλείπει το σωλήνα του μπαζούκα. Συνεπώς, πρέπει να εκτοξευθεί σε ανοιχτό χώρο, διαφορετικά η οπίσθια έκρηξη θα σκότωνε τον χειριστή.
Ο Yossi και ο Amos ήταν κάτω από την επιφάνεια του εδάφους σε ένα λαβύρινθο καταφυγίων. Δεν υπήρχε τρόπος να πυροβολήσει το μπαζούκα χωρίς να εκθέσει τον Yossi ως στόχο στον τεράστιο αριθμό δυνάμεων που απειλούσαν τώρα το φυλάκιο. Πώς θα μπορούσαν έχουν μια κατάλληλη βολή, με σωστό στόχο, που θα τους βοηθούσε να υπερασπιστούν τη θέση τους;
Ο Yossi και ο Amos είχαν μια ιδέα. Ο Άμος θα έβαζε ένα κράνος στην κορυφή ενός τουφεκιού και θα το σήκωνε σταδιακά προς την επιφάνεια του εδάφους. Αν έπεφταν πυροβολισμοί από τα άρματα, θα το κατέβαζε γρήγορα, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να χτυπήσουν από κει. Θα μετακινιόταν σε άλλο σημείο και θα δοκίμαζε πάλι. Αν δεν τον πυροβολούσαν, έπρεπε να σηκωθεί πολύ γρήγορα, να δει με τα κιάλια του, υπολογίζοντας την απόσταση του άρματος-στόχου και να τα πει γρήγορα στον Yossi. Ο Yossi θα πηδούσε επάνω, εκθέτοντας εντελώς τον εαυτό του τον εχθρό και ρίχνοντας την καλύτερη βολή του.
Ήταν απερίσκεπτο.
Αυτοκτονικό.
Ενάντια στις εντολές.
Μα, θα το έκαναν ούτως ή άλλως.
Ο Άμος κρατούσε το κράνος. Πρώτη προσπάθεια...πυκνά πυρά. Δεύτερη...Τρίτη...το ίδιο. Αυτός και ο Yossi κινήθηκαν 20 μέτρα μακριά και ο Amos το δοκίμασε πάλι. Κανείς δεν πυροβόλησε, οπότε άρπαξε γρήγορα τα κιάλια, πήδηξε προς τα πάνω για να εντοπίσει ένα στόχο. Ο Άμος είδε ένα άρμα, τσέκαρε θέση και μέτρα. Τα είπε στον Yossi, ο οποίος πετάχτηκε πάνω και πυροβόλησε. Ο Άμος άκουσε τον συριγμό δεξιά του και ένιωσε την τεράστια θερμότητα που περνούσε από πάνω. Ο Γιόσι σάλταρε πίσω.
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ. Άμεσο χτύπημα! Η ρουκέτα διείσδυσε στο άρμα. και κάποιοι εχθροί σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν.
Ένα άρμα λιγότερο.
"Amos!" Φώναξε ο Yossi. "Κουνήσου! Ας πάμε πιο κάτω να δοκιμάσουμε ξανά! "
Ο Άμος κινήθηκε. Το έκαναν ξανά. Και ξανά.
Με τη θαρραλέα εύρεση εμβέλειας του Amos, ο Yossi κατέστρεψε τέσσερα τεθωρακισμένα σε μια μέρα. Τα άλλα άρματα έριξαν τη δολοφονική τους φωτιά προς τη θέση τους. Οι Σύριοι ήταν εξαγριωμένοι που το ισχνό ισραηλινό φυλάκιο διέλυε τα φημισμένα -ρωσικής κατασκευής – άρματα μάχης τους
Την επόμενη μέρα, το μπαράζ συνεχίστηκε. Πάνω από τη φασαρία των εισερχόμενων οβίδων, ο Yossi φώναξε: "Amos, ας καταστρέψουμε περισσότερα άρματα!"
«Ξεμείναμε από διατρητικά πυρομαχικά! Δεν έχουμε τίποτα που μπορεί να βγάλει εκτός ένα τάνκς! "
"Τι άλλα είδη έχουμε;"
"Λευκό φώσφορο".
Ο Yossi έκανε μια γκριμάτσα. Αυτός και ο Amos γνώριζαν ότι ο λευκός φωσφόρος (WP) ήταν ανίσχυρος ενάντια στα Συριακά τεθωρακισμένα. Συνήθως χρησιμοποιείται για να φωτίζει μια περιοχή στόχου, να δημιουργεί παχύ καπνό ή να καίει καύσιμα και πυρομαχικά, αλλά δεν θα προκαλούσε ζημιά. Γιατί να ασχολιόντουσα με αυτό;
"Αμος, ας προσπαθήσουμε να τους το ρίξουμε έτσι κι αλλιώς. Ίσως θα τους τρομάξει! "
"Εντάξει", είπε ο Άμος. Έβαλε τη ρουκέτα WP στο σωλήνα του όπλου. Ο Γιόσι ήταν έτοιμος.
"Βρες μου ένα στόχο!"
Ο Άμος σήκωσε το κράνος με το τουφέκι. Κανείς δεν τον πυροβόλησε. Κοίταξε αμέσως με τα κιάλια του και φώναξε το εύρος και τη θέση του στο Yossi πάνω από τον ήχο των συνεχών πυροβολισμών.
Ο Yossi άφοβα σηκώθηκε επάνω και πυροβόλησε με το μπαζούκα. Ένα άλλο άμεσο χτύπημα, αλλά και οι δύο ήξεραν ότι ήταν ένα αστείο. Ένα τεράστιο λευκό σπρέι κάλυψε το τεθωρακισμένο με πυκνό καπνό. Χωρίς διείσδυση. Δεν υπήρχε κίνδυνος για το Συριακό πλήρωμα των αρμάτων.
Αλλά κάτι εκπληκτικό συνέβη. Ο Amos και ο Yossi παρακολούθησαν σοκαρισμένοι, καθώς οι άνδρες του πληρώματος του εχθρού εγκατέλειπαν το άθικτο άρμα τους! Προφανώς τρομοκρατήθηκαν από την έκρηξη, τον καπνό και τη γνώση ότι οι Ισραηλινοί είχαν καταστρέψει τέσσερα τεθωρακισμένα την προηγούμενη μέρα. Βγήκαν από άρμα και έφυγαν με τα πόδια προς τη Συρία. Άλλο ένα άρμα κάτω.
Τα άλλα τεθωρακισμένα αποχώρησαν εγκαταλείποντας την περιοχή, αφήνοντας μόνο το φυλάκιο. Θα ασχολούνταν με ό, τι είχε απομείνει από την 188η και 7η θωρακισμένη Μεραρχία του IDF σε μερικές πολύ δύσκολες μάχες.
Ο Yossi ήταν ο μόνος στρατιώτης που τραυματίστηκε στο Φυλάκιο 107. Τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος από σράπνελ λίγο αργότερα και τον μετέφεραν σε νοσοκομείο. Όλοι οι άλλοι 18 άνδρες ήταν σώοι και αβλαβείς, παρόλο που βρίσκονταν υπό ασταμάτητη επίθεση για 100 ώρες.
Ο Yossi χρειάστηκε μήνες για να ανακάμψει από τις πληγές του. Για τον ηρωισμό του σε αυτή τη μάχη, ο Yossi έλαβε το παράσημο Itur Hamofet, το τρίτο υψηλότερο βραβείο του Ισραήλ για γενναιότητα. Αυτός και ο Amos παρέμειναν τόσο κοντά, σαν αδέλφια τα τελευταία 45 χρόνια.
Μετά τον πόλεμο, ο Άμος αισθάνθηκε ότι δεν μπορούσε να αρνηθεί τα θαύματα που είχε δει. Η επιβίωση του Nissim. Η επίθεση ενός ατόμου του Yossi, με τη βοήθειά του. Καταστρέφοντας πολύ πιο ισχυρούς εχθρούς του Ισραήλ, παρά τα ελάχιστα όπλα και τα ανεπαρκή πυρομαχικά τους.
Αυτό τον έκανε να ξανασκεφτεί τη ζωή του και τις προτεραιότητές του, και ο Άμος τελικά αποφάσισε να εμβαθύνει την εβραϊκή του γνώση και να πάει σε μια yeshiva.
Ακόμη και σήμερα, ο Άμος δακρύζει όταν θυμάται πως είδε το χέρι του Θεού. Ως ένας από τους ήρωες του Φυλακίου 107.
*Αναδημοσίευση : aish.com*
Ο Άμος ** και δεκαοχτώ από τους συναδέλφους του Ισραηλινούς στρατιώτες περνούσαν την ημέρα του Yom Kippur λίγα μέτρα μακριά από τα συριακά σύνορα όταν ξέσπασε ο πόλεμος του 1973. Αγωνίστηκαν για 100 ώρες πολεμώντας στα ίσια ενάντια σε έναν φαινομενικά ακατανίκητο εχθρό με αδυσώπητη δύναμη πυρός, και επέζησαν.
Αυτοί είναι οι ήρωες του Φυλακίου 107. Κι εδώ η Ιστορία τους.
**Σημείωση : Αυτό το άρθρο βασίζεται σε μια συνέντευξη με τον Amos ο οποίος, λόγω της ταπεινοφροσύνης του, συμφώνησε να μιλήσει μόνο με την προϋπόθεση ότι το επίθετο και τρέχουσα φωτογραφία του δεν θα συμπεριληφθούν.
Το Φυλάκιο 107, με την κωδική ονομασία «Πορτογαλία», ήταν το κοντινότερο φυλάκιο του IDF στη Συρία το 1973. Ήταν δίπλα στην Quneitra στα Υψώματα του Golan. Ο Άμος και οι συμπατριώτες του ήταν από το 13ο τάγμα της ταξιαρχίας Golani. Ο Άμος ήταν στο ολμοβόλοο και ανέφερε στον Avraham Elimelech, τον διοικητή της διμοιρίας.
Το φυλάκιο αποτελούταν από μια σειρά καταφυγίων με σημεία παρατήρησης και θέσεις πυροβόλων όπλων. Η κύρια δουλειά της διμοιρίας ήταν να παρακολουθεί τις δραστηριότητες της Συρίας στη Συριακή πλευρά του Γκολάν. Επίσης, υπήρχε μια μικρή επιλαρχία αρμάτων κοντά για να βοηθήσει τους άνδρες να απωθήσουν οποιαδήποτε επίθεση εδάφους από τη Συρία.
Ο πόλεμος ξεκίνησε εκείνη την ημέρα με ένα πυκνό μπαράζ πυροβολικού στο φυλάκιο του IDF. Οι περισσότερες από τις θέσεις του φυλακίου καταστράφηκαν, συμπεριλαμβανομένης της μεγάλης παροχής πόσιμου νερού. Τέσσερα άρματα, με επικεφαλής τον Shmuel Yachin από το Τάγμα 74 της 188ης Ταξιαρχίας άνοιξαν πυρ και κατέστρεψαν οκτώ Συριακά άρματα που προσπαθούσαν να διασχίσουν τα σύνορα για να επιτεθούν. Τα φορτηγά φορτωμένα με Συριακό πεζικό έτρεχαν προς το φυλάκιο. Η διμοιρία Golani τους κατέστρεψε όλους χρησιμοποιώντας βαριά πολυβόλα και όλμους.
Ο Nissim άνοιξε πυρ και το προπορευόμενο φορτηγό της φάλαγγας εξερράγη. Τα άρματα του IDF μπήκαν στη συμπλοκή στο φράγμα και όλη η Συριακή φάλαγγα καταστράφηκε. Αργότερα εκείνη τη νύχτα δύο από τα τανκς του IDF κατάφεραν φέρουν πίσω στο φυλάκιο, δύο Ισραηλινούς μαχητές και ένα Σύριο αιχμάλωτο πολέμου. Από τα δύο άρματα, γιατί είχαν δεχτεί πυρά, το πέλμα του ενός ήταν φλεγόμενο. Οι άνδρες του φυλακίου στάθηκαν φρουροί όλη τη νύχτα πάνω από τα άρματα, προστατεύοντάς τα από Σύριους κομάντος που ήταν οπλισμένοι με αντιαρματικά βλήματα Sagger.
Εκείνη τη νύχτα, οι άνδρες είχαν εντοπίσει μια φάλαγγα στρατιωτικών οχημάτων της Συρίας, με αντιπυραυλικά και αντιαρματικά όπλα. Ο διοικητής τους, Elimelech, προειδοποίησε μέσω ασυρμάτου τα Ισραηλινά άρματα, καθώς ο Nissim Avidan πυροβολούσε με το βαρύ πολυβόλο και ο Amos έστελνε τους όλμους του απανωτά, για να φωτίσουν το σημείο, ε αποτέλεσμα το φορτηγό που προπορευόταν της Συριακής φάλαγγας να ανατιναχθεί. Τα άρματα του IDF ενεπλάκησαν στη συμπλοκή και η φάλαγγα καταστράφηκε. Αργότερα, την ίδια νύχτα δύο από τα άρματα του IDF ξεκίνησαν για να ανακτήσουν δύο Ισραηλινούς μαχητές και ένα Σύριο αιχμάλωτο, φέρνοντας τους τρεις άνδρες πίσω στο φυλάκιο. Οι άνδρες του φυλακίου έμειναν όλη τη νύχτα πάνω από τα άρματα, για να τα προστατέψουν από τους Σύριους κομάντο, οπλισμένους με αντιαρματικά Sagger.
Το επόμενο πρωί, 7 Οκτωβρίου, η διμοιρία απέκρουσε επιτυχώς μια άλλη επίθεση πεζικού της Συρίας. Αλλά τα άρματα είχαν μείνει με πολύ λίγα πυρομαχικά. Το φυλάκιο αποκόπηκε και περικυκλώθηκε. Δεν θα μπορούσαν να παραδοθούν καινούργια πυρομαχικά ή προμήθειες. Ορισμένα άρματα του IDF κατάφεραν να ανακτήσουν τις αχρησιμοποίητες οβίδες από τα άρματα που είχαν χτυπηθεί.
Μπαράζ βολών πυροβολικού συνέχιζαν να χτυπάνε το φυλάκιο. Οι Σύριοι στρατιώτες έφτασαν μέχρι τις πύλες του, μα οι άνδρες της Διμοιρίας Golani κατάφεραν να τους απωθήσουν, ενώ σκότωσαν και μερικούς “κυνηγούς” αρμάτων.
Στις 8 Οκτωβρίου, το φυλάκιο δέχτηκε επίθεση από 6 Συριακά άρματα. Πέντε από αυτά καταστράφηκαν και το έκτο πλησίασε τόσο κοντά στην ανατολική πλευρά του φυλακίου, ώστε τα Ισραηλινά άρματα δεν μπορούσαν να ρίξουν με στοιχειώδη ασφάλεια εναντίον του.
Ο Yossi Zadok, ένας δεκανέας Golani που είχε φθάσει στο φυλάκιο πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, είχε λάβει κάποια εκπαίδευση στη χρήση μπαζούκα πριν από δύο χρόνια, αλλά δεν ήταν γνωστός ως καλός πυροβολητής . Δεν υπήρχε χρόνος για σκέψη ή σχέδιο. Ο Yossi έπρεπε να ενεργήσει γρήγορα. Έτρεξε γρήγορα με το μπαζούκα και πυροβόλησε προς το άρμα. Ήταν ένα άμεσο χτύπημα. Το τανκ καταστράφηκε.
Στις 11:00 π.μ., 15 Συριακά άρματα T-62 έσπευσαν στο φυλάκιο. Ήταν μέρος μιας ταξιαρχίας που διέταζε ο Ριφάτ Άσαντ, ο αδελφός του Σύριου δικτάτορα, Χάφεζ αλ Ασαντ. Ο Shmuel Yachin και η επιλαρχία αρμάτων του συνεπλάκησαν άμεσα, καταστρέφοντας 13 από αυτά. Δύο όμως κατάφεραν να κρυφτούν και προσπάθησαν να ξεφύγουν όταν έπεσε το σκοτάδι. Το ένα καταστράφηκε από τις δυνάμεις του IDF, ενω το άλλο κατάφερε να ξεφύγει.
Οι άντρες έμεναν απο πυρομαχικά, αλλά δεν υπήρχε τρόπος να τους προμηθεύσουν υπό αυτή την επίθεση. Εκείνο το βράδυ, το φυλάκιο δέχτηκε έφοδο από ένα τεθωρακισμένο μεταφορέα προσωπικού. Καθώς μπήκε στην περίμετρο, έπεσε πάνω σε ναρκοπέδιο. Σχεδόν όλοι οι επιβαίνοντες σκοτώθηκαν, εκτός από ένα Σύριο στρατιώτη που κρατήθηκε αιχμάλωτος.
Έπειτα ήρθαν άσχημα νέα: η στρατιωτική διμοιρία του Shmuel χρειαζόταν για να ενισχύσει τις ισραηλινές δυνάμεις σε μια άγρια μάχη αρμάτων που λάβαινε χώρα σε άλλο σημείο στο Γκολάν. Οι υπόλοιποι στρατιώτες Golani αφέθηκαν κυριολεκτικά απροστάτευτοι χωρίς άρματα.
Τα πυρομαχικά και οι τροφές τους ήταν επικίνδυνα χαμηλά και ήξεραν ότι δεν θα υπήρχε βοήθεια.
Την επόμενη μέρα, μέσα από τα κιάλια τους, ο Άμος και οι συνάδελφοι του παρακολούθησαν ένα άρμα μάχης της Συρίας να ανεβαίνει στο λόφο που θα πρόδινε τη θέση των Ισραηλινών.
Ένα άλλο άρμα, σύντομα παρατάχθηκε δίπλα στο πρώτο. Έπειτα άλλο. Κι άλλο...
Πέρασαν τρεις ώρες και υπήρχαν 110 άρματα - σχεδόν ένα πλήρες θωρακισμένο τμήμα - στο λόφο που απειλούσε τη θέση τους.
Η διμοιρία Golani δεν είχε καμία πιθανότητα. Τα άρματα βρυχήθηκαν και το έδαφος κυριολεκτικά σείστηκε.
"Zeh avood - όλα έχουν χαθεί!" Μερικοί από τους άνδρες φώναζαν με μεγάλη απόγνωση.
"Μην εγκαταλείπετε!" είπε ο Amos. "Μείνετε κάτω από το έδαφος! Ποιος ξέρει τι θα μας κάνουν οι Σύριοι εαν μας πιάσουν ζωντανούς! ".
Ο Elimelech επικοινώνησε αμέσως με τη Βόρεια Διοίκηση.
"Χρειάζομαι αεροπορική υποστήριξη!"
«Αρνητικό», ήρθε η απάντηση. "Δεν υπάρχουν διαθέσιμα αεροπλάνα."
"Τότε χρειάζομαι υποστήριξη τεθωρακισμένων!" Η απόγνωση της φωνής του ήταν προφανής σε ολόκληρο το δίκτυο.
"Αρνητικό. Όλα τα άρματα αγωνίζονται νοτιοδυτικά των θέσεών σας. "
"Τότε δώσε μου υποστήριξη πυροβολικού!" Φώναξε.
"Κανένα δεν είναι διαθέσιμο".
Ένας στρατιώτης πήρε ένα περίβλημα οβίδας και χάραξε τα 19 ονόματα των στρατιωτών στον τοίχο του καταφυγίου.
"Τι κάνεις;" ρώτησε ο Amos.
«Φροντίζω ότι κάποιος θα μας θυμάται όταν οι Σύριοι θα μας σκοτώσουν όλους», απάντησε ο στρατιώτης.
Οι άνδρες παρατήρησαν ότι έρχονταν τζιπ που μετέφεραν Σύριους αξιωματικούς πίσω από τα άρματα. Σταμάτησαν και άνοιξαν τραπέζια για να μελετήσουν χάρτες εδάφους και να προγραμματίσουν περαιτέρω επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ Ο Elimelech διέταξε τον Amos να πυροβολήσει τους τελευταίους γύρους των όλμων του προς στους αξιωματικούς. Εκείνοι διασκορπίστηκαν τρομαγμένοι και συνειδητοποίησαν ότι το ισραηλινό φυλάκιο δεν είχε ακόμη καταστραφεί.
Τα άρματα κινήθηκαν προς τα εμπρός για να εξοντώσουν τους άντρες. Τότε ο Nissim, ο βαρυ-οπλίτης πολυβολητής, έκανε κάτι τρελό.
Σήκωσε το πολυβόλο του .50 διαμετρήματος και πυροβόλησε προς το προπορευόμενο άρμα. Οι σφαίρες βγήκαν από αυτό χωρις να του κάνουν ζημιά. Δεν μπορούσαν να τρυπήσουν τη θωράκιση του. Όπως και κανείς δεν ήξερε τι σκεφτόταν ο Nissim.
Το προπορευόμενο Συριακό άρμα έστρεψε το κανόνι του προς τη θέση του Nissim και πυροβόλησε, σημειώνοντας άμεσο χτύπημα στο πυροβόλο όπλο του. Εξεράγγη δε σε ένα στροβιλισμό φλόγας και καπνού. Κανείς δεν θα μπορούσε να επιβιώσει από μια τέτοια έκρηξη. Οι άλλοι μπορούσαν μόνο να φανταστούν τι έμεινε από τον φίλο τους.
Ο Amos έτρεξε στη θέση του, φωνάζοντας "Nissim! Nissim! "
Για την μεγάλη έκπληξη του Amos, ο Nissim απάντησε: "Εντάξει! Είμαι εντάξει! "Εμφανίστηκε ελαφρώς ζαλισμένος, αλλά χωρίς μια γρατσουνιά.
Τα περισσότερα άρματα της Συρίας άρχισαν να κινούνται προς τα δυτικά για να ασχοληθούν με τις ισραηλινές δυνάμεις των τεθωρακισμένων, αλλά μερικά από αυτά στράφηκαν προς τα νότια για να χτυπήσουν το φυλάκιο. Οι άνδρες Golani αντιμετωπίζουν τώρα καταστροφή από την τεράστια δύναμη πυρός του εχθρού. Δεν είχαν σχεδόν πυρομαχικά. Όλα φαίνονταν χαμένα.
Ο Yossi είχε ακόμα το μπαζούκα του, με λίγους γύρους που θα μπορούσαν να προκαλέσουν βλάβες.
Ένα μπαζούκα είναι ισχυρό όπλο. Ρίχνει μονές ρουκέτες που μπορούν να απενεργοποιήσουν ένα άρμα, αλλά έχει κι ένα σοβαρό περιορισμό. Η ρουκέτα εκτοξεύεται ενώ το όπλο στηρίζεται στον ώμο του χειριστή και έχει μια οπίσθια έκρηξη πολλών ποδιών όταν το βλήμα εγκαταλείπει το σωλήνα του μπαζούκα. Συνεπώς, πρέπει να εκτοξευθεί σε ανοιχτό χώρο, διαφορετικά η οπίσθια έκρηξη θα σκότωνε τον χειριστή.
Ο Yossi και ο Amos ήταν κάτω από την επιφάνεια του εδάφους σε ένα λαβύρινθο καταφυγίων. Δεν υπήρχε τρόπος να πυροβολήσει το μπαζούκα χωρίς να εκθέσει τον Yossi ως στόχο στον τεράστιο αριθμό δυνάμεων που απειλούσαν τώρα το φυλάκιο. Πώς θα μπορούσαν έχουν μια κατάλληλη βολή, με σωστό στόχο, που θα τους βοηθούσε να υπερασπιστούν τη θέση τους;
Ο Yossi και ο Amos είχαν μια ιδέα. Ο Άμος θα έβαζε ένα κράνος στην κορυφή ενός τουφεκιού και θα το σήκωνε σταδιακά προς την επιφάνεια του εδάφους. Αν έπεφταν πυροβολισμοί από τα άρματα, θα το κατέβαζε γρήγορα, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να χτυπήσουν από κει. Θα μετακινιόταν σε άλλο σημείο και θα δοκίμαζε πάλι. Αν δεν τον πυροβολούσαν, έπρεπε να σηκωθεί πολύ γρήγορα, να δει με τα κιάλια του, υπολογίζοντας την απόσταση του άρματος-στόχου και να τα πει γρήγορα στον Yossi. Ο Yossi θα πηδούσε επάνω, εκθέτοντας εντελώς τον εαυτό του τον εχθρό και ρίχνοντας την καλύτερη βολή του.
Ήταν απερίσκεπτο.
Αυτοκτονικό.
Ενάντια στις εντολές.
Μα, θα το έκαναν ούτως ή άλλως.
Ο Άμος κρατούσε το κράνος. Πρώτη προσπάθεια...πυκνά πυρά. Δεύτερη...Τρίτη...το ίδιο. Αυτός και ο Yossi κινήθηκαν 20 μέτρα μακριά και ο Amos το δοκίμασε πάλι. Κανείς δεν πυροβόλησε, οπότε άρπαξε γρήγορα τα κιάλια, πήδηξε προς τα πάνω για να εντοπίσει ένα στόχο. Ο Άμος είδε ένα άρμα, τσέκαρε θέση και μέτρα. Τα είπε στον Yossi, ο οποίος πετάχτηκε πάνω και πυροβόλησε. Ο Άμος άκουσε τον συριγμό δεξιά του και ένιωσε την τεράστια θερμότητα που περνούσε από πάνω. Ο Γιόσι σάλταρε πίσω.
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ. Άμεσο χτύπημα! Η ρουκέτα διείσδυσε στο άρμα. και κάποιοι εχθροί σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν.
Ένα άρμα λιγότερο.
"Amos!" Φώναξε ο Yossi. "Κουνήσου! Ας πάμε πιο κάτω να δοκιμάσουμε ξανά! "
Ο Άμος κινήθηκε. Το έκαναν ξανά. Και ξανά.
Με τη θαρραλέα εύρεση εμβέλειας του Amos, ο Yossi κατέστρεψε τέσσερα τεθωρακισμένα σε μια μέρα. Τα άλλα άρματα έριξαν τη δολοφονική τους φωτιά προς τη θέση τους. Οι Σύριοι ήταν εξαγριωμένοι που το ισχνό ισραηλινό φυλάκιο διέλυε τα φημισμένα -ρωσικής κατασκευής – άρματα μάχης τους
Την επόμενη μέρα, το μπαράζ συνεχίστηκε. Πάνω από τη φασαρία των εισερχόμενων οβίδων, ο Yossi φώναξε: "Amos, ας καταστρέψουμε περισσότερα άρματα!"
«Ξεμείναμε από διατρητικά πυρομαχικά! Δεν έχουμε τίποτα που μπορεί να βγάλει εκτός ένα τάνκς! "
"Τι άλλα είδη έχουμε;"
"Λευκό φώσφορο".
Ο Yossi έκανε μια γκριμάτσα. Αυτός και ο Amos γνώριζαν ότι ο λευκός φωσφόρος (WP) ήταν ανίσχυρος ενάντια στα Συριακά τεθωρακισμένα. Συνήθως χρησιμοποιείται για να φωτίζει μια περιοχή στόχου, να δημιουργεί παχύ καπνό ή να καίει καύσιμα και πυρομαχικά, αλλά δεν θα προκαλούσε ζημιά. Γιατί να ασχολιόντουσα με αυτό;
"Αμος, ας προσπαθήσουμε να τους το ρίξουμε έτσι κι αλλιώς. Ίσως θα τους τρομάξει! "
"Εντάξει", είπε ο Άμος. Έβαλε τη ρουκέτα WP στο σωλήνα του όπλου. Ο Γιόσι ήταν έτοιμος.
"Βρες μου ένα στόχο!"
Ο Άμος σήκωσε το κράνος με το τουφέκι. Κανείς δεν τον πυροβόλησε. Κοίταξε αμέσως με τα κιάλια του και φώναξε το εύρος και τη θέση του στο Yossi πάνω από τον ήχο των συνεχών πυροβολισμών.
Ο Yossi άφοβα σηκώθηκε επάνω και πυροβόλησε με το μπαζούκα. Ένα άλλο άμεσο χτύπημα, αλλά και οι δύο ήξεραν ότι ήταν ένα αστείο. Ένα τεράστιο λευκό σπρέι κάλυψε το τεθωρακισμένο με πυκνό καπνό. Χωρίς διείσδυση. Δεν υπήρχε κίνδυνος για το Συριακό πλήρωμα των αρμάτων.
Αλλά κάτι εκπληκτικό συνέβη. Ο Amos και ο Yossi παρακολούθησαν σοκαρισμένοι, καθώς οι άνδρες του πληρώματος του εχθρού εγκατέλειπαν το άθικτο άρμα τους! Προφανώς τρομοκρατήθηκαν από την έκρηξη, τον καπνό και τη γνώση ότι οι Ισραηλινοί είχαν καταστρέψει τέσσερα τεθωρακισμένα την προηγούμενη μέρα. Βγήκαν από άρμα και έφυγαν με τα πόδια προς τη Συρία. Άλλο ένα άρμα κάτω.
Τα άλλα τεθωρακισμένα αποχώρησαν εγκαταλείποντας την περιοχή, αφήνοντας μόνο το φυλάκιο. Θα ασχολούνταν με ό, τι είχε απομείνει από την 188η και 7η θωρακισμένη Μεραρχία του IDF σε μερικές πολύ δύσκολες μάχες.
Ο Yossi ήταν ο μόνος στρατιώτης που τραυματίστηκε στο Φυλάκιο 107. Τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος από σράπνελ λίγο αργότερα και τον μετέφεραν σε νοσοκομείο. Όλοι οι άλλοι 18 άνδρες ήταν σώοι και αβλαβείς, παρόλο που βρίσκονταν υπό ασταμάτητη επίθεση για 100 ώρες.
Ο Yossi χρειάστηκε μήνες για να ανακάμψει από τις πληγές του. Για τον ηρωισμό του σε αυτή τη μάχη, ο Yossi έλαβε το παράσημο Itur Hamofet, το τρίτο υψηλότερο βραβείο του Ισραήλ για γενναιότητα. Αυτός και ο Amos παρέμειναν τόσο κοντά, σαν αδέλφια τα τελευταία 45 χρόνια.
Μετά τον πόλεμο, ο Άμος αισθάνθηκε ότι δεν μπορούσε να αρνηθεί τα θαύματα που είχε δει. Η επιβίωση του Nissim. Η επίθεση ενός ατόμου του Yossi, με τη βοήθειά του. Καταστρέφοντας πολύ πιο ισχυρούς εχθρούς του Ισραήλ, παρά τα ελάχιστα όπλα και τα ανεπαρκή πυρομαχικά τους.
Αυτό τον έκανε να ξανασκεφτεί τη ζωή του και τις προτεραιότητές του, και ο Άμος τελικά αποφάσισε να εμβαθύνει την εβραϊκή του γνώση και να πάει σε μια yeshiva.
Ακόμη και σήμερα, ο Άμος δακρύζει όταν θυμάται πως είδε το χέρι του Θεού. Ως ένας από τους ήρωες του Φυλακίου 107.
*Αναδημοσίευση : aish.com*
Μια Σπάνια Τεκμηρίωση :
Ο Θρίαμβος του πολέμου Yom Kippur μέσα από ένα φωτογραφικό φακό
https://www.idf.il/en/minisites/wars-and-operations/a-rare-documentation-the-triumph-of-the-yom-kippur-war-through-a-camera-lens/
Σαράντα πέντε χρόνια πριν, οι στρατιώτες της 401ης Τεθωρακισμένης Ταξιαρχίας αγωνίστηκαν γενναία στο Σινά, σταματώντας τη διείσδυση αιγυπτιακών δυνάμεων στο Ισραήλ κατά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ. Ένας από εκείνους τους στρατιώτες, ο Αντισυνταγματάρχης Avi Gur, τότε ένας νεαρός αξιωματικός που που πολεμούσε στο νότιο μέτωπο, κατέγραψε τον πόλεμο με τη φωτογραφική μηχανή του Olympus Pen EE.2. Σε ειδική συνέντευξη με το Blog του IDF, ο Avi μοιράζεται τόσο εμπειρίες όσο και φωτογραφίες από την πρώτη γραμμή του πολέμου και μιλά για την γενναιότητα και τη νίκη των στρατιωτών του IDF.
"Όταν άρχισε ο πόλεμος, βρισκόμουν στην πρώτη γραμμή. Ήμουν ο αναπληρωτής διοικητής ενός λόχου, στη διώρυγα του Σουέζ και στόχος μας ήταν να κρατήσουμε πίσω τις αιγυπτιακές δυνάμεις και να τους εμποδίσουμε από το να διεξάγουν κινήσεις πολέμου εναντίον του Ισραήλ ", λέει ο Αντιστράτηγος Avi Gur. "Λίγες ώρες αργότερα, ο διοικητής μου σκοτώθηκε και έγινα διοικητής του λόχου".
«Κατά τη διάρκεια του πολέμου, μου ζήτησε να παραπλανήσω τις αιγυπτιακές δυνάμεις, κάνοντάς τους να σκεφτούν ότι επρόκειτο να επιτεθούμε από το νότο, ακόμα κι αν εμείς επρόκειτο να επιτεθούμε από το βορρά. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο για μένα γιατί η επιτυχία σήμαινε να τους κάνω να με πυροβολήσουν. Έτσι, αυτό που έκανα ήταν η κίνηση με ζιγκ-ζαγκ στην άμμο, σχηματίζοντας ένα τεράστιο σύννεφο σκόνης. Πώς επιβιώσαμε; Δεν γνωρίζω. Κάποιοι το αποκαλούν θεία προστασία και άλλοι το λένε τύχη. Αφού άρχισαν να πυροβολούν σε εμάς, είπε «έχουμε πετύχει τον στόχο μας», και εμείς ήσυχα και προσεκτικά γυρίσαμε πίσω.
Την παραμονή του πολέμου Yom Kippur, το Ισραήλ είχε 358 μαχητικά αεροσκάφη, 2.100 άρματα και 37 ναυτικά σκάφη στο οπλοστάσιό του. Αντίθετα, οι στρατοί της Αιγύπτου και της Συρίας ήταν πολύ καλύτερα εξοπλισμένοι με 998 μαχητικά αεροσκάφη, 5.350 άρματα και 137 πολεμικά σκάφη.
"Πρέπει να φανταστείτε τριάντα τανκς που ασφαλίζουν μια έκταση 143 χιλιομέτρων", δήλωσε ο Avi. "Σταθήκαμε μόνοι απέναντι σε χιλιάδες στρατιώτες και όπλα. Για κάθε τριάντα εχθρικούς στρατιώτες υπήρχε ένας ισραηλινός στρατιώτης. Η αναλογία είναι εντελώς δυσανάλογη. Αλλά εμείς, οι Ισραηλινοί στρατιώτες, παρότι στεκόμασταν απέναντι από χιλιάδες, δεν τρέξαμε. Πολεμήσαμε επαγγελματικά και με σύνεση. Οι άνθρωποι δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να είναι ήρωες. "
«Κατά τη διάρκεια του πολέμου, μου ζήτησε να παραπλανήσω τις αιγυπτιακές δυνάμεις, κάνοντάς τους να σκεφτούν ότι επρόκειτο να επιτεθούμε από το νότο, ακόμα κι αν εμείς επρόκειτο να επιτεθούμε από το βορρά. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο για μένα γιατί η επιτυχία σήμαινε να τους κάνω να με πυροβολήσουν. Έτσι, αυτό που έκανα ήταν η κίνηση με ζιγκ-ζαγκ στην άμμο, σχηματίζοντας ένα τεράστιο σύννεφο σκόνης. Πώς επιβιώσαμε; Δεν γνωρίζω. Κάποιοι το αποκαλούν θεία προστασία και άλλοι το λένε τύχη. Αφού άρχισαν να πυροβολούν σε εμάς, είπε «έχουμε πετύχει τον στόχο μας», και εμείς ήσυχα και προσεκτικά γυρίσαμε πίσω.
Την παραμονή του πολέμου Yom Kippur, το Ισραήλ είχε 358 μαχητικά αεροσκάφη, 2.100 άρματα και 37 ναυτικά σκάφη στο οπλοστάσιό του. Αντίθετα, οι στρατοί της Αιγύπτου και της Συρίας ήταν πολύ καλύτερα εξοπλισμένοι με 998 μαχητικά αεροσκάφη, 5.350 άρματα και 137 πολεμικά σκάφη.
"Πρέπει να φανταστείτε τριάντα τανκς που ασφαλίζουν μια έκταση 143 χιλιομέτρων", δήλωσε ο Avi. "Σταθήκαμε μόνοι απέναντι σε χιλιάδες στρατιώτες και όπλα. Για κάθε τριάντα εχθρικούς στρατιώτες υπήρχε ένας ισραηλινός στρατιώτης. Η αναλογία είναι εντελώς δυσανάλογη. Αλλά εμείς, οι Ισραηλινοί στρατιώτες, παρότι στεκόμασταν απέναντι από χιλιάδες, δεν τρέξαμε. Πολεμήσαμε επαγγελματικά και με σύνεση. Οι άνθρωποι δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να είναι ήρωες. "
«Όταν τρέξαμε προς τα άρματα είχα μια φωτογραφική μηχανή να κρέμεται γύρω από το λαιμό μου. Ήταν ένα ασυνήθιστο θέαμα, επειδή πολλοί άνθρωποι δεν είχαν κάμερες τότε. Ξεκινήσαμε να κινούμαστε και εμφανίστηκαν αιγυπτιακά αεροπλάνα που μας επιτέθηκαν από ψηλά. Τα άρματα τους μας χτυπούσαν από το έδαφος και οι Αιγύπτιοι κομάντο διέσχιζαν το κανάλι ρίχνοντας αντιαρματικά βλήματα ", θυμάται ο Avi. "Ήταν σαν την άγρια δύση - όποιος πυροβολεί πρώτος, μένει ζωντανός".
Τη δεύτερη ημέρα του πολέμου, δεκάδες χιλιάδες αιγυπτιακά στρατεύματα διέσχισαν το κανάλι με εκατοντάδες άρματα και οι θωρακισμένες μονάδες μας υπέστησαν μεγάλες απώλειες. Σκεπτόμενος πίσω, ο Avi θυμάται με πόνο τους πεσμένους στρατιώτες. «Βλέπεις τους φίλους σου να σκοτώνονται», εξιστορεί. «Βλέπεις τους ανθρώπους, τους φίλους σου, τραυματίες ... αλλά συνεχίσαμε να αγωνιζόμαστε».
Τη δεύτερη ημέρα του πολέμου, δεκάδες χιλιάδες αιγυπτιακά στρατεύματα διέσχισαν το κανάλι με εκατοντάδες άρματα και οι θωρακισμένες μονάδες μας υπέστησαν μεγάλες απώλειες. Σκεπτόμενος πίσω, ο Avi θυμάται με πόνο τους πεσμένους στρατιώτες. «Βλέπεις τους φίλους σου να σκοτώνονται», εξιστορεί. «Βλέπεις τους ανθρώπους, τους φίλους σου, τραυματίες ... αλλά συνεχίσαμε να αγωνιζόμαστε».
Μετά από ημέρες της μάχης, ο Ισραηλινός Στρατός άρχισε μια σειρά από αντεπιθέσεις. "Σε ένα σημείο, λάβαμε εντολή να διασχίσουμε το κανάλι", είπε ο Avi. "Αυτή ήταν η πρώτη φορά που έπιασα τις ταυτότητες αναγνώρισης μου επειδή δεν ήμουν σίγουρος ότι θα μείνω ζωντανός. Γιατί; Επειδή το άρμα μου έπρεπε να περάσει πάνω από μια ασταθή γέφυρα. Επίσης, όταν βρίσκεστε στη γέφυρα, είστε κολλημένοι εκεί. Δεν μπορείτε να πάτε αριστερά και δεξιά, και γίνεστε ένας εύκολος στόχος. "
«Υπήρχαν στιγμές που ήμουν ταραγμένος, αλλά κατάφερνα να προβάλω την ηρεμία στους στρατιώτες μου. Συνήθιζα να τους τραγουδάω μέσα από το εσωτερικό μας δίκτυο επικοινωνιών. Όταν όλοι συναντηθήκαμε πρόσφατα, μου είπαν ότι ακούγοντας τη φωνή μου, τους καθησύχαζε ».
«Υπήρχαν στιγμές που ήμουν ταραγμένος, αλλά κατάφερνα να προβάλω την ηρεμία στους στρατιώτες μου. Συνήθιζα να τους τραγουδάω μέσα από το εσωτερικό μας δίκτυο επικοινωνιών. Όταν όλοι συναντηθήκαμε πρόσφατα, μου είπαν ότι ακούγοντας τη φωνή μου, τους καθησύχαζε ».
|
Προς το τέλος του πολέμου, οι Ισραηλινές δυνάμεις περικύκλωσαν τον Αιγυπτιακό Τρίτο Στρατό.
"Η 401η θωρακισμένη ταξιαρχία έλαβε μέρος στο ένα από τα μεγαλύτερα στρατιωτικά επιτεύγματα του πολέμου: Να περικυκλώσει τον Αιγυπτιακό Τρίτο Στρατό. Δεν ήταν εύκολο να το κάνει, αλλά έγινε και ήταν απίστευτο".
"Είναι αλήθεια ότι υπήρξαν αποτυχίες, αλλά αυτό δεν πρέπει να είναι το επίκεντρο. Όπως η Ημέρα της Νίκης είναι το επίκεντρο του WW2, όχι το Pearl Harbor. Η λέξη κλειδί κατά τη γνώμη μου είναι η νίκη, και νικήσαμε εξαιτίας της εκτέλεσης των αποστολών μας και χάρη στον ηρωισμό των στρατιωτών ».
"Η 401η θωρακισμένη ταξιαρχία έλαβε μέρος στο ένα από τα μεγαλύτερα στρατιωτικά επιτεύγματα του πολέμου: Να περικυκλώσει τον Αιγυπτιακό Τρίτο Στρατό. Δεν ήταν εύκολο να το κάνει, αλλά έγινε και ήταν απίστευτο".
"Είναι αλήθεια ότι υπήρξαν αποτυχίες, αλλά αυτό δεν πρέπει να είναι το επίκεντρο. Όπως η Ημέρα της Νίκης είναι το επίκεντρο του WW2, όχι το Pearl Harbor. Η λέξη κλειδί κατά τη γνώμη μου είναι η νίκη, και νικήσαμε εξαιτίας της εκτέλεσης των αποστολών μας και χάρη στον ηρωισμό των στρατιωτών ».
Επακόλουθα...ενός άνανδρου πολέμου
Το 1973, ένας συνασπισμός Αραβικών κρατών, με επικεφαλής την Αίγυπτο και τη Συρία, επιτέθηκε στο Ισραήλ και πυροδότησε τον πόλεμο Yom Kippur (Εβραϊκά: מלחמת יום כיפור, Milẖemet Yom Kippur). Πιστεύοντας ότι οι Ισραηλινοί δεν θα ήταν σε θέση να υπερασπιστούν το Ισραήλ κατά την πιο ιερή ημέρα του Εβραϊκού Έτους, τα Αραβικά κράτη συντόνισαν μια επίθεση-έκπληξη το Σάββατο 6 Οκτωβρίου 1973, την Ημέρα τουYom Kippur. Ο πόλεμος τελείωσε 18 ημέρες αργότερα, στις 24 Οκτωβρίου 1973, όταν αναγγέλθηκε η κατάπαυση του πυρός.
Ο πόλεμος άρχισε με αιγυπτιακά στρατεύματα και θωρακισμένα που διέσχισαν τη διώρυγα του Σουέζ και μπήκαν στο νότιο Ισραήλ, ενω οι Συριακές δυνάμεις μπήκαν από τα υψίπεδα του Γκολάν στο βόρειο Ισραήλ. Μετά από τρεις εβδομάδες έντονων συγκρούσεων, ο IDF υπερίσχυσε της Αιγύπτου και της Συρίας, προχώρησε στη δυτική πλευρά του καναλιού του Σουέζ και πλησίασε τη Δαμασκό. Αυτό ανάγκασε τους Αιγυπτίους, καθώς και τους Σύριους, να αποδεχθούν νέες ρυθμίσεις κατάπαυσης του πυρός.
Ο πόλεμος άρχισε με αιγυπτιακά στρατεύματα και θωρακισμένα που διέσχισαν τη διώρυγα του Σουέζ και μπήκαν στο νότιο Ισραήλ, ενω οι Συριακές δυνάμεις μπήκαν από τα υψίπεδα του Γκολάν στο βόρειο Ισραήλ. Μετά από τρεις εβδομάδες έντονων συγκρούσεων, ο IDF υπερίσχυσε της Αιγύπτου και της Συρίας, προχώρησε στη δυτική πλευρά του καναλιού του Σουέζ και πλησίασε τη Δαμασκό. Αυτό ανάγκασε τους Αιγυπτίους, καθώς και τους Σύριους, να αποδεχθούν νέες ρυθμίσεις κατάπαυσης του πυρός.
Τι οδήγησε στον πόλεμο;
Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967, το Ισραήλ κέρδισε νέα εδάφη και επομένως αντιμετώπισε νέες προκλήσεις. Ο IDF έπρεπε να φυλάει τα σύνορα του Σινά κατά μήκος του καναλιού του Σουέζ, όπου εγκατέστησε πολυάριθμες θέσεις σε αυτό που ονομάζεται γραμμή Bar-Lev. Τα Υψίπεδα του Γκολάν ήταν επίσης νέο έδαφος που έπρεπε να υπερασπιστεί ο Ισραηλινός Στρατός. Αφού νικήθηκαν γρήγορα στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, οι αραβικές χώρες που περιβάλλουν το Ισραήλ, ήθελαν εξιλεωθούν ξανακερδίζοντας τις χαμένες περιοχές. Από το 1972, οι Αιγυπτιακές και οι Συριακές δυνάμεις ανακατασκευάστηκαν από το μηδέν. Διέθεταν σύγχρονο εξοπλισμό, κυρίως μέσα από τα Ρώσικης κατασκευής μαχητικά MiGs, άρματα T-55 και T-62, αντιαεροπορικούς πυραύλους (SA2-3-6-7) και Sagger αντι-αρματικά βλήματα. Μέχρι τον Οκτώβριο του 1972, ο Anwar Sadat, Πρόεδρος της Αιγύπτου, μιλούσε ήδη σε ιδιωτικές συναντήσεις με το στρατιωτικό του προσωπικό, μιλούσε ήδη για την επίθεση στο Ισραήλ.
Και οι συνέπειες....
Παρά την στρατιωτική κυριαρχία του Ισραήλ, ο πόλεμος πληρώθηκε με μεγάλο φόρο απ' όλες τις συμμετέχουσες χώρες. Κατά τη διάρκεια αυτών των τριών εβδομάδων πολέμου, 2.691 στρατιώτες του IDF έχασαν τη ζωή τους υπερασπιζόμενοι τη χώρα τους.
Οι διαπραγματεύσεις στα επόμενα χρόνια οδήγησαν σε συμφωνίες αποδέσμευσης, βάσει των οποίων το Ισραήλ αποσύρθηκε από τμήματα των εδαφών που κατέλαβαν οι IDF κατά τη διάρκεια του πολέμου Yom Kippur.
Ο πόλεμος Yom Kippur ήταν για τρίτη φορά, σε λιγότερο από τρεις δεκαετίες από την ίδρυσή του, που το Ισραήλ αναγκάστηκε να πολεμήσει σε ένα πόλεμο για την ίδια του την ύπαρξη. Για άλλη μια φορά, οι στρατιώτες του Ισραήλ απέδειξαν με το θάρρος, την κατάρτιση και την επιμονή τους ότι τίποτα δεν θα τους εμπόδιζε να προστατεύσουν την πατρίδα τους.
Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967, το Ισραήλ κέρδισε νέα εδάφη και επομένως αντιμετώπισε νέες προκλήσεις. Ο IDF έπρεπε να φυλάει τα σύνορα του Σινά κατά μήκος του καναλιού του Σουέζ, όπου εγκατέστησε πολυάριθμες θέσεις σε αυτό που ονομάζεται γραμμή Bar-Lev. Τα Υψίπεδα του Γκολάν ήταν επίσης νέο έδαφος που έπρεπε να υπερασπιστεί ο Ισραηλινός Στρατός. Αφού νικήθηκαν γρήγορα στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, οι αραβικές χώρες που περιβάλλουν το Ισραήλ, ήθελαν εξιλεωθούν ξανακερδίζοντας τις χαμένες περιοχές. Από το 1972, οι Αιγυπτιακές και οι Συριακές δυνάμεις ανακατασκευάστηκαν από το μηδέν. Διέθεταν σύγχρονο εξοπλισμό, κυρίως μέσα από τα Ρώσικης κατασκευής μαχητικά MiGs, άρματα T-55 και T-62, αντιαεροπορικούς πυραύλους (SA2-3-6-7) και Sagger αντι-αρματικά βλήματα. Μέχρι τον Οκτώβριο του 1972, ο Anwar Sadat, Πρόεδρος της Αιγύπτου, μιλούσε ήδη σε ιδιωτικές συναντήσεις με το στρατιωτικό του προσωπικό, μιλούσε ήδη για την επίθεση στο Ισραήλ.
Και οι συνέπειες....
Παρά την στρατιωτική κυριαρχία του Ισραήλ, ο πόλεμος πληρώθηκε με μεγάλο φόρο απ' όλες τις συμμετέχουσες χώρες. Κατά τη διάρκεια αυτών των τριών εβδομάδων πολέμου, 2.691 στρατιώτες του IDF έχασαν τη ζωή τους υπερασπιζόμενοι τη χώρα τους.
Οι διαπραγματεύσεις στα επόμενα χρόνια οδήγησαν σε συμφωνίες αποδέσμευσης, βάσει των οποίων το Ισραήλ αποσύρθηκε από τμήματα των εδαφών που κατέλαβαν οι IDF κατά τη διάρκεια του πολέμου Yom Kippur.
Ο πόλεμος Yom Kippur ήταν για τρίτη φορά, σε λιγότερο από τρεις δεκαετίες από την ίδρυσή του, που το Ισραήλ αναγκάστηκε να πολεμήσει σε ένα πόλεμο για την ίδια του την ύπαρξη. Για άλλη μια φορά, οι στρατιώτες του Ισραήλ απέδειξαν με το θάρρος, την κατάρτιση και την επιμονή τους ότι τίποτα δεν θα τους εμπόδιζε να προστατεύσουν την πατρίδα τους.
Τι θα μπορούσε να είχε γίνει αν το Ισραήλ είχε προετοιμαστεί
με διαφορετικό τρόπο πριν από 45 χρόνια;
(Ένα ενδιαφέρον άρθρο της Jerusalem Post)
Ο Πόλεμος του Γιόμ Κιπούρ δεν προσφέρθηκε για πολλές εικασίες σχετικά με το πώς θα μπορούσαν τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Το τεράστιο βάρος των σφαλμάτων από την Ανωτάτη Διοίκηση στα χρόνια πριν από τον πόλεμο - σφάλματα που βασίζονταν αποκλειστικά στην απόρριψη των Αράβων ως ανάξιων αντιπάλων - καθιστά κάθε εναλλακτικό σενάριο επιπόλαιο. Ένας ανώτερος διοικητής εξήγησε την έλλειψη ανησυχίας απέναντι στον εχθρό και τη γωνία αιχμής. Όλα κατέληξαν σε ένα σημείο που δεν σηκώνει απλούστευση: "Σκεφτήκαμε ότι πολεμούσαμε με Άραβες, όχι Γερμανούς".
Παρ 'όλα αυτά, μετά από 45 χρόνια, ίσως αξίζει να εξετάσει κανείς πώς τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά εάν κάποιος είχε σκεφτεί μόνο λίγο πιο σοβαρά.
Παρ 'όλα αυτά, μετά από 45 χρόνια, ίσως αξίζει να εξετάσει κανείς πώς τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά εάν κάποιος είχε σκεφτεί μόνο λίγο πιο σοβαρά.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Τι θα είχε γίνει αν το Σώμα Πληροφοριών (AMAN) είχε συμπεριφερθεί έξυπνα; Δηλαδή, με ανοιχτό μυαλό και χωρίς οπισθοχωρήσεις; Αυτό είναι το μέρος του Πολέμου του Yom Kippur που είναι πιθανότατα πιο γνωστό στο κοινό: πώς ο επικεφαλής της AMAN, ο Στρατηγός Eli Zeira και μερικοί από τους ανώτερους υπασπιστές του επέμεναν μέχρι την τελευταία στιγμή ότι η Αίγυπτος και η Συρία δεν θα επιτεθούν παρά τα προειδοποιητικά σημάδια, τόσο μεγάλα όσο οι πινακίδες της Times Square. Είχαν σταθερές πληροφορίες που έλαβαν από την Mossad, πολύ καιρό πριν, από μια υψηλά τοποθετημένη πηγή στο Κάιρο. Η πηγή αυτή πίστευε ότι η Αίγυπτος δεν πρόκειται να πάει στον πόλεμο προτού λάβει προηγμένα αεροσκάφη και πυραύλους Scud από τους Σοβιετικούς.
Λιγότερο γνωστή είναι η αποκάλυψη από τον επικεφαλής της Mossad, Zvi Zamir, ότι η ίδια αιγυπτιακή πηγή, με την οποία είχε σποραδικές συναντήσεις, τον ενημέρωσε στις αρχές του 1973, ότι ο πρόεδρος Anwar Sadat είχε αλλάξει γνώμη. Ο Σαντάτ δεν θα περίμενε για νέα όπλα, αλλά θα πήγαινε σε πόλεμο με αυτά που είχε. Ο Zamir υποστηρίζει σε ένα βιβλίο ότι προειδοποίησε προσωπικά την AMAN για αυτή τη αλλαγή τακτικής. Αλλά η AMAN το αγνόησε και συνέχισε να εκδίδει προγνώσεις μέχρι τις τελευταίες στιγμές, που βασίζονταν στην "ξεπερασμένη "ιδέα" - κανένα νέο όπλο δεν σήμαινε μια μικρή πιθανότητα του πολέμου.
Σε παρόμοια περίπτωση, την παραμονή του Πολέμου των Έξι Ημερών, όταν ο Αιγύπτιος πρόεδρος Gamal Abdul Nasser άρχισε να μετακινεί στρατεύματα στο Sinai, η AMAN, υπό την ηγεσία του στρατηγού Aharon Yariv, την απέρριψε αρχικά. Εντός μερικών ημερών, όμως, ο Yariv κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Nasser σκόπευε να πάει σε πόλεμο. Ο IDF προετοιμάστηκε ανάλογα, με θεαματικά αποτελέσματα.
Τι θα είχε γίνει αν το Σώμα Πληροφοριών (AMAN) είχε συμπεριφερθεί έξυπνα; Δηλαδή, με ανοιχτό μυαλό και χωρίς οπισθοχωρήσεις; Αυτό είναι το μέρος του Πολέμου του Yom Kippur που είναι πιθανότατα πιο γνωστό στο κοινό: πώς ο επικεφαλής της AMAN, ο Στρατηγός Eli Zeira και μερικοί από τους ανώτερους υπασπιστές του επέμεναν μέχρι την τελευταία στιγμή ότι η Αίγυπτος και η Συρία δεν θα επιτεθούν παρά τα προειδοποιητικά σημάδια, τόσο μεγάλα όσο οι πινακίδες της Times Square. Είχαν σταθερές πληροφορίες που έλαβαν από την Mossad, πολύ καιρό πριν, από μια υψηλά τοποθετημένη πηγή στο Κάιρο. Η πηγή αυτή πίστευε ότι η Αίγυπτος δεν πρόκειται να πάει στον πόλεμο προτού λάβει προηγμένα αεροσκάφη και πυραύλους Scud από τους Σοβιετικούς.
Λιγότερο γνωστή είναι η αποκάλυψη από τον επικεφαλής της Mossad, Zvi Zamir, ότι η ίδια αιγυπτιακή πηγή, με την οποία είχε σποραδικές συναντήσεις, τον ενημέρωσε στις αρχές του 1973, ότι ο πρόεδρος Anwar Sadat είχε αλλάξει γνώμη. Ο Σαντάτ δεν θα περίμενε για νέα όπλα, αλλά θα πήγαινε σε πόλεμο με αυτά που είχε. Ο Zamir υποστηρίζει σε ένα βιβλίο ότι προειδοποίησε προσωπικά την AMAN για αυτή τη αλλαγή τακτικής. Αλλά η AMAN το αγνόησε και συνέχισε να εκδίδει προγνώσεις μέχρι τις τελευταίες στιγμές, που βασίζονταν στην "ξεπερασμένη "ιδέα" - κανένα νέο όπλο δεν σήμαινε μια μικρή πιθανότητα του πολέμου.
Σε παρόμοια περίπτωση, την παραμονή του Πολέμου των Έξι Ημερών, όταν ο Αιγύπτιος πρόεδρος Gamal Abdul Nasser άρχισε να μετακινεί στρατεύματα στο Sinai, η AMAN, υπό την ηγεσία του στρατηγού Aharon Yariv, την απέρριψε αρχικά. Εντός μερικών ημερών, όμως, ο Yariv κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Nasser σκόπευε να πάει σε πόλεμο. Ο IDF προετοιμάστηκε ανάλογα, με θεαματικά αποτελέσματα.
Η ΓΡΑΜΜΗ BAR-LEV
Τι θα συμβεί αν ο στρατηγός David Elazar είχε ξανασκεφτεί την ανάπτυξη του IDF κατά μήκος της διώρυγας του Σουέζ, με βάση το χειρότερο σενάριο; Στην πρώτη του συνάντηση με το Γενικό Επιτελείο, μετά την ανάληψη της διοίκησης του, τον Ιανουάριο του 1971, έβαλε στην ημερήσια διάταξη τη Γραμμή Bar-Lev.
Η λεγόμενη "γραμμή" ήταν στην πραγματικότητα μια σειρά από 30 μικρά οχυρά, η κάθε μία φρουρά είχε μόνο 20 έως 30 άνδρες, που βρίσκονταν κατά μήκος των 160 χιλιομέτρων του Καναλιού του Σουέζ. Δεν είχε φτιαχτεί ως αμυντική γραμμή αλλά για να παρέχει προστασία από το Αιγυπτιακό πυροβολικό κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Φθοράς (War of Attrition).
Δύο από τους πιο εξέχοντες στρατηγούς του στρατού (Ariel Sharon και Yisrael Tal) είδαν τη Γραμμή Bar-Lev ως μια παγίδα θανάτου. Ήταν πάρα πολύ λεπτή για να χρησιμεύσει ως φράγμα, αλλά πάρα πολύ ελαφρά επανδρωμένο, άρα αναλώσιμο. Ο Sharon, ο οποίος τότε ήταν διοικητής του νότιου μετώπου, ζήτησε να την σφράγιση των οχυρώσεων και τη διατήρηση της παρουσίας του Ισραήλ στη ζώνη του καναλιού με κινητές περιπολίες και με θέσεις παρακολούθησης που βρίσκονται πολύ πίσω από την ίσαλο γραμμή. Ο Ταλ ζήτησε να εκκενωθούν οι φρουρές εαν ξεσπούσε ο πόλεμος.
Ο Elazar τους απέρριψε.
Δεδομένου ότι τα οχυρά υπήρχαν ήδη και μπορούσαν να παρεμβαίνουν σε οποιαδήποτε διέλευση στην περιοχή τους, δεν είχε νόημα να τα διαλύσουν, είπε. Επιπλέον, η σημαία που ανέμιζε στο κανάλι, ήταν ήταν ένας σημαντικός πολιτικός παράγοντας. "Ακόμη κι αν σκέφτηκα ότι τα οχυρά ήταν άχρηστα από στρατιωτική άποψη, θα ήμουν σε δίλημμα για το αν θα έπρεπε να τα εγκαταλείψουμε εξαιτίας της πολιτικής άποψης".
Τι θα συμβεί αν ο στρατηγός David Elazar είχε ξανασκεφτεί την ανάπτυξη του IDF κατά μήκος της διώρυγας του Σουέζ, με βάση το χειρότερο σενάριο; Στην πρώτη του συνάντηση με το Γενικό Επιτελείο, μετά την ανάληψη της διοίκησης του, τον Ιανουάριο του 1971, έβαλε στην ημερήσια διάταξη τη Γραμμή Bar-Lev.
Η λεγόμενη "γραμμή" ήταν στην πραγματικότητα μια σειρά από 30 μικρά οχυρά, η κάθε μία φρουρά είχε μόνο 20 έως 30 άνδρες, που βρίσκονταν κατά μήκος των 160 χιλιομέτρων του Καναλιού του Σουέζ. Δεν είχε φτιαχτεί ως αμυντική γραμμή αλλά για να παρέχει προστασία από το Αιγυπτιακό πυροβολικό κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Φθοράς (War of Attrition).
Δύο από τους πιο εξέχοντες στρατηγούς του στρατού (Ariel Sharon και Yisrael Tal) είδαν τη Γραμμή Bar-Lev ως μια παγίδα θανάτου. Ήταν πάρα πολύ λεπτή για να χρησιμεύσει ως φράγμα, αλλά πάρα πολύ ελαφρά επανδρωμένο, άρα αναλώσιμο. Ο Sharon, ο οποίος τότε ήταν διοικητής του νότιου μετώπου, ζήτησε να την σφράγιση των οχυρώσεων και τη διατήρηση της παρουσίας του Ισραήλ στη ζώνη του καναλιού με κινητές περιπολίες και με θέσεις παρακολούθησης που βρίσκονται πολύ πίσω από την ίσαλο γραμμή. Ο Ταλ ζήτησε να εκκενωθούν οι φρουρές εαν ξεσπούσε ο πόλεμος.
Ο Elazar τους απέρριψε.
Δεδομένου ότι τα οχυρά υπήρχαν ήδη και μπορούσαν να παρεμβαίνουν σε οποιαδήποτε διέλευση στην περιοχή τους, δεν είχε νόημα να τα διαλύσουν, είπε. Επιπλέον, η σημαία που ανέμιζε στο κανάλι, ήταν ήταν ένας σημαντικός πολιτικός παράγοντας. "Ακόμη κι αν σκέφτηκα ότι τα οχυρά ήταν άχρηστα από στρατιωτική άποψη, θα ήμουν σε δίλημμα για το αν θα έπρεπε να τα εγκαταλείψουμε εξαιτίας της πολιτικής άποψης".
Αλλά τι θα είχε συμβεί στις φρουρές αν οι Αιγύπτιοι διασπούσαν το κανάλι με την δύναμη που διέθεταν; Η AMAN διαβεβαίωσε τον Elazar ότι θα παράσχει αρκετό χρόνο προειδοποίησης για να κινητοποιήσει τους εφέδρους και να αντιμετωπίσει μια τέτοια επίθεση.
Η βεβαιότητα αυτή αποδείχθηκε άχρηστη.
Το απόγευμα του Yom Kippur, οι 450 Ισραηλινοί που επάνδρωναν τη γραμμή Bar-Lev έβλεπαν ότι 100.000 Αιγύπτιοι είχαν αρχίσει να διασχίζουν το κανάλι, ενώ η κινητοποίηση στο Ισραήλ μόλις ξεκινούσε.
Η γραμμή θα αποδειχθεί πράγματι μια παγίδα θανάτου, όχι μόνο για τις φρουρές, αλλά ακόμη περισσότερο για τα πληρώματα των αρμάτων που έσπευσαν να βοηθήσουν.
Οι Αιγύπτιοι, που είχαν παρακολουθήσει Ισραηλινές ασκήσεις για χρόνια, γνώριζαν ότι τα τανκς θα προσπαθούσαν να φτάσουν στα οχυρά.
Εκατοντάδες Αιγυπτιακές ομάδες αντι-αρματιστών, έσκαψαν στην άμμο και τους περίμεναν με το καταστροφικό νέο αντιαρματικό πύραυλο Sagger. Το Τεθωρακισμένο Σώμα δεν είχε ακόμη βρει μια τακτική λύση για τα Sagger ούτε είχε ενημερώσει τα πληρώματα των αρμάτων για την ύπαρξή τους.
Έως τις 2 μ.μ. στις 7 Οκτωβρίου, μόλις 12 ώρες μετά την έναρξη του πολέμου, τα δύο τρίτα του μοναδικού Τεθωρακισμένου τμήματος, τότε στο Σινά, περίπου 180 άρματα, χτυπήθηκαν. Εκατοντάδες στρατιώτες, στα οχυρά και στα πληρώματα των αρμάτων, ήταν νεκροί, τραυματισμένοι ή κατευθύνονταν για αιχμαλωσία.
Η Γραμμή Bar-Lev είχε αποδειχθεί ένα στρατηγικό μείον.
Η βεβαιότητα αυτή αποδείχθηκε άχρηστη.
Το απόγευμα του Yom Kippur, οι 450 Ισραηλινοί που επάνδρωναν τη γραμμή Bar-Lev έβλεπαν ότι 100.000 Αιγύπτιοι είχαν αρχίσει να διασχίζουν το κανάλι, ενώ η κινητοποίηση στο Ισραήλ μόλις ξεκινούσε.
Η γραμμή θα αποδειχθεί πράγματι μια παγίδα θανάτου, όχι μόνο για τις φρουρές, αλλά ακόμη περισσότερο για τα πληρώματα των αρμάτων που έσπευσαν να βοηθήσουν.
Οι Αιγύπτιοι, που είχαν παρακολουθήσει Ισραηλινές ασκήσεις για χρόνια, γνώριζαν ότι τα τανκς θα προσπαθούσαν να φτάσουν στα οχυρά.
Εκατοντάδες Αιγυπτιακές ομάδες αντι-αρματιστών, έσκαψαν στην άμμο και τους περίμεναν με το καταστροφικό νέο αντιαρματικό πύραυλο Sagger. Το Τεθωρακισμένο Σώμα δεν είχε ακόμη βρει μια τακτική λύση για τα Sagger ούτε είχε ενημερώσει τα πληρώματα των αρμάτων για την ύπαρξή τους.
Έως τις 2 μ.μ. στις 7 Οκτωβρίου, μόλις 12 ώρες μετά την έναρξη του πολέμου, τα δύο τρίτα του μοναδικού Τεθωρακισμένου τμήματος, τότε στο Σινά, περίπου 180 άρματα, χτυπήθηκαν. Εκατοντάδες στρατιώτες, στα οχυρά και στα πληρώματα των αρμάτων, ήταν νεκροί, τραυματισμένοι ή κατευθύνονταν για αιχμαλωσία.
Η Γραμμή Bar-Lev είχε αποδειχθεί ένα στρατηγικό μείον.
«Gorodish»
Τι θα είχε συμβεί αν ο Elazar δεν όριζε τον Στρατηγό Shmuel Gonen διοικητή του Νότιου Μετώπου, λίγους μήνες πριν από τον πόλεμο, παρά τις προειδοποιήσεις σχετικά με τον ασταθή χαρακτήρα του;
Το, ήδη βαθύ, επιχειρησιακό και ψυχολογικό αντίκτυπο της αραβικής επίθεσης-έκπληξης, θα ενισχυόταν σημαντικά από την εκκεντρική απόδοση του Gonen.
Πιο γνωστός ως "Gorodish", ήταν ένας γνήσιος ήρωας, που θα γινόταν ένα κλασικό και τραγικό παράδειγμα κάποιου που πήρε προαγωγή, πέρα από τις δυνατότητές του.
Στον Six Day War, το άρμα του έσπασε τις αιγυπτιακές γραμμές και ήταν το πρώτο που έφτασε στο κανάλι του Σουέζ.
Ωστόσο, η άξεστη προσωπική του συμπεριφορά, θα έπρεπε να θέσει υπό αμφισβήτηση την καταλληλότητα του για υψηλή διοίκηση. Ένας ανώτερος αξιωματικός που παρακολούθησε τον τρόπο με τον οποίο ο Gorodish τρομοκρατούσε τους υφιστάμενους του κατά τη διάρκεια μιας άσκησης - σε σημείο που προσπάθησαν να αποφύγουν την αναφορά σε αυτόν - είπε στον Elazar ότι "ο Gorodish δεν έχει θέση στον IDF".
Την τρίτη ημέρα του πολέμου, αφού ο Gorodish έλαβε σαφείς οδηγίες από τον Elazar για περιορισμένη αντεπίθεση, παραβίασε όλα όσα του είπε και εξέδωσε σειρά παράξενων, αντιφατικών και διαρκώς μεταβαλλόμενων εντολών που άφησαν τους στρατηγούς του σε απελπισία.
Αντί η Νότια Διοίκηση να τραβήξει τους άντρες έξω από την τρύπα που είχαν ετοιμάσει οι Αιγύπτιοι, ο Gorodish βούλιαξε τους στρατιώτες του βαθύτερα σε αυτήν.
Τι θα είχε συμβεί αν ο Elazar δεν όριζε τον Στρατηγό Shmuel Gonen διοικητή του Νότιου Μετώπου, λίγους μήνες πριν από τον πόλεμο, παρά τις προειδοποιήσεις σχετικά με τον ασταθή χαρακτήρα του;
Το, ήδη βαθύ, επιχειρησιακό και ψυχολογικό αντίκτυπο της αραβικής επίθεσης-έκπληξης, θα ενισχυόταν σημαντικά από την εκκεντρική απόδοση του Gonen.
Πιο γνωστός ως "Gorodish", ήταν ένας γνήσιος ήρωας, που θα γινόταν ένα κλασικό και τραγικό παράδειγμα κάποιου που πήρε προαγωγή, πέρα από τις δυνατότητές του.
Στον Six Day War, το άρμα του έσπασε τις αιγυπτιακές γραμμές και ήταν το πρώτο που έφτασε στο κανάλι του Σουέζ.
Ωστόσο, η άξεστη προσωπική του συμπεριφορά, θα έπρεπε να θέσει υπό αμφισβήτηση την καταλληλότητα του για υψηλή διοίκηση. Ένας ανώτερος αξιωματικός που παρακολούθησε τον τρόπο με τον οποίο ο Gorodish τρομοκρατούσε τους υφιστάμενους του κατά τη διάρκεια μιας άσκησης - σε σημείο που προσπάθησαν να αποφύγουν την αναφορά σε αυτόν - είπε στον Elazar ότι "ο Gorodish δεν έχει θέση στον IDF".
Την τρίτη ημέρα του πολέμου, αφού ο Gorodish έλαβε σαφείς οδηγίες από τον Elazar για περιορισμένη αντεπίθεση, παραβίασε όλα όσα του είπε και εξέδωσε σειρά παράξενων, αντιφατικών και διαρκώς μεταβαλλόμενων εντολών που άφησαν τους στρατηγούς του σε απελπισία.
Αντί η Νότια Διοίκηση να τραβήξει τους άντρες έξω από την τρύπα που είχαν ετοιμάσει οι Αιγύπτιοι, ο Gorodish βούλιαξε τους στρατιώτες του βαθύτερα σε αυτήν.
Η ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ
Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας πριν από τον πόλεμο, ο Elazar ανησυχούσε ολοένα και περισσότερο για τη μαζική συγκέντρωση Αιγυπτιακών και Συριακών δυνάμεων κατά μήκος των συνόρων, παρά τις διαβεβαιώσεις της AMAN ότι οι Αιγύπτιοι απλώς σκηνοθετούν μια άσκηση, το ίδιο και οι Σύριοι.
Ο Elazar ανησυχούσε ιδιαίτερα αναρωτώμενος γιατί οι Σοβιετικοί είχαν αρχίσει ξαφνικά να φυγαδεύουν τις οικογένειες των χιλιάδων στρατιωτικών συμβούλων τους στη Συρία και την Αίγυπτο, αλλά δεν έδιωξαν τους ίδιους τους συμβούλους.
Την παραμονή του Yom Kippur, μια ώρα πριν από την προσευχή Kol Nidre, ο αξιωματικός της Υπηρεσίας Πληροφοριών στο Αρχηγείο του Στρατού, στο Τελ Αβίβ, ενημέρωσε ότι είχε πάρει ένα μήνυμα από αξιόπιστη αραβική πηγή, που έλεγε ότι η απόφαση της Μόσχας να εκκενώσει τις οικογένειες, ήταν επειδή οι Άραβες επρόκειτο να επιτεθούν στο Ισραήλ.
Ο Elazar βρισκόταν ακόμα στο γραφείο του, περιμένοντας μια αναφορά ακριβώς σαν κι αυτή, που θα έδινε νόημα σε όλες τις στρατιωτικές μετακινήσεις πέρα από τα σύνορα. Όμως αντι να δώσει το μήνυμα στον Elazar, ο αξιωματικός υπηρεσίας επικοινώνησε με τους ανωτέρους του στην AMAN. Ο αρχηγός Πληροφοριών Zeira, του είπε να μην διανείμει την πληροφορία. Ήθελε πρώτα να ακούσει τον επικεφαλής της Mossad, Zvi Zamir, ο οποίος είχε πετάξει στο Λονδίνο εκείνη την ημέρα για να συναντηθεί με την αιγυπτιακή πηγή. Ο Elazar αργότερα θα έλεγε ότι εάν είχε λάβει την εντολή θα είχε ξεκινήσει αμέσως τη διαδικασία κινητοποίησης. Θα χρειαζόταν την έγκριση του υπουργού Άμυνας Moshe Dayan και της πρωθυπουργού Golda Meir.
Κρίνοντας από τη μεταγενέστερη συμπεριφορά του Dayan, θα είχε πιθανώς αντιταχθεί σε μια κινητοποίηση ευρείας κλίμακας, αλλά ήταν απίθανο να απορρίψει πλήρως το αίτημα του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου. Ένα απλό τηλεφώνημα αρκούσε για να σταλεί μια Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία στο Γκολάν, το πιο ευάλωτο μέτωπο.
Οι Σύριοι μπήκαν την επόμενη νύχτα στο νότιο Γκολάν και κατέλαβαν το 40% των Υψωμάτων.
Τόσο ο διοικητής του Βόρειου Μετώπου όσο και ο Elazar, θα καταθέσουν μετά ότι εάν διέθεταν μια επιπλέον ταξιαρχία, οι Σύριοι δεν θα είχαν περάσει.
Οι συνέπειες της Συριακής προέλασης επηρέασαν ολόκληρο τον πόλεμο, όχι μόνο τη δεινή κατάσταση στο Γκολάν.
Ο Elazar αναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά τον πόλεμο, όταν η επιτροπή Agranat κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είχε προετοιμάσει κατάλληλα τις ένοπλες δυνάμεις και για λάθη στην εκτίμηση της κατάστασης, πριν από την έναρξη του πολέμου.
Υπήρξε όμως ομοφωνία, ότι ήταν ένας υπερβολικά ικανός ηγέτης στον πόλεμο, ο οποίος αντέδρασε ψύχραιμα και λογικά, στις πιο ακραίες περιστάσεις και πήρε τις σωστές στρατηγικές αποφάσεις.
Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας πριν από τον πόλεμο, ο Elazar ανησυχούσε ολοένα και περισσότερο για τη μαζική συγκέντρωση Αιγυπτιακών και Συριακών δυνάμεων κατά μήκος των συνόρων, παρά τις διαβεβαιώσεις της AMAN ότι οι Αιγύπτιοι απλώς σκηνοθετούν μια άσκηση, το ίδιο και οι Σύριοι.
Ο Elazar ανησυχούσε ιδιαίτερα αναρωτώμενος γιατί οι Σοβιετικοί είχαν αρχίσει ξαφνικά να φυγαδεύουν τις οικογένειες των χιλιάδων στρατιωτικών συμβούλων τους στη Συρία και την Αίγυπτο, αλλά δεν έδιωξαν τους ίδιους τους συμβούλους.
Την παραμονή του Yom Kippur, μια ώρα πριν από την προσευχή Kol Nidre, ο αξιωματικός της Υπηρεσίας Πληροφοριών στο Αρχηγείο του Στρατού, στο Τελ Αβίβ, ενημέρωσε ότι είχε πάρει ένα μήνυμα από αξιόπιστη αραβική πηγή, που έλεγε ότι η απόφαση της Μόσχας να εκκενώσει τις οικογένειες, ήταν επειδή οι Άραβες επρόκειτο να επιτεθούν στο Ισραήλ.
Ο Elazar βρισκόταν ακόμα στο γραφείο του, περιμένοντας μια αναφορά ακριβώς σαν κι αυτή, που θα έδινε νόημα σε όλες τις στρατιωτικές μετακινήσεις πέρα από τα σύνορα. Όμως αντι να δώσει το μήνυμα στον Elazar, ο αξιωματικός υπηρεσίας επικοινώνησε με τους ανωτέρους του στην AMAN. Ο αρχηγός Πληροφοριών Zeira, του είπε να μην διανείμει την πληροφορία. Ήθελε πρώτα να ακούσει τον επικεφαλής της Mossad, Zvi Zamir, ο οποίος είχε πετάξει στο Λονδίνο εκείνη την ημέρα για να συναντηθεί με την αιγυπτιακή πηγή. Ο Elazar αργότερα θα έλεγε ότι εάν είχε λάβει την εντολή θα είχε ξεκινήσει αμέσως τη διαδικασία κινητοποίησης. Θα χρειαζόταν την έγκριση του υπουργού Άμυνας Moshe Dayan και της πρωθυπουργού Golda Meir.
Κρίνοντας από τη μεταγενέστερη συμπεριφορά του Dayan, θα είχε πιθανώς αντιταχθεί σε μια κινητοποίηση ευρείας κλίμακας, αλλά ήταν απίθανο να απορρίψει πλήρως το αίτημα του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου. Ένα απλό τηλεφώνημα αρκούσε για να σταλεί μια Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία στο Γκολάν, το πιο ευάλωτο μέτωπο.
Οι Σύριοι μπήκαν την επόμενη νύχτα στο νότιο Γκολάν και κατέλαβαν το 40% των Υψωμάτων.
Τόσο ο διοικητής του Βόρειου Μετώπου όσο και ο Elazar, θα καταθέσουν μετά ότι εάν διέθεταν μια επιπλέον ταξιαρχία, οι Σύριοι δεν θα είχαν περάσει.
Οι συνέπειες της Συριακής προέλασης επηρέασαν ολόκληρο τον πόλεμο, όχι μόνο τη δεινή κατάσταση στο Γκολάν.
Ο Elazar αναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά τον πόλεμο, όταν η επιτροπή Agranat κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είχε προετοιμάσει κατάλληλα τις ένοπλες δυνάμεις και για λάθη στην εκτίμηση της κατάστασης, πριν από την έναρξη του πολέμου.
Υπήρξε όμως ομοφωνία, ότι ήταν ένας υπερβολικά ικανός ηγέτης στον πόλεμο, ο οποίος αντέδρασε ψύχραιμα και λογικά, στις πιο ακραίες περιστάσεις και πήρε τις σωστές στρατηγικές αποφάσεις.
Ο Στρατηγός της Αεροπορίας, Benny Peled, που συναντήθηκε με τον Dayan και το Γενικό Επιτελείο, όταν διορίστηκε διοικητής της Πολεμικής Αεροπορίας, πέντε μήνες πριν από τον πόλεμο, τους είπε ότι οι αεροπορικές δυνάμεις δεν είχαν ηλεκτρονική λύση για την τελευταία έκδοση του Σοβιετικού πυραύλου εδάφους-αέρος, του θανατηφόρου SAM 6. Ούτε καν οι Αμερικανοί, που τους είχαν αντιμετωπίσει στο Βιετνάμ, χάνοντας εκατοντάδες πολεμικά αεροπλάνα.
Η IAF, ωστόσο, είχε καταλήξει σε ένα σχέδιο που επεδίωκε να αντισταθμίσει με την τακτική της, ότι που της έλειπε από τεχνολογία.Το σχέδιο, το οποίο ονομάστηκε "Tagar", θα περιλάμβανε σχεδόν ολόκληρη την αεροπορία, εκατοντάδες αεροπλάνα, που θα επιτίθονταν σε τέσσερα κύματα που θα εξαπέλυαν την επίθεση τους, κατά τη διάρκεια μιας ημέρας. Η εξαιρετικά περίπλοκη χορογραφία, βασισμένη σε πρόσφατες φωτογραφίες παρακολούθησης, θα γινόταν με ακρίβεια ταχύτητας και χρονόμετρου. Κάποιοι σχηματισμοί θα χτυπούσαν από υψηλό επίπεδο, μερικοί από χαμηλό, μερικοί θα κατέβαιναν, μερικοί θα "έριχναν βόμβες" από απόσταση. Ταυτόχρονα, τα ελικόπτερα θα έστελναν ψευδή ηλεκτρονικά σήματα από την περίμετρο και drones θα πετούσαν πάνω από τις πυροβολαρχίες των πυραύλων, για να "μπερδέψουν" τις οθόνες ραντάρ των εχθρών.
Οι στρατηγοί των δυνάμεων εδάφους, άκουγαν ευχαριστημένοι ότι η αεροπορία είχε σχέδιο, είπε ο Peled σε συνέντευξή του. Αλλά πριν τελειώσει η συνάντηση, τους είπε:
"Πρέπει να γνωρίζετε ότι αυτά τα σχέδια δεν αξίζουν ούτε το χαρτί στο οποίο εκτυπώθηκαν, εκτός και αν χτυπήσουμε πρώτοι. Η αεροπορία θα χρειαστεί 36 ώρες για να προετοιμάσει την επίθεση".
Ήταν οι Άραβες που χτύπησαν πρώτα.
Ο Peled και οι διοικητές του, ωστόσο, αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν την Tagar την επόμενη μέρα, παρόλο που το κρίσιμο στοιχείο της έκπληξης είχε χαθεί και δεν είχε 36 ώρες προετοιμασίας. Το Tagar ήταν η μόνη τους ελπίδα να υποτάξουν τα SAM και να δώσουν τη δυνατότητα στην αεροπορική δύναμη να παράσχει στενή υποστήριξη στις εμπλεκόμενες χερσαίες δυνάμεις.
Οι ανώτεροι διοικητές των αεροπορικών δυνάμεων, είπαν ότι το τίμημα θα ήταν υψηλό, ίσως πολύ υψηλό, με απώλειες δεκάδων μαχητικών και πιλότων. Αλλά όλοι υποστήριζαν ότι τα SAM έπρεπε να εξαλειφθούν, πρώτα στο Σινά κι έπειτα στο Γκολάν. Η εξάπλωση των χερσαίων δυνάμεων του Ισραήλ βασίστηκε στην υπόθεση ότι, οι συντριπτικές διαφορές δυνάμεων που αντιμετώπιζαν τα Τεθωρακισμένα τμήματα, θα αντισταθμιζόταν από την υποστήριξη της Πολεμικής Αεροπορίας. Την Κυριακή, το πρώτο κύμα Tagar επιτέθηκε λίγο μετά την αυγή.
Ο Dayan, είχε πάει εν τω μεταξύ με ελικόπτερο στη Βόρεια Διοίκηση, για να αξιολογήσει την κατάσταση εκεί. Σοκαρίστηκε όταν έμαθε οι Σύριοι είχαν διασπάσει την άμυνα και ανώτεροι διοικητές πίστευαν ότι θα μπορούσε να πέσει το Γκολάν. Ο Dayan συνδέθηκε με τον Στρατηγό Peled και τον διέταξε να ανακαλέσει το Tagar και να στείλει ολόκληρη την αεροπορία βόρεια. Δεν θα υπήρχε άλλη πιθανότητα να πραγματοποιηθεί το Tagar.
Αν το Tagar είχε ολοκληρωθεί με επιτυχία, δίνοντας την κυριαρχία στην IAF πάνω από το πεδίο της μάχης, θα ήταν ένας τελείως διαφορετικός πόλεμος. Αλλά τελικά ο πόλεμος του Yom Kippur ήταν μια από τις μεγαλύτερες νίκες του Ισραήλ. Η τελική μεταστροφή στο πεδίο της μάχης, άξιζε τη θέση της στη στρατιωτική ιστορία. Ο οδυνηρός πόλεμος κερδήθηκε από την άμμο και τις ικανότητες στρατιωτών και διοικητών στο πεδίο, παρά τα χοντρά λάθη των ανώτερων τους.
Η IAF, ωστόσο, είχε καταλήξει σε ένα σχέδιο που επεδίωκε να αντισταθμίσει με την τακτική της, ότι που της έλειπε από τεχνολογία.Το σχέδιο, το οποίο ονομάστηκε "Tagar", θα περιλάμβανε σχεδόν ολόκληρη την αεροπορία, εκατοντάδες αεροπλάνα, που θα επιτίθονταν σε τέσσερα κύματα που θα εξαπέλυαν την επίθεση τους, κατά τη διάρκεια μιας ημέρας. Η εξαιρετικά περίπλοκη χορογραφία, βασισμένη σε πρόσφατες φωτογραφίες παρακολούθησης, θα γινόταν με ακρίβεια ταχύτητας και χρονόμετρου. Κάποιοι σχηματισμοί θα χτυπούσαν από υψηλό επίπεδο, μερικοί από χαμηλό, μερικοί θα κατέβαιναν, μερικοί θα "έριχναν βόμβες" από απόσταση. Ταυτόχρονα, τα ελικόπτερα θα έστελναν ψευδή ηλεκτρονικά σήματα από την περίμετρο και drones θα πετούσαν πάνω από τις πυροβολαρχίες των πυραύλων, για να "μπερδέψουν" τις οθόνες ραντάρ των εχθρών.
Οι στρατηγοί των δυνάμεων εδάφους, άκουγαν ευχαριστημένοι ότι η αεροπορία είχε σχέδιο, είπε ο Peled σε συνέντευξή του. Αλλά πριν τελειώσει η συνάντηση, τους είπε:
"Πρέπει να γνωρίζετε ότι αυτά τα σχέδια δεν αξίζουν ούτε το χαρτί στο οποίο εκτυπώθηκαν, εκτός και αν χτυπήσουμε πρώτοι. Η αεροπορία θα χρειαστεί 36 ώρες για να προετοιμάσει την επίθεση".
Ήταν οι Άραβες που χτύπησαν πρώτα.
Ο Peled και οι διοικητές του, ωστόσο, αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν την Tagar την επόμενη μέρα, παρόλο που το κρίσιμο στοιχείο της έκπληξης είχε χαθεί και δεν είχε 36 ώρες προετοιμασίας. Το Tagar ήταν η μόνη τους ελπίδα να υποτάξουν τα SAM και να δώσουν τη δυνατότητα στην αεροπορική δύναμη να παράσχει στενή υποστήριξη στις εμπλεκόμενες χερσαίες δυνάμεις.
Οι ανώτεροι διοικητές των αεροπορικών δυνάμεων, είπαν ότι το τίμημα θα ήταν υψηλό, ίσως πολύ υψηλό, με απώλειες δεκάδων μαχητικών και πιλότων. Αλλά όλοι υποστήριζαν ότι τα SAM έπρεπε να εξαλειφθούν, πρώτα στο Σινά κι έπειτα στο Γκολάν. Η εξάπλωση των χερσαίων δυνάμεων του Ισραήλ βασίστηκε στην υπόθεση ότι, οι συντριπτικές διαφορές δυνάμεων που αντιμετώπιζαν τα Τεθωρακισμένα τμήματα, θα αντισταθμιζόταν από την υποστήριξη της Πολεμικής Αεροπορίας. Την Κυριακή, το πρώτο κύμα Tagar επιτέθηκε λίγο μετά την αυγή.
Ο Dayan, είχε πάει εν τω μεταξύ με ελικόπτερο στη Βόρεια Διοίκηση, για να αξιολογήσει την κατάσταση εκεί. Σοκαρίστηκε όταν έμαθε οι Σύριοι είχαν διασπάσει την άμυνα και ανώτεροι διοικητές πίστευαν ότι θα μπορούσε να πέσει το Γκολάν. Ο Dayan συνδέθηκε με τον Στρατηγό Peled και τον διέταξε να ανακαλέσει το Tagar και να στείλει ολόκληρη την αεροπορία βόρεια. Δεν θα υπήρχε άλλη πιθανότητα να πραγματοποιηθεί το Tagar.
Αν το Tagar είχε ολοκληρωθεί με επιτυχία, δίνοντας την κυριαρχία στην IAF πάνω από το πεδίο της μάχης, θα ήταν ένας τελείως διαφορετικός πόλεμος. Αλλά τελικά ο πόλεμος του Yom Kippur ήταν μια από τις μεγαλύτερες νίκες του Ισραήλ. Η τελική μεταστροφή στο πεδίο της μάχης, άξιζε τη θέση της στη στρατιωτική ιστορία. Ο οδυνηρός πόλεμος κερδήθηκε από την άμμο και τις ικανότητες στρατιωτών και διοικητών στο πεδίο, παρά τα χοντρά λάθη των ανώτερων τους.
Επιτροπή Agranat
Η επιτροπή Agranat ήταν μια Iσραηλινή εθνική εξεταστική επιτροπή που ιδρύθηκε για να ερευνήσει τις αποτυχίες του πολέμου Yom Kippur, όπου το Ισραήλ αιφνιδιάστηκε από την επίθεση της Αιγύπτου και της Συρίας, τον Οκτώβριο του 1973. Η επιτροπή Agranat ιδρύθηκε σύμφωνα με απόφαση που πήρε η Ισραηλινή κυβέρνηση, στις 18 Νοεμβρίου 1973, μόλις υπεγράφη η συμφωνία διαχωρισμού των δυνάμεων με την Αίγυπτο.
Η εντολή της επιτροπής ήταν να διερευνήσει τις δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών πριν από τον πόλεμο, καθώς και την ετοιμότητα των στρατιωτικών δυνάμεων και τις στρατιωτικές αποφάσεις που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Επικεφαλής της Επιτροπής ήταν ο Shimon Agranat, Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Ισραήλ. Τα άλλα μέλη του ήταν ο δικαστής Moshe Landau, ο κρατικός επιθεωρητής Yitzchak Nebenzahl, και οι πρώην Αρχηγοί Γενικού Επιτελείου, Yigal Yadin και Chaim Laskov. Η επιτροπή σε 156 συναντήσεις, άκουσε ενενήντα μάρτυρες και έλαβε γραπτές μαρτυρίες από 188 επιπλέον στρατιωτικούς.
Την 1η Απριλίου 1974 η Επιτροπή παρουσίασε μια ενδιάμεση έκθεση, η οποία αφορούσε κυρίως τους λόγους αιφνιδιασμού κατά την έναρξη του πολέμου και τη αμεσότητα του Πρωθυπουργού, του Υπουργού Άμυνας και των Αρχηγών του Στρατού. 10 Ιουλίου 1974 εκδόθηκε η δεύτερη ενδιάμεση έκθεση. Ενώ η τελική, εκδόθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1975, η οποία κάλυψε επίσης τη γενική ετοιμότητα του IDF και τις ενέργειές του στις μάχες που έδωσε στο Σινά, για να αποτρέψει την προέλαση του Αιγυπτιακού στρατού πέραν της γραμμής των 12 χιλιομέτρων. Μεταξύ άλλων, αυτή η φάση της έκθεσης επικεντρώθηκε στις μονάδες και στις αποθήκες εκτάκτων αναγκών.
Τα συμπεράσματα της έκθεσης ενέπνευσαν την ανάγκη δημιουργίας συμβούλου του πρωθυπουργού σε θέματα πληροφοριών και μιας ειδικής υπηρεσίας AMAN (στρατιωτικής πληροφόρησης), που έχει ως αποστολή τη δημιουργία μιας αξιολόγησης κατάστασης που θα είναι αντίθετη από την αποδεκτή. Πολλά χρόνια αργότερα δημιουργήθηκε το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας για την εφαρμογή μιας από τις συστάσεις της Επιτροπής. Ένα άλλο αποτέλεσμα της Επιτροπής Agranat ήταν ο Βασικός Νόμος για τον Στρατό, ο οποίος καθόριζε την κατανομή της εξουσίας μεταξύ του στρατού και των πολιτικών ιθυνόντων.
Η επιτροπή έθεσε την κύρια ευθύνη για τον αιφνιδιασμό στις Πληροφορίες και την έλλειψη ετοιμότητας στους στρατιωτικούς ηγέτες, ενώ η κυβέρνηση αθωώθηκε στην κατηγορία της άμεσης ευθύνης.
Αυτή η επιεικής στάση της Επιτροπής απέναντι στις αποτυχίες της πρωθυπουργού Golda Meir και του υπουργού Άμυνας Moshe Dayan δεν έγινε δεκτή από το ισραηλινό κοινό, το οποίο ξεκίνησε διαδηλώσεις και άλλες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Όλα αυτά, οδήγησαν τελικά στην παραίτηση του Dayan και της Meir και στη δημιουργία μιας νέας κυβέρνησης από τον Yitzhak Rabin. Το ισραηλινό κοινό θεώρησε τη μεταχείριση των πολιτικών ηγετών ως ξέπλυμα λαθών και αυτό ήταν πιθανώς μια ακριβής εκτίμηση.
Η έκθεση είχε περίεργα κενά, στην αντιμετώπιση ζητημάτων όπως ο ρόλος της Ισραηλινής Πολεμικής Αεροπορίας και πολλές πτυχές όπως η μαρτυρία του στρατηγού Ariel Sharon και ο ρόλος του στον πόλεμο παραμένουν αμφιλεγόμενα. Η κατάθεση του Σαρόν δημοσιεύθηκε μόλις το 2008.
Η αποτυχία:
Σύμφωνα με την έκθεση, οι διοικητές του IDF, γενικά, και το προσωπικό της AMAN, ειδικά, ήταν κλειδωμένοι σε μια λανθασμένη "αντίληψη" (στην εβραϊκή γλώσσα: "Conceptziah) σχετικά με την πιθανότητα του πολέμου. Αυτή η αντίληψη, η οποία βασιζόταν σε κάποιες άκαμπτες αρχές, εμπόδισε την αξιολόγηση και την ανάλυση των διαφόρων πληροφοριών, που είχαν φτάσει από διάφορες πηγές και προειδοποιούσαν ρητά για τους κινδύνους του πολέμου.Στην επίσημη δημοσιευμένη έκδοση της έκθεσης Agranat παρατίθενται τρεις παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για το "Mechdal" (αποτυχία).
Αναφορά από την έκθεση Agranat σε μετάφραση:
1. Η πεισματική προσκόλληση των ηγετών πληροφοριών στη λεγόμενη γενική ιδέα ", σύμφωνα με την οποία :
α) η Αίγυπτος δεν θα πήγαινε σε πόλεμο εναντίον του Ισραήλ, εκτός αν μπορούσε πρώτα να εξασφαλίσει ότι ήταν σε θέση να διεισδύσει σε μεγάλο βάθος στην αεράμυνα του Ισραήλ.
β) Η Συρία δεν θα πήγαινε στον πόλεμο με το Ισραήλ παρά μόνο σε συντονισμό με την Αίγυπτο. Ήταν ξεκάθαρο για εμάς ... ότι αυτή η έννοια που ίσως ήταν σωστή αρχικά, δεν επανεξετάστηκε στο πρώτο και κρίσιμο μέρος της, όπως έπρεπε, ενόψει της πίεσης των μεταβαλλόμενων λόγων πολιτικής.
2. Ο επικεφαλής της AMAN υποσχέθηκε να προειδοποιήσει τον IDF σχετικά με την πρόθεση του εχθρού να ξεκινήσει έναν γενικό πόλεμο. Μια προειδοποίηση που θα έδινε τον χρόνο για να κληθούν οι έφεδροι. Η υπόσχεση αυτή τέθηκε ως βάση για τα αμυντικά σχέδια του IDF. Διαπιστώνουμε ότι δεν υπήρχε βάση ότι δόθηκε ποτέ στον IDF μια τόσο αποφασιστική αναφορά.
3. Στις ημέρες που προηγήθηκαν του πολέμου Yom Kippur, η AMAN (τμήμα έρευνας) είχε πληθώρα προειδοποιήσεων ... Η AMAN (έρευνα) και ο επικεφαλής της AMAN δεν αξιολόγησαν σωστά τις προειδοποιήσεις σε αυτά τα δεδομένα. Από την προσήλωσή τους στο δόγμα των αντιλήψεων και την προθυμία τους να δικαιολογήσουν την ανάπτυξη του εχθρού, κατά μήκος των εμπρόσθιων γραμμών, ο οποίς ήταν άνευ προηγουμένου σε μέγεθος ... έτσι ο εχθρός μπόρεσε να εξαπατήσει και να εκπλήξει τον IDF, με το πρόσχημα μιας άσκησης που υποτίθεται ότι διεξάγεται στην Αίγυπτο.
Η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε επίσης ότι υπήρξε μια αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην πρόσκληση των εφέδρων και ότι κανένα αμυντικό σχέδιο για την περίπτωση όπου οι τακτικές δυνάμεις θα χρειαζόταν να αναχαιτίσουν μια γενική επίθεση στα σύνορα της Συρίας και της Αιγύπτου, συγχρόνως. Μετά την παραλαβή της προειδοποίησης, το πρωί του Yom Kippur, η τακτική τεθωρακισμένη δύναμη δεν αναπτύχθηκε στο μέτωπο του καναλιού του Σουέζ και δεν δόθηκε σαφής εντολή στον επικεφαλής της Νότιας Διοίκησης (General Gonen), σχετικά με το πώς θα αναπτυχθεί για να ανταποκριθεί την αναμενόμενη επίθεση.
Το δημόσιο μέρος της έκθεσης γράφτηκε σαν να μην γνώριζε η επιτροπή Agranat διάφορα βασικά στοιχεία για τον πόλεμο:
1. Η AMAN (στρατιωτικό τμήμα πληροφοριών) βασίστηκε σε έναν κατάσκοπο ή διπλό πράκτορα, τον Ashraf Marwan, ο οποίος πέθανε πρόσφατα στο Λονδίνο κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Αυτός ο πράκτορας επέμενε για πολύ καιρό ότι η Αίγυπτος δεν ήταν έτοιμη να επιτεθεί. Δεν είναι σαφές εάν εξαπατήθηκε από την Αίγυπτο ή ενεργούσε ως διπλός πράκτορας. Ο Marwan, για διάφορες πηγές, είχε κακώς προσληφθεί ως πράκτορας της Mossad, αλλά δεν ήταν έτσι.
2. Η ιδέα ότι η Αίγυπτος δεν θα επιτεθεί χωρίς στήριξη αεροπορικής υπεροχής ήταν άκυρη όχι λόγω της αλλαγής πολιτικής, αλλά λόγω της αλλαγής της αιγυπτιακής στρατηγικής. Η Αίγυπτος δεν είχε καμία πρόθεση να ξεπεράσει την προέλαση των 12 χιλιομέτρων που είχε επιτύχει και επομένως η συνολική συζήτηση για την ενέργεια του IDF να τους φρενάρει ("krav blima") και της ίδιας της δράσης δεν ήταν σημαντική. Ο κρίσιμος παράγοντας της στρατιωτικής καταστροφής δεν συνέβη τον Οκτώβριο του 1973, αλλά στο τέλος του πολέμου Φθοράς, όταν το Ισραήλ επέτρεψε στους Σοβιετικούς να προωθήσουν τους πυραύλους SAM 3 και SAM 6 κοντά στη γραμμή του καναλιού. Οι κινητοί πυραύλοι Sam 6, ειδικότερα, παρείχαν μια αντιαεροπορική ομπρέλα στο βάθος προέλασης των 12 KM, και αυτή ήταν η πρόθεση κι ο σκοπός όλων των Αιγυπτίων.
Το μεγαλύτερο αμυντικό όπλο του Ισραήλ ήταν η Πολεμική Αεροπορία και η αεροπορία δεν κατάφερε να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Σπαταλήθηκε πολύς χρόνος επειδή η Διοίκηση της δεν μπορούσε να αποφασίσει αν θα έπρεπε να επιτεθεί σε εναέριες βάσεις ή εγκαταστάσεις πυραύλων SAM. Τα μαχητικά διαμορφώθηκαν και αναδιαμορφώθηκαν για κάθε τύπο επίθεσης - μια ενέργεια που χρειάστηκε ώρες. Η επίθεση εναντίον των αεροπορικών βάσεων σχεδιάστηκε με βάση την Operation Focus του Πολέμου των Έξι Ημερών. Όμως, η Πολεμική Αεροπορία δεν έλαβε υπόψη ότι τα Αιγυπτιακά αεροσκάφη φυλάσσονταν τώρα με ασφάλεια σε υπόγεια καταφύγια παρά σε υπόστεγα ή σε υπαίθριους χώρους. Δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να καταστραφεί η αιγυπτιακή αεροπορία στο έδαφος. Οι επιθέσεις εναντίον των πυραυλικών εγκαταστάσεων SAM βασίζονταν σε παλιές πληροφορίες - οι κινητοί πυραύλοι είχαν μετακινηθεί από τότε και δεν ήταν πια εκεί που οι στρατιωτικές πληροφορίες έλεγαν ότι θα ήταν.
Έλλειψη οριοθέτησης της εξουσίας:
Η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι υπήρξε έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά τις συγκεκριμένες ευθύνες για την εθνική ασφάλεια, του Πρωθυπουργού, του Υπουργού Άμυνας και του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, «Από συνταγματική άποψη, δεν καθορίστηκε ποτέ εάν ο Υπουργός Άμυνας είναι ένα είδος ανώτερου Επικεφαλής του Επιτελείου, που πρέπει να παρέχει καθοδήγηση στον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου στην ευθύνη του στον επιχειρησιακό τομέα ή είναι στην πραγματικότητα ο υπέρτατος διοικητής του IDF υπό την ιδιότητά του ως υπουργού άμυνας.
Η έλλειψη σαφήνειας των αρμοδιοτήτων που ίσχυαν στον τομέα της άμυνας, ένας τομέας που έρχεται πρώτος σε περιπτώσεις κρίσιμης σημασίας, καθιστά δύσκολη την αποτελεσματική δράση, μειώνει την επικέντρωση στη νομική εξουσία και προκαλεί ακόμη και έλλειψη διαύγειας και σύγχυσης στο κοινό ... υπάρχει μια ιδιαίτερη ανάγκη να προσδιοριστεί ποιος έχει την εξουσία να διατάξει την εφαρμογή των ενεργειών ενόψει μιας ξαφνικής απειλής ή όταν η ταχύτητα της αντίδρασης είναι ζωτικής σημασίας, όπως η ενεργοποίηση τακτικών δυνάμεων, η κλήση των συμπληρωματικών εφέδρων ή οποιαδήποτε άλλη πρόσκληση".
Ελαττώματα στην κυβερνητική δράση:
«Κατέστη σαφές για εμάς, ότι με την πάροδο του χρόνου υπήρξε αποτυχία στην εκπλήρωση του βαθμού υπευθυνότητας, που έπρεπε να εκπληρώσει η κυβέρνηση στις συζητήσεις τακτικής και στη λήψη αποφάσεων στο ανώτατο επίπεδο ... Είμαστε περαιτέρω της άποψης ότι κατά τον πόλεμο θα ήταν σωστό για την κυβέρνηση να δώσει στον πρωθυπουργό την εξουσία να δημιουργήσει μια ομάδα ... που θα ήταν υπεύθυνη για τις αποφάσεις σε επείγοντα θέματα σχετικά με τη διαχείριση του πολέμου».
Αλλαγές στον τρόπο συλλογής πληροφοριών:
Η επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι η αξιολόγηση των πληροφοριών ήταν ανατεθειμένη σε ένα μόνο φορέα και συνεπώς συνέστησε ορισμένες αλλαγές στην Ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών: διορισμός ειδικού συμβούλου στον πρωθυπουργό για θέματα πληροφοριών, ενίσχυση του τμήματος έρευνας του γραφείου εξωτερικού, σαφείς προδιαγραφές των κανόνων για τη διανομή και την ανατροφοδότηση των πρώτων δεδομένων πληροφοριών και τη δημιουργία μιας μονάδας αξιολόγησης πληροφοριών στο πλαίσιο της Mossad.
Ομοίως, η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι «είναι σημαντικό ο Πρωθυπουργός να έχει πρόσβαση σε πολιτικές, στρατιωτικές και άλλες αξιολογήσεις που είναι συγκεντρωμένες και βασίζονται σε διαφορετικές απόψεις και δεν προέρχονται μόνο από ένα ενιαίο φορέα».
Όσον αφορά την άμεση ευθύνη των φορέων χάραξης πολιτικής, η έκθεση Agranat εξήρε τη λειτουργική ικανότητα της πρωθυπουργού Golda Meir. Η επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι «Η δραστηριότητα της Πρωθυπουργού κατά τις κρίσιμες ημέρες πριν από τον πόλεμο, μαρτυρεί μια προσέγγιση που ήταν κατάλληλη για τη μεγάλη ευθύνη που της είχε ανατεθεί... [Η Πρωθυπουργός] χρησιμοποίησε σωστά τις εξουσίες λήψης αποφάσεων που της είχαν χορηγηθεί με βάση τις περιστάσεις της έκτακτης ανάγκης του πρωινού της ημέρας του Σαββάτου [Γιομ Κιπούρ]. " Ωστόσο, λίγο μετά τη δημοσίευση της ενδιάμεσης έκθεσης, η Meir παραιτήθηκε από τη θέση της ως Πρωθυπουργού λόγω της δημόσιας διαμαρτυρίας που προκάλεσε η «αθώωση» της ευθύνης της, για τις αποτυχίες του πολέμου.
Η Golda Meir ήταν άμεσα υπεύθυνη για την αποτυχία να εκδώσει εντολή για γενικής επιστράτευση των εφέδρων το πρωί του Yom Kippur. Αυτό ήταν ένα κρίσιμο λάθος, υπεύθυνο για την απώλεια πολλών ζωών. Έκανε το λάθος να βασιστεί σε ένα ενιαίο σύνολο εκτιμήσεων πληροφοριών, εκτιμήσεις για το μεγαλύτερο μέρος της προηγούμενης περιόδου, και στη μεγαλύτερη εικόνα, επειδή αρνήθηκε να εξετάσει μια πρόταση ειρήνης του 1971 από τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Anwar Sadat. Η Meir δεν είχε εμπειρία μάχης ή κατανόηση της στρατιωτικής στρατηγικής. Δυστυχώς, στον τομέα αυτό βασίστηκε αποκλειστικά στην κρίση του Moshe Dayan.
Η Ευθύνη του Υπουργού Άμυνας
Όσον αφορά τη λειτουργία του Υπουργού Άμυνας, η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι «πέρασε τα πρότυπα λογικής συμπεριφοράς που απαιτεί ο Υπουργός Άμυνας». Παρόλα αυτά, ο Dayan δεν ήταν μέρος της νέας κυβέρνησης που σχηματίστηκε από την Meir. Τα συμπεράσματα της επιτροπής Agranat, λένε πως ο Dayan πανικοβλήθηκε σε κρίσιμη στιγμή και άρχισε να μουρμουρίζει για την «πτώση του Τρίτου Ναού». Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, David Elazar ηρέμησε την κατάσταση.
'Ομως, ο Dayan φέρει την άμεση ευθύνη για τη διαταγή επιστροφής της Πολεμικής Αεροπορίας, ενω βρισκόταν ήδη στον αέρα για να επιτεθεί στο μέτωπο του Σινά, προκειμένου να εκτελέσει μια αναποτελεσματική επίθεση στο Συριακό μέτωπο. Ως Υπουργός Άμυνας, ο Dayan είχε τη ολική ευθύνη για την έλλειψη ετοιμότητας και για τις αποτυχίες πληροφοριών του IDF, καθώς και για το ότι δεν συνέστησε άμεση επιστράτευση των εφέδρων, είτε την Παρασκευή είτε το Σάββατο το πρωί πριν από την επίθεση.
Η Επιτροπή Agranat αγνόησε ανεξήγητα κάθε μία από αυτές τις αποτυχίες.
Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου
Η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι «ο αρχηγός του Επιτελείου, Στρατηγός David Elazar, έχει προσωπική ευθύνη για τα γεγονότα πριν από τον πόλεμο, αλλά για την αξιολόγηση της κατάστασης και την ετοιμότητα του IDF». Ως εκ τούτου, η επιτροπή πρότεινε τον τερματισμό της θητείας του ως Αρχηγού Γενικού Επιτελείου. Κατά συνέπεια, ο Elazar παραιτήθηκε τον Απρίλιο του 1974. Πολλοί Ισραηλινοί πίστευαν ότι έγινε αδικία στον Elazar, ο οποίος πήρε την ευθύνη για τις αποτυχίες από τον Moshe Dayan και άλλους. Αποδεδειγμένα, ζήτησε γενική επιστράτευση των εφέδρων το πρωί του Yom Kippur και απορρίφθηκε. Είχε επίσης καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση του ηθικού κατά τη διάρκεια του πολέμου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Elazar θα έπρεπε να έχει μεγαλύτερη επίγνωση της κατάστασης των αποθηκών και του στρατιωτικού εξοπλισμού, καθώς και το πρόβλημα της μονομερούς συλλογής πληροφοριών. Ωστόσο, σίγουρα δεν ήταν πιο ένοχος από τον Moshe Dayan.
Επικεφαλής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών
Η επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι ο επικεφαλής της AMAN (στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών) είχε τη μεγαλύτερη, άμεση και προσωπική ευθύνη για τις αποτυχίες των πληροφοριών. "Η ευθύνη για αυτά τα λάθη στην αξιολόγηση πρέπει να τοποθετηθούν πρώτα και κύρια στον επικεφαλής της AMAN και στον επικεφαλής βοηθό, τον επικεφαλής του ερευνητικού τμήματος της AMAN, που είναι ο μόνος οργανισμός στο κράτος που ασχολείται με την έρευνα των πληροφοριών. Απέτυχαν στο γεγονός ότι έδωσαν εντελώς ανεπαρκή προειδοποίηση στον IDF. Μόνο στις 4:30 π.μ. περίπου, το πρωί του Yom Kippur, ο επικεφαλής της AMAN ανακοίνωσε, με βάση τις νέες πληροφορίες που είχε λάβει, ότι ο εχθρός ήταν περίπου έτοιμος για να ξεκινήσει έναν πόλεμο ... αυτή η σύντομη προειδοποίηση δεν επέτρεψε την τακτική επιστράτευση των εφέδρων». Ως εκ τούτου, η επιτροπή Agranat συνέστησε ότι δεν μπορεί ο Zeira να συνεχίσει ως επικεφαλής της AMAN. Η δημοσίευση της έκθεσης οδήγησε στην παραίτηση του Zeira από το στρατό.
Και πάλι, η έκθεση γράφτηκε σαν να μην γνώριζε η Επιτροπή Agranat την ύπαρξη του Ashraf Marwan και δεν γνώριζε ότι η έκθεση Zeira βασίστηκε σε πληροφορίες που έλαβε από τον Marwan, μόνο την προηγούμενη μέρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και μετά τη διαβίβαση των πληροφοριών στην κυβέρνηση, η κυβέρνηση δεν ξεκίνησε γενική επιστράτευση εφέδρων ή έστω μερική. Είχαν δεχθεί αρκετές προειδοποιήσεις πληροφοριών από ξένες και άλλες πηγές, που υποδείκνυαν μεγάλη πιθανότητα πολέμου κι ασφαλώς και τις τελευταίες ημέρες πριν από τον πόλεμο. Εν τούτοις, δεν κλήθηκαν ζωτικές μονάδες όπως η υπηρεσία πεδίου πληροφοριών, ούτως ώστε δεν υπήρχαν ενημερωμένες αναφορές στόχευσης και ήταν δύσκολο να δοθεί αεροπορική υποστήριξη για τις μάχες στα Υψίπεδα του Γκολάν.
Αρχηγός της Νότιας Διοίκησης
Η Επιτροπή Agranat αποφάσισε ότι ο Shmuel Gonen (Gorodish) "δεν εκπλήρωσε σωστά τα καθήκοντά του και είναι υπεύθυνος σε μεγάλο μέρος της επικίνδυνης κατάστασης, στην οποία είχαν πιαστεί οι δυνάμεις μας". Η επιτροπή αναίρεσε την αρχική της σύσταση να αναστείλει τον Gonen από όλα τα διοικητικά καθήκοντά του, αλλά τα συμπεράσματά της προκάλεσαν την τελική παραίτησή του από τον IDF. Πρόσθετες παραιτήσεις ανώτερων αξιωματικών λόγω των συστάσεων της Επιτροπής Agranat περιλάμβαναν τον επικεφαλής του ερευνητικού τμήματος AMAN, τον επικεφαλής του Αιγυπτιακού Κλάδου στο ερευνητικό τμήμα και άλλους.
Η ιδέα της καθήλωσης των στρατευμάτων, σε μια λανθασμένη αντίληψη δεν προήλθε από την επιτροπή Agranat. Τέσσερις μήνες πριν η Επιτροπή Agranat δημοσιεύσει την πρώτη της έκθεση, μια Αμερικάνικη επιτροπή, δημιουργημένη από τον επικεφαλής της CIA, William Colby, δημοσίευσε την δική της, επικαλούμενη την καθήλωση σε εσφαλμένη γενική ιδέα, προφανώς λόγω του στρατηγού Daniel Graham. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι Αμερικανοί δεν είχαν ιδέα για την αιτία της εσφαλμένης αντίληψης - ένας Αιγύπτιος κατάσκοπος που τροφοδοτούσε με λανθασμένες πληροφορίες τους Ισραηλινούς, εσκεμμένα ή όχι.
Πολλά από τα συμπεράσματα και τις ακροάσεις της επιτροπής Agranat δεν αποχαρακτηρίστηκαν πλήρως εδώ και πολλά χρόνια και ίσως κάποια εξακολουθούν να είναι απόρρητα.
Δεν είναι βέβαιο ότι η πλήρης αποκάλυψη θα έβαζε τέλος στον διχασμό σχετικά με τις αποτυχίες του πολέμου Yom Kippur. Αρκετοί από τους υπεύθυνους δημοσίευσαν τις δικές τους εκδοχές γεγονότων ή τις δημοσίευσαν άλλοι γι' αυτούς.
Προσθέστε σε αυτό τις ερμηνείες που δημοσιεύθηκαν στις αραβικές χώρες και τις παρερμηνείες που φέρνει η απόσταση του χρόνου, τη σύγχυση που προκαλείται από τη θολότητα των αναμνήσεων και των θανάτων ορισμένων πρωταγωνιστών. Οι αντιθέσεις είναι τόσες πολλές, που και μια πλήρης εκδοχή θα μοιάζει με το Rashomon - πολλές διαφορετικές ερμηνείες της ίδιας πράξης.
Η εντολή της επιτροπής ήταν να διερευνήσει τις δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών πριν από τον πόλεμο, καθώς και την ετοιμότητα των στρατιωτικών δυνάμεων και τις στρατιωτικές αποφάσεις που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Επικεφαλής της Επιτροπής ήταν ο Shimon Agranat, Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Ισραήλ. Τα άλλα μέλη του ήταν ο δικαστής Moshe Landau, ο κρατικός επιθεωρητής Yitzchak Nebenzahl, και οι πρώην Αρχηγοί Γενικού Επιτελείου, Yigal Yadin και Chaim Laskov. Η επιτροπή σε 156 συναντήσεις, άκουσε ενενήντα μάρτυρες και έλαβε γραπτές μαρτυρίες από 188 επιπλέον στρατιωτικούς.
Την 1η Απριλίου 1974 η Επιτροπή παρουσίασε μια ενδιάμεση έκθεση, η οποία αφορούσε κυρίως τους λόγους αιφνιδιασμού κατά την έναρξη του πολέμου και τη αμεσότητα του Πρωθυπουργού, του Υπουργού Άμυνας και των Αρχηγών του Στρατού. 10 Ιουλίου 1974 εκδόθηκε η δεύτερη ενδιάμεση έκθεση. Ενώ η τελική, εκδόθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1975, η οποία κάλυψε επίσης τη γενική ετοιμότητα του IDF και τις ενέργειές του στις μάχες που έδωσε στο Σινά, για να αποτρέψει την προέλαση του Αιγυπτιακού στρατού πέραν της γραμμής των 12 χιλιομέτρων. Μεταξύ άλλων, αυτή η φάση της έκθεσης επικεντρώθηκε στις μονάδες και στις αποθήκες εκτάκτων αναγκών.
Τα συμπεράσματα της έκθεσης ενέπνευσαν την ανάγκη δημιουργίας συμβούλου του πρωθυπουργού σε θέματα πληροφοριών και μιας ειδικής υπηρεσίας AMAN (στρατιωτικής πληροφόρησης), που έχει ως αποστολή τη δημιουργία μιας αξιολόγησης κατάστασης που θα είναι αντίθετη από την αποδεκτή. Πολλά χρόνια αργότερα δημιουργήθηκε το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας για την εφαρμογή μιας από τις συστάσεις της Επιτροπής. Ένα άλλο αποτέλεσμα της Επιτροπής Agranat ήταν ο Βασικός Νόμος για τον Στρατό, ο οποίος καθόριζε την κατανομή της εξουσίας μεταξύ του στρατού και των πολιτικών ιθυνόντων.
Η επιτροπή έθεσε την κύρια ευθύνη για τον αιφνιδιασμό στις Πληροφορίες και την έλλειψη ετοιμότητας στους στρατιωτικούς ηγέτες, ενώ η κυβέρνηση αθωώθηκε στην κατηγορία της άμεσης ευθύνης.
Αυτή η επιεικής στάση της Επιτροπής απέναντι στις αποτυχίες της πρωθυπουργού Golda Meir και του υπουργού Άμυνας Moshe Dayan δεν έγινε δεκτή από το ισραηλινό κοινό, το οποίο ξεκίνησε διαδηλώσεις και άλλες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Όλα αυτά, οδήγησαν τελικά στην παραίτηση του Dayan και της Meir και στη δημιουργία μιας νέας κυβέρνησης από τον Yitzhak Rabin. Το ισραηλινό κοινό θεώρησε τη μεταχείριση των πολιτικών ηγετών ως ξέπλυμα λαθών και αυτό ήταν πιθανώς μια ακριβής εκτίμηση.
Η έκθεση είχε περίεργα κενά, στην αντιμετώπιση ζητημάτων όπως ο ρόλος της Ισραηλινής Πολεμικής Αεροπορίας και πολλές πτυχές όπως η μαρτυρία του στρατηγού Ariel Sharon και ο ρόλος του στον πόλεμο παραμένουν αμφιλεγόμενα. Η κατάθεση του Σαρόν δημοσιεύθηκε μόλις το 2008.
Η αποτυχία:
Σύμφωνα με την έκθεση, οι διοικητές του IDF, γενικά, και το προσωπικό της AMAN, ειδικά, ήταν κλειδωμένοι σε μια λανθασμένη "αντίληψη" (στην εβραϊκή γλώσσα: "Conceptziah) σχετικά με την πιθανότητα του πολέμου. Αυτή η αντίληψη, η οποία βασιζόταν σε κάποιες άκαμπτες αρχές, εμπόδισε την αξιολόγηση και την ανάλυση των διαφόρων πληροφοριών, που είχαν φτάσει από διάφορες πηγές και προειδοποιούσαν ρητά για τους κινδύνους του πολέμου.Στην επίσημη δημοσιευμένη έκδοση της έκθεσης Agranat παρατίθενται τρεις παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για το "Mechdal" (αποτυχία).
Αναφορά από την έκθεση Agranat σε μετάφραση:
1. Η πεισματική προσκόλληση των ηγετών πληροφοριών στη λεγόμενη γενική ιδέα ", σύμφωνα με την οποία :
α) η Αίγυπτος δεν θα πήγαινε σε πόλεμο εναντίον του Ισραήλ, εκτός αν μπορούσε πρώτα να εξασφαλίσει ότι ήταν σε θέση να διεισδύσει σε μεγάλο βάθος στην αεράμυνα του Ισραήλ.
β) Η Συρία δεν θα πήγαινε στον πόλεμο με το Ισραήλ παρά μόνο σε συντονισμό με την Αίγυπτο. Ήταν ξεκάθαρο για εμάς ... ότι αυτή η έννοια που ίσως ήταν σωστή αρχικά, δεν επανεξετάστηκε στο πρώτο και κρίσιμο μέρος της, όπως έπρεπε, ενόψει της πίεσης των μεταβαλλόμενων λόγων πολιτικής.
2. Ο επικεφαλής της AMAN υποσχέθηκε να προειδοποιήσει τον IDF σχετικά με την πρόθεση του εχθρού να ξεκινήσει έναν γενικό πόλεμο. Μια προειδοποίηση που θα έδινε τον χρόνο για να κληθούν οι έφεδροι. Η υπόσχεση αυτή τέθηκε ως βάση για τα αμυντικά σχέδια του IDF. Διαπιστώνουμε ότι δεν υπήρχε βάση ότι δόθηκε ποτέ στον IDF μια τόσο αποφασιστική αναφορά.
3. Στις ημέρες που προηγήθηκαν του πολέμου Yom Kippur, η AMAN (τμήμα έρευνας) είχε πληθώρα προειδοποιήσεων ... Η AMAN (έρευνα) και ο επικεφαλής της AMAN δεν αξιολόγησαν σωστά τις προειδοποιήσεις σε αυτά τα δεδομένα. Από την προσήλωσή τους στο δόγμα των αντιλήψεων και την προθυμία τους να δικαιολογήσουν την ανάπτυξη του εχθρού, κατά μήκος των εμπρόσθιων γραμμών, ο οποίς ήταν άνευ προηγουμένου σε μέγεθος ... έτσι ο εχθρός μπόρεσε να εξαπατήσει και να εκπλήξει τον IDF, με το πρόσχημα μιας άσκησης που υποτίθεται ότι διεξάγεται στην Αίγυπτο.
Η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε επίσης ότι υπήρξε μια αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην πρόσκληση των εφέδρων και ότι κανένα αμυντικό σχέδιο για την περίπτωση όπου οι τακτικές δυνάμεις θα χρειαζόταν να αναχαιτίσουν μια γενική επίθεση στα σύνορα της Συρίας και της Αιγύπτου, συγχρόνως. Μετά την παραλαβή της προειδοποίησης, το πρωί του Yom Kippur, η τακτική τεθωρακισμένη δύναμη δεν αναπτύχθηκε στο μέτωπο του καναλιού του Σουέζ και δεν δόθηκε σαφής εντολή στον επικεφαλής της Νότιας Διοίκησης (General Gonen), σχετικά με το πώς θα αναπτυχθεί για να ανταποκριθεί την αναμενόμενη επίθεση.
Το δημόσιο μέρος της έκθεσης γράφτηκε σαν να μην γνώριζε η επιτροπή Agranat διάφορα βασικά στοιχεία για τον πόλεμο:
1. Η AMAN (στρατιωτικό τμήμα πληροφοριών) βασίστηκε σε έναν κατάσκοπο ή διπλό πράκτορα, τον Ashraf Marwan, ο οποίος πέθανε πρόσφατα στο Λονδίνο κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Αυτός ο πράκτορας επέμενε για πολύ καιρό ότι η Αίγυπτος δεν ήταν έτοιμη να επιτεθεί. Δεν είναι σαφές εάν εξαπατήθηκε από την Αίγυπτο ή ενεργούσε ως διπλός πράκτορας. Ο Marwan, για διάφορες πηγές, είχε κακώς προσληφθεί ως πράκτορας της Mossad, αλλά δεν ήταν έτσι.
2. Η ιδέα ότι η Αίγυπτος δεν θα επιτεθεί χωρίς στήριξη αεροπορικής υπεροχής ήταν άκυρη όχι λόγω της αλλαγής πολιτικής, αλλά λόγω της αλλαγής της αιγυπτιακής στρατηγικής. Η Αίγυπτος δεν είχε καμία πρόθεση να ξεπεράσει την προέλαση των 12 χιλιομέτρων που είχε επιτύχει και επομένως η συνολική συζήτηση για την ενέργεια του IDF να τους φρενάρει ("krav blima") και της ίδιας της δράσης δεν ήταν σημαντική. Ο κρίσιμος παράγοντας της στρατιωτικής καταστροφής δεν συνέβη τον Οκτώβριο του 1973, αλλά στο τέλος του πολέμου Φθοράς, όταν το Ισραήλ επέτρεψε στους Σοβιετικούς να προωθήσουν τους πυραύλους SAM 3 και SAM 6 κοντά στη γραμμή του καναλιού. Οι κινητοί πυραύλοι Sam 6, ειδικότερα, παρείχαν μια αντιαεροπορική ομπρέλα στο βάθος προέλασης των 12 KM, και αυτή ήταν η πρόθεση κι ο σκοπός όλων των Αιγυπτίων.
Το μεγαλύτερο αμυντικό όπλο του Ισραήλ ήταν η Πολεμική Αεροπορία και η αεροπορία δεν κατάφερε να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Σπαταλήθηκε πολύς χρόνος επειδή η Διοίκηση της δεν μπορούσε να αποφασίσει αν θα έπρεπε να επιτεθεί σε εναέριες βάσεις ή εγκαταστάσεις πυραύλων SAM. Τα μαχητικά διαμορφώθηκαν και αναδιαμορφώθηκαν για κάθε τύπο επίθεσης - μια ενέργεια που χρειάστηκε ώρες. Η επίθεση εναντίον των αεροπορικών βάσεων σχεδιάστηκε με βάση την Operation Focus του Πολέμου των Έξι Ημερών. Όμως, η Πολεμική Αεροπορία δεν έλαβε υπόψη ότι τα Αιγυπτιακά αεροσκάφη φυλάσσονταν τώρα με ασφάλεια σε υπόγεια καταφύγια παρά σε υπόστεγα ή σε υπαίθριους χώρους. Δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να καταστραφεί η αιγυπτιακή αεροπορία στο έδαφος. Οι επιθέσεις εναντίον των πυραυλικών εγκαταστάσεων SAM βασίζονταν σε παλιές πληροφορίες - οι κινητοί πυραύλοι είχαν μετακινηθεί από τότε και δεν ήταν πια εκεί που οι στρατιωτικές πληροφορίες έλεγαν ότι θα ήταν.
Έλλειψη οριοθέτησης της εξουσίας:
Η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι υπήρξε έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά τις συγκεκριμένες ευθύνες για την εθνική ασφάλεια, του Πρωθυπουργού, του Υπουργού Άμυνας και του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, «Από συνταγματική άποψη, δεν καθορίστηκε ποτέ εάν ο Υπουργός Άμυνας είναι ένα είδος ανώτερου Επικεφαλής του Επιτελείου, που πρέπει να παρέχει καθοδήγηση στον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου στην ευθύνη του στον επιχειρησιακό τομέα ή είναι στην πραγματικότητα ο υπέρτατος διοικητής του IDF υπό την ιδιότητά του ως υπουργού άμυνας.
Η έλλειψη σαφήνειας των αρμοδιοτήτων που ίσχυαν στον τομέα της άμυνας, ένας τομέας που έρχεται πρώτος σε περιπτώσεις κρίσιμης σημασίας, καθιστά δύσκολη την αποτελεσματική δράση, μειώνει την επικέντρωση στη νομική εξουσία και προκαλεί ακόμη και έλλειψη διαύγειας και σύγχυσης στο κοινό ... υπάρχει μια ιδιαίτερη ανάγκη να προσδιοριστεί ποιος έχει την εξουσία να διατάξει την εφαρμογή των ενεργειών ενόψει μιας ξαφνικής απειλής ή όταν η ταχύτητα της αντίδρασης είναι ζωτικής σημασίας, όπως η ενεργοποίηση τακτικών δυνάμεων, η κλήση των συμπληρωματικών εφέδρων ή οποιαδήποτε άλλη πρόσκληση".
Ελαττώματα στην κυβερνητική δράση:
«Κατέστη σαφές για εμάς, ότι με την πάροδο του χρόνου υπήρξε αποτυχία στην εκπλήρωση του βαθμού υπευθυνότητας, που έπρεπε να εκπληρώσει η κυβέρνηση στις συζητήσεις τακτικής και στη λήψη αποφάσεων στο ανώτατο επίπεδο ... Είμαστε περαιτέρω της άποψης ότι κατά τον πόλεμο θα ήταν σωστό για την κυβέρνηση να δώσει στον πρωθυπουργό την εξουσία να δημιουργήσει μια ομάδα ... που θα ήταν υπεύθυνη για τις αποφάσεις σε επείγοντα θέματα σχετικά με τη διαχείριση του πολέμου».
Αλλαγές στον τρόπο συλλογής πληροφοριών:
Η επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι η αξιολόγηση των πληροφοριών ήταν ανατεθειμένη σε ένα μόνο φορέα και συνεπώς συνέστησε ορισμένες αλλαγές στην Ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών: διορισμός ειδικού συμβούλου στον πρωθυπουργό για θέματα πληροφοριών, ενίσχυση του τμήματος έρευνας του γραφείου εξωτερικού, σαφείς προδιαγραφές των κανόνων για τη διανομή και την ανατροφοδότηση των πρώτων δεδομένων πληροφοριών και τη δημιουργία μιας μονάδας αξιολόγησης πληροφοριών στο πλαίσιο της Mossad.
Ομοίως, η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι «είναι σημαντικό ο Πρωθυπουργός να έχει πρόσβαση σε πολιτικές, στρατιωτικές και άλλες αξιολογήσεις που είναι συγκεντρωμένες και βασίζονται σε διαφορετικές απόψεις και δεν προέρχονται μόνο από ένα ενιαίο φορέα».
Όσον αφορά την άμεση ευθύνη των φορέων χάραξης πολιτικής, η έκθεση Agranat εξήρε τη λειτουργική ικανότητα της πρωθυπουργού Golda Meir. Η επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι «Η δραστηριότητα της Πρωθυπουργού κατά τις κρίσιμες ημέρες πριν από τον πόλεμο, μαρτυρεί μια προσέγγιση που ήταν κατάλληλη για τη μεγάλη ευθύνη που της είχε ανατεθεί... [Η Πρωθυπουργός] χρησιμοποίησε σωστά τις εξουσίες λήψης αποφάσεων που της είχαν χορηγηθεί με βάση τις περιστάσεις της έκτακτης ανάγκης του πρωινού της ημέρας του Σαββάτου [Γιομ Κιπούρ]. " Ωστόσο, λίγο μετά τη δημοσίευση της ενδιάμεσης έκθεσης, η Meir παραιτήθηκε από τη θέση της ως Πρωθυπουργού λόγω της δημόσιας διαμαρτυρίας που προκάλεσε η «αθώωση» της ευθύνης της, για τις αποτυχίες του πολέμου.
Η Golda Meir ήταν άμεσα υπεύθυνη για την αποτυχία να εκδώσει εντολή για γενικής επιστράτευση των εφέδρων το πρωί του Yom Kippur. Αυτό ήταν ένα κρίσιμο λάθος, υπεύθυνο για την απώλεια πολλών ζωών. Έκανε το λάθος να βασιστεί σε ένα ενιαίο σύνολο εκτιμήσεων πληροφοριών, εκτιμήσεις για το μεγαλύτερο μέρος της προηγούμενης περιόδου, και στη μεγαλύτερη εικόνα, επειδή αρνήθηκε να εξετάσει μια πρόταση ειρήνης του 1971 από τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Anwar Sadat. Η Meir δεν είχε εμπειρία μάχης ή κατανόηση της στρατιωτικής στρατηγικής. Δυστυχώς, στον τομέα αυτό βασίστηκε αποκλειστικά στην κρίση του Moshe Dayan.
Η Ευθύνη του Υπουργού Άμυνας
Όσον αφορά τη λειτουργία του Υπουργού Άμυνας, η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι «πέρασε τα πρότυπα λογικής συμπεριφοράς που απαιτεί ο Υπουργός Άμυνας». Παρόλα αυτά, ο Dayan δεν ήταν μέρος της νέας κυβέρνησης που σχηματίστηκε από την Meir. Τα συμπεράσματα της επιτροπής Agranat, λένε πως ο Dayan πανικοβλήθηκε σε κρίσιμη στιγμή και άρχισε να μουρμουρίζει για την «πτώση του Τρίτου Ναού». Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, David Elazar ηρέμησε την κατάσταση.
'Ομως, ο Dayan φέρει την άμεση ευθύνη για τη διαταγή επιστροφής της Πολεμικής Αεροπορίας, ενω βρισκόταν ήδη στον αέρα για να επιτεθεί στο μέτωπο του Σινά, προκειμένου να εκτελέσει μια αναποτελεσματική επίθεση στο Συριακό μέτωπο. Ως Υπουργός Άμυνας, ο Dayan είχε τη ολική ευθύνη για την έλλειψη ετοιμότητας και για τις αποτυχίες πληροφοριών του IDF, καθώς και για το ότι δεν συνέστησε άμεση επιστράτευση των εφέδρων, είτε την Παρασκευή είτε το Σάββατο το πρωί πριν από την επίθεση.
Η Επιτροπή Agranat αγνόησε ανεξήγητα κάθε μία από αυτές τις αποτυχίες.
Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου
Η Επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι «ο αρχηγός του Επιτελείου, Στρατηγός David Elazar, έχει προσωπική ευθύνη για τα γεγονότα πριν από τον πόλεμο, αλλά για την αξιολόγηση της κατάστασης και την ετοιμότητα του IDF». Ως εκ τούτου, η επιτροπή πρότεινε τον τερματισμό της θητείας του ως Αρχηγού Γενικού Επιτελείου. Κατά συνέπεια, ο Elazar παραιτήθηκε τον Απρίλιο του 1974. Πολλοί Ισραηλινοί πίστευαν ότι έγινε αδικία στον Elazar, ο οποίος πήρε την ευθύνη για τις αποτυχίες από τον Moshe Dayan και άλλους. Αποδεδειγμένα, ζήτησε γενική επιστράτευση των εφέδρων το πρωί του Yom Kippur και απορρίφθηκε. Είχε επίσης καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση του ηθικού κατά τη διάρκεια του πολέμου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Elazar θα έπρεπε να έχει μεγαλύτερη επίγνωση της κατάστασης των αποθηκών και του στρατιωτικού εξοπλισμού, καθώς και το πρόβλημα της μονομερούς συλλογής πληροφοριών. Ωστόσο, σίγουρα δεν ήταν πιο ένοχος από τον Moshe Dayan.
Επικεφαλής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών
Η επιτροπή Agranat διαπίστωσε ότι ο επικεφαλής της AMAN (στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών) είχε τη μεγαλύτερη, άμεση και προσωπική ευθύνη για τις αποτυχίες των πληροφοριών. "Η ευθύνη για αυτά τα λάθη στην αξιολόγηση πρέπει να τοποθετηθούν πρώτα και κύρια στον επικεφαλής της AMAN και στον επικεφαλής βοηθό, τον επικεφαλής του ερευνητικού τμήματος της AMAN, που είναι ο μόνος οργανισμός στο κράτος που ασχολείται με την έρευνα των πληροφοριών. Απέτυχαν στο γεγονός ότι έδωσαν εντελώς ανεπαρκή προειδοποίηση στον IDF. Μόνο στις 4:30 π.μ. περίπου, το πρωί του Yom Kippur, ο επικεφαλής της AMAN ανακοίνωσε, με βάση τις νέες πληροφορίες που είχε λάβει, ότι ο εχθρός ήταν περίπου έτοιμος για να ξεκινήσει έναν πόλεμο ... αυτή η σύντομη προειδοποίηση δεν επέτρεψε την τακτική επιστράτευση των εφέδρων». Ως εκ τούτου, η επιτροπή Agranat συνέστησε ότι δεν μπορεί ο Zeira να συνεχίσει ως επικεφαλής της AMAN. Η δημοσίευση της έκθεσης οδήγησε στην παραίτηση του Zeira από το στρατό.
Και πάλι, η έκθεση γράφτηκε σαν να μην γνώριζε η Επιτροπή Agranat την ύπαρξη του Ashraf Marwan και δεν γνώριζε ότι η έκθεση Zeira βασίστηκε σε πληροφορίες που έλαβε από τον Marwan, μόνο την προηγούμενη μέρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και μετά τη διαβίβαση των πληροφοριών στην κυβέρνηση, η κυβέρνηση δεν ξεκίνησε γενική επιστράτευση εφέδρων ή έστω μερική. Είχαν δεχθεί αρκετές προειδοποιήσεις πληροφοριών από ξένες και άλλες πηγές, που υποδείκνυαν μεγάλη πιθανότητα πολέμου κι ασφαλώς και τις τελευταίες ημέρες πριν από τον πόλεμο. Εν τούτοις, δεν κλήθηκαν ζωτικές μονάδες όπως η υπηρεσία πεδίου πληροφοριών, ούτως ώστε δεν υπήρχαν ενημερωμένες αναφορές στόχευσης και ήταν δύσκολο να δοθεί αεροπορική υποστήριξη για τις μάχες στα Υψίπεδα του Γκολάν.
Αρχηγός της Νότιας Διοίκησης
Η Επιτροπή Agranat αποφάσισε ότι ο Shmuel Gonen (Gorodish) "δεν εκπλήρωσε σωστά τα καθήκοντά του και είναι υπεύθυνος σε μεγάλο μέρος της επικίνδυνης κατάστασης, στην οποία είχαν πιαστεί οι δυνάμεις μας". Η επιτροπή αναίρεσε την αρχική της σύσταση να αναστείλει τον Gonen από όλα τα διοικητικά καθήκοντά του, αλλά τα συμπεράσματά της προκάλεσαν την τελική παραίτησή του από τον IDF. Πρόσθετες παραιτήσεις ανώτερων αξιωματικών λόγω των συστάσεων της Επιτροπής Agranat περιλάμβαναν τον επικεφαλής του ερευνητικού τμήματος AMAN, τον επικεφαλής του Αιγυπτιακού Κλάδου στο ερευνητικό τμήμα και άλλους.
Η ιδέα της καθήλωσης των στρατευμάτων, σε μια λανθασμένη αντίληψη δεν προήλθε από την επιτροπή Agranat. Τέσσερις μήνες πριν η Επιτροπή Agranat δημοσιεύσει την πρώτη της έκθεση, μια Αμερικάνικη επιτροπή, δημιουργημένη από τον επικεφαλής της CIA, William Colby, δημοσίευσε την δική της, επικαλούμενη την καθήλωση σε εσφαλμένη γενική ιδέα, προφανώς λόγω του στρατηγού Daniel Graham. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι Αμερικανοί δεν είχαν ιδέα για την αιτία της εσφαλμένης αντίληψης - ένας Αιγύπτιος κατάσκοπος που τροφοδοτούσε με λανθασμένες πληροφορίες τους Ισραηλινούς, εσκεμμένα ή όχι.
Πολλά από τα συμπεράσματα και τις ακροάσεις της επιτροπής Agranat δεν αποχαρακτηρίστηκαν πλήρως εδώ και πολλά χρόνια και ίσως κάποια εξακολουθούν να είναι απόρρητα.
Δεν είναι βέβαιο ότι η πλήρης αποκάλυψη θα έβαζε τέλος στον διχασμό σχετικά με τις αποτυχίες του πολέμου Yom Kippur. Αρκετοί από τους υπεύθυνους δημοσίευσαν τις δικές τους εκδοχές γεγονότων ή τις δημοσίευσαν άλλοι γι' αυτούς.
Προσθέστε σε αυτό τις ερμηνείες που δημοσιεύθηκαν στις αραβικές χώρες και τις παρερμηνείες που φέρνει η απόσταση του χρόνου, τη σύγχυση που προκαλείται από τη θολότητα των αναμνήσεων και των θανάτων ορισμένων πρωταγωνιστών. Οι αντιθέσεις είναι τόσες πολλές, που και μια πλήρης εκδοχή θα μοιάζει με το Rashomon - πολλές διαφορετικές ερμηνείες της ίδιας πράξης.
Έγγραφα που παρουσιάστηκαν τον Σεπτέμβριο του 2012
Η υπηρεσία πληροφοριών γνώριζε για την αιφνιδιαστική επίθεση της Αιγύπτου μια εβδομάδα νωρίτερα, αλλά δεν διαβίβασε σωστά τις πληροφορίες, λέει η αποχαρακτηρισμένη αναφορά. Το ισραηλινό πρακτορείο πληροφοριών Mossad γνώριζε μια ολόκληρη εβδομάδα πιο πριν, ότι η Αίγυπτος σχεδίαζε να ξεκινήσει μια επίθεση αιφνιδιασμού στο Yom Kippur το 1973, αλλά δεν διαβίβασε τις πληροφορίες κατά τρόπο σαφή και κατηγορηματικό στο γραφείο της Πρωθυπουργού Golda Meir, σύμφωνα με παλαιότερες διαβαθμισμένες πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν την Πέμπτη. Τα ευρήματα προέρχονται από την επιτροπή που είχε επιφορτιστεί με την διερεύνηση του πολέμου.
Η προειδοποίηση έδειξε ότι η Αίγυπτος επρόκειτο να επιτεθεί υπό την κάλυψη μιας στρατιωτικής άσκησης.
Οι πληροφορίες της Μοσάντ, που λήφθηκαν από τον γαμπρό του Gamal Abdel Nasser, Ashraf Marwan, δεν έφθασαν ποτέ στο γραφείο της Πρωθυπουργού, σύμφωνα με τον Ταξίαρχο Yisrael Lior, στρατιωτικό ακόλουθο της Πρωθυπουργού. Ο Lior αναφέρεται στο πρόσφατα αποχαρακτηρισμένο υλικό λέγοντας ότι, εάν γνώριζε για τις πληροφορίες της Μοσάντ, θα είχε "πετάξει" στο γραφείο του Αναπληρωτή Πρωθυπουργού Yigal Allon - ο οποίος αναπλήρωνε τότε την απούσα Meir - και θα τον προειδοποιούσε.
Στις 5 Οκτωβρίου στις 12:30 το βράδυ, ένα τηλεγράφημα με επείγουσα ένδειξη έφθασε στην έδρα της Mossad στο Τελ Αβίβ. Σε αυτό, ο Marwan ανέφερε ότι ο πόλεμος ήταν επικείμενος και ζήτησε συνάντηση στο Λονδίνο με τον επικεφαλής της Μοσάντ, Zvi Zamir. Ένας νυχτερινός γραμματέας διάβασε το έγγραφο στον Alfred Eini, υπασπιστή του Zamir, ο οποίος είπε στην επιτροπή ότι αισθάνθηκε ότι το τηλεγράφημα ήταν αρκετά επείγον να δικαιολογήσει το μεταμεσονύχτιο ξύπνημα του Zamir. Σύμφωνα με το πρόσφατα δημοσιευμένο υλικό, ο Yitzhak Nebenzahl, κυβερνητικός ελεγκτής και μέλος της επιτροπής, ρώτησε τον Eini εάν οι πληροφορίες αφορούσαν «μια προειδοποίηση για το ξέσπασμα του πολέμου ή εάν το θέμα ήταν πόλεμος».
Ο Eini δήλωσε πως "έγινε κατανοητό ότι αυτό ήταν μια προειδοποίηση για το ξέσπασμα του πολέμου". Kάλεσε τον Zamir, ο οποίος φάνηκε ασταθής και αδιάφορος. Στα πρωτόκολλα, ο Eini περιέγραψε τη συζήτηση: «Αυτός [ο Zamir] με άκουσε. Είπε "σας ευχαριστώ" και στη συνέχεια είπε: "Εντάξει, θα πάω να τον δω [Marwan] αύριο το πρωί". Η πενταμελής επιτροπή Agranat, υπό την προεδρία του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Shimon Agranat, διορίστηκε από την κυβέρνηση για να εξετάσει τις αποτυχίες που προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια των πρώτων σταδίων του πολέμου. Τα νέα έγγραφα, που φυλάσσονταν για δεκαετίες, απελευθερώθηκαν λίγο πριν από την 39η επέτειο του πολέμου.
Τα δημόσια ευρήματα της επιτροπής, που κυκλοφόρησαν την άνοιξη του 1974, ζήτησαν την παραίτηση τεσσάρων ανώτερων αξιωματικών, μεταξύ των οποίων ο Ταξίαρχος Zeira, ο Διοικητής της στρατιωτικής μυστικής υπηρεσίας πληροφοριών και ουσιαστικά ανάγκασε σε παραίτηση τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, Στρατηγό David Elazar, ο οποίος βρέθηκε να "φέρει την άμεση ευθύνη" για την άθλια κατάσταση ετοιμότητας του στρατού την παραμονή του πολέμου. Η Πρωθυπουργός κ. Meir αθωώθηκε από την ευθύνη, αλλά απομακρύνθηκε από το αξίωμα της λόγω της αντίδρασης του Ισραηλινού λαού. Παραιτήθηκε από τη θέση της εννέα ημέρες μετά τη δημοσίευση της έκθεσης.
Η προειδοποίηση έδειξε ότι η Αίγυπτος επρόκειτο να επιτεθεί υπό την κάλυψη μιας στρατιωτικής άσκησης.
Οι πληροφορίες της Μοσάντ, που λήφθηκαν από τον γαμπρό του Gamal Abdel Nasser, Ashraf Marwan, δεν έφθασαν ποτέ στο γραφείο της Πρωθυπουργού, σύμφωνα με τον Ταξίαρχο Yisrael Lior, στρατιωτικό ακόλουθο της Πρωθυπουργού. Ο Lior αναφέρεται στο πρόσφατα αποχαρακτηρισμένο υλικό λέγοντας ότι, εάν γνώριζε για τις πληροφορίες της Μοσάντ, θα είχε "πετάξει" στο γραφείο του Αναπληρωτή Πρωθυπουργού Yigal Allon - ο οποίος αναπλήρωνε τότε την απούσα Meir - και θα τον προειδοποιούσε.
Στις 5 Οκτωβρίου στις 12:30 το βράδυ, ένα τηλεγράφημα με επείγουσα ένδειξη έφθασε στην έδρα της Mossad στο Τελ Αβίβ. Σε αυτό, ο Marwan ανέφερε ότι ο πόλεμος ήταν επικείμενος και ζήτησε συνάντηση στο Λονδίνο με τον επικεφαλής της Μοσάντ, Zvi Zamir. Ένας νυχτερινός γραμματέας διάβασε το έγγραφο στον Alfred Eini, υπασπιστή του Zamir, ο οποίος είπε στην επιτροπή ότι αισθάνθηκε ότι το τηλεγράφημα ήταν αρκετά επείγον να δικαιολογήσει το μεταμεσονύχτιο ξύπνημα του Zamir. Σύμφωνα με το πρόσφατα δημοσιευμένο υλικό, ο Yitzhak Nebenzahl, κυβερνητικός ελεγκτής και μέλος της επιτροπής, ρώτησε τον Eini εάν οι πληροφορίες αφορούσαν «μια προειδοποίηση για το ξέσπασμα του πολέμου ή εάν το θέμα ήταν πόλεμος».
Ο Eini δήλωσε πως "έγινε κατανοητό ότι αυτό ήταν μια προειδοποίηση για το ξέσπασμα του πολέμου". Kάλεσε τον Zamir, ο οποίος φάνηκε ασταθής και αδιάφορος. Στα πρωτόκολλα, ο Eini περιέγραψε τη συζήτηση: «Αυτός [ο Zamir] με άκουσε. Είπε "σας ευχαριστώ" και στη συνέχεια είπε: "Εντάξει, θα πάω να τον δω [Marwan] αύριο το πρωί". Η πενταμελής επιτροπή Agranat, υπό την προεδρία του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Shimon Agranat, διορίστηκε από την κυβέρνηση για να εξετάσει τις αποτυχίες που προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια των πρώτων σταδίων του πολέμου. Τα νέα έγγραφα, που φυλάσσονταν για δεκαετίες, απελευθερώθηκαν λίγο πριν από την 39η επέτειο του πολέμου.
Τα δημόσια ευρήματα της επιτροπής, που κυκλοφόρησαν την άνοιξη του 1974, ζήτησαν την παραίτηση τεσσάρων ανώτερων αξιωματικών, μεταξύ των οποίων ο Ταξίαρχος Zeira, ο Διοικητής της στρατιωτικής μυστικής υπηρεσίας πληροφοριών και ουσιαστικά ανάγκασε σε παραίτηση τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, Στρατηγό David Elazar, ο οποίος βρέθηκε να "φέρει την άμεση ευθύνη" για την άθλια κατάσταση ετοιμότητας του στρατού την παραμονή του πολέμου. Η Πρωθυπουργός κ. Meir αθωώθηκε από την ευθύνη, αλλά απομακρύνθηκε από το αξίωμα της λόγω της αντίδρασης του Ισραηλινού λαού. Παραιτήθηκε από τη θέση της εννέα ημέρες μετά τη δημοσίευση της έκθεσης.
Ο υπουργός Εξωτερικών Abba Eban έμαθε για τη ριζική αλλαγή αξιολόγησης του πολέμου μετά τη διάρκεια αρκετών ωρών, σύμφωνα με τα χαρτιά. Είπε στην επιτροπή ότι το απόγευμα της Παρασκευής στις 17:30, λιγότερο από μία ώρα πριν από την έναρξη των διακοπών του Γιόμ Κιπούρ, έλαβε ένα τηλεγράφημα από το Ισραήλ που ανέφερε ότι υπήρχε μια πιθανότητα συντονισμένης Συριακής και Αιγυπτιακής επίθεσης, αλλά ότι η πιθανότητα αυτής ήταν χαμηλή.
Λίγες ώρες αργότερα, είπε στην επιτροπή, ότι έλαβε το εξής: «Σύμφωνα με αυθεντικές πηγές πληροφοριών, οι Αιγύπτιοι και οι Σύριοι θα ξεκινήσουν μια συντονισμένη επίθεση προς το βράδυ. Ο στόχος: να κατακτήσουν το Γκολάν, να διασχίσουν το κανάλι και να εδραιωθούν στη δυτική πλευρά". "Θα ήθελα να σημειώσω", είπε ο Eban, "ότι η ψυχολογική αλλαγή μεταξύ των δύο τηλεγραφημάτων ήταν απότομη, χωρίς υπεκφυγές, θέλω να πω ότι δεν είχα εμπειρία ανάμεσα στα δύο τους".
Ο πόλεμος, ο οποίος διήρκεσε από τις 6 έως τις 25 Οκτωβρίου 1973, κόστισε 2.688 Ισραηλινές ζωές και έκανε ζημιά στην άποψη του Ισραήλ, ότι ήταν άφθαρτη δύναμη μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών.
Η διμερής επίθεση της Συρίας και της Αιγύπτου ήρθε ως μια, σχεδόν, πλήρης έκπληξη κατά την ιερή ημέρα του εβραϊκού ημερολογίου. Επίσης, σύμφωνα με τα πρόσφατα δημοσιευθέντα έγγραφα, ο Διοικητής της Βόρειας Διοίκησης, Υποστράτηγος Yitzhak Hofi, αργότερα Επικεφαλής της Mossad, έλαβε νέα στις 2 Οκτωβρίου, από τον επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών ότι ο Συριακός στρατός σχεδίαζε μια επίθεση. Τέσσερις ημέρες πριν το ξέσπασμα του πολέμου. Είπε στην επιτροπή ότι έλεγξε τις ενημερώσεις της Υπηρεσίας Πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές των Στρατιωτικών Πληροφοριών και του είπαν ότι τα στοιχεία ήταν αβάσιμα.
Είπε επίσης ότι δεν είχε ιδέα από πού προήλθαν τα στοιχεία, αλλά υπέθεσε ότι είχαν έρθει μέσω στρατιωτικών πληροφοριών, αλλά είχαν διαρρεύσει πίσω από την πλάτη του διοικητή Zeira, ο οποίος κακώς πίστευε ότι η πιθανότητα του πολέμου ήταν "χαμηλή". Ο Zeira πήρε την ευθύνη για τις προειδοποιήσεις και στη συνέχεια διερευνήθηκε επίσης για την αποπομπή του Marwan, ο οποίος πέθανε μυστηριωδώς στο Λονδίνο το 2007. Τον Ιούλιο, το Γραφείο του Κρατικού Εισαγγελέα άφησε την υπόθεση κατά του Zeira, πλέον 84 ετών, αναφέροντας την ηλικία του και το πέρασμα του χρόνου.
Λίγες ώρες αργότερα, είπε στην επιτροπή, ότι έλαβε το εξής: «Σύμφωνα με αυθεντικές πηγές πληροφοριών, οι Αιγύπτιοι και οι Σύριοι θα ξεκινήσουν μια συντονισμένη επίθεση προς το βράδυ. Ο στόχος: να κατακτήσουν το Γκολάν, να διασχίσουν το κανάλι και να εδραιωθούν στη δυτική πλευρά". "Θα ήθελα να σημειώσω", είπε ο Eban, "ότι η ψυχολογική αλλαγή μεταξύ των δύο τηλεγραφημάτων ήταν απότομη, χωρίς υπεκφυγές, θέλω να πω ότι δεν είχα εμπειρία ανάμεσα στα δύο τους".
Ο πόλεμος, ο οποίος διήρκεσε από τις 6 έως τις 25 Οκτωβρίου 1973, κόστισε 2.688 Ισραηλινές ζωές και έκανε ζημιά στην άποψη του Ισραήλ, ότι ήταν άφθαρτη δύναμη μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών.
Η διμερής επίθεση της Συρίας και της Αιγύπτου ήρθε ως μια, σχεδόν, πλήρης έκπληξη κατά την ιερή ημέρα του εβραϊκού ημερολογίου. Επίσης, σύμφωνα με τα πρόσφατα δημοσιευθέντα έγγραφα, ο Διοικητής της Βόρειας Διοίκησης, Υποστράτηγος Yitzhak Hofi, αργότερα Επικεφαλής της Mossad, έλαβε νέα στις 2 Οκτωβρίου, από τον επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών ότι ο Συριακός στρατός σχεδίαζε μια επίθεση. Τέσσερις ημέρες πριν το ξέσπασμα του πολέμου. Είπε στην επιτροπή ότι έλεγξε τις ενημερώσεις της Υπηρεσίας Πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές των Στρατιωτικών Πληροφοριών και του είπαν ότι τα στοιχεία ήταν αβάσιμα.
Είπε επίσης ότι δεν είχε ιδέα από πού προήλθαν τα στοιχεία, αλλά υπέθεσε ότι είχαν έρθει μέσω στρατιωτικών πληροφοριών, αλλά είχαν διαρρεύσει πίσω από την πλάτη του διοικητή Zeira, ο οποίος κακώς πίστευε ότι η πιθανότητα του πολέμου ήταν "χαμηλή". Ο Zeira πήρε την ευθύνη για τις προειδοποιήσεις και στη συνέχεια διερευνήθηκε επίσης για την αποπομπή του Marwan, ο οποίος πέθανε μυστηριωδώς στο Λονδίνο το 2007. Τον Ιούλιο, το Γραφείο του Κρατικού Εισαγγελέα άφησε την υπόθεση κατά του Zeira, πλέον 84 ετών, αναφέροντας την ηλικία του και το πέρασμα του χρόνου.
Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας πριν από το ξέσπασμα του πολέμου Yom Kippur, επικεφαλής αναλυτής πληροφοριών του IDF ζήτησε από τον διοικητή του αρκετές φορές την ημέρα να χειρίζεται τις εξελιγμένες συσκευές ακρόασης του στρατού στην Αίγυπτο, αλλά του το αρνήθηκε επίμονα, σύμφωνα με πρόσφατα αποχαρακτηρισμένη μαρτυρία της επιτροπής που ερεύνησε τις ισραηλινές αποτυχίες στον πόλεμο.
"Δεν ξάπλωνα στην πόρτα του διοικητή των Στρατιωτικών Πληροφοριών και του έλεγα να πατήσει επάνω μου [αν ήθελε να φύγει] ... αλλά η πίεση εκφραζόταν από το πόσες φορές το έκανα», δήλωσε ο πρώην συνταγματάρχης Menachem Digli, επικεφαλής αναλυτής του στρατού,στην επιτροπή Agranat. "Ήταν αρκετές φορές, κατά τη γνώμη μου, δύο ή τρεις φορές την ημέρα, από την Κυριακή έως την Πέμπτη. Μόνο το βράδυ της Παρασκευής τα μεσάνυχτα, μόλις 14 ώρες πριν αρχίσει ο πόλεμος, οι συσκευές ακρόασης χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά". Ο Digli, πρώην διοικητής της μονάδας Sayeret Matkal, είπε στην πενταμελή επιτροπή ότι αυτός και οι συνομιλητές του "δεν ήταν τόσο έξυπνοι" και ότι και αυτός δεν πίστευε ότι υπήρχε επικείμενος πόλεμος αλλά απλώς ότι η κατάσταση "ήταν ασυνήθιστη και ότι έπρεπε να γίνει το μέγιστο από τις συσκευές που είχαμε στη διάθεσή μας".
Η κατάθεση του Digli, που αποχαρακτηρίστηκε 40 χρόνια μετά τον πόλεμο, μαζί με τις μαρτυρίες του επικεφαλής της Mossad Zvi Zamir, του επικεφαλής των Στρατιωτικών Πληροφοριών του IDF, Eli Zeira και του υπουργού Άμυνας, Moshe Dayan, αποτελεί μέρος μιας εθνικής εκτίμησης, με έναν πόλεμο που τελείωσε με νίκη, αλλά διεκδίκησε 2.656 ισραηλινές ζωές και άφησε μια ανθεκτική ουλή στην εθνική ψυχή.
Μια εβδομάδα μετά την δημοσίευση της έκθεσης, η πρωθυπουργός Golda Meir παραιτήθηκε από το αξίωμα, ανοίγοντας το δρόμο για μια νέα κυβέρνηση με επικεφαλής τον Yitzhak Rabin. Ο Dayan είχε προσφέρει στην Meir την παραίτησή του δύο φορές κατά τη διάρκεια του πολέμου, σύμφωνα με τον Abraham Rabinovich και το αυθεντικό βιβλίο του, «The Yom Kippur War: Η Επική Συμπλοκή Που Μεταμόρφωσε τη Μέση Ανατολή», αλλά στη νεοεκδοθείσα μαρτυρία του στην επιτροπή, ο Dayan απέκρουσε τις παρεκκλίνουσες κατηγορίες όσον αφορά την κατανόηση του για τον επικείμενο πόλεμο και την ευθύνη του να καλέσει εκ των προτέρων τις εφεδρικές μονάδες.
"Ποτέ δεν άκουσα μια εκτίμηση που αμφισβήτησε εκείνη του επικεφαλής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών [Zeira]", δήλωσε ο Dayan. “Ήταν όλοι στο ίδιο μήκος κύματος : ότι ο πόλεμος δεν είναι πιθανός, τουλάχιστον όχι αυτό το είδος του πολέμου”. Σχετικά με την κρίσιμη απόφαση να μην κινητοποιηθούν οι εφεδρικές μονάδες, η ραχοκοκαλιά του IDF και να επιτρέψει στον μόνιμο στρατό να απορροφήσει το αρχικό χτύπημα του πολέμου - και ίσως με αυτόν τον τρόπο να δείξει κατηγορηματικά στις παγκόσμιες δυνάμεις ότι το Ισραήλ δεν είχε ξεκινήσει τον πόλεμο - Ο Dayan έριξε το μερίδιο του λέοντος, της ευθύνης, στα πόδια του Ελάζαρ.
"Δεν ήταν ο προσωπικός μου οδηγός. Εάν ήθελε να διατάξει επιστράτευση, εφόσον ήταν υπεύθυνος για τον πόλεμο, μπορούσε να μου πει σε απλά Εβραϊκά: Κύριε Υπουργέ Αμύνης... δεν πρέπει να χαθεί ούτε στιγμή. Μπορώ να τους καλέσω ή όχι;" Ο Zamir, επικεφαλής της Mossad, δήλωσε στην εξεταστική επιτροπή ότι «από το υλικό που έχουμε, θα μπορούσε να γίνει κατανοητό ότι, βάσει αυτών που εμποδίζουν μια ευρεία αλλαγή δράσης στην εθνική πολιτική του Ισραήλ, πρέπει να αναμένεται πόλεμος".
Ο Δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου, Moshe Landau, ζήτησε να πληροφορηθεί αν η πιθανότητα για το ξέσπασμα του πολέμου είχε περάσει ποτέ από το γραφείο του Zamir ή συζητήθηκε σοβαρά κατά τη διάρκεια των μηνών που προηγήθηκαν του πολέμου. "Δεν αποτέλεσε φόρουμ αξιολόγησης", δήλωσε ο Zamir για τη Mossad, πετώντας το μπαλάκι προς τον Zeira και την Υπηρεσία Στρατιωτικών Πληροφοριών. Ο Zeira, που για πολύ καιρό ήταν το πρόσωπο των Ισραηλινών ύβρεων, λόγω της άρνησής του να δεχτεί ότι η Αίγυπτος και η Συρία θα μπορούσαν να τολμήσουν να πολεμήσουν το Ισραήλ, είπε στην επιτροπή στις 27 Νοεμβρίου 1973 κατά την πρώτη ακρόασή του ότι η Διεύθυνση Στρατιωτικών Πληροφοριών έκανε λάθος στην εκτίμησή του σχετικά με τον πόλεμο. Αυτό είναι δεδομένο".
Επέμεινε σχετικά με την αξιοπιστία του Ashraf Marwan, την πηγή της Mossad, ο οποίος προειδοποίησε για τον πόλεμο την 1η Οκτωβρίου και πάλι το βράδυ πριν από τον πόλεμο και υπερασπίστηκε τον ισχυρισμό του στις αρχές Οκτωβρίου ότι η Αίγυπτος, όπως έκανε το 1971, 1972, το Μάιο του 1973, απλώς ξεκίνησε μια μεγάλη στρατιωτική άσκηση. Μιλώντας για τον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο, είπε ότι «όταν ένας αξιωματικός που αναλύει το θέμα το εξετάζει για τέταρτη φορά, τον Οκτώβριο του 1973, δεν παίρνει τα στοιχεία [μιας μάζωξης στρατευμάτων κατά μήκος του καναλιού] ως δεδομένα πολέμου, αλλά ως δεδομένα μιας άσκησης".
Η βεβαιότητα του Zeira για τις προθέσεις της Αιγύπτου και ο τρόπος με τον οποίο σκίασε την ερμηνεία του επί των πραγματικών περιστατικών, οδήγησε μια γενιά αξιωματικών πληροφοριών να διαβάσουν και να μελετήσουν την έκθεση της Επιτροπής Agranat ως προειδοποιητική ιστορία. Ο Υπουργός Άμυνας Moshe Ya'alon δήλωσε, ότι διάβασε την έκθεση στο σύνολό της μόλις πληροφορήθηκε το 1995, ότι θα διοριστεί διευθυντής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και ότι ο σημερινός κάτοχος αυτής της θέσης, ο Υποστράτηγος Aviv Kochavi, έκανε ένα ασυνήθιστο βήμα αφού δημοσίευσε ένα άρθρο στην εφημερίδα Maariv νωρίτερα αυτό το μήνα, εξηγώντας πόσο τον είχε επηρεάσει η αποτυχία της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, τον Οκτώβριο του 1973.
"Ένας οργανισμός που απολαμβάνει αίσθηση ικανοποίησης, χωρίς τη συνεχή παρουσία αμφιβολίας και ανησυχίας", έγραψε, "ανοίγει το δρόμο του προς την αποτυχία".
"Δεν ξάπλωνα στην πόρτα του διοικητή των Στρατιωτικών Πληροφοριών και του έλεγα να πατήσει επάνω μου [αν ήθελε να φύγει] ... αλλά η πίεση εκφραζόταν από το πόσες φορές το έκανα», δήλωσε ο πρώην συνταγματάρχης Menachem Digli, επικεφαλής αναλυτής του στρατού,στην επιτροπή Agranat. "Ήταν αρκετές φορές, κατά τη γνώμη μου, δύο ή τρεις φορές την ημέρα, από την Κυριακή έως την Πέμπτη. Μόνο το βράδυ της Παρασκευής τα μεσάνυχτα, μόλις 14 ώρες πριν αρχίσει ο πόλεμος, οι συσκευές ακρόασης χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά". Ο Digli, πρώην διοικητής της μονάδας Sayeret Matkal, είπε στην πενταμελή επιτροπή ότι αυτός και οι συνομιλητές του "δεν ήταν τόσο έξυπνοι" και ότι και αυτός δεν πίστευε ότι υπήρχε επικείμενος πόλεμος αλλά απλώς ότι η κατάσταση "ήταν ασυνήθιστη και ότι έπρεπε να γίνει το μέγιστο από τις συσκευές που είχαμε στη διάθεσή μας".
Η κατάθεση του Digli, που αποχαρακτηρίστηκε 40 χρόνια μετά τον πόλεμο, μαζί με τις μαρτυρίες του επικεφαλής της Mossad Zvi Zamir, του επικεφαλής των Στρατιωτικών Πληροφοριών του IDF, Eli Zeira και του υπουργού Άμυνας, Moshe Dayan, αποτελεί μέρος μιας εθνικής εκτίμησης, με έναν πόλεμο που τελείωσε με νίκη, αλλά διεκδίκησε 2.656 ισραηλινές ζωές και άφησε μια ανθεκτική ουλή στην εθνική ψυχή.
Μια εβδομάδα μετά την δημοσίευση της έκθεσης, η πρωθυπουργός Golda Meir παραιτήθηκε από το αξίωμα, ανοίγοντας το δρόμο για μια νέα κυβέρνηση με επικεφαλής τον Yitzhak Rabin. Ο Dayan είχε προσφέρει στην Meir την παραίτησή του δύο φορές κατά τη διάρκεια του πολέμου, σύμφωνα με τον Abraham Rabinovich και το αυθεντικό βιβλίο του, «The Yom Kippur War: Η Επική Συμπλοκή Που Μεταμόρφωσε τη Μέση Ανατολή», αλλά στη νεοεκδοθείσα μαρτυρία του στην επιτροπή, ο Dayan απέκρουσε τις παρεκκλίνουσες κατηγορίες όσον αφορά την κατανόηση του για τον επικείμενο πόλεμο και την ευθύνη του να καλέσει εκ των προτέρων τις εφεδρικές μονάδες.
"Ποτέ δεν άκουσα μια εκτίμηση που αμφισβήτησε εκείνη του επικεφαλής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών [Zeira]", δήλωσε ο Dayan. “Ήταν όλοι στο ίδιο μήκος κύματος : ότι ο πόλεμος δεν είναι πιθανός, τουλάχιστον όχι αυτό το είδος του πολέμου”. Σχετικά με την κρίσιμη απόφαση να μην κινητοποιηθούν οι εφεδρικές μονάδες, η ραχοκοκαλιά του IDF και να επιτρέψει στον μόνιμο στρατό να απορροφήσει το αρχικό χτύπημα του πολέμου - και ίσως με αυτόν τον τρόπο να δείξει κατηγορηματικά στις παγκόσμιες δυνάμεις ότι το Ισραήλ δεν είχε ξεκινήσει τον πόλεμο - Ο Dayan έριξε το μερίδιο του λέοντος, της ευθύνης, στα πόδια του Ελάζαρ.
"Δεν ήταν ο προσωπικός μου οδηγός. Εάν ήθελε να διατάξει επιστράτευση, εφόσον ήταν υπεύθυνος για τον πόλεμο, μπορούσε να μου πει σε απλά Εβραϊκά: Κύριε Υπουργέ Αμύνης... δεν πρέπει να χαθεί ούτε στιγμή. Μπορώ να τους καλέσω ή όχι;" Ο Zamir, επικεφαλής της Mossad, δήλωσε στην εξεταστική επιτροπή ότι «από το υλικό που έχουμε, θα μπορούσε να γίνει κατανοητό ότι, βάσει αυτών που εμποδίζουν μια ευρεία αλλαγή δράσης στην εθνική πολιτική του Ισραήλ, πρέπει να αναμένεται πόλεμος".
Ο Δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου, Moshe Landau, ζήτησε να πληροφορηθεί αν η πιθανότητα για το ξέσπασμα του πολέμου είχε περάσει ποτέ από το γραφείο του Zamir ή συζητήθηκε σοβαρά κατά τη διάρκεια των μηνών που προηγήθηκαν του πολέμου. "Δεν αποτέλεσε φόρουμ αξιολόγησης", δήλωσε ο Zamir για τη Mossad, πετώντας το μπαλάκι προς τον Zeira και την Υπηρεσία Στρατιωτικών Πληροφοριών. Ο Zeira, που για πολύ καιρό ήταν το πρόσωπο των Ισραηλινών ύβρεων, λόγω της άρνησής του να δεχτεί ότι η Αίγυπτος και η Συρία θα μπορούσαν να τολμήσουν να πολεμήσουν το Ισραήλ, είπε στην επιτροπή στις 27 Νοεμβρίου 1973 κατά την πρώτη ακρόασή του ότι η Διεύθυνση Στρατιωτικών Πληροφοριών έκανε λάθος στην εκτίμησή του σχετικά με τον πόλεμο. Αυτό είναι δεδομένο".
Επέμεινε σχετικά με την αξιοπιστία του Ashraf Marwan, την πηγή της Mossad, ο οποίος προειδοποίησε για τον πόλεμο την 1η Οκτωβρίου και πάλι το βράδυ πριν από τον πόλεμο και υπερασπίστηκε τον ισχυρισμό του στις αρχές Οκτωβρίου ότι η Αίγυπτος, όπως έκανε το 1971, 1972, το Μάιο του 1973, απλώς ξεκίνησε μια μεγάλη στρατιωτική άσκηση. Μιλώντας για τον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο, είπε ότι «όταν ένας αξιωματικός που αναλύει το θέμα το εξετάζει για τέταρτη φορά, τον Οκτώβριο του 1973, δεν παίρνει τα στοιχεία [μιας μάζωξης στρατευμάτων κατά μήκος του καναλιού] ως δεδομένα πολέμου, αλλά ως δεδομένα μιας άσκησης".
Η βεβαιότητα του Zeira για τις προθέσεις της Αιγύπτου και ο τρόπος με τον οποίο σκίασε την ερμηνεία του επί των πραγματικών περιστατικών, οδήγησε μια γενιά αξιωματικών πληροφοριών να διαβάσουν και να μελετήσουν την έκθεση της Επιτροπής Agranat ως προειδοποιητική ιστορία. Ο Υπουργός Άμυνας Moshe Ya'alon δήλωσε, ότι διάβασε την έκθεση στο σύνολό της μόλις πληροφορήθηκε το 1995, ότι θα διοριστεί διευθυντής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και ότι ο σημερινός κάτοχος αυτής της θέσης, ο Υποστράτηγος Aviv Kochavi, έκανε ένα ασυνήθιστο βήμα αφού δημοσίευσε ένα άρθρο στην εφημερίδα Maariv νωρίτερα αυτό το μήνα, εξηγώντας πόσο τον είχε επηρεάσει η αποτυχία της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, τον Οκτώβριο του 1973.
"Ένας οργανισμός που απολαμβάνει αίσθηση ικανοποίησης, χωρίς τη συνεχή παρουσία αμφιβολίας και ανησυχίας", έγραψε, "ανοίγει το δρόμο του προς την αποτυχία".